20/2/2017. Μέγα γαρ το της Θαλάσσης Κράτος
Προ ημερών είχα τη τύχη να παραστώ στη βιβλιοπαρουσίαση ενός εξαιρετικού πονήματος που πραγματεύεται τη ναυτική ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου συμπεριλαμβάνοντας στον τίτλο του και τη γνωστή ρήση του Θουκυδίδη «Μέγα γαρ το της Θαλάσσης Κράτος». Ο πελοποννησιακός Πόλεμος και η συγγραφή του Θουκυδίδη έχουν αποτελέσει παγκοσμίως, όχι μόνο μια αναλυτική ιστορική εξέταση των γεγονότων, αλλά και την πληρέστερη καταγραφή των αναλλοίωτων κανόνων που διέπουν τις σχέσεις των κρατών και της χάραξης της στρατηγικής. Δικαίως ο Θουκυδίδης θεωρείται ο πατέρας του ρεαλισμού και ο θεμελιωτής της επιστήμης των διεθνών σχέσεων. Διαχρονικά τα συμπεράσματα του και πολύπλευρη και βαθυστόχαστη η ανάλυση των ατομικών συμπεριφορών, των ομαδικών και κρατικών συμφερόντων και των συνεπειών του «άναρχου» (τότε και τώρα) διεθνούς συστήματος. Κάθε σελίδα του έργου του αποτελεί κιβωτό γνώσεων, αναλύσεων και συμβουλών που καλύπτουν από το τακτικό επίπεδο του πολέμου μέχρι και τη χάραξη της υψηλής στρατηγικής των κρατών.
Η εξιστόρηση του Πελοποννησιακού Πολέμου καλύπτει όχι μόνο τον περιορισμένο χώρο που υπονοεί ο τίτλο του αλλά ολόκληρο το χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, επί της ουσίας το μεγαλύτερο τμήμα του «διεθνούς γίγνεσθαι» του 5ου πχ αιώνα. Ο αναγνώστης πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι ο τριακονταετής αυτός πόλεμος που συγκλόνισε τον ελλαδικό χώρο αποτελεί επί της ουσίας μια αλληλένδετη σειρά ναυτικών και αποβατικών επιχειρήσεων από την Κύπρο μέχρι και τη Σικελία. Αυτές οι σύνθετες εκστρατείες, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Μεσογείου, είχαν προηγηθεί μάλιστα του Πελοποννησιακού Πολέμου. Οι τριήρεις του αθηναϊκού στόλου, 2500 χρόνια πριν, έπλεαν σε ριψοκίνδυνες εκστρατείες στα νερά του Δέλτα του Νείλου ποταμού σε αντίθεση με τους απογόνους τους του 20ου αιώνα που έκριναν ότι η Κύπρος βρίσκεται μακράν απαρνούμενοι την αξίωση της εμπλοκής και προστασίας εθνικού εδάφους.
Παρά τα περιορισμένα μέσα της εποχής εκείνης, όλοι οι εμπλεκόμενοι, κατανοούσαν τη σημασία της θαλάσσιας κυριαρχίας. Συχνές οι αναφορές στις γνωστές αγορεύσεις όλων ανεξαρτήτως των πρωταγωνιστών του πολέμου, στην ανάγκη συγκρότησης ισχυρών στόλων. Ακόμη και οι «χερσαίοι» Σπαρτιάτες αναγνωρίζουν πριν την κήρυξη του πολέμου την υστέρηση τους στο ναυτικό αγώνα και ο συνετός βασιλιάς Αρχίδαμος προτείνει την αναβολή των εχθροπραξιών μέχρι την οικοδόμηση ισχυρού ναυτικού. Και όταν η συμβουλή του δεν εισακούεται, είναι η συντριπτική υπεροχή του αθηναϊκού στόλου που φέρνει σε δύσκολη θέση τους σκληροτράχηλους Σπαρτιάτες και τους οδηγεί στη σύναψη της «Νικείου ειρήνης» δέκα χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου. Η μεταστροφή του πολέμου υπέρ της Σπάρτης σημειώνεται μετά τη σημαντική καταστροφή των Αθηναίων στην εκστρατεία της Σικελίας. Είναι όμως η ποιοτική ανωτερότητα του αθηναϊκού στόλου που παρατείνει τον πόλεμο για αρκετά ακόμη χρόνια και η κατάρρευση σημειώνεται όταν οι Σπαρτιάτες, με επίμονη προσπάθεια και περσική χρηματοδότηση, καταναυμαχούν τους Αθηναίους στους Αιγούς Ποταμούς στον Ελλήσποντο και επιβάλουν τους σκληρούς όρους της ειρήνης τους.
2500 χρόνια πριν και ο χώρος της Ανατολικής Μεσογείου ήταν θέατρο επιχειρήσεων ναυτικών και αποβατικών δυνάμεων. Όταν ακόμη άλλα λαοί κοίταζαν τη θάλασσα με δέος, οι πρόγονοι μας διεξήγαγαν θαλάσσιες εκστρατείες σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων μεταφέροντας επί των πλοίων χιλιάδες στρατιώτες, μέσα και λοιπά εφόδια. Η κατανόηση της σημασίας της θαλασσίας κυριαρχίας στο συγκεκριμένο περιβάλλον έγινε στασιακά συνείδηση του λαού μας και συγχρόνως τρόπος ζωής καθώς οι στρατιωτικές ενέργειες είναι άρρηκτα δεμένες με τις λοιπές δραστηριότητες στο θαλάσσιο στοιχείο. Διαχρονικά μάλιστα η ελληνική κυριαρχία στην περιοχή ακολουθεί την ναυτική μας υπεροχή που εξασφαλίζει το ζωτικό για τον ελληνισμό χώρο.
Πλανώνται οικτρά όσοι νομίζουν ότι οι αρχές αυτές έχουν σήμερα αλλάξει. Η γεωγραφία είναι σταθερή εδώ τουλάχιστον και χιλιάδες χρόνια και καθορίζει σχέσεις, στρατηγικές και μέσα πολέμου. Απλά η τεχνολογία έχει εισέλθει με την τρίτη διάσταση στο πεδίο της μάχης, αέρας και έχει καταστήσει τις ναυτικές επιχειρήσεις αεροναυτικές. Σήμερα, το ναυτικό μας (με την ευρεία τρισδιάστατη έννοια του όρου πλέον) είναι στενά συνδεδεμένο με τη διενέργεια αμφιβίων επιχειρήσεων για την εξασφάλιση των χιλιάδων νησιών και παραλίων του αιγιακού χώρου.
Η διατήρηση όμως της θαλάσσιας ισχύος είναι μια επίπονη και κοστοβόρα διαδικασία. Η δημιουργία και συντήρηση ισχυρού στόλου απαιτεί υψηλές δαπάνες. Απαιτητική επίσης και η διαδικασία απόκτησης και διατήρησης της επικαλούμενης «ναυτοσύνης» που διαχέεται από γενιά σε γενιά αλλά απαιτεί και συνεχή προσπάθεια (εκπαίδευση). Η τελευταία αποτελεί πλεονέκτημα του ελληνικού στοιχείου αλλά ο εφησυχασμός είναι επικίνδυνος καθώς ο αντίπαλος (Τουρκία) καταβάλλει αξιόλογες προσπάθειες βελτίωσης σε κάθε τομέα. Η ιστορία μάλιστα έχει επιδείξει ότι έθνη με συνεχείς και μεθοδικές προσπάθειες έχουν κατορθώσει, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, να καλύψουν το κενό και να επιφέρουν δυσάρεστες εκπλήξεις.
Η ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου διδάσκει. Ο ελληνισμός πρέπει να κατανοήσει ότι το ιστορικό του πεπρωμένο και η ασφάλεια του είναι συνδεδεμένες με τον αεροναυτικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Η διαμόρφωση του χώρου με την πληθώρα των νησιών και η εξοικείωση του Έλληνα με το θαλάσσιο στοιχείο αποτελούν πλεονεκτήματα αλλά δεν εξασφαλίζουν την επικράτηση. Ο αντίπαλος είναι μεθοδικός, επίμονος και με υπέρτερους υλικούς πόρους. Η επιδίωξη της ποιοτικής υπεροχής είναι μονόδρομος αλλά απαιτεί συνεχή προσπάθεια και οποιοδήποτε ολιγωρία δυνατόν να είναι μοιραία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η θαλάσσια κυριαρχία σίγουρα εξασφαλίζεται από τις κατάλληλα εξοπλισμένες, συγκροτημένες, εκπαιδευμένες αεροναυτικές δυνάμεις αλλά «κτίζεται» καθημερινά από όλες εκείνες τις ειρηνικές δραστηριότητες που «δένουν» το λαό μας με το θαλάσσιο στοιχείο σε αγαστή σύμπλευση με ξηρά και αέρα στην κοιτίδα του Ελληνισμού: το Αιγαίο.