20/2/2017. Η Τουρκία μετά το πραξικόπημα, ιδεολογικά, πολιτικοκοινωνικά και στρατιωτικά
Συνέντευξη Χρήστο Μηνάγια στον Κωνσταντίνο Λουκόπουλο
Οτιδήποτε συμβαίνει στην γειτονική μας Τουρκία, αναπόφευκτα παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ελλάδα, ιδιαίτερα όταν αυτός ο δύστροπος και αναθεωρητικός γείτονας μας δημιουργεί κλίμα έντασης με αποτέλεσμα να δημιουργείται ανησυχία τόσο στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες όσο και στην ελληνική κοινή γνώμη. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το βασανιστικό ερώτημα που τίθεται όλο και πιο επιτακτικά είναι πως είναι και «που και πως το πάει η Τουρκία του Ερντογάν».
Ο γνωστός αναλυτής-συγγραφέας κ. Χρήστος Μηνάγιας ο οποίος παρακολουθεί σε επαγγελματικό επίπεδο την Τουρκία για πολλά χρόνια και συνεπώς γνωρίζει όσο λίγοι την γειτονική χώρα αποδέχτηκε για ακόμα μία φορά την πρόσκληση του liberal.gr να απαντήσει στις ερωτήσεις μας σχετικά με την πορεία της Τουρκίας μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του περασμένου Ιουλίου σε ιδεολογικό, πολιτικοκοινωνικό και στρατιωτικό επίπεδο. Τον ευχαριστούμε για μία ακόμα φορά από καρδιάς.
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Λουκόπουλο
Κύριε Μηνάγια, ποια είναι η ιδεολογική ταυτότητα που το ερντογανικό καθεστώς προσπαθεί να προβάλει ενόψει και του επερχομένου δημοψηφίσματος της 16ης Απριλίου 2017;
Η κεντρική ιδεολογία του κυβερνόντος κόμματος ΑΚΡ είναι ο συντηρητισμός, ο οποίος αναφέρεται στη συνέχιση του δυτικού τρόπου ζωής, διαφυλάττοντας παράλληλα τις εθνικές και ηθικές αξίες, καθώς επίσης τα έθιμα και τις παραδόσεις. Επίσης, τα δομικά στοιχεία του συντηρητισμού τον κάνουν να εμφανίζεται με πέντε διαφορετικά πρόσωπα (το πολιτιστικό, το ισλαμικό, το εθνικιστικό, το φιλελεύθερο και το μεταρρυθμιστικό), με αποτέλεσμα αυτό να συντελεί στη μετακίνηση ψηφοφόρων από όλες τις πολιτικές παρατάξεις προς το κόμμα του Ερντογάν.
Αναφορικά με τη ρητορική του Τούρκου προέδρου Δημοκρατίας τους τελευταίους μήνες, αυτή συνιστά στρατηγική επιλογή της Τουρκίας του Ερντογάν, η οποία αφενός είναι διαχρονική, αφετέρου αποκαλύπτει εμφανώς για ακόμη μια φορά ότι ο τρόπος σκέψης των Τούρκων εστιάζεται σε τρεις παράγοντες: στη θρησκεία (Ισλάμ), στον εθνικισμό και στην ιστορία. Με δεδομένο λοιπόν ότι, οι παράγοντες αυτοί έχουν ως κοινή συνισταμένη τη γεωγραφία, το νέο όραμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, που προβάλει ο Ερντογάν και οι κύκλοι που τον στηρίζουν, δεν εστιάζεται μόνο στον περίγυρό της αλλά επεκτείνεται ανατολικότερα προσδίδοντας σε αυτήν έναν ευρασιατικό προσανατολισμό.
Με την ίδια διαδικασία σκέψης, συνήθως στην Τουρκία, ο ισλαμισμός συμβαδίζει με τον εθνικισμό με αποτέλεσμα αυτό να επιδρά σημαντικά στη διαμόρφωση του συστήματος αξιών της τουρκικής κοινωνίας. Μάλιστα, άλλοτε ο εθνικισμός είχε πρωταγωνιστικό ρόλο επικουρούμενος από τον ισλαμισμό, άλλοτε πρωταγωνιστούσε ο ισλαμισμός με τη στήριξη του εθνικισμού και σε μερικές περιόδους ενεργούσαν και οι δύο ισότιμα.
Συνεπώς, την παρούσα περίοδο παρατηρούμε μια συμπόρευση του ερντογανικού καθεστώτος με τους εθνικιστές.
Η «συγκεκαλυμμένη» συμπόρευση του Ερντογάν με το εθνικιστικό κόμμα ΜΗΡ του Ντεβλέτ Μπαχτσελί είναι απλά συγκυριακή λόγω και των συνταγματικών αλλαγών που θα καταστήσουν τον Πρόεδρο Ερντογάν και τυπικά-πολιτειακά πανίσχυρο ή έχει κάποια βαθύτερα αίτια;
Στην Τουρκία, ο εθνικισμός είναι κοινά αποδεκτός από όλα τα συστημικά κόμματα και επικεντρώνεται στην αποκλειστική προσήλωση στο έθνος προκειμένου να εξασφαλισθεί η ακεραιότητα της πατρίδας και η εθνική ανεξαρτησία. Σύμφωνα με την αρχή του εθνικισμού, όσοι ζουν ως Τούρκοι και όσοι απογράφονται ως Τούρκοι, ανεξαρτήτου θρησκείας, θρησκευτικού δόγματος και γλώσσας είναι Τούρκοι. Αυτό όμως που οδηγεί τον Ερντογάν σε μια συμπόρευση με το κόμμα του Μπαχτσελί είναι ο συντηρητισμός. Το αναφέρουμε αυτό διότι ο συντηρητισμός διαθέτει δύο πολιτικές πτέρυγες: τον ισλαμικό συντηρητισμό και τον εθνικιστικό συντηρητισμό. Ο ισλαμικός συντηρητισμός περιλαμβάνει 13 κόμματα, με κυρίαρχο το κυβερνόν κόμμα ΑΚΡ, ενώ ο εθνικιστικός συντηρητισμός περιλαμβάνει 14 κόμματα με κυρίαρχο το εθνικιστικό κόμμα ΜΗΡ.
Συνεπώς, η στήριξη που παρέχει το ΜΗΡ στον Ταγίπ Ερντογάν για την αλλαγή του πολιτεύματος της χώρας από προεδρευόμενη σε προεδρική δημοκρατία στηρίζεται σε ιδεολογική βάση και δεν είναι ευκαιριακή. Τούτο αποκτά ιδιάζουσα σημασία, δεδομένου ότι, το κενό που δημιουργήθηκε στο κρατικό μηχανισμό της χώρας από την εκδίωξη των οπαδών του Φετουλάχ Γκιουλέν προφανώς θα το καλύψουν οι εθνικιστές του ΜΗΡ και συγκεκριμένα στη δικαιοσύνη, στις ένοπλες δυνάμεις, στην εκπαίδευση, στην υγεία και κυρίως στην αστυνομία. Πρόκειται δηλαδή για τη δημιουργία ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ του ΑΚΡ και του ΜΗΡ που εκτιμάται ότι πιθανόν θα λάβει επίσημη μορφή στις προεδρικές εκλογές του 2019.
Που και πως βαδίζει η τουρκική κοινωνία μέσα στα πλαίσια που έχει βάλει η διακυβέρνηση Ερντογάν; Πόσο ασφαλής αισθάνεται μετά από τον καταιγισμό τρομοκρατικών επιθέσεων από το ISIS και τις ακραίες αποσχιστικές κινήσεις;
Η έννοια της δημοκρατίας στην Τουρκία θεωρείται αντικείμενο φόβου και ούτε οι ιδεολογίες, ούτε τα σύμβολα, ούτε οι ηγετικές παρουσίες έφεραν τη δημοκρατία στη χώρα και ούτε διαφαίνεται ότι θα τη φέρουν στο μέλλον. Άλλωστε, η δημοκρατία δεν αποτελούσε και δεν αποτελεί σκοπό καμίας τουρκικής πολιτικής ηγεσίας. Απλώς οι ηγεσίες αυτές, συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου Ερντογάν, χρησιμοποιούν τη δημοκρατία ως ένα μέσο για να πετύχουν τους στόχους τους. Στο πλαίσιο αυτό, αναλύοντας ιδεολογικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνιολογικά την τουρκική κοινωνία, την παρούσα περίοδο, διαπιστώνονται τα εξής:
α. Παρατηρείται αύξηση της συσπείρωσης των Τούρκων κάτω από τη σκέπη της τουρκικής ταυτότητας, του συντηρητισμού, του Ισλάμ και του εθνικισμού.
β. Ως σημαντικότερα προβλήματα θεωρούνται η τρομοκρατία, το κίνημα του Φετουλάχ Γκιουλέν, η πόλωση, η ανεργία και το κόστος ζωής.
γ. Οι εξελίξεις των τελευταίων ετών στη Μέση Ανατολή είχαν ως αποτέλεσμα η τουρκική κοινωνία να αρχίζει πλέον να αναθεωρεί τις απόψεις της αναφορικά με την ιδέα της ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής.
δ. Υπάρχει μεγάλη ανασφάλεια δεδομένου ότι, από το Μάιο του 2013 μέχρι και σήμερα πραγματοποιήθηκαν 24 κύριες βομβιστικές και ένοπλες επιθέσεις με 541 νεκρούς και 1.883 τραυματίες. Για το λόγο αυτό τα στρατιωτικά μέτρα τυγχάνουν μεγαλύτερης αποδοχής και κατόπιν ακολουθούν οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικο-πολιτιστικές διαδικασίες. Εν τω μεταξύ, η δράση των ανατρεπτικών, διασπαστικών και τρομοκρατικών ομάδων αποτελεί ένα βασικό τρωτό σημείο, το οποίο καλείται να διαχειρισθεί η τουρκική κυβέρνηση δεσμεύοντας σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις, καθώς επίσης δυνάμεις της στρατοχωροφυλακής και της αστυνομίας στις περιοχές των μετόπισθεν.
ε. Αναφορικά με το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου 2017 για αλλαγή του Συντάγματος, υπάρχει προβληματισμός για την ανάληψη της εξουσίας της χώρας από μια μονοπρόσωπη εξουσία από τη μια πλευρά και ανησυχία για την έτι περαιτέρω κλιμάκωση της πόλωσης από την άλλη. Παρόλα αυτά οι μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις δείχνουν υπερίσχυση του ΝΑΙ σε ποσοστά που κυμαίνονται από 51%-55%.
Ωστόσο, είναι νωρίς ακόμη για να βγουν ασφαλή συμπεράσματα. Πάντως το μόνο σίγουρο είναι ότι, ο Ταγίπ Ερντογάν θα εστιασθεί στη στρατηγική της δημιουργίας του αισθήματος φόβου και ψυχολογικής βίας, κάτι το οποίο τον δικαίωσε στις εκλογικές αναμετρήσεις του παρελθόντος.
Μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, αναφορικά με την αποτελεσματικότητα τους στην επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» στη Συρία, καθώς επίσης με τις δυνατότητες τους για ανάληψη στρατιωτικών δράσεων προς την Ελλάδα;
Ως επί το πλείστον, η συγκρότηση, η διάταξη, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός και τα εξοπλιστικά προγράμματα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που βρίσκονται σε εξέλιξη δεν έχουν επηρεασθεί από το πραξικόπημα. Αυτό που υπέστη πλήγμα είναι η βούληση και ο δυναμισμός τους, τα οποία σταδιακά αποκαθίστανται. Επίσης, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις μπορεί να αδυνατούν να εφαρμόσουν, στο σύνολο του, το Δόγμα της Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής τους και συγκεκριμένα το δόγμα των 2,5 πολέμων (Συρία, Ελλάδα και ΡΚΚ), ωστόσο θα ήταν λάθος αν θεωρηθεί ότι ο τουρκικός επιχειρησιακός σχεδιασμός στο Θέατρο Επιχειρήσεων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου έχει επηρεασθεί από το πραξικόπημα. Εκτός τούτου, ένας άλλος παράγοντας που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη, αφορά στην αλυσίδα διοικήσεως των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας, η οποία τείνει προς μια σύνθεση αποτελούμενη από ευρασιατιστές και ακραίους εθνικιστές. Εάν σε αυτό, συνυπολογισθεί ότι οι Τούρκοι στρατιωτικοί χαρακτηρίζονται για την προσήλωση τους πρώτα στην πατρίδα και μετά στη δημοκρατία, τότε η κατάσταση αυτή αποκτά πιο ανησυχητικές διαστάσεις.
Αναφορικά με την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» στη Συρία κρίνεται σκόπιμο να εστιασθούμε στα εξής:
Πρώτον, αυτή εντάσσεται από τους Τούρκους στις επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου.
Δεύτερον, σε σύντομο χρονικό διάστημα (μετά τις 24-08-2016), με ελάχιστες δυνάμεις (περίπου 1.500 στελέχη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων) και μικρές απώλειες (65 στρατιωτικοί) για το εύρος της εν λόγω επιχείρησης, καθώς επίσης με την κατάλληλη εκπαίδευση-χρησιμοποίηση αντικαθεστωτικών-μισθοφορικών δυνάμεων, οι Τούρκοι πέτυχαν τη δημιουργία μιας Ασφαλούς Περιοχής (Güvenli Βölgesi) 1.910τετραγωνικών χιλιομέτρων εντός του συριακού εδάφους αποκτώντας τον πλήρη έλεγχο 229 κατοικημένων τόπων κατά μήκος των τουρκο-συριακών συνόρων.
Και τρίτον, η Τουρκία κατέδειξε ότι, έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί στρατιωτικές επιχειρήσεις πέραν των συνόρων και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, η Τουρκία να υλοποιήσει το δόγμα Ερντογάν, δηλαδή «και στο πεδίο των επιχειρήσεων και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Στο πεδίο των επιχειρήσεων διότι ελέγχει στρατιωτικά την περιοχή, η οποία αποκόπτει τη συνένωση των κουρδικών καντονιών ανατολικά του Ευφράτη ποτ. με το αντίστοιχο που βρίσκεται δυτικά του Ευφράτη. Και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων διότι αποτελεί τον κύριο συνομιλητή με τη Ρωσία και το Ιράν για τη Συρία, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη σχετικές διαδικασίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σε ό,τι έχει να κάνει με τις τουρκικές στρατιωτικές δυνατότητες εναντίον της ελληνικής πλευράς, οι παράγοντες που προσδίδουν σημαντική πολλαπλασιαστική ισχύ στους τουρκικούς σχεδιασμούς εστιάζονται στα εξής:
Πρώτον, στην απόκτηση της πολεμικής εμπειρίας από τις συνεχείς μετασταθμεύσεις στρατιωτικών μονάδων στη νοτιοανατολική Τουρκία και τα τουρκο-συριακά σύνορα για συμμετοχή σε επιχειρήσεις.
Δεύτερον, στην επαγγελματοποίηση, ολικώς ή μερικώς, των ενόπλων δυνάμεων. Υπόψη ότι, η απόπειρα πραξικοπήματος, επέφερε μείωση του εν λόγω ποσοστού από το 45,22% που ήταν πριν το πραξικόπημα, στο 42,44% σύμφωνα με τα στοιχεία του Φεβρουαρίου 2017. Ειδικότερα, οι ανώτατοι αξιωματικοί μειώθηκαν κατά 124, οι ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί κατά 6.461, οι μόνιμοι υπαξιωματικοί κατά 4.323 και οι επαγγελματίες οπλίτες κατά 1.687, ενώ οι συμβασιούχοι οπλίτες αυξήθηκαν κατά 2.930. Από την άλλη πλευρά, η μεγάλη αριθμητική δύναμη της Διοίκησης Ειδικών Δυνάμεων του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων (BordoBereli), της Διοίκησης Βατραχανθρώπων Επιθετικών και Αμυντικών Αποστολών (SAT και SAS), των σχηματισμών ειδικών δυνάμεων του στρατού ξηράς, της στρατοχωροφυλακής και της αστυνομίας αποτελούν μια σημαντικότατη απειλή για την Ελλάδα με ιδιαίτερα μεγάλη πολλαπλασιαστική ισχύ. Συγκεκριμένα αναφερόμαστε σε μια δύναμη 80.000 περίπου ατόμων, με ποσοστό επαγγελματοποίησης περίπου 70%.
Τρίτον, στην επαύξηση των χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών επιχειρησιακών δυνατοτήτων με την απόκτηση αντίστοιχων μέσων και οπλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς.
Τέταρτον, στην αναβάθμιση της παραγωγής στρατιωτικών πληροφοριών μεγάλου βάθους, αναγνώρισης και επιτήρησης του πεδίου μάχης.
Πέμπτον, στην αναβάθμιση των δυνατοτήτων ταχείας μεταφοράς δυνάμεων και στρατηγικών ενισχύσεων σε περιοχές κρίσεως.
Έκτον, στη χρησιμοποίηση του διαστημικού περιβάλλοντος ως παράγοντα στρατιωτικής ισχύος, καθώς επίσης στην επαύξηση των δυνατοτήτων σε ό,τι έχει να κάνει με τις επικοινωνίες, τον ηλεκτρονικό πόλεμο και τον κυβερνοπόλεμο.
Έβδομον, στην απόκτηση δυνατοτήτων διεξαγωγής επιχειρήσεων ημέρα και νύκτα, ολοκλήρωσης μιας στρατιωτικής επιχείρησης σε σύντομο χρονικό διάστημα και εφόσον απαιτηθεί, εξασφάλιση της συνέχισης αυτής και υποστήριξή της για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Όγδοο, στην αποδέσμευση των εξοπλιστικών προγραμμάτων από την εκάστοτε οικονομική κατάσταση (σ.σ. συμβαίνουν μετακυλήσεις, όχι όμως ακυρώσεις).
Και ένατο, στην απεξάρτηση των εξοπλιστικών αναγκών της χώρας από το εξωτερικό. Σημειωτέον ότι, η εν λόγω εξάρτηση πριν από 15 χρόνια ανερχόταν στο 80%, το 2016 αυτή μειώθηκε στο 40% και ως επόμενος στόχος ετέθη η περαιτέρω μείωση της στο 20%.
Εν τω μεταξύ, η διαδικασία εξέλιξης και αναβάθμισης των οπλικών συστημάτων και των υπολοίπων στρατιωτικών μέσων με νέες τεχνολογίες γαλουχεί το στρατιωτικό προσωπικό με μια σύγχρονη αντίληψη για το πεδίο της μάχης και τον εκ νέου σχεδιασμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Φυσικά, ένας από τους λόγους που γίνεται αυτή η επισήμανση έχει να κάνει με την τουρκική Διοίκηση Ασφαλείας Ακτών, η οποία σε μια ενδεχόμενη ελληνοτουρκική κρίση θα αποτελέσει ένα σημαντικό «εργαλείο» των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, δεδομένου ότι ο τομέας των αρμοδιοτήτων της επικεντρώνεται σε δύο πολύ κρίσιμους τομείς: την έρευνα-διάσωση και την παράνομη μετανάστευση, όπου υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για δημιουργία θερμού επεισοδίου και γενίκευσης της κρίσης. Μάλιστα, βάσει του στρατηγικού της σχεδιασμού 2015-2019, το 2019 η εν λόγω διοίκηση προβλέπεται να διαθέτει 4 πλοία 1.700 τόνων τύπου κορβέτας, 4 πλοία 600 τόνων πολλαπλών ρόλων, 215 σκάφη διαφόρων τύπων, 20 ελικόπτερα, 3 αεροσκάφη, 6 μη επανδρωμένα αεροσκάφη και 20 κινητά ραντάρ.
Εκτιμάτε ότι θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε σε μια νέα κρίση «Ιμίων» που θα δημιουργούσε και μια σοβαρή θερμή εμπλοκή;
Αξιολογώντας διαχρονικά τη συμπεριφορά της Τουρκίας διαπιστώνεται ότι, η εγρήγορση είναι επιβεβλημένη διότι μια κρίση μπορεί να εκδηλωθεί είτε μετά από ένα προσχεδιασμένο επεισόδιο, είτε μετά από κάποιο «ατύχημα». Με δεδομένο λοιπόν ότι, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της κρίσης είναι ο αιφνιδιασμός, η λήψη προληπτικών μέτρων χωρίς υπερβολές και κινδυνολογία θα αποτρέψει τους γείτονες μας από οποιαδήποτε κακόβουλη ενέργεια. Πάντως, ποτέ δεν θα πρέπει να διαφεύγει από τη σκέψη μας το δόγμα Ερντογάν, δηλαδή «και στο πεδίο των επιχειρήσεων και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Πηγή Liberal