Blog

ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ : Το άγος της Δύσεως και οι σολοικισμοί της Ελληνικής Πολιτικής Tου κ. Β.Ι. Κωνσταντινόπουλου Καθηγητού Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ :

Το άγος της Δύσεως και οι σολοικισμοί της Ελληνικής Πολιτικής

 

Tου κ. Β.Ι. Κωνσταντινόπουλου

Καθηγητού Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

 

 

            Όταν το 1999 η Βορειοατλαντική Συμμαχία, υπό την ετεροβαρή επιρροή της Νέας Τάξης των ΗΠΑ, αποδυόταν σε μια πρωτοφανή για τα μεταπολεμικά χρόνια απόπειρα de lege fenenda σε ευρωπαϊκή χώρα, τότε κατέστη αναπόφευκτη η σύγκριση της κατάχρησης δυνάμεως και διολίσθησής της σε μια αμοραλιστική πολιτική με την παρόμοια κατάχρηση εξουσίας που παρουσίασε η μεταπερικλεϊκή Αθήνα στην εφαρμογή της εξωτερικής της πολιτικής. Ο διάλογος μάλιστα των Μηλίτων (Θουκ. V 89-114), που αποτελεί μνημείο πολιτικού αμοραλισμού και ακραίου τυχοδιωκτισμού, επικαιροποιημένος στην πολιτική πρακτική των ιθυνόντων πολιτικοστρατιωτικών κύκλων, απέδειξε τη διαχρονική του ισχύ αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την παθογένεια του εξουσιαστικού συστήματος με την επίκληση του εθνικού ή διεθνούς συμφέροντος και την περιφρόνηση κάθε ηθικής και δικαιϊκής αρχής.

            Αν όμως η απουσία διεθνούς συστήματος ασφαλείας που να ελέγχει τις διακρατικές αυθαιρεσίες ευνοούσε την ανάπτυξη εκφυλιστικών φαινομένων στις διεθνείς σχέσεις, η ύπαρξη του ΟΗΕ στα νεότερα χρόνια θα έπρεπε να λειτουργεί ανασταλτικά σε περιπτώσεις κατάχρησης εξουσίας κρατών και οργανισμών ή τουλάχιστον να ακυρώνει κάθε προσπάθεια εξασφάλισης νομιμοποιητικής βάσης μιας έκδηλα, εκτός των αρχών του ΟΗΕ, «ειρηνευτικής» πολιτικής.

            Στην περίπτωση δηλαδή του Κοσσυφοπεδίου, παραβιάστηκαν σωρευτικά πολλές από τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ τον οποίο, μη δυνάμενες να ρυμουλκήσουν οι ΗΠΑ σε ευνοϊκή προς τα ευρωπαϊκά τους σχέδια απόφαση, παρέκαμψαν, ενεργοποιώντας, το κηδευόμενο από αυτές ΝΑΤΟ. Για πρώτη φορά, μετά το τέλος του Β΄ΠΠ, μια ευρωπαϊκή χώρα, που αγωνίστηκε για τα κοινά ιδανικά των ελευθέρων λαών, στοχοποιήθηκε από τις ΗΠΑ και τις συνοδοιπορούσες ευρωπαϊκές χώρες με στόχο την επιβολή των σχεδιασμών της Νέας Τάξης του Παγκόσμιου Καίσαρα και πρόσχημα την «ανθρωπιστική επέμβαση». Είναι τόσο κατάφωρη, όχι μόνο η παραβίαση βασικών αρχών της διεθνούς έννομης τάξης, (όπως η αρχή της μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών, η αρχή της ισότητας των λαών, η αρχή του σεβασμού των συνόρων κ.λ.π.), αλλά sticto sensu και η έννοια της «ανθρωπιστικής επέμβασης» που χρησιμοποιείται κατά κόρον για να καλύψει, ως φύλλο συκής, ιδιοτελείς σχεδιασμούς. Η πρόβλεψη των άρθρων του 7ου Κεφαλαίου του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση απειλών κατά της διεθνούς ειρήνης, δεν μπορεί να δικαιολογήσει – και στην πιο διασταλτική ερμηνεία των άρθρων – τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, και πολύ περισσότερο τη δίμηνη επιδρομή των βομβαρδιστικών των ελευθέρων και δημοκρατικών κρατών (!!!). Γιατί βέβαια και η πιο ακραία πολιτική ανάλυση δεν μπορεί να δεχθεί ότι η πολιτική Μιλόσεβιτς κατά των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου προκαλεί την αγανάκτηση των ειρηνοποιών της Δύσεως περισσότερο από την πολιτική των ίδιων των Αλβανών κατά των Ελλήνων της Β. Ηπείρου, περισσότερο από την πολιτική των Τούρκων κατά της Κύπρου, περισσότερο από την πολιτική πάλι των Τούρκων κατά των Κούρδων για να περιοριστούμε σε τρεις μόνο κραυγαλέες περιπτώσεις παραβίασης ανθρωπίνων, μειονοτικών και εθνικών δικαίων. Η μονομερής στήριξη των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου, που εύλογα εκλαμβάνεται από τους εξτρεμιστικούς μεγαλοϊδεατικούς αλβανικούς κύκλους ως ενθάρρυνση για την εθνοκάθαρση των Σέρβων κατοίκων – ιδιοκτητών της ιστορικής αυτής περιοχής, υπονομεύει την αξιοπιστία του διεθνούς συστήματος ασφαλείας, αφού εξόφθαλμα μεροληπτεί υπέρ συγκεκριμένων κοινοτήτων παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας. Έτσι η επίκληση «ανθρωπιστικών λόγων» για την αιτιολόγηση των δυναμικών επεμβάσεων εμπεδώνει την πεποίθηση στη διεθνή κοινή γνώμη ότι αποτελεί φύλλο συκής για την κάλυψη μιας διεθνούς τρομοκρατίας που ασκείται δυστυχώς και από δυτικά κράτη. Οι φιλήσυχοι Σέρβοι δεν μπορεί να τίθενται σε κατώτερη μοίρα από τους Αλβανούς, αλλά ακόμη και οι παραστρατιωτικοί Σέρβοι δεν είναι δυνατό να κρίνονται αυστηρά επειδή αντιστάθηκαν στην προσπάθεια σαλαμοποίησης της πατρίδας τους.

            Η σπουδή, επίσης, των δυτικών συμμάχων να ενεργοποιήσουν τις πολεμικές επιχειρήσεις συνιστά ουσιαστικά παρέκκλιση από το 7ο Κεφάλαιο του Καταστατικού Χάρτη που προβλέπει εξάντληση των ειρηνικών μέσων σε διενέξεις μεταξύ κρατών και πολύ περισσότερο μεταξύ κοινοτήτων χωρίς να ενθαρρύνεται κάθε πλευρά για μεμονωμένες ενέργειες. Η αδικαιολόγητη αυτή σπουδή απάδει προς τον χαρακτήρα των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει τα δυτικά κράτη ως μέλη του ΟΗΕ να προλαμβάνουν, και όχι τα ίδια να προκαλούν συγκρούσεις. Έτσι τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία), εγκλωβισμένα στη λογική και πρακτική της παγκόσμιας κυριαρχίας, συμβάλλουν στην μετατροπή του ΟΗΕ από Οργανισμό Ειρήνης σε Οργανισμό Πολέμου και απονέμουν τη δικαιοσύνη κατά το συμφέρον τους. Η επίκληση σε «ανθρωπιστικά», αρχές για την επιθετική τους πολιτική μέσω του ΝΑΤΟ, δεν μπορεί να ασκείται, παραβιάζοντας τις ίδιες αυτές αρχές λαών και κοινοτήτων. Έτσι οι ίδιες δυνάμεις διαπράττουν αυτά τα εγκλήματα τα οποία επικαλούνται κατά των άλλων.

            Το πρόβλημα της αξιοπιστίας του Διεθνούς Δικαίου επιτάθηκε από τις διώξεις των εγκληματιών πολέμου που εξαπέλυσε ένα πρωτοφανές προγκρόμ διώξεων κυρίως κατά Σέρβων πολιτικών και στρατιωτικών, εκμαυλίζοντας μάλιστα συνειδήσεις για την παράδοσή τους με το δέλεαρ της θετικής ευρωπαϊκής αντιπροσφοράς. Και πάλι ο γενναίος και υπερήφανος Σερβικός λαός δεν ενέδωσε στις απειλές και τους εκβιασμούς, θεωρώντας πως η δίωξή τους είναι ακριβώς η μεγαλύτερη απόδειξη του πατριωτισμού τους.

            Η πεποίθηση που εδραιώθηκε στους σκεπτόμενους πολίτες, παρά τον καταιγισμό της από την κρατική προπαγάνδα, συνεπικουρούντων βέβαια και των ΜΜΕ, δηλαδή ότι οι διώξεις υπαγορεύτηκαν περισσότερο από πολιτικούς παρά από νομικούς λόγους είναι απλή συνέπεια των δύο μέτρων και δύο σταθμών που επιλέγουν στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου οι de facto και de jure προστάτες του.

            Το ανησυχητικό σε αυτό το περιβάλλον των εδαφικών ανακατατάξεων στα Βαλκάνια είναι ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική αποδεικνύεται τραγικά ανεπαρκής, όχι μόνο στη διεκδίκηση εθνικών δικαίων, αλλά και στη διασφάλιση του status quo της περιοχής, του οποίου η αλλαγή επηρεάζει δραματικά την ασφάλεια και την ακεραιότητα της χώρας. Πρώτα – πρώτα συναίνεσε στο πλαίσιο ενός νέου ΝΑΤΟ, που διασφαλίζει την αμερικανική κυριαρχία στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, στην αεροπορική επιδρομή κατά της Σερβίας για τα δικαιώματα των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου χωρίς πρωτίστως να προτάξει τα συμφέροντα των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Έπρεπε να καταστήσει σαφές ότι στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης και μάλιστα επικυρωμένο με τη μη καταργημένη Συνθήκη της Κέρκυρας του 1914, προηγούνταν οι ομοεθνείς μας της Αλβανίας και όχι οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου και ότι προηγούνται επίσης τα δικαιώματα των Ελλήνων της Ίμβρου, της Τενέδου και της Κωνσταντινούπολης και ότι αν αυτά δεν ικανοποιούνταν, η Ελλάδα δεν θα συναινούσε στις προωθούμενες λύσεις.

            Και το δικαίωμα αυτής της απαίτησης βυθίζεται βαθιά στην ιστορία του Β΄ΠΠ, όπου η μικρή, αλλά γενναία, Ελλάδα συνέτριψε τη μια πτέρυγα του Άξονα προσφέροντας ένα μάθημα ευψυχίας, χρέους και ευθύνης και αναπτερώνοντας την κατατρομαγμένη Ευρώπη, πολεμώντας μόνο αυτή από τις Βαλκανικές χώρες.

            Όσο και αν μια τέτοια απαίτηση χλευάζεται ή θυσιάζεται από τους «φιλίστορες» κύκλους μιας δήθεν προοδευτικής διανόησης στο βωμό μιας απατηλής ελληνοτουρκικής προσέγγισης (βλ. το πρόσφατο βιβλίο της Ιστορίας), η αψευδής πραγματικότητα προειδοποιεί ότι η μη σθεναρή στάση της Ελλάδας και των Βαλκανικών κρατών για διαφόρους λόγους στην προωθούμενη αμερικανική και ευρωπαϊκή λύση, μέσω της πρότασης Αχτισάρι για αυτονομία και πλήρη εντός ολίγου ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου, δημιουργεί ένα επικίνδυνο διεθνές προηγούμενο που απειλεί ευθέως τα εθνικά μας συμφέροντα στην Κύπρο, αλλά και στα βόρεια σύνορά μας λόγω της δημιουργίας μιας μεγάλης Αλβανίας με τις κεντρομόλες τάσεις που αυτή προκαλεί στα γειτονικά κράτη, χωρίς να υπολογίζουμε τις επιπτώσεις στη Θράκη.

            Η κατάσταση επιδεινώνεται από την ανυπαρξία Εθνικής Στρατηγικής με συλλογικές επεξεργασίες των αρχών και προτεραιοτήτων της εξωτερικής πολιτικής για τη διασφάλιση των ζωτικών εθνικών συμφερόντων στο Αιγαίο, στη Θράκη στην ευρύτερη περιοχή. Έχει άλλωστε επιβεβαιωθεί στη διεθνή πρακτική αλλά και στην πράξη ότι η κατευναστική πολιτική, στην οποία συγκλίνουν αντίθετα κομματικά Think Tanks ακριβώς ως αποτέλεσμα επιβληθέντων e silentio κανόνων της εξωτερικής πολιτικής μας, συνιστά πλαίσιο ενθάρρυνσης εχθρικών αξιώσεων εκλαμβανομένης της ενδοτικότητας ως σοβαρής αδυναμίας, όπως βέβαια και πράγματι συμβαίνει.

            Η έννοια όμως της Εθνικής Στρατηγικής δεν εξαντλείται σε κατευθυντήριες οδηγίες ή αρχές άσκησης εξωτερικής πολιτικής, όσο και αν αυτές προσδιορίζονται από την ιστορική διαδρομή του έθνους και τον πολιτισμό του, αλλά επεκτείνεται σε μια προσπάθεια αειφόρου αμυντικής ισχύος, βασιζόμενης όχι σε ευκαιριακές αγορές οπλικών συστημάτων και μακροχρόνιες αναδιατάξεις των δυνάμεών μας, αλλά σε μια αμυντική τεχνολογική υποδομή συμπαραγωγής και παραγωγής και μια σοβαρή διακλαδική αναδιάρθρωση για την επιβολή του σεβασμού των δικαίων μας.

            Αν η έλλειψη αυτής της αμυντικής υπεροχής, που εύλογα επηρεάζει την αποτελεσματική άσκηση εξωτερικής πολιτικής (π.χ. σε έκταση χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, τήρηση της συμβατικής υποχρεώσεως της γείτονος κ.λ.π.) δεν συνειδητοποιηθεί ως desederandum και δεν ιεραρχηθεί ως summum, τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος να συρρικνωθεί ο εθνικός μας χώρος λόγω της κατευναστικής και της αμερικανοκλινούς πολιτικής μας.

            Περισσότερο απ΄οπουδήποτε αλλού αισθάνεται κανείς να ισχύει απόλυτα η περίφημη φράση του Θουκυδίδη : ου μέμφομαι τοις άρχειν βουλομένοις αλλά τοις ετοιμοτέροις ούσιν υπακούειν (= Δεν κατηγορώ αυτούς που θέλουν να εξουσιάζουν, αλλά αυτούς που είναι περισσότερο πρόθυμοι να σκύβουν το κεφάλι).

Αφήστε μια απάντηση