2015-05-23. Γιατί χρειάζεται το μάθημα της Ψυχολογίας στην Αστυνομική Ακαδημία
Το 1993-94, ως σύμβουλος για θέματα εκπαίδευσης του τότε υπουργού Δημοσίας Τάξεως, είχα εισαγάγει στην Σχολή Αξιωματικής Αστυνομίας μία σειρά μαθημάτων κοινωνικών επιστημών (Ψυχολογία, Κοινωνιολογία, Ιστορία κλπ.), μαζί με άλλα πρακτικά μαθήματα, όπως πολεμικές τέχνες και σκοποβολή. Τότε, λοιπόν, μία δεξιά εφημερίδα είχε λοιδορήσει αυτήν την καινοτομία, με το επιχείρημα ότι ο αστυνομικός πρέπει να ασχολείται με τη σωματική και όχι την πνευματική του εκπαίδευση.
Η εφημερίδα ανακάλεσε την επομένη, αφού εξήγησα στο διευθυντή της το σκεπτικό μου, το οποίο και επαναφέρω σήμερα λόγω του χθεσινού ρεπορτάζ της ΚΟΝΤΡΑ, που άφησε έκπληκτη την κοινή γνώμη.
Ο εκφυλισμός του πολιτικού συστήματος της Μεταπολίτευσης σε μία διεφθαρμένη φαυλοκρατία, που προκάλεσε σε τριάντα χρόνια τη χειρότερη χρεοκοπία από συστάσεως του ελληνικού κράτους, διέφθειρε καθέτως και οριζοντίως και τη δημόσια διοίκηση (ευτυχώς όχι στο σύνολό της). Όχι μόνον δεν υπάρχουν πλέον στην πολιτική ηθικά πρότυπα, ακέραιες και ανιδιοτελείς προσωπικότητες, που να διδάσκουν ήθος και εντιμότητα. Αλλά το πολιτικό σύστημα κατασκεύασε συνενόχους, για να μπορεί να διεκπεραιώνει τις «υποθέσεις» του, μολύνοντας τη δημόσια διοίκηση. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η διαφθορά δεν είναι μόνον ηθικά αηδής, αλλά οδηγεί σε λανθασμένες αποφάσεις επί ζημία του δημοσίου συμφέροντος, και γενικότερα προκαλεί δυσλειτουργία του δημόσιου τομέα.
Ειδικά, δε, σε περιοχές όπως η Εθνική Άμυνα, η διαφθορά μπορεί να συντελέσει σε μείζονα καταστροφή, εάν π.χ. παραγγελθούν λάθος οπλικά συστήματα ή υποβρύχια που «μπάζουν νερά», διότι αυτά αν και ακατάλληλα προτιμήθηκαν λόγω καταβολής «προμήθειας» στους αρμοδίους. Η αντιμετώπιση της διαφθοράς, του υπ’ αριθμόν ένα προβλήματος στην Ελλάδα σήμερα, απαιτεί συνολική εξυγίανση του πολιτικού συστήματος, εγκαθίδρυση θεσμών ελέγχου και διαφάνειας, αλλά όχι μόνον αυτά. Χρειάζεται και ένας συνολικός αναπροσανατολισμός της ελληνικής κοινωνίας σε ηθικές και πνευματικές αξίες, που μόνον μέσω της παιδείας μπορεί να συντελεσθεί.
Για να περιοριστούμε στον τομέα της Αστυνομίας, ο μέσος αστυνομικός είναι κακοπληρωμένος, ασκεί ένα επικίνδυνο και απαιτητικό επάγγελμα, υφίσταται πιέσεις από το πολιτικό σύστημα (ας μην αναφερθούμε περισσότερο σε αυτό….). Αισθάνεται, δικαίως, οικονομικά και κοινωνικά υποβαθμισμένος. Φυλάσσει «διασημότητες» και γύρω του βλέπει να εκτυλίσσεται το «πάρτι» της διαφθοράς. Οι πειρασμοί τον περιβάλλουν και οι σειρήνες τον καλούν να λάβει μέρος στο μεγάλο φαγοπότι της μεταπολίτευσης. Η δουλειά του είναι τέτοια, που εύκολα μπορεί να επωφεληθεί και να ενταχθεί σε ένα κύκλωμα με επικερδείς δραστηριότητες. Ο μόνος λόγος που δεν το κάνει είναι η αίσθηση του καθήκοντος, η εντιμότητα και ο πατριωτισμός του. Κάποιοι, όμως, είναι στατιστικά πιθανό να «ξεφύγουν».
Ο μόνος τρόπος να μην εκτροχιαστεί ηθικά ένας αξιωματικός ή απλό στέλεχος των Σωμάτων Ασφαλείας, είναι να έχει θωρακιστεί με ηθικό και φιλοσοφικό οπλοστάσιο, που να του έχει εμφυσήσει το αίσθημα υπεροχής και ευεξίας που προσφέρει η ήσυχη συνείδηση. Η αστυνομική εκπαίδευση πρέπει να εγκαθιστά στο δόκιμο το αίσθημα της προσφοράς, της ανιδιοτέλειας, της ακεραιότητας, της συμβολής στην εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας.
Ταυτόχρονα, πρέπει να δημιουργεί υπερηφάνεια και τιμή, ώστε ο αστυνομικός να αισθάνεται ότι επιτελεί μία κορυφαία αποστολή με τεράστια σημασία για το κοινωνικό σύνολο. Επίσης, πρέπει στον εκπαιδευόμενο αστυνομικό να διδάσκεται η ελληνική ιστορία, από την οποία να αντλούνται ηρωικά παραδείγματα εθνικής προσφοράς και ανιδιοτέλειας.
Τέλος, πρέπει στο δόκιμο να αναλύονται οι περίπλοκοι ψυχολογικοί μηχανισμοί που γεννούν στον άνθρωπο τη νόσο της απληστίας και την ακόρεστη διάθεση για καταναλωτικά αγαθά, που η σύγχρονη ψυχολογία θεωρεί νεύρωση. Να γιατί χρειάζεται το μάθημα της ψυχολογίας στην αστυνομική εκπαίδευση. Ίσως μάλιστα και το μάθημα της φιλοσοφίας.