6/7/2016. Η επανεκκίνηση των σχέσεων Τουρκίας- Ισραήλ
Πριν από έξη περίπου μήνες και από τις ίδιες στήλες είχαμε αναφερθεί σε μια επικείμενη επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με το Ισραήλ. Όλο το διάστημα μέχρι σήμερα συνεχίζονταν οι παρασκηνιακές ενέργειες των δύο εμπλεκομένων προς αυτή την κατεύθυνση με τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ αλλά και άλλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Οπότε η επισήμως και παραλλήλως από τις δύο χώρες ανακοινωθείσα τη Δευτέρα 27 Ιουνίου επίτευξη συμφωνίας για αποκατάσταση των σχέσεων τους δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Στο σημερινό έντονα και ταχέως μεταβαλλόμενο διεθνές σκηνικό αλληλεξάρτησης και παγκοσμιοποιημένων προβλημάτων, η διακοπή των διπλωματικών σχέσεων δύο σημαντικών γειτονικών κρατών μάλλον αποτελεί μια ασυνήθιστη κατάσταση.
Ως γνωστόν οι σχέσεις των δύο χωρών είχαν αρχίσει από το 2009 να δείχνου σημάδια τριβών και η κρίση κορυφώθηκε το επόμενο έτος με το επεισόδιο του «Mavi Marmara» που στοίχισε τη ζωή 9 Τούρκων ακτιβιστών. Οι Τούρκοι ακτιβιστές που επέβαιναν στο πλοίο «Mavi Marmara», συνοδευόμενο και από άλλα πέντε σκάφη, επεδίωκαν τη διάσπαση του ισραηλινού ναυτικού αποκλεισμού και την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας. Στην ισραηλινή επιδρομή ειδικών δυνάμεων που ακολούθησε, με σκοπό τον έλεγχο των σκαφών και παρεμπόδιση του πλου τους, υπήρξε εκτεταμένη συμπλοκή στο τουρκικό σκάφος με τα γνωστά αιματηρά αποτελέσματα. Έκτοτε και με αφορμή τουρκικές κυρίως δηλώσεις και ενέργειες, οι σχέσεις των άλλοτε δύο στενά συνεργαζομένων κρατών οδηγήθηκαν σε ρήξη με αποκορύφωμα την ανάκληση των πρεσβευτών. Παρά την όξυνση των σχέσεων, η μεταξύ των εμπορική συνεργασία (αξίας περίπου 5 δις USD ανά έτος) συνεχίστηκε έστω και μειούμενη τα τελευταία χρόνια. Αντίστοιχα προγράμματα στρατιωτικής συνεργασίας «πάγωσαν» ή ματαιώθηκαν αλλά οι περισσότερες συμφωνίες προμήθειας υλικών μεταξύ των δύο χωρών συνεχίστηκαν εν μέσω τριβών. Η ενίοτε ακραία ρητορική του Προέδρου Ερντογκάν και του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ επιδείνωσαν τις διαταραγμένες σχέσεις των δύο πρώην «συμμάχων» κρατών και οι παρενέργειες της κρίσεως διαχύθηκαν και στις οικονομικές σχέσεις τους συμπεριλαμβανομένης και της τουριστικής κίνησης.
Η επιτευχθείσα συμφωνία αποσκοπεί να γεφυρώσει τις διαφορές που ανέκυψαν μεταξύ Τελ-Αβίβ και Άγκυρας με αμοιβαίες παραχωρήσεις και συμβιβασμούς και χωρίς «ταπεινωτικές» υποχωρήσεις καμιάς πλευράς. Η συμφωνία προβλέπει την καταβολή από το Ισραήλ ποσού 20 εκατομμυρίων USD για τις οικογένειες των θυμάτων, ενώ παράλληλα η τουρκική βουλή με νόμο θα παρεμποδίσει οποιαδήποτε περαιτέρω απαίτηση των οικογενειών των θυμάτων για αποζημίωση ή νομική δίωξη κατά Ισραηλινών οργάνων και πολιτών. Επιπλέον θα επιτραπεί στην Τουρκία να προχωρήσει σε αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας μέσω του ισραηλινού λιμανιού Ashdod, καθώς και στην κατασκευή κοινωφελών έργων στη Λωρίδα της Γάζας. Με την ανακοινωθείσα λύση διατηρείται ο ισραηλινός ναυτικός αποκλεισμός της Γάζας ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται η επιδίωξη της Άγκυρας για προώθηση της ανθρωπιστικής βοήθειας και της παράλληλης προβολής της τελευταίας ως προστάτριας των κατατρεγμένων Παλαιστινίων. Ενδεικτική και η διαφορετική διατύπωση εκάστης πλευράς με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Νετανιάχου να δηλώνει ότι «αμυντικός ναυτικός αποκλεισμός» του ελεγχόμενου από τη Χαμάς θύλακα συνεχίζεται αλλά μπορεί πλέον να φθάνει ανθρωπιστική βοήθεια (μέσω ισραηλινών λιμένων και προφανώς υπό τον έλεγχο των Ισραηλινών αρχών), ενώ αντίθετα ο Τούρκος ομόλογός του Μπινανλί Γιλντιρίμ ανέφερε, ότι σε μεγάλο βαθμό αίρεται ο αποκλεισμός της Γάζας.
Η αναμενόμενη μερική αποκατάσταση των σχέσεων υπήρξε αποτέλεσμα της αστάθειας της ευρύτερης περιοχής, της αμοιβαίας ανησυχίας για τη λήξη της ιρανικής απομόνωσης, των αμερικανικών πιέσεων, των προβλημάτων ασφαλείας που Άγκυρα και Τελ-Αβίβ αντιμετωπίζουν, αλλά και των προσδοκιών αμοιβαίων κερδών από ενεργειακά προγράμματα (τροφοδοσία Τουρκίας από ισραηλινό φυσικό αέριο) και εμπορική και τουριστική συνεργασία. Η έκρυθμη κατάσταση στη Συρία, οι δραστηριότητες του «ισλαμικού Κράτους» και η σταδιακή αναμενόμενη ενδυνάμωση του ρόλου της Τεχεράνης ανάγκασαν τις δύο χώρες να προχωρήσουν στην αποκατάσταση των σχέσεων τους. Εκτιμάται όμως ότι η αμοιβαία καχυποψία θα εξακολουθήσει να υπάρχει ειδικά στο Τελ-Αβίβ όσο ο Πρόεδρος Ερντογκάν και το ΑΚΡ παραμένουν στην εξουσία, ενώ σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν και οι αναμενόμενες τουρκικές ενέργειες περιορισμού των ακραίων θέσεων και δράσεων της Hamas. Ειδικά για την τελευταία, η συμφωνία προνοεί ότι δεν θα επιτραπεί οποιαδήποτε χρήση του τουρκικού εδάφους για ενέργειες που στρέφονται κατά της ασφάλειας του Ισραήλ. Όπως είναι φυσικό σε ανάλογες καταστάσεις αδιευκρίνιστα παραμένουν σειρά ευαίσθητων ζητημάτων (πχ κουρδικό ζήτημα, υποστήριξη αντιπάλων ομάδων στη Συρία). Η επαναπροσέγγιση έγινε υπό την ευλογία και συνεχείς πιέσεις της αμερικανικής διπλωματίας με νωπό το γεγονός της «αναγκαστικής» τηλεφωνικής επικοινωνίας των δύο ηγετών σε επίσκεψη του αμερικανού Προέδρου στο Τελ-Αβίβ αλλά και τις συνεχείς προσπάθειες και ταξίδια του αμερικανού αντιπροέδρου. Η αποκατάσταση των σχέσεων συμπίπτει και με την πρόσφατη συγκαλυμμένη έκφραση συγγνώμης του Τούρκου Προέδρου για την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους στη Συρία (Νοέμβριος 2015).
Για άλλη μια φορά η σκληρή πραγματικότητα και ο ρεαλισμός αναγκάζει δύο χώρες να κινηθούν στην κατεύθυνση της εξομάλυνσης των σχέσεων τους, επινοώντας λύσεις, χρησιμοποιώντας διαμεσολαβητές και υιοθετώντας «δημιουργικές ασάφειες» για να ξεπεράσουν σχετικά ανώδυνα προηγούμενες σκληροπυρηνικές δηλώσεις και τοποθετήσεις τους (σε εσωτερικό και εξωτερικό) και να επιμεριστούν αναμενόμενα αμοιβαία οφέλη.
Τα διεθνή πρακτορεία, αναφέρονται στο ρόλο που έπαιξαν τα κοινά προβλήματα ασφάλειας που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες αλλά εστιάζονται και στην επιθυμία δρομολόγησης κοινών ενεργειακών προγραμμάτων. Η ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικών αερίου στην θαλάσσια περιοχή Κύπρου (Αφροδίτη)-Ισραήλ (Leviathan) -Αιγύπτου (Zohr) θέτει μια σειρά ζητημάτων και προοπτικών για την εκμετάλλευση τους με τη συμμετοχή και των πολυεθνικών εταιρειών αλλά και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων. Η προ έτους ανακοίνωση της ιταλικής εταιρείας Eni για την ανακάλυψη τεραστίου κοιτάσματος φυσικού αερίου στην αιγυπτιακή υφαλοκρηπίδα οδηγεί σε επανεκτίμηση όλων των λύσεων που είχαν προβληθεί την τελευταία πενταετία. Σήμερα, η αιγυπτιακή και τουρκική αγορά αναζητούν πρόσθετες πηγές ενέργειας, η πρώτη για να καλύψει τις ανάγκες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και η δεύτερη για να απεξαρτοποιηθεί από το ρωσικό αέριο. Το Ισραήλ επίσης είναι προβληματισμένο για το βέλτιστο τρόπο εκμετάλλευσης των δικών του κοιτασμάτων. Οι βασικές επιλογές αναφέρονται σε κατασκευή υποθαλασσίου αγωγού (προς Ελλάδα ή Τουρκία και μετά προς Ευρώπη) ή στην κατασκευή χερσαίων (Αίγυπτος ή Κύπρος) ή πλωτών εγκαταστάσεων υγροποίησης φυσικού αερίου και μεταφοράς με πλοία LNGs. Κάθε λύση περιέχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα με το κόστος κατασκευής να αποτελεί σημαντικό κριτήριο. Φυσικά ως οικονομικότερη λύση προβάλλει η κατασκευή ενός χερσαίου αγωγού που θα διέσχιζε Λίβανο και Συρία, γεγονός που προϋποθέτει την αβέβαιη ειρήνευση της περιοχής. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, το Τελ-Αβίβ εκτιμά ότι μια επανεκκίνηση των σχέσεων με την Τουρκία, πλέον της ενίσχυσης του έναντι του Ιράν, προσφέρει και περισσότερες – ίσως και αποδοτικότερες – επιλογές εκμετάλλευσης των πηγών ενέργειας. Αντίστοιχα η Άγκυρα θεωρεί ότι ισχυροποιεί τη θέση της στο ενεργειακό παιχνίδι και ενδεχομένως σε θέματα θαλασσίων ζωνών.
Όπως έγινε γνωστό, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ενημέρωσε τηλεφωνικά και τον Έλληνα ομόλογο του για την αποκατάσταση των τουρκικοϊσραηλινών σχέσεων επιβεβαιώνοντας τη διάθεση της χώρας του για περαιτέρω εξέλιξη της διμερούς (και τριμερούς, με τη συμμετοχή της Κύπρου) συνεργασίας στην περιοχή. Η ελληνική πλευρά φαίνεται ότι από καιρό ανέμενε ανάλογες εξελίξεις οι οποίες εκτιμάται ότι δεν θα επηρεάσουν άμεσα την ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση και συνεργασία, όπως άλλωστε επανειλημμένως έχει διακηρυχτεί και παλαιότερα. Ίσως στη χώρα μας να ακουστούν φωνές για την ατολμία εκμετάλλευσης της τουρκικοϊσραηλινής έντασης ώστε να επιτύχουμε οφέλη στην αντιπαράθεση μας με την Άγκυρα. Τέτοιες σκέψεις τις θεωρώ απλοϊκές, στηριζόμενες σε κομματικές αναλογίες εκλογικών συμμαχιών και μη συμβατές με το πολύπλοκο διεθνές περιβάλλον και τα αντικρουόμενα αλλά και πολλάκις αντιστρεφόμενα εθνικά συμφέροντα. Οπωσδήποτε η συνεργασία της Ελλάδος και Κύπρου με το κράτος του Ισραήλ αναβαθμίζει τη θέση μας αλλά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τις ιδιαιτερότητες της περιοχής ούτε και να προσδοκούμε τη συγκρότηση «συμμαχιών» που θα υπερασπιστούν τα εθνικά μας κυριαρχικά δικαιώματα ιδίως όταν εμείς οι ίδιοι δεν φαινόμαστε αποφασισμένοι να κινηθούμε σε μια τέτοια κατεύθυνση.
Την παρούσα περίοδο, οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμούν τη σταθερότητα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου άρα και την αγαστή (σε όσο πλαίσιο είναι δυνατή) συνεργασία και αλληλεξάρτηση των κυρίων δυνάμεων (Ελλάδα, Τουρκία, Ισραήλ, Αίγυπτος). Η επιτυχία της ελληνικής πολιτικής έγγυται στο να προφυλάξει και προωθήσει τα συμφέροντα τα δικά της καθώς και της αδελφής Κυπριακής Δημοκρατίας στην περιοχή, εμφανιζόμενη ως ο απαραίτητος παράγοντας σταθερότητας και συντελεστής που διασφαλίζει την ολοκλήρωση κάθε προγράμματος και πρωτοβουλίας. Πλέον όμως της διάθεσης συνεργασίας και ανάληψης πρωτοβουλιών επιβάλλεται και η σταθερή προσήλωση Ελλάδος και Κύπρου σε κοινές προσχεδιασμένες και επιμελώς προετοιμασμένες θέσεις μακριά από φοβικά σύνδρομα και ευκαιριακές πολιτικές σκοπιμότητες. Αναμφισβήτητα ο ελληνισμός δεν διαθέτει σήμερα την απαιτούμενη ισχύ αλλά παρά ταύτα κατέχει σημαντικά ερείσματα και η υπερτίμηση του αντιπάλου αποτελεί ολέθριο σφάλμα. Ας μη διαφεύγει της προσοχής μας ότι η μια δύναμη που διαθέτει δυνάμεις και βάσεις στην περιοχή εθελουσίως απομακρύνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ η κατέχουσα τη μισή Κύπρο Τουρκία κινείται και αυτή στην ίδια κατεύθυνση.