14/9/2016. Power politics εντός της ΕΕ;
Την προηγούμενη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε στην χώρα μας η ευρω-μεσογειακή σύνοδος στην οποία, εκτός από την αμφιτρύωνα Ελλάδα συμμετείχαν, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Κύπρος, η Μάλτα και η Πορτογαλία. Η ανεπίσημη, ως προς την ενδο-ευρωπαϊκή της πτυχή αλλά τυπική, με όρους πολυμερούς διπλωματίας και διακρατικών σχέσεων, σύνοδος κατέληξε στην διακήρυξη των Αθηνών.
Τα επτά κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) αποφάσισαν να διευρύνουν υπάρχουσες και να υιοθετηθούν νέες πολιτικές, εκ μέρους της Κοινότητας, για μία σειρά ζητημάτων˙ πιο συγκεκριμένα αποφάσισαν τα εξής: την ανάγκη διπλασιασμού του πακέτου Γιούνκερ, την αναθεώρηση του κανονισμού του Δουβλίνου, την εδραίωση της εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας της Ευρώπης, την διεύρυνση της συνεργασίας στην περιοχή της Μεσογείου καθώς και με τις όμορες αφρικανικές χώρες, την προώθηση της ανάπτυξης και των επενδύσεων στην Ευρώπη, την ενίσχυση των προγραμμάτων για την νεολαία και τέλος την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής πρόκλησης.
Αν και ευθύς εξ αρχής τονίσθηκε από τους συνδαιτυμόνες πως η εν λόγω συνάντηση δεν θέτει εν αμφιβόλω το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, ούτως ή άλλως κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο στον βαθμό που απαιτείται συμμετοχή όλων των κρατών-μελών, προκάλεσε μια σειρά αντιδράσεων από ευρωπαίους αξιωματούχους και πολιτικούς.
Παρατηρώντας τις δηλώσεις του γερμανού υπουργού των οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ, όπως και του προέδρου του eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, ή τέλος του επιτρόπου οικονομικών υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί, γίνεται αμέσως κατανοητό ότι ένα σημαντικό μέρος των υπολοίπων κρατών – μελών ή των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων δεν διέκειντο θετικά ως προς την συγκεκριμένη κίνηση των επτά εταίρων τους.
Στην παρούσα συγκυρία η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σειρά, εσωτερικής και εξωτερικής υφής, κρίσεων που επηρεάζουν αρνητικά την όλη διαδικασία ολοκλήρωσης. Αναντίρρητα μια πιθανή ενδο-ευρωπαϊκή αντιπαλότητα, που τείνει να σχηματοποιηθεί μεταξύ του «πλεονασματικού» και πιο προστατευμένου, από τις προσφυγικές ροές, Βορρά και του «ελλειμματικού» και πιο άμεσα θιγόμενου από τις περιφερειακές κρίσεις, Νότου θα επιδεινώσει το ήδη προβληματικό και λιμνάζον συσσωματικό εγχείρημα.
Η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική εμφανίζει όντως δυσλειτουργίες, προβλήματα άνισης ανάπτυξης και δημοκρατικό έλλειμμα, ιδιαίτερα στα μη διακυβερνητικά όργανά της. Η μεταρρύθμισή της όμως πέραν του σημείου που αναιρεί την φύση της, που είναι αυτή που είναι, δεν είναι επιθυμητή για ένα σημαντικό αριθμό κρατών και των λαών τους που φυσικά δεν περιμένουν άλλους να τους πουν τί είναι καλό και τί όχι για τους ίδιους.
Αναμφίβολα και στον αντίποδα όλων όσοι, θεωρούσαν και έπρατταν, ως οι πολιτικές ισχύος να ήταν ανοίκειες προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, κατανοούν πλέον ότι η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν είναι ανεξάρτητη της κατανομής ισχύος μεταξύ των κρατών–μελών της˙ ιδιαίτερα δε, όταν οι μεταρρυθμίσεις αξιώνονται από τα λιγότερα ισχυρά ή πιο ευάλωτα, στην τωρινή περίσταση, κράτη και σε θεσμικό επίπεδο οι αποφάσεις χρειάζονται ομοφωνία.
Τα συμπεράσματα της συνόδου των Αθηνών εν πολλοίς είναι γενικόλογα και στο ίδιο μήκος κύματος με ειλημμένες αποφάσεις της ΕΕ για τα περισσότερα ζητήματα. Το αίτημα για μεγαλύτερες αναδιανομές πόρων από τον Βορρά προς τον Νότο δημιούργησε ήδη αντιδράσεις, όπως και η ελληνική αξίωση να παρακαμφθούν, εμμέσως, μέρος των συμπεφωνημένων του τρίτου μνημονίου.
Εφ’ όσον η ελληνική κυβέρνηση ανακάλυψε τις ωφέλειες του power politics είναι προτιμότερο να τις χρησιμοποιήσει προς ανατολάς, όπου θα είναι αποτελεσματικότερες και όχι να αποδυναμώνει, έτι περαιτέρω, την θέση, εντός της ΕΕ, με άσκοπους και εκ του ασφαλούς λεονταρισμούς, πόσο μάλλον όσο είμαστε άμεσα εξαρτώμενοι από την επόμενη βορειο-ευρωπαϊκή δανειοδότηση.
Αναδημοσίευση από τη Νέα Πολιτική!