2015-10-10. Δασικές Πυρκαγιές, Θεωρίες Συνωμοσίας και Πολιτική Βούληση
Σήμερα, με τη περίοδο της δασοπροστασίας να έχει λήξει, μπορούμε να προσπαθήσουμε να κάνουμε μια ψύχραιμη αποτίμηση αυτού του προβλήματος. Δεν έλειψαν φυσικά και φέτος οι καταστροφικές δασικές πυρκαγιές οι οποίες αποδόθηκαν, για άλλη μια φορά, στους προαιώνιους και ορκισμένους απανταχού της Γης και του Σύμπαντος εχθρούς της Ελλάδος, που συνεχίζουν να συνωμοτούν εναντίον μας και να κατακαίνε την πανέμορφη ελληνική φύση σε μια προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας. Η ίδια συνωμοσία συνεχίζεται ασταμάτητα κάθε καλοκαίρι με τους χουντικούς πράκτορες να παραδίδουν την εμπρηστική δάδα στους ανθρώπους της ΜΙΤ (τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών) και αυτοί με τη σειρά τους στους Ισραηλινούς της Μοσάντ (ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών). Στο καταστροφικό έργο συμμετέχουν ενεργά αναρχικές ομάδες, ορκισμένοι σλαβομακεδόνες και όργανα των ιμπεριαλιστών Αμερικάνων που επιθυμούσαν την ανατροπή των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Καραμανλή. Τη σκυτάλη (δάδα) τώρα φαίνεται να παραλαμβάνουν οι άνθρωποι των Βρυξελλών και οι ντόπιοι υποστηρικτές τους σε μια απέλπιδα προσπάθεια ανατροπής της (πρώτης το καλοκαίρι, δεύτερης σήμερα) ελληνικής αριστερής κυβέρνησης. Τραγικό το επαναλαμβανόμενο μαρτύριο της χώρας και κωμικό συνάμα εάν δεν υπήρχαν οι νεκροί και τραυματίες της επαναλαμβανόμενης πύρινης λαίλαπας και οι τεράστιες υλικές και συχνά μη αναστρέψιμες οικολογικές ζημιές. Χωρίς να αμφισβητώ την πιθανότητα εμπλοκής, σε ορισμένες περιπτώσεις, οργανωμένων ξένων συμφερόντων (υπάρχει και δήλωση πρώην Τούρκου πρωθυπουργού) εκτιμώ ως αβάσιμες και σκόπιμες τις προσπάθειες ενοχοποιήσεως «σκοτεινών δυνάμεων» που αποσκοπούν στην πολιτική εκμετάλλευση αλλά και στη συγκάλυψη της παντελούς έλλειψης συνολικής κρατικής αντιπυρικής πολιτικής.
Είναι γεγονός ότι κάθε καλοκαιρινή περίοδο και ειδικά σε διαστήματα ενδυνάμωσης των ανέμων, δεκάδες εστίες πυρκαγιών εκδηλώνονται σε όλη την επικράτεια. Η ψυχρή επιστήμη της στατιστικής εύκολα μπορεί να μας αποκαλύψει τη σε βάθος χρόνου σύνδεση καιρικών συνθηκών με εκδηλώσεις πυρκαγιών και δη των πλέον καταστρεπτικών. Φυσικά η συνομωσιολογική πτέρυγα θα αντιτείνει ότι οι εμπρησμοί σκόπιμα σημειώνονται τις ημέρες υψηλής επικινδυνότητος ώστε να επιφέρουν καταστρεπτικά αποτελέσματα σε περιουσίες αλλά και να προκαλέσουν αίσθημα ανασφάλειας. Θα καταφύγουμε και πάλι στα στατιστικά στοιχεία για να προσδιορίσουμε τον ανά έτος αριθμό των πυρκαγιών που αποδίδονται αποδεδειγμένα ή πιθανολογούμενα σε εμπρησμούς. Τα στοιχεία αυτά ας τα συγκρινόμενα με ανάλογες στατιστικές γειτονικών κρατών της Μεσογείου. Χωρίς να έχω πρόσβαση στις επίσημες και πλήρεις στατιστικές της Πυροσβεστικής Υπηρεσίες εκτιμώ ότι οι αριθμοί δεν αποδεικνύουν την ύπαρξη σατανικού σχεδίου καταστροφής της χώρας. Αντίθετα, συχνά έχω παρατηρήσει στα «ψιλά γράμματα» των εφημερίδων τις τελεσίδικες καταδίκες δημοτικών αρχόντων για εξ’ αμελείας πρόκληση πυρκαγιών από τη λειτουργία δημοτικών χώρων συγκέντρωσης απορριμμάτων (παρανόμων ως επί το πλείστον). Επίσης συχνό και το φαινόμενο πρόκλησης πυρκαγιών από ένα πεπαλαιωμένο και μη καλά συντηρούμενο ηλεκτρικό δίκτυο αλλά και από τις κοστοβόρες ντιζελοκίνητες αμαξοστοιχίες του ΟΣΕ. Ακόμη όμως πιο τραγικές είναι οι περιπτώσεις ανευθυνότητος των συμπολιτών μας με κάθε είδους επικίνδυνες εργασίες στην ύπαιθρο κατά τη διάρκεια θυελλωδών ανέμων και χωρίς τη λήψη ουδενός μέτρου ασφαλείας. Τα κροκοδείλια δάκρυα των δημοτικών αρχόντων μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και οι καταγγελίες τους για σχέδιο εμπρησμών του όμορφου και αποπυρηνικοποιημένου (παλαιά μόδα) δήμου τους απλά προσπαθούν να συγκαλύψουν την παντελή τους αδιαφορία για αντιπυρική προστασία και για τη μη εφαρμογή των νόμων που προβλέπουν πρόστιμα στις δεκάδες βραδυφλεγείς εμπρηστικές βόμβες των μη αποψιλωμένων εκτάσεων των αγανακτισμένων δημοτών-ψηφοφόρων. Συγκινητικές και οι εκκλήσεις των πολιτικών που αναζητούν τη δημοσιότητα στις καμένες εκτάσεις όπου με την ογκώδη ανεπάρκεια τους επιζητούν να αναλάβουν συντονιστικό ρόλο στην κατάσβεση της πυρκαγιάς. Το πλέον όμως συγκινητικό είναι η εξαγγελία μέτρων ανακούφισης των πληγέντων από τους ίδιους ανεύθυνους πολιτικούς που επί δεκαετίες εμποδίζουν την κατάρτιση και λειτουργία ενός κτηματολογίου που θα περιορίσει σε σημαντικό βαθμό τους εμπρησμούς για καταπάτηση δασικών εκτάσεων από οικοπεδοφάγους και για δημιουργία βοσκοτόπων («να σε κάψω Γιάννη να σε αλείψω λάδι» που λέει και ο λαός μας).
Ψύχραιμη όμως πάντα η αντιπολίτευση καταγγέλλει την κρατική ανεπάρκεια, ανετοιμότητα και την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων προστασίας ξεχνώντας ότι προ μηνών (ή ετών) ασκούσε κυβερνητικά καθήκοντα και επιδείκνυε την ίδια ανικανότητα. Αμφότεροι όμως, πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι δίδουν τα εύσημα στους ανθρώπους των κρατικών υπηρεσιών που με αυτοθυσία και αυταπάρνηση δίνουν την άνιση μάχη με τις φλόγες για να σώσουν τις ζωές και τις περιουσίες των συμπολιτών μας. Βέβαια με τα εύσημα μόνο δεν πετάνε τα πυροσβεστικά μέσα, ούτε κινούνται και συντηρούνται τα οχήματα ούτε καλύπτονται οι στοιχειώδεις βιοτικές ανάγκες των λειτουργών τους. Όποτε μάλιστα ένα ατύχημα ή κακοτοπιά συμβεί, σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος αναζητά τον υπεύθυνο των σωμάτων ασφαλείας, πυροσβεστικής, ενόπλων δυνάμεων που δεν ανταποκρίθηκε στην αποστολή του παραμερίζοντας τις δεκάδες παραλείψεις των υπολοίπων εκλεγμένων.
Ας σοβαρευθούμε επιτέλους και να αφήσουμε τους ειδικούς να εκτελέσουν το δύσκολο έργο της πρόληψης πρωτίστως και δευτερευόντως της κατάσβεσης των πυρκαγιών. Νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει, καίτοι ορισμένες παρεμβάσεις είναι χρήσιμες, αλλά υστερούμε στην υλοποίηση. Δηλώσεις περί σκοτεινών σχεδίων αποσταθεροποίησης δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών και μάλλον δημιουργούν στην κοινωνία ένα αρνητικό κλίμα ανασφάλειας. Αν υπάρχουν ενδείξεις, αποστολή της πολιτείας είναι να διερευνήσει με τα όργανα της (ΕΛΑΣ, ΕΥΠ, Πυροσβεστικό Σώμα κλπ) προς κάθε κατεύθυνση και να οδηγήσει τους υπευθύνους στη δικαιοσύνη παρέχοντας τα αναγκαία στοιχεία. Όλα τα υπόλοιπα είναι προφάσεις «εν αμαρτίες» για τις προαναφερθείσες χρόνιες δυσλειτουργίες, και υποδηλώνουν την αδυναμία χειρισμού κρίσεων εκ μέρους των κυβερνώντων και κυρίως την απροθυμία ανάληψης πολιτικού κόστους για την εφαρμογή παγκοσμίως γνωστών λύσεων και πρακτικών οι οποίες περιορίζουν μεν αλλά δεν μηδενίζουν το οξύτατο αυτό πρόβλημα.