Εξοπλισμοί και συγγενικές παθογένειες

Εξοπλισμοί και συγγενικές παθογένειες

 

Του Γιώργου Κακλίκη*

 

 

Το υπερμέγεθες «εγώ» του Ταγίπ Ερντογάν και η αντίληψη πολλών Τούρκων ιθυνόντων περί των πρωτείων που οφείλονται στη χώρα τους, τούς περιορίζουν σε έναν επικίνδυνο γεωπολιτικό μύθο. Αυτοί που θα μπορούσαν ακόμα να είναι ικανοποιημένοι από την εξωτερική πολιτική Ερντογάν είναι οι εγκάθετοί του και οι στρατιωτικοί που βλέπουν την πολιτική του  Τούρκου προέδρου να αγγίζει τις εθνικιστικές χορδές τους. Όμως έχουν επιφυλάξεις ξέροντας πως ενδεχόμενες δυσμενείς εξελίξεις στους σχεδιασμούς του εύκολα μπορούν να οδηγήσουν σε νέα δαιμονοποίησή τους και σε νέα πογκρόμ.

 

Μέσα σε αυτό το κλίμα  ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί να κάνει τη νύχτα-μέρα. Όπως παρουσίασε την αποτυχία του στα σύνορα του Έβρου, έτσι και την αναδίπλωση του τουρκικού στόλου στο μεταξύ Καστελλορίζου και Κρήτης διάστημα, την παρουσίασε ως αποτέλεσμα εξαναγκασμού της Αθήνας να ζητήσει την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών υπό την απειλή του τουρκικού ναυτικού. Αποσιώπησε βέβαια την αιφνιδιαστική παρουσία των ελληνικών πλοίων πίσω από τις γραμμές ανάπτυξης των τουρκικών, πράγμα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αναστολή των τουρκικών θαλάσσιων δραστηριοτήτων. Κατάλαβε έτσι η τουρκική πλευρά ότι η πραγματικότητα δεν είναι όπως την επιθυμεί και ότι η ελληνική έχει τα όριά της. Και πως αν κάποιες κόκκινες γραμμές παραβιαστούν, τα αποτελέσματα θα είναι πολύ διαφορετικά από όσα διαδίδει η προπαγάνδα της Άγκυρας.

 

Και στην περίπτωση του Έβρου και στον χώρο της θάλασσας, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο.  Η, στην πράξη, απόδειξη της ετοιμότητας και αποτελεσματικότητας που διαθέτουν όχι μόνο οδηγούν τρίτους να υπολογίσουν πολύ σοβαρά τι μέλλει να ακολουθήσει σε περίπτωση προσβολής της κυριαρχίας ή των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας αλλά, παράλληλα, ενισχύει το ηθικό και το φρόνημα  κοινωνίας και ενόπλων δυνάμεων.

 

Ακριβώς στο φρόνημα αυτό πρέπει να εστιάσει όλος ο πολιτικός κόσμος της χώρας. Μαζί με τους επαίνους για το εύψυχον, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν ανάγκη για υλική ενίσχυση και  ανακαίνιση σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Η κοινωνία στήριξε πολλές ελπίδες στην ενίσχυση του πολεμικού ναυτικού με τις πολυθρύλητες γαλλικές φρεγάτες που, όπως γράφηκε, τόσο αυτές όσο και τα αντισταθμιστικά οφέλη της αγοράς τους, πολλά μπορούν να προσφέρουν στη χώρα. Το κόστος όμως τον πολύμορφων αυτών πολεμικών μηχανών φημολογήθηκε πως θα είναι δυσβάστακτο για την οικονομία. Κανείς πέρα από πολιτικούς και στρατιωτικούς δεν γνωρίζει σε ποιο βαθμό οι φήμες αυτές είναι αληθινές. Όλοι όμως γνωρίζουν ότι οι ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού αυξάνονται  λόγω της αποσταθεροποιητικής προκλητικότητας της Τουρκίας η οποία απειλεί την ειρήνη στην περιοχή.

 

Από την πλευρά του, το Παρίσι δείχνει να αντιμετωπίζει τη δική μας διστακτικότητα για την υπογραφή της συμφωνίας προμήθειας των δύο Belh@rra με «κατανόηση». Ίσως να υποθέτει πως, πέρα από το μεγάλο οικονομικό εμπόδιο, υπάρχει κι άλλο, τρίτων δυνάμεων, που δεν θα ήθελαν τόσο τη δημιουργία ενός ακόμα πιο ισχυρού  ελληνικού αμυντικού πόλου στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και την επέκταση της επιρροής της Γαλλίας στην ίδια αυτή  περιοχή. «Ξεχνώντας» βέβαια ότι η Γερμανία εξακολουθεί να προμηθεύει στην Τουρκία με πολεμικό υλικό θάλασσας και κυρίως υποβρύχια.

 

Συμμαχικές παθογένειες που πρέπει ταχύτατα να ξεπεραστούν με έναν λογικό επιμερισμό των συμφερόντων εκείνων που διακηρύσσουν ότι στέκονται στο πλευρό της Ελλάδας. Και δεν είναι λίγα ή αμελητέα όσα τρίτοι καρπούνται ήδη από τη στενή σχέση τους με την Αθήνα.

 

Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 

*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή

 

Αφήστε μια απάντηση