ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ.
Εντός των ημερών θα ανακοινωθούν οι αποφάσεις για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ) και της αμυντικής βιομηχανίας. Το γεγονός είναι ιδιαίτερα θετικό και κάτι περισσότερο από αναγκαίο. Οι αποτρεπτικές ΕΔ και η αυτοβοήθεια είναι έννοιες αυτονόητες για τα ευνομούμενα κράτη. Το λυπηρό είναι ότι η σχετική απόφαση λαμβάνεται με το «μαχαίρι στο λαιμό» και εν μέσω μίας παρατεταμένης εθνικής κρίσεως, ως ανακλαστική αντίδραση της τουρκικής αναβαθμίσεως των απειλών και προκλήσεων και όχι ως αποτέλεσμα διαχρονικού στρατηγικού διακομματικού σχεδιασμού.
Το οξύμωρο είναι ότι ενώ το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου συμφωνεί ότι σε περίπτωση στρατιωτικής συγκρούσεως με την Τουρκία θα είμαστε μόνοι, οι ΕΔ και η αμυντική μας βιομηχανία απαξιώνονται επί δεκαετίες. Κατά την τρέχουσα κρίση και παρά τις πενιχρές αμυντικές πιστώσεις, είναι αξιοθαύμαστος ο βαθμός διαθεσιμότητος των μονάδων και μέσων των ΕΔ, γεγονός το οποίο πιστώνεται στην στρατιωτική ηγεσία και το υψηλού φρονήματος προσωπικό τους. Στην διαχρονικά απειλούμενη Ελλάδα το κοινό σημείο συμφωνίας των αριστερόστροφων, «προοδευτικών», διεθνιστών πολιτικών με τους αντιστοίχους δεξιόστροφους, κοσμοπολίτες, παγκοσμιοποιημένους, νεοφιλελεύθερους είναι η ελαχιστοποίηση των αμυντικών δαπανών.
Από το 1974 η Ελλάς υφίσταται τον τουρκικό πειθαναγκασμό και εν τούτοις είναι πάγιες και διαχρονικές πολιτικές οι δηλώσεις του τύπου «πόλεμος με την Τουρκία δεν γίνεται», «όλα θα ηρεμήσουν όταν και η Τουρκία θα καταστεί μέλος της ΕΕ», «θα ρισκάρουμε την δραματική μείωση των αμυντικών δαπανών», «βούτυρο και όχι κανόνια», «είμαστε μοναχοφάηδες», «οι τουρκικές απειλές απευθύνονται στο εσωτερικό της κοινό», «τον 21ο αιώνα όλα λύνονται βάσει του Διεθνούς Δικαίου. Η πολιτική των κανονιοφόρων είναι ουτοπική και παρωχημένη», «δεν στρατιωτικοποιούμε τις κρίσεις», «καλύτερα μία επώδυνη συμφωνία παρά πόλεμος» κ.λπ.. Πολλοί ακαδημαϊκοί, οικονομολόγοι, διεθνολόγοι και αναλυτές των ΜΜΕ, ασπάζονται και ενισχύουν τις απόψεις αυτές. Οι υπαρκτές εξαιρέσεις αποκτούν σύντομα την φήμη του «γραφικού», του «πολεμοκάπηλου» ή και του «ιδιοτελούς».
Ο διαχρονικός Θουκυδίδης (ο οποίος αποτελεί γνωστικό θεμέλιο στο εξωτερικό αλλά όχι και στην πατρίδα του) αποφαίνεται ότι το αίτιο του Πελοποννησιακού Πολέμου υπήρξε η διαρκώς αυξανομένη διαφορά συσχετισμού ισχύος μεταξύ Αθηνών και Σπάρτης. Αγνοώντας την αποδεδειγμένη αυτή αρχή, η ιδεοληπτική εγχώρια πολιτική κατόρθωσε να μηδενίσει τα μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα από το 2000 και να υποβαθμίσει εμφατικά την αμυντική βιομηχανία. Από το 2009 έως το 2019, η Τουρκία αύξησε τις δαπάνες της κατά 86% ενώ η Ελλάς τις μείωσε κατά 52%. Αντί επομένως να αποδίδονται τα αίτια της ποιοτικής αυξήσεως της τουρκικής απειλής σε δεκάδες βαρύγδουπες αιτίες (ορισμένες από αυτές ισχύουν), θα έπρεπε το σημείο εκκινήσεως να είναι ο συσχετισμός εθνικής ισχύος (ιδιαίτερα ο στρατιωτικός).
Μετά από την πλούσια εμπειρία του παρελθόντος, η τρέχουσα κρίση θα έπρεπε να βρίσκει τις ΕΔ στο τέλος της ανασυγκροτήσεώς τους και όχι στην αρχή. Θα ήταν ευχής έργο η απόφαση ενισχύσεως των ΕΔ και της αμυντικής βιομηχανίας να αποτελέσει το υπόβαθρο ευρύτερης αλλαγής των εθνικών στρατηγικών αντιλήψεων. Οι αποτρεπτικές ΕΔ δεν συγκροτούνται αποκλειστικά για μία στρατιωτική αναμέτρηση αλλά για την αποφυγή της, ενώ ταυτόχρονα καθιστούν την διπλωματία μας πειστική και αυξάνουν το ειδικό βάρος της χώρας μας στις συμμαχίες της. Μία υγιής επένδυση στην αμυντική βιομηχανία δεν αποτελεί μόνο δαπάνη αλλά και μοχλό για την εθνική ανάπτυξη.
Δεδομένου ότι οι επιθυμητές ΕΔ δημιουργούνται μακροπρόθεσμα (ορίζοντας τουλάχιστον 15ετίας) η τρέχουσα έκτακτη αύξηση των αμυντικών δαπανών θα πρέπει να αξιοποιηθεί με σύνεση και κριτήρια αμέσου αυξήσεως της στρατιωτικής αποτροπής. Προέχει η άνοδος του ποσοστού της διαθεσιμότητος των υφισταμένων μονάδων, συστημάτων, όπλων, μηχανημάτων και μέσων, καθώς και αναβάθμιση αυτών (συντήρηση, αναβάθμιση και επάρκεια μέσων, συστημάτων, όπλων, μηχανημάτων, πυρομαχικών, ανταλλακτικών και καυσίμων, αναθεώρηση θεσμών θητείας και εφεδρείας, Δομής Διοικήσεως, αναθεώρηση νόμου περί προμηθειών κ.λπ.). Εν συνεχεία θα πρέπει να αποκτηθούν άμεσα μέσα και όπλα που αυξάνουν δυσανάλογα την αποτροπή με σχετικά μικρές δαπάνες και προσαρμοσμένα στην γεωγραφία της Α. Μεσογείου (υπάρχουν σχετικές προτάσεις). Το μακροπρόθεσμο πρόγραμμα αναβαθμίσεως των ΕΔ και της αμυντικής βιομηχανίας θα πρέπει να σχεδιασθεί από τώρα και να εφαρμοσθεί το ταχύτερο δυνατόν ώστε να συντομευθούν οι χρόνοι περατώσεως. Η αμυντική βιομηχανία θα πρέπει να αναδιοργανωθεί με σύγχρονα κριτήρια, κατά τα πρότυπα παρομοίων Δυτικών βιομηχανιών, να συνδεθεί με τα ΑΕΙ και ΑΣΕΙ από ερευνητικής πλευράς και να εμπλακεί έντονα σε κοινές παραγωγές στα πλαίσια της ΕΕ ή και διμερών συνεργασιών (π.χ. Γαλλία, Ισραήλ, ΗΠΑ, Ινδία κ.λπ.). Αντίστοιχες κινήσεις θα πρέπει να γίνουν και στην Κύπρο.
Παρατηρούμε ότι παρά την πρόσφατη έντονη και εν γένει αποτελεσματική διπλωματική δραστηριοποίηση της χώρας μας, η απειλή παραμένει και υποδεικνύει την αδήριτο ανάγκη της αυτοβοήθειας. Κάθε αμυντικός προγραμματισμός δεν θα πρέπει να έχει προεκλογικό ορίζοντα αλλά διακομματικό στρατηγικό χαρακτήρα. Η άμυνα και ασφάλεια της χώρας αποτελεί ύψιστο εθνικό συμφέρον και ως τέτοιο θα πρέπει να διδάσκεται στις νέες γενεές στην οικογένεια, το σχολείο, την κοινωνία, κυρίως όμως δια του παραδείγματος των πολιτικών ηγεσιών. Πέραν των εξοπλισμών προέχει η διαμόρφωση ενσυνειδήτων Ελλήνων πολιτών, με υψηλό φρόνημα, ικανών και προθύμων να τους χρησιμοποιήσουν, όποτε απαιτηθεί.
06 – Σεπτεμβρίου – 2020
Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος ΠΝ
Επίτιμος Διοικητής Σχολής Ναυτικών Δοκίμων
Αντιπρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.