2015-10-18. ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Πρόσφατα και συγκεκριμένα την 18η Ιουνίου 2015, η Ρωσική εταιρία GASPROM υπέγραψε συμφωνία με την Γερμανική εταιρία ΕΟΝ, την Αυστριακή OMV, και την Αγγλοολλανδική Royal Dutch Shell για τον διπλασιασμό της μεταφερόμενης ποσότητας φυσικού αερίου μέσω της διαδρομής του NorthStream, πράγμα που θα επιτευχθεί με την κατασκευή παράλληλου αγωγού χωρητικότητας 55 δις m3 σε ετήσια βάση.
Στο σημείο αυτό μπορεί να τεθεί το ερώτημα, γιατί η Γερμανία συνεχίζει να συνεργάζεται με τη Ρωσική Gasprom, όταν αντιπαρατίθεται με τη Ρωσία στο μεγάλο θέμα της Ουκρανίας.
Βέβαια σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Gasprom κ. AlexeiMiller η συγκεκριμένη απόφαση, δηλαδή για τον διπλασιασμό της μεταφερόμενης ποσότητας Φ.Α. μέσω της διαδρομής του NorthStream, είχε ληφθεί από τον Νοέμβριο του 2011 και απλά υλοποιήθηκε τώρα.
Πέραν βέβαια των επιφανειακών επεξηγήσεων, είναι γεγονός ότι η Δυτική Ευρώπη εξαρτάται ενεργειακά όλο και περισσότερο από τη Ρωσία, καθώς τα κοιτάσματα της Βόρειας Θάλασσας από τα οποία προμηθεύεται το 35% της ενέργειας που καταναλίσκει όλο και εξασθενούν και προς το παρόν τουλάχιστον δεν διαφαίνεται εναλλακτική πηγή προμήθειας Φυσικού Αερίου.
Κάποιες άλλες λύσεις όπως π.χ. αυτή της υδραυλικής ρηγμάτωσης (franking) που αντλεί υδρογονάνθρακες από τα σχιστολιθικά πετρώματα, εξακολουθεί να παραμένει αμερικάνικο φαινόμενο το οποίο μετά την πτώση της τιμής του πετρελαίου έχει οδηγήσει, πολλές από τις εταιρίες που ασχολήθηκαν με αυτό το αντικείμενο ή σε πτώχευση ή να αντιμετωπίζουν τεράστια οικονομικά προβλήματα προκαλώντας παράλληλα πονοκεφάλους στις χρηματοδότριες τράπεζες, ενώ οι διάφορες περιβαλλοντικές οργανώσεις τις καταγγέλλουν για καταστροφή του περιβάλλοντος.
Όσον αφορά λύση, μέσω της μεταφοράς L.N.G. (υγροποιημένο Φ.Α.) εκτός του ότι είναι ακριβό, θα χρειαζόντουσαν νέες υποδομές σημαντικού κόστους.
Έτσι λοιπόν, η συγκεκριμένη συμφωνία έχει καθαρά γεωπολιτικό χαρακτήρα, καθόσον ο διπλασιασμός της χωρητικότητας του NorthStream δίνει τη δυνατότητα στη Ρωσία να εξυπηρετεί τους Δυτικούς πελάτες της, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να απενεργοποιεί τους αγωγούς Φ.Α. που διέρχονται από την Πολωνία και την Ουκρανία, όποτε η πολιτική της που εστιάζεται κατά βάση στον επανέλεγχο των χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, έρχεται σε αντιπαράθεση με τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών.
Και ενώ θα περίμενε κανείς η Γερμανία που αποτελεί την κυρίαρχη χώρα στην Ευρωπαική Ενωση να απορρίψει ένα τέτοιο σχέδιο, το γεγονός ότι την καθιστά αυτομάτως ενεργειακό κόμβο, το θέμα αποκτά άλλη διάσταση και φυσικά το δέχεται ασμένως, πράγμα που μπορεί να ερμηνευθεί ότι η στρατηγική της Γερμανίας είναι προσανατολισμένη στον έλεγχο της Ευρώπης.
Ήδη οι Γερμανικές εταιρίες κυριαρχούν σε μεγάλο μέρος των δικτύων παροχής ενέργειας και κοινής ωφελείας σε όλη την Δ. Ευρώπη, κυρίως μέσω της Γερμανικής ΕΟΝ, η οποία έχει ανάλογες θυγατρικές σε 12 χώρες της Ευρώπης και βέβαια σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραβλέπεται η σημαντική δραστηριότητα των Γερμανικών εταιριών RWE και BASF με αντίστοιχο αντικείμενο και που διαθέτουν σημαντικότατα δίκτυα υποδομών.
Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν η Γερμανία προσπαθεί να αξιοποιήσει υπέρ της την δύναμη της Ρωσίας επηρεάζοντας μέσω της ενέργειας που θα διαχειρίζεται την πολιτική χωρών όπως η Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία κλπ. ενώ παράλληλα η σημερινή οικονομική της ευρωστία της επιτρέπει να ασκεί επιρροή σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης, ιδιαίτερα όμως στις χώρες του Ευρωπαικού νότου με προβληματική οικονομία όπως π.χ. η χώρα μας.
Η εξέλιξη αυτή δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι υφίσταται συμφωνία στρατηγικού χαρακτήρα ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γερμανία που μάλλον το αντικείμενό της θα πρέπει να είναι η επαναχάραξη των ζωνών επιρροής και η διασφάλιση κοινών συνόρων.
Βέβαια ανατρέχοντας στην ιστορία μπορούμε να δούμε ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν περάσει από φοβερές διακυμάνσεις, που από την απόλυτη συνεργασία (σύμφωνα Ραπάλο – Ρίμπετροπ –Μολότοφ), έφθασαν στο ολοκαύτωμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κατά συνέπεια η συμφωνία αυτή να μην είναι το απόλυτο σημάδι ειρηνικής συνύπαρξης, ωστόσο στη σημερινή συγκυρία μάλλον θα ήταν αφέλεια τουλάχιστον, να πιστέψουμε ότι η πολιτική της Ρωσίας θα μπορούσε να αποκτήσει συγκρουσιακό προσανατολισμό απέναντι στην Ευρωπαική Ένωση, αναμιγνυόμενη σε εσωτερικά θέματα οικονομικού χαρακτήρα που απασχολούν χώρες της Ευρωζώνης.
ΑΘΗΝΑ 15.10.2015
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΖΑΚΟΝΤΙΝΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ- ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΛΙΣΜΕ