ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Δεδομένα- Προβληματισμοί- Προκλήσεις
ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Δεδομένα- Προβληματισμοί- Προκλήσεις
Θα ήθελα και εγώ με τη σειρά μου να συγχαρώ τον ΣΕΚΠΥ για την οργάνωση του Συνεδρίου. Ενός Συνεδρίου που δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι ασχολείται με ένα από τα πιο σημαντικά αν όχι το σημαντικότερο θέμα που απασχολούν σήμερα εάν όχι όλες τουλάχιστον την μεγάλη πλειονότητα των χωρών του κόσμου και οπωσδήποτε την Ελλάδα.
Εκ μέρους του Προέδρου και των μελών του ΔΣ της ΕΛ.Ε.Σ.ΜΕ. την οποία έχω την τιμή να εκπροσωπώ εδώ, ευχαριστώ θερμά το Προεδρείο του ΣΕΚΠΥ για την πρόσκλησή του να παραστούμε και να εκφράσουμε ορισμένες απόψεις στο τόσο σημαντικό και ενδιαφέρον αυτό Συνέδριο.
Στον λίαν περιορισμένο χρόνο, που εξ ανάγκης διατίθεται για την παρουσίαση αυτή, δεν είναι δυνατόν να γίνει η όποια εκτενής και τεκμηριωμένη ανάλυση όχι για το όλο θέμα στο οποίο αφορά το Συνέδριο αλλά έστω και για ένα επί μέρος μικρό τμήμα αυτού. Γι αυτό, θα περιοριστώ με συντομία να αναφερθώ σε δύο μόνο από τις πολλές παραμέτρους του τεράστιου αντικειμένου των πολεμικών εξοπλισμών, όπως αυτό διαμορφώνεται στη σύγχρονη εποχή, και τις τάσεις που παρουσιάζει για το μέλλον. Θέματα που δημιουργούν πολλούς και σοβαρούς προβληματισμούς σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο και από την ορθή θεώρηση των οποίων θα εξαρτηθεί τόσο ο επιτυχής προγραμματισμός και η σχεδίαση ανάπτυξης της πολεμικής βιομηχανίας όσο και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων άμυνας και ασφάλειας.
Η πρώτη παράμετρος αφορά το περιβάλλον ασφάλειας. Ένα θέμα το οποίο πάντα υπήρχε και δημιουργούσε προβληματισμούς, αλλά στην εποχή μας έχει μεγεθυνθεί και αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία. Ίσως να μην ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι όχι επί μέρους χώρες και λαοί αλλά και ο κόσμος ολόκληρος για πρώτη φορά στην ιστορική διαδρομή του βρίσκεται μπροστά σε τόσο ρευστό και αβέβαιο περιβάλλον άμυνας και ασφάλειας. Αυτή την πραγματικότητα είναι που δημιούργησαν οι κοσμογονικές αλλαγές του τέλους του περασμένου αιώνα στον παγκόσμιο και τους περιφερειακούς γεωπολιτικούς χάρτες, σε συνδυασμό με την αλματώδη και θεαματική ανάπτυξη και πρόοδο της τεχνολογίας (πολεμικής και μη). Ένας συνδυασμός που επέφερε αλλαγές και διαφοροποιήσεις σε παραδοσιακές ιδεολογοπολιτικές και γενικά διεθνείς σχέσεις και απάλειψε γνωστές και διακηρυγμένες απειλές ενώ δημιούργησε νέες. Όλα όσα επέβαλαν επαναπροσδιορισμούς συμφερόντων, σκοπών και επιδιώξεων με αποτέλεσμα την πλήρη σχεδόν ανατροπή του μέχρι τότε ισχύοντος συστήματος άμυνας και ασφάλειας και τη δημιουργία γενικά μίας κατάστασης αβεβαιότητας και ασάφειας για το ποιος απειλείται από ποιόν και πως απειλείται.
Αυτή η κατάσταση είναι που οδήγησε και στην επινόηση του όρου των ασύμμετρων απειλών ο οποίος όσο και αν καταβάλλονται προσπάθειες να του δοθεί νόημα και συγκεκριμένο περιεχόμενο στην πραγματικότητα δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το αβέβαιο, το ασαφές και το άγνωστο. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι που προκαλούν τη σύγχυση και κατά πολύ οδηγούν σε βεβιασμένες αποφάσεις και σπασμωδικές κινήσεις, όπως και αποδεικνύεται από τις συνεχείς επανειλημμένες αναδιοργανώσεις και ανασυγκροτήσεις των ΕΔ, τις αλλαγές στις δομές και τις συνθέσεις τους, τις αυξομειώσεις των αμυντικών προϋπολογισμών, τη θέσπιση νέων πολεμικών δογμάτων και αρχών και άλλα πολλά τα οποία γίνονται τόσο για τη δημιουργία πολεμικής ισχύος όσο και την αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση αυτής.
Οπωσδήποτε το σύγχρονο περιβάλλον ασφάλειας χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα, ρευστότητα και το άγνωστο, και από δύσκολο έως αδύνατο είναι να εκτιμήσει κανείς που αυτό θα οδηγηθεί, πότε και πως αυτό θα γίνει. Παρ όλο αυτό όμως βάσιμο θα πρέπει να θεωρείται ότι για το προβλεπτό τουλάχιστον μέλλον στον κόσμο θα επικρατεί η ανασφάλεια. Μία ανασφάλεια εν πολλοίς έστω απροσδιόριστη αλλά υπαρκτή. Σ αυτή την εκτίμηση μπορεί κανείς να καταλήξει με βάση τις πολλές και μεγάλες διαφορές (πολιτισμικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές, οικονομικές κλπ) που χωρίζουν χώρες, λαούς, έθνη και μεγαλύτερα με συνεκτικούς μεταξύ τους δεσμούς και κοινά συμφέροντα ανθρώπινα σύνολα, σε συνδυασμό με τις παρά τις εκφραζόμενες καλές προθέσεις από τους ισχυρούς του κόσμου και τους διεθνείς Οργανισμούς αδυναμία εφαρμογής του θεσπισθέντος και θεωρητικά μόνο ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου.
Επαναπροσδιορισμοί θέσεων, στάσεων, σκοπών και επιδιώξεων σε επί μέρους περιφερειακά και το παγκόσμιο περιβάλλον μπορεί να γίνουν, και νέες συμμαχίες- συνασπισμοί μπορεί να δημιουργηθούν, αλλά αντιτιθέμενα συμφέροντα θα υπάρχουν. Το δεδομένο αυτό και η απουσία δυνατότητας εφαρμογής κοινά αποδεκτών αρχών και κανόνων επίλυσης των διαφορών οδηγεί στη βάσιμη εκτίμηση ότι στον κόσμο θα επικρατεί η αστάθεια και η ανασφάλεια, η οποία θα εγκυμονεί κινδύνους συγκρούσεων, αυτών των πολέμων περιλαμβανομένων.
Η ύπαρξη απειλών και κινδύνων πολεμικών συγκρούσεων είναι που δημιουργεί και αναδεικνύει το πρόβλημα της άμυνας και ασφάλειας, συστατικό στοιχείο του οποίου αποτελούν οι αμυντικοί- στρατιωτικοί ή πολεμικοί εξοπλισμοί.
Η άμυνα και η ασφάλεια συνιστά ένα σύνθετο και πολύπλοκο θέμα ο επιτυχής χειρισμός του οποίου εξαρτάται από ένα σύνολο επί μέρους στενά συνδεδεμένων και αλληλοεπηρεαζόμενων παραγόντων και στοιχείων όπως είναι οι διεθνοπολιτικές σχέσεις, το γεωπολιτικό και σε περίπτωση σύγκρουσης το επιχειρησιακό περιβάλλον, η σχεδίαση και η διεξαγωγή των επιχειρήσεων σε στρατηγικό και τακτικό επίπεδο και άλλα. Ανάμεσα σε όλα αυτά, το στοιχείο που διαδραματίζει το βασικότερο ίσως ρόλο είναι η στρατιωτική ισχύς με κυρίαρχη συνιστώσα της τα οπλικά συστήματα και πολεμικά μέσα. Μία συνιστώσα η οποία όχι απλώς επηρεάζει άμεσα και σοβαρά όλες τις άλλες συνιστώσες της ισχύος (το είδος, τη σύσταση, τον όγκο, την οργάνωση- συγκρότηση- εκπαίδευση των διατιθέμενων δυνάμεων, την προετοιμασία- ετοιμότητα αντίδρασης αυτών κλπ) αλλά και εν πολλοίς υπαγορεύει τη διαμόρφωσή τους.
Η τεράστια αξία των εξοπλισμών στη δημιουργία και τη χρησιμοποίηση της ισχύος έχει καταδειχθεί πλήρως με τον καταλυτικό ρόλο που αυτοί διαδραμάτισαν στις πολεμικές συγκρούσεις του παρελθόντος, ορισμένες από τις οποίες αποτέλεσαν ορόσημα στην ιστορία όχι των επί μέρους χωρών και λαών μόνο αλλά και της ανθρωπότητα ολόκληρης. Γι αυτό αρκεί να θυμηθούμε την αποικιοκρατία που άρχισε τον 15ο αιώνα, επιβλήθηκε βασικά χάριν στην τεράστια τεχνολογική υπεροχή των αναπτυγμένων χωρών της Ευρώπης έναντι των υποανάπτυκτων χωρών-λαών του κόσμου και υπολείμματα της οποίας υφίστανται ακόμη και σήμερα. Ένα άλλο πιο πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα που καταδεικνύει την αξία και το ρόλο των εξοπλισμών στην εξασφάλιση της άμυνας και ασφάλειας είναι η χρησιμοποίηση του άρματος μάχης στον 2ο ΠΠ. Ένα οπλικό σύστημα το οποίο αχρήστευσε σχεδόν πλήρως και αντικατέστησε τον ίππο ως πολεμικό μέσο, καταδεικνύοντας ότι η στη διάρκεια του μεσοπολέμου (το άρμα ήταν γνωστό από το τέλος του 1ου ΠΠ) διάθεση πόρων και η καταβολή προσπάθειας για τη διατήρηση δυνάμεων ιππικού δεν ήταν απλώς άσκοπη αλλά και καταστροφική.
Οι εξοπλισμοί αναμφισβήτητα παίζουν σημαντικότατο ρόλο στη δημιουργία, τη χρησιμοποίηση και την αποτελεσματικότητα της ισχύος αλλά ο προσδιορισμός αυτών δεν είναι απλός και εύκολος. Ιδιαίτερα δεν είναι εύκολος ο προσδιορισμός σε περιβάλλον ανασφάλειας που χαρακτηρίζεται από ρευστότητα, ασάφεια και αβεβαιότητα και βασικά δεν είναι πλήρως εμφανείς και προσδιορισμένες οι απειλές (είδος, μέγεθος, μορφή και η υφή) που πρόκειται να αντιμετωπιστούν. Αυτή ακριβώς τη δυσκολία που υφίσταται σήμερα έρχεται να ενισχύσει και να επιτείνει ακόμη περισσότερο η συνεχής πολύμορφη αλματώδης και εκτεταμένη εξέλιξη της τεχνολογίας. Μία εξέλιξη πρωτοφανής στα ιστορικά χρονικά που καθιστά αμφιβόλου αποτελεσματικότητας την όποια σχεδίαση και εφαρμογή συγκεκριμένων μακρόπνοων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Προγραμμάτων που σε κάθε περίπτωση είναι δαπανηρότατα και έχουν πολλά επακόλουθα.
Δύσκολο είναι να προβλεφθεί που θα φθάσει η τεχνολογική ανάπτυξη στον τομέα των εξοπλισμών, όπως και σε όλους τους άλλους τομείς, και κατ ακολουθία να εκτιμηθεί η μορφή και η υφή που θα λάβουν οι αντιπαλότητες και οι συγκρούσεις μεταξύ αντιπάλων πλευρών. Ανεξάρτητα όμως από το εάν οι αναμετρήσεις θα λάβουν χώρα στη επιφάνεια της γης, στο διάστημα ή στον κυβερνοχώρο, με εξοπλισμούς κλασικής, πυρηνικής, ψηφιακής, αναλογικής, κβαντικής, ενεργειακής ή άλλης τεχνολογίας, εάν σ αυτές θα κυριαρχούν τα πυραυλικά, τα πληροφορικά, τα βιολογοχημικά, ορατά ή αόρατα ρομποτικά ή μη και άλλα συστήματα εκείνο που είναι βέβαιο, όπως περίτρανα έχει καταδειχθεί και στις πολύ πρόσφατες πολεμικές συγκρούσεις στη Βαλκανική, το Αφγανιστάν και το Ιράκ, η τεχνολογική υπεροχή θα αποτελεί αποφασιστικό αν όχι καταλυτικό παράγοντα για το αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα το οποίο υπό ορισμένες συγκυρίες μπορεί να επιφέρει στον κόσμο γεωπολιτικές αλλαγές σημαντικότερες και από εκείνες που οδήγησαν στην αποικιοκρατία του Μεσαίωνα.
Αυτό και μόνο το δεδομένο είναι αρκετό για να καταδείξει πλήρως την κατεύθυνση που θα πρέπει να ακολουθήσουν στον τομέα των εξοπλισμών αφ ενός μεν οι χώρες στην προσπάθειά τους να διαθέτουν την ισχύ που θα τους επιτρέπει να προστατεύουν τα συμφέροντά τους και αν απαιτείται να επιβάλλονται των αντιπάλων τους και αφ ετέρου οι βιομηχανίες παραγωγής τεχνογνωσίας- τεχνολογίας- οπλικών συστημάτων- πολεμικών μέσων προκειμένου να επιβιώνουν και να αναπτύσσονται μέσα σε ένα περιβάλλον αδυσώπητου θεμιτού και αθέμιτου ανταγωνισμού. Ενός ανταγωνισμού ο οποίος θα εντείνεται όλο και περισσότερο στο μέλλον με την αύξηση της αλληλεξάρτησης των χωρών του κόσμου και των ανθρώπων μέσα στη συντελούμενη όπως αποκαλείται παγκοσμιοποίηση- η οποία με την όλο και μεγαλύτερη επέκταση του κυβερνοχώρου εξ ανάγκης θα λαμβάνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις και ουσιαστικότερο περιεχόμενο.
Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο του αβέβαιου περιβάλλοντος ασφάλειας και της συνεχούς αδυσώπητης ανταγωνιστικότητας για την τεχνολογική υπεροχή στους εξοπλισμούς είναι ανάγκη να χαράξουν την πορεία τους τόσο το ελληνικό κράτος για να υπερασπίσει επιτυχώς τα συμφέροντά της χώρας και του έθνους όσο και η ελληνική βιομηχανία κατασκευής αμυντικού υλικού για να συμβάλλει στην αμυντική προσπάθεια της χώρας αλλά και να επιβιώσει και να αναπτυχθεί. Για το εάν και κατά πόσο η μέχρι τώρα προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή είναι ικανοποιητική μπορούν να λεχθούν πολλά. Εκείνο όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι η μεν Ελλάδα υπολείπεται πολύ από το να διαθέτει τεχνολογική υπεροχή στην αμυντική ισχύ της έναντι των πιθανών αντιπάλων της η δε ελληνική βιομηχανία και μόνο στο πλαίσιο των συλλογικών προσπαθειών των Οργανισμών που ανήκει και κυρίως της ΕΕ και του ΝΑΤΟ σε συνδυασμό με τη διάχυση της τεχνολογίας και το ελληνικό μόνο ανά τον κόσμο επιστημονικό δυναμικό μπορεί να επιτύχει πολλά περισσότερα και ενδεχομένως να πρωτοπορήσει σε κάποιους τομείς. Δεν θα ήταν υπερβολικό να λεχθεί ότι μέσα στον σύγχρονο αβέβαιο και συνεχώς ποικιλόμορφα εξελισσόμενο κόσμο για την Ελλάδα, όπως και για άλλες χώρες, παρουσιάζονται και στον αμυντικο-εξοπλιστικό τομέα μοναδικές ευκαιρίες ανάπτυξης και ανάδειξης. Το θέμα είναι εάν θα βρεθούν και οι κατάλληλοι ιθύνοντες να κατανοήσουν και και να αξιοποιήσουν την ευκαιρία αυτή.