Θεόδωρος Κατσουγιαννόπουλος*: Ρωσία-Τουρκία
ΓΕΝΙΚΑ
Η Ρωσία και η Τουρκία αποτελούν τις δύο ισχυρότερες χώρες της περιοχής της Ανατολικής Ευρώπης και Μεσογείου. Η ισχύς τους δεν είναι μόνο οικονομική ή στρατιωτική, αλλά συνδυασμός των δύο. Παράλληλα, η συμμετοχή τους σε διάφορες ομάδες, όπως είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ή το ΝΑΤΟ και οι G-20 δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα τόσο στην παρουσία τους στην ευρύτερη περιοχή όσο και στις μεταξύ τους σχέσεις. Τα τελευταία χρόνια υφίσταται ένα έντονο παρασκήνιο στον τομέα της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ τους, καθώς και στο πώς αυτή μπορεί να διαμορφώσει ή και να μεταβάλλει τη γεωπολιτική ισορροπία της περιοχής. Έχει ενδιαφέρον να δούμε, έτσι, όπως τη δεδομένη στιγμή εξελίσσονται τα πράγματα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, καθώς η προσοχή της Διεθνούς Κοινότητας είναι στραμμένη στην Τουρκία και τη σχέση της με τη Δύση, πώς η Ρωσία αντιμετώπιζε (ιστορικά) και πώς αντιμετωπίζει το τουρκικό κράτος. Μπορούν, άραγε, δύο χώρες με διαμάχες στο ιστορικό παρελθόν τους να καταστούν «φίλες και σύμμαχες»; Είναι ικανά τα οικονομικά συμφέροντα (πώληση F35, κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στην Τουρκία) να μεταβάλλουν τη ρωσική πολιτική απέναντι στην Ευρώπη ή μήπως η Ρωσία όλα αυτά τα χρησιμοποιεί, για να συνεχίζει το «ηγεμονικό δόγμα της» στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης και Ασίας; Μία ιστορική αναφορά, θα μας διαφωτίσει και θα δώσει απαντήσεις σε πολλά από τα σημερινά ζητήματα.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ρωσία:
Η ιστορία της Ρωσίας ξεκινά με την ιστορία των Ανατολικοσλαβικών και Φιννο-ουγγρικών φυλών. Η πολιτεία του Γκαρνταρίκι (“το βασίλειο των πόλεων”), η οποία ήταν στην περιοχή του Νόβγκοροντ, ιδρύθηκε το 862 μ.Χ. και σηματοδοτεί παραδοσιακά την έναρξη της ρωσικής ιστορίας. Οι Ρως του Κιέβου που αποτέλεσαν το πρώτο ενωμένο ανατολικοσλαβικό κράτος, ιδρύθηκε το 882 μ.Χ. Το κράτος ασπάστηκε το Χριστιανισμό το 988 μ.Χ. και επηρεασμένο από το βυζαντινό Κράτος, ανέδειξε ένα αμάλγαμα βυζαντινής και σλαβικής κουλτούρας, η οποία καθόρισε τη ρωσική παράδοση για την επόμενη χιλιετία. Μετά το 13ο αιώνα, η Μόσχα αποτέλεσε το νέο πολιτιστικό κέντρο τού ρωσικού πολιτισμού.
Μέχρι το 18ο αιώνα, το Βασίλειο της Ρωσίας είχε γίνει η τεράστια Ρωσική Αυτοκρατορία, εκτεινόμενη από τα σύνορα με την Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία στη Δύση μέχρι την Ειρηνικό Ωκεανό στην Ανατολή. Η επέκταση προς δυσμάς και η επαφή με τη δυτική κουλτούρα όξυνε την «αντίληψη» τής Ρωσίας περί απομόνωσης, οπισθοδρόμησης και χωρισμού της από την υπόλοιπη Ευρώπη. Τα καθεστώτα του 18ου – 19ου αιώνα προχώρησαν σε διαδικασίες εκσυγχρονισμού και κοινωνικής προόδου παρά την απροθυμία μεταρρυθμίσεων από την άρχουσα τάξη. Πρωταγωνιστές σε αυτή την προσπάθεια εκσυγχρονισμού και άρσης της απομόνωσης ήταν οι τσάροι Πέτρος Α΄ (Μέγας Πέτρος, 1672 – 1725) και Αικατερίνη Β΄(Μεγάλη Αικατερίνη, 1729 – 1796).
Ο Πέτρος Α΄ ταξίδεψε στη Δυτική Ευρώπη συνοδευόμενος από ολιγομελές επιτελείο (Μεγάλη Πρεσβεία). Αρχικός στόχος του ταξιδιού ήταν να εξασφαλίσει στήριξη από τις ευρωπαϊκές αυλές, ώστε να επιτεθεί κατά του ταταρικού Χανάτου της Κριμαίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που τον απέκλειαν από την πρόσβαση στη Μεσόγειο. Αντίστοιχα, η εξωτερική πολιτική της Αικατερίνης Β΄ είχε ως στόχο την ενίσχυση του ρόλου της Ρωσίας στον κόσμο και την επέκταση της επικράτειάς της. Το σύνθημα της διπλωματίας της ήταν: «θα πρέπει να είμαστε φίλοι με όλες τις Δυνάμεις, για να διατηρήσουμε πάντοτε τη δυνατότητα να σταθούμε στο πλευρό του ασθενέστερου … να αφήσουμε ανοιχτά τα χέρια … και να μην σερνόμαστε από την ουρά κανενός». Ωστόσο, αυτό το σύνθημα παραμελήθηκε πολλές φόρες.
Και οι δύο ηγεμόνες στόχευαν στην ενίσχυση του ηγεμονικού ρόλου της Ρωσίας και στην έξοδο σε «θερμές» θάλασσες. Ο κυριότερος αντίπαλος τους ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η κατάσταση αυτή άλλαξε με την εκστρατεία της Κριμαίας του 1919 και μετά τη συνομολόγηση των Συνθηκών Μόσχας και Καρς (1921).
Τουρκία:
Τον 11ο αιώνα μετοίκησαν στην περιοχή της Μ. Ασίας οι Σελτζούκοι Τούρκοι, μία μετακίνηση που ενισχύθηκε μετά τη νίκη των Σελτζούκων επί των Βυζαντινών στη Μάχη του Μαντζικέρτ το 1071. To Σελτζουκικό Σουλτανάτο κυβέρνησε τη Μικρά Ασία μέχρι τη Μογγολική εισβολή το 1243, οπότε διασπάστηκε. Ξεκινώντας από τα τέλη του 13ου αιώνα, οι Οθωμανοί συνένωσαν τη Μικρά Ασία και δημιούργησαν μια Αυτοκρατορία που περιλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος τής Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής.
Στη Μικρά Ασία, πολλές πληθυσμιακές ομάδες υιοθέτησαν την τουρκική γλώσσα και τη μουσουλμανική θρησκεία. Η σταδιακή εξάπλωση στην περιοχή τόσο της νέας γλώσσας όσο και της θρησκείας άρχισε να επηρεάζει όλο και περισσότερο πολιτισμικά τις διάφορες μικρασιατικές περιοχές τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με αποτέλεσμα να παρατηρηθεί, ότι από τη χριστιανική και ελληνόφωνη Μικρά Ασία σταδιακά να επικυριαρχεί στους πληθυσμούς ο μουσουλμανισμός και η τουρκική γλώσσα. Το 1453 οι Οθωμανοί ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, καταλαμβάνοντας την πρωτεύουσά της, την Κωνσταντινούπολη. Η ισχύς και η αίγλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κορυφώθηκε το 16ο και 17ο μ.Χ αιώνα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα και μετά η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να παρακμάζει. Καθώς σταδιακά συρρικνωνόταν το μέγεθος, η στρατιωτική ισχύς και ο πλούτος της, πολλοί Βαλκάνιοι μουσουλμάνοι μετανάστευαν στην καρδιά της Αυτοκρατορίας στη Μικρά Ασία, μαζί με τους Τσερκέζους που κατέφυγαν στο συγκεκριμένο έδαφος μετά τη ρωσική κατάκτηση τού Καυκάσου. Η παρακμή της Οθωμανική Αυτοκρατορίας οδήγησε σε παροξυσμό των εθνικιστικών αισθημάτων μεταξύ των διάφορων υποτελών λαών, που με τη σειρά της οδήγησε σε αυξημένες εθνικές εντάσεις.
Μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη Συνθήκη Ειρήνης του 1919, τμήματά της καταλήφθηκαν από τους νικητές Συμμάχους (ΑΝΤΑΝΤ). Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης από τα συμμαχικά στρατεύματα οδήγησε στη δημιουργία του νεοτουρκικού κινήματος. Ο Toυρκικός Πόλεμος για την Ανεξαρτησία, που ξεκίνησε από το Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ και τους συνεργάτες του, είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση της σύγχρονης Δημοκρατίας της Τουρκίας το 1923, με τον Ατατούρκ πρώτο Πρόεδρο.
Το 1945, η Τουρκία έγινε μέλος των Ηνωμένων Εθνών. Οι απαιτήσεις της ΕΣΣΔ για στρατιωτικές βάσεις στα Στενά ώθησαν τις ΗΠΑ να διακηρύξουν το Δόγμα Τρούμαν το 1947. Το δόγμα διατύπωνε τις αμερικανικές προθέσεις να εγγυηθούν την ασφάλεια της Τουρκίας και της Ελλάδας, έχοντας ως συνέπεια την αποστολή στις δύο χώρες αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής υποστήριξης. Η Τουρκία έγινε μέλος τού ΝΑΤΟ το 1952, καθιστάμενη προπύργιο κατά της Σοβιετικής επέκτασης στη Μεσόγειο. Σταδιακά το τουρκικό κράτος προσχώρησε στον ΟΟΣΑ, τον ΟΑΣΕ και τους G-20 (των 20 μεγαλύτερων οικονομιών). Η Τουρκία ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για πλήρη ένταξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2005, όντας συνδεδεμένο μέλος με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα από το 1963 και έχοντας προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Τελωνειακή Ένωση το 1995. Η Τουρκία είναι επίσης μέλος του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας (ιδρύθηκε το 1995). Οι αυξανόμενες διπλωματικές και οικονομικές πρωτοβουλίες της Τουρκίας έχουν οδηγήσει στην αναγνώρισή της ως περιφερειακής δύναμης.
Οι Τούρκοι αποτελούν το 70 – 75% του πληθυσμού. Οι μειονότητες περιλαμβάνουν Κούρδους ( γύρω στο 18 – 25 % τού πληθυσμού) και άλλες εθνότητες, χωρίς επίσημη καταγραφή (γύρω στο 7 – 12% του πληθυσμού). Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού είναι ασπάζονται το σουνιτικό ισλαμικό δόγμα. Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Τουρκία είναι η ένοπλη εξέγερση των Κούρδων του ΡΚΚ που άρχισε στα 1984. Παράλληλα οι σχέσεις της με τα γειτονικά κράτη χαρακτηρίζονται από τις επεκτατικές βλέψεις του προέδρου της (Ερντογάν). Η Τουρκία συνορεύει με οκτώ χώρες: δυτικά με την Ελλάδα, βορειοδυτικά με τη Βουλγαρία, ανατολικά με τη Γεωργία, την Αρμενία, το Ιράν και το θύλακα Ναχιτσεβάν του Αζερμπαϊτζάν και νοτιοανατολικά με το Ιράκ και τη Συρία. Νότια με τη Μεσόγειο Θάλασσα, δυτικά το Αιγαίο Πέλαγος και βόρεια με τον Εύξεινο Πόντο. Η Θάλασσα του Μαρμαρά, ο Βόσπορος και ο Ελλήσποντος οριοθετούν το σύνορο μεταξύ Θράκης και Μικράς Ασίας, ενώ επίσης χωρίζουν την Ευρώπη από την Ασία. Η θέση της Τουρκίας στο σταυροδρόμι Ευρώπης και Ασίας την καθιστούν χώρα σημαντικής γεωστρατηγικής σημασίας.
Για αιώνες, οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας χαρακτηρίζονταν από ένα γεωπολιτικό ανταγωνισμό, καχυποψία και σύγκρουση. Μέχρι τον 20ο αιώνα και την Οκτωβριανή Επανάσταση έχουμε δώδεκα συνολικά Ρωσοτουρκικές συγκρούσεις με ηττημένη πάντοτε την Τουρκία (ο πρώτος ξεκίνησε το 1568 και ο τελευταίος έληξε το 1918). Πρόσφατα όμως, έχουν περάσει από μια συνολική κόντρα σε μια ευρείας κλίμακας συνεργασία. Στην ουσία, παρόλα αυτά, η μεταξύ τους σχέση παραμένει ασταθής και είναι αβέβαιο μέχρι πότε ο σημερινός «μήνας του μέλιτος» θα συνεχιστεί. Δεκαπέντε μήνες μετά την κατάρριψη του ρωσικού SU-24 στην συροτουρκική μεθόριο από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις οι σχέσεις Ρωσίας και Τουρκίας πέρασαν από το ναδίρ στο ζενίθ. Η θεαματική στροφή της τουρκικής κυβέρνησης στην συριακή κρίση επέτρεψε σε ένα μεγάλο βαθμό στις δύο χώρες να αναβαθμίσουν τη συνεργασία τους σε όλα τα επίπεδα και πλέον αυτή να αποκτά και στρατηγικό χαρακτήρα.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Η Ρωσία και η Τουρκία είναι υπέρ της διατήρησης του status quo στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Κατά τη διάρκεια της ρωσογεωργιανής σύγκρουσης το 2008, η Τουρκία τήρησε ουδέτερη στάση και περιόρισε την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα αμερικανικών πλοίων στα πλαίσια της δικαιοδοσίας της που πηγάζει από τη Συνθήκη του Μοντρέ. Επιχείρησε να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο για την εκτόνωση της έντασης και την προώθηση της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή του Νοτίου Καυκάσου με τη σύσταση της Πλατφόρμας Συνεργασίας και Σταθερότητας στον Καύκασο με τη συμμετοχή της ίδιας, της Ρωσίας και των τριών κρατών του Νοτίου Καυκάσου.
Τομείς αμυντικής συνεργασίας Ρωσίας – Τουρκίας
Από τη δεκαετία του 1980 η Τουρκία έχει προμηθευτεί ποσότητες Ρωσικού πολεμικού υλικού για χρήση από τις ένοπλες δυνάμεις της. Σε αυτό περιλαμβάνεται οπλισμός κυρίως για το στρατό και τη στρατοχωροφυλακή. Τέτοιου είδους συστήματα είναι ο φορητός οπλισμός (πχ τυφέκια τύπου AK-47, AKM, SVD), αντιαρματικοί πυραυλοι όπως οι 9M113 Konkurs (ή κατά ΝΑΤΟ AT-5 Spandrel), 9M133 Kornet (ή κατά ΝΑΤΟ AT-14 Spriggan), και οι ρουκέτες RPG-7.
Επίσης υπάρχουν και κύρια συστήματα όπως είναι τα τεθωρακισμένα μεταφοράς προσωπικού τύπων BTR-80 (από τα οποία κατέχονται περισσότερα από 500) και BTR-60 (από τα οποία κατέχονται περισσότερα από 300). Τέλος υπάρχουν και Ε/Π μεταφοράς προσωπικού τύπου Mi-17 (από τα οποία κατέχονται 18). Για τα τελευταία υπάρχει πρόθεση εκσυγχρονισμού και αναβάθμισής τους όπως έχει συμφωνηθεί στην τελευταία συνάντηση των προέδρων των δύο χωρών (Πούτιν – Ερντογάν) στις 10 Μαρτίου 2017. Η αναβάθμιση εκτιμάται ότι θα περιλαμβάνει το σύνολο των 18 μεταφορικών ελικοπτέρων Mil M-17 IV/IV Hip-H και τον εκσυγχρονισμό άνω των 240 ΤΟΜΠ τύπου BTR-80 της τουρκικής Στρατοχωροφυλακής.
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται η προμήθεια του αντιεροπορικού συστήματος , για δύο συστοιχίες από το οποίο έχει υπογραφεί σύμβαση προμήθειας, αξίας 2,2 δις δολαρίων, και τα οποία πρόκειται να αποκτηθούν εντός του 2019. Η εν λόγω προμήθεια έχει ως συνέπεια πέραν της ασταθούς πολιτικής της Τουρκίας, την αύξηση της δυσπιστίας και του σκεπτικισμού με τα οποία αντιμετωπίζεται τόσο μέσα στο ΝΑΤΟ γενικότερα όσο και από τις ΗΠΑ. Αντίστοιχη κατάσταση βλέπουμε να υπάρχει στις σχέσεις της με το Ισραήλ (σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας κυρίως). Συνέπεια αυτών είναι η απειλή εκ μέρους των ΗΠΑ για εφαρμογή του «εμπάργκο» (Νόμος για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω της Επιβολής Κυρώσεων (CAATSA)) λόγω της προμήθειας του συστήματος S-400
Παράλληλα υπάρχουν αρκετά άλλα προγράμματα στα οποία θέλει να εστιάσει η Τουρκία σε βιομηχανική συνεργασία με την Ρωσία αλλά και για εξαγωγές σε τρίτες χώρες (αραβικές κυρίως) καθώς από τις εξαγωγές προέρχεται ένα σημαντικότατο μέρος των εσόδων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας η οποία παρέχει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τέτοια προγράμματα αφορούν στην παραγωγή ή στη δημιουργία μιας έκδοσης (tailored) ΤΟΜΑ για τον τουρκικό στρατό όπως είναι το βαρύ ΤΟΜΑ Kurganets-25 και το αερομεταφερόμενο ΤΟΜΑ BMD-4.
Αντίστοιχα η Τουρκία στοχεύει στην εξαγωγή συστημάτων βαλλιστικών πυραύλων τύπου BORA και των ρουκετών ή στην συνεργασία για εξαγωγή του νέου τετραπλού εκτοξευτή αντιαρματικών πυραύλων της Aselsan ο οποίος μπορεί να βάλει και βλήματα Kornet (AT-14 Spriggan). Παράλληλα θέλουν να επεκταθεί η συνεργασία για προμήθεια και εξαγωγές αντιαρματικών συστημάτων αλλά και στον τομέα της αεράμυνας.
Η Τουρκία ήδη έχει κατασκευάσει κάποια drones και ετοιμάζεται να ξεκινήσει πρόγραμμα παραγωγής μαχητικών αεροσκαφών. Αυτή η διαπίστωση μας οδηγεί σε άλλους τρεις πολύ σημαντικούς, δυνητικούς τομείς της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών: τον τομέα της αεροδιαστημικής τεχνολογίας στο πλαίσιο της πρόθεσης της Τουρκίας να αποκτήσει αυτάρκεια στην κατασκευή του «εθνικού αεροσκάφους» 5ης γενιάς, στην προσπάθεια προώθησης του «εθνικού πλοίου» και στην απόκτηση πυρηνικής τεχνολογίας και αντίστοιχων όπλων. Το τελευταίο ιδιαίτερα είναι και ο πιο προσιτός στόχος της Τουρκίας δεδομένου ότι Ρωσικές εταιρείες θα κατασκευάσουν τουλάχιστον ένα από τους τέσσερις σταθμούς πυρηνικής ενέργειας που θα κατασκευάσει η Τουρκία στο Ακούγιου (Akkuyu).
To Μάιο του 2010, η Ρωσία και η Τουρκία υπέγραψαν συμφωνία όπου μια θυγατρική της Rosatom θα κατασκευάσει μια μονάδα παραγωγής ενέργειας στο Ακκούγιου που θα περιλαμβάνει τέσσερις μονάδες VVER ισχύος 1.200 MW. Η κύρια κατασκευή ξεκίνησε το Μάρτιο του 2018 και η πρώτη μονάδα αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2023. Οι άλλες τρεις μονάδες αναμένεται να ολοκληρωθούν έως το 2025. Τα υπολείμματα των πυρηνικών καυσίμων μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή ικανής ποσότητας υλικού για κατασκευή πυρηνικών όπλων. Είναι αξιοσημείωτο, όπως αναφέρει στο σημείωμά του ο Ελληνας ειδικός Παντελής Οικονόμου, πρώην ανώτερο στέλεχος του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, ότι στις πυρηνικές συμφωνίες της Άγκυρας με τη Μόσχα και το Τόκιο σχετικά με τους πυρηνικούς σταθμούς στο Ακουγιού και στη Σινώπη αντίστοιχα, υπάρχει μια «επίμαχη πρόβλεψη», σχετικά με την «απόκτηση ικανότητας για παραγωγή και επεξεργασία πυρηνικών καυσίμων» (εμπλουτισμού ουρανίου και παραγωγής πλουτωνίου). Η πρόβλεψη αυτή «περιλήφθηκε στις συμφωνίες έπειτα από προσωπική επιμονή του προέδρου Ερντογάν. Η διαδικασία μπορεί να είναι αρκετά αργή (θα απαιτηθούν περίπου δέκα χρόνια από την έναρξη λειτουργίας του εργοστασίου για την παραγωγή ικανής ποσότητας για κατασκευή μιας βόμβας) αλλά στο μέλλον δίνει τη δυνατότητα στην Τουρκία να ενταχθεί στην πολύ κλειστή ομάδα χωρών που κατέχουν πυρηνικά όπλα.
Εκτός όμως από τις συμφωνίες που βλέπουμε για το ίδιο το υλικό υπάρχουν και οι συμφωνίες (είτε έγγραφες είτε άτυπες /προφορικές) που αφορούν στη στάση και την αντιμετώπιση, κυρίως από την Τουρκία των δράσεων της άλλης χώρας προς την εφαρμογή των επιδιώξεών τους στην περιοχή. Τέτοια παραδείγματα έχουμε με τον πόλεμο στη Γεωργία το 2008, τις ενέργειες της Ρωσίας στην Αμπχαζία – Ν. Οσετία, αλλά και την αντιμετώπιση αλλήλων στην περιοχή της Συρίας. Διακρίνουμε την ύπαρξη κοινών ειρηνευτικών αποστολών στη Συρία, μέσω της τριμερούς διαδικασίας στην Αστάνα μαζί με το Ιράν αλλά και την ύπαρξη διαλόγου μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων. Οι Ρώσοι απέσυραν τις δυνάμεις τους από το Αφρίν και εξασφάλισαν από το καθεστώς Άσαντ, ότι η τουρκική αεροπορία θα πετά χωρίς προβλήματα πάνω από τη Αφρίν.
Η Ρωσία με τη συμφωνία με την Τουρκία διαφαίνεται ότι έχει διπλό στόχο. Πρώτον, τη διεύρυνση της αγοράς σε εξαγωγές οπλικών συστημάτων σε χώρες που παραδοσιακά, αγόραζαν από τη Δύση. Και δεύτερον, να δημιουργήσει ρήγματα στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ. Παρόλα αυτά θα είναι λάθος να μιλήσει κανείς, για στρατιωτική συμμαχία, της Τουρκίας με τη Ρωσία. Η Τουρκία παραμένει στενά συνδεδεμένη στο ΝΑΤΟ. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει, ότι ο Ερντογάν δεν θα το χρησιμοποιήσει για να αποκομίσει μεγάλα κέρδη και παραχωρήσεις από τη Δύση. Ταυτόχρονα, υπάρχει μεγάλη δυσπιστία μεταξύ των δυο.
Ζητήματα Εξωτερικής Πολιτικής
Μετά την λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, τα ζητήματα που αφορούσαν την εξωτερική πολιτική στην περιοχή ήταν το Κυπριακό, οι σχέσεις των κρατών της Μέσης Ανατολής, οι σχέσεις μεταξύ Νότιων και Βόρειων χωρών καθώς και με τις ΗΠΑ. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναδειχθεί επίσης οι τομείς της ενέργειας και συγκεκριμένα τα αποθέματα στην Ανατολική Μεσόγειο και η ανάπτυξη /κυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή. Η Τουρκία προσπάθησε να εκμεταλλευτεί το κενό που δημιούργησε η κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991 αλλά και τις εξελίξεις στην περιοχή της Μέσης Ανατολής (Ιράκ – Σαντάμ Χουσεΐν, εμφύλιος στη Συρία, Ισραήλ –Παλαιστινιακό, Λιβύη) ώστε να καταστεί περιφερειακή υπερδύναμη. Βασικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής τόσο της Ρωσίας όσο και της Τουρκίας αποτελεί η απόκτηση κύρους και ισχύς τόσο στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, όσο και ευρύτερα. Ο Πούτιν υποστηρίζει πως το διεθνές περιβάλλον έχει διαμορφωθεί αισθητά και κάνει λόγο για « πολύ – πολικότητα » με την εμφάνιση και την άνοδο νέων « παικτών», οι οποίοι πρέπει να έρθουν σε μία αλληλοκατανόηση για να επιτευχθεί η συνεργασία μεταξύ τους. Ο Ρώσος Πρόεδρος υποστηρίζει δε, πως η εσωτερική ζωή ενός κράτους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εξωτερική πολιτική· εργαλείο δε, για την επίτευξή της είναι οι αμυντικές συμφωνίες.
Η διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης με την Πτώση τού Κομμουνισμού είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του ρωσικού κράτους και την αποσύνθεσης του ως μία γεωπολιτική μονάδα. Διακόπηκε ξαφνικά η πορεία της Ρωσίας ως μία παγκόσμια υπερδύναμη. Πέρασε μία δεκαετία στασιμότητας και απομόνωσης, μέχρι να γίνει ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου της χώρας και της εξωτερικής της πολιτικής. Σε μεγάλο βαθμό, η διαμόρφωση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής οφείλεται στις ενέργειες του Β. Πούτιν.
Οι αλλαγές που επέρχονται στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας με την προσάρτηση της χερσονήσου της Κριμαίας και τη δυνατότητα αύξησης της ισχύος του ρωσικού ναυτικού που αυτή συνεπάγεται αναμφισβήτητα ισχυροποιούν τη ρωσική ικανότητα προβολής ισχύος όχι μόνο στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ρωσία και Τουρκία μοιράζονται κοινές θέσεις και συμφέροντα για ζητήματα της περιοχής και έχουν εγκαθιδρύσει μία σταθερή πορεία συνεργασίας την τελευταία δεκαετία. Η Ρωσία ανησυχεί από την διείσδυση της ΕΕ και των ΗΠΑ σε περιοχές της παραδοσιακής σφαίρας επιρροής της, ενώ η Τουρκία ανησυχεί για την αποσταθεροποίηση των νοτιοανατολικών συνόρων της και τις συνεπακόλουθες συνέπειες για την εδαφική της ακεραιότητα. Η Τουρκία αναγνωρίζει τα ζωτικά συμφέροντα του περιφερειακού ηγεμόνα και ακολουθεί μία πολιτική άμβλυνσης των δευτερευόντων αντικρουόμενων συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή του Εύξεινου Πόντου.
Η κατάρριψη, όμως, του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους την 24η Νοεμβρίου 2015, κατά τη διάρκεια αποστολής βομβαρδισμού στο θέατρο επιχειρήσεων της Συρίας από τουρκικά μαχητικά, δημιούργησε σοβαρή κρίση στις διπλωματικές σχέσεις των δύο κρατών και οδήγησε σε ραγδαία επιδείνωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων. Η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας και η κλιμακούμενη εμπλοκή των ενόπλων δυνάμεων της από την 30η Σεπτεμβρίου 2015 σε επιχειρήσεις εναντίον των διαφόρων αντικαθεστωτικών δυνάμεων που μάχονται το καθεστώς Άσαντ, αλλά και εναντίον δυνάμεων του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους μετέβαλε το συσχετισμό ισχύος που είχε διαμορφωθεί στη στρατιωτική σύγκρουση στη Συρία. Η ισχυρή παρουσία της Ρωσίας επηρεάζει αρνητικά τους τουρκικούς σχεδιασμούς σε μία περιοχή που θεωρείται νευραλγική για την ασφάλεια της Τουρκίας. Η επιδείνωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων υποδηλώνει ότι η Τουρκία είναι διατεθειμένη να προωθήσει τα συμφέροντά της στην περιοχή της Μέσης Ανατολής παρά τον μεγάλο οικονομικό και διπλωματικό αντίκτυπο που θα έχει η πολιτική σύγκρουσης με τους ρωσικούς σχεδιασμούς για την περιοχή.
Περιφερειακές σχέσεις: Ευρώπη – Τουρκία – Ρωσία
Η περιοχή του Εύξεινου Πόντου ήδη από την εποχή της Τσαρικής Ρωσίας θεωρούταν ένα τμήμα της αυτοκρατορίας με αυξημένη γεωπολιτική και οικονομική σημασία. Η γειτνίαση με τους Οθωμανούς και ο έλεγχος από τους τελευταίους των Στενών υπήρξε πάντα αιτία προστριβών και συχνά πολεμικών συρράξεων. Η Σοβιετική Ένωση σε συμφωνία με τους Νεότουρκους και περιοριζόμενη οικονομικά στα στενά όρια της κρατικής της οικονομίας, έδειξε εκ νέου ενδιαφέρον στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, κυρίως για στρατιωτικούς λόγους αφού μάλιστα η Τουρκία ήταν μέλος του ΝΑΤΟ. Στα νεότερα χρόνια, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η ευρύτερη περιοχή του Εύξεινου Πόντου αποτέλεσε πεδίο ενδιαφέροντος, σύγκρουσης και ανταγωνισμού για πολλούς «παίκτες» σε περιφερειακό επίπεδο. Το ενδιαφέρον τους για την περιοχή έδειξαν άμεσα το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ρωσία, καθώς και τα κράτη (που προέκυψαν από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης) τα οποία ανήκουν στην περιοχή αυτή. Το ΝΑΤΟ προωθεί την πολιτική ιδεολογία του σε αντίθεση με αυτή της Ρωσίας στην περιοχή. Μπορούμε να πούμε, ότι έχουμε να κάνουμε με την Ευρωατλαντική ιδεολογία εναντίον της ρωσικής. Για την Ευρώπη, έπειτα από την μεγάλη διεύρυνση της (2004) και αργότερα από την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, η περιοχή του Εύξεινου Πόντου αποτελεί πλέον κομμάτι της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία και θέλει να προωθήσει τη δημοκρατία, τις ευρωπαϊκές αξίες και να παγιώσει την σταθερότητα, καθώς και να δραστηριοποιηθεί σε θέματα ασφάλειας (παγωμένες συγκρούσεις), οικονομίας και ενέργειας.
Όσον αφορά, τη Ρωσία και την Ελλάδα και την σχέση τους στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου, η Ρωσία αποτελεί το μεγαλύτερο παράκτιο κράτος στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας τόσο σε οικονομικό όσο και στρατιωτικό επίπεδο. Στόχος της είναι να συνεχίσει να έχει τον έλεγχο στην περιοχή, ασκώντας πολιτική τόσο σε διμερές επίπεδο με τα νέα ανεξάρτητα κράτη (μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης) αλλά και σε περιφερειακό, προωθώντας την ενεργειακή αλλά και την αμυντική της πολιτική. Ενώ για την Ελλάδα, πέρα από την ιδιότητα της ως ευρωπαϊκή χώρα, οπότε και συμβαδίζει με την ευρωπαϊκή πολιτική στην περιοχή, την συνδέουν ιστορικοί δεσμοί με τους λαούς της περιοχής του Εύξεινου Πόντου. Συγχρόνως για εύλογους λόγους, δεν παύει η Ρωσία να βρίσκεται σε «περίοπτη θέση» τής ελληνικής πολιτικής και διπλωματικής αντζέντας.
Η πολιτική παρουσία και δράση της Ρωσίας στα εσωτερικά θέματα των γειτονικών της χωρών έχει αυξηθεί σταδιακά από το 2000. Στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης και του Καυκάσου, η Ρωσία απαριθμεί ένα μεγάλο αριθμό παρεμβάσεων είτε με στρατιωτικά είτε με πολιτικά μέσα. Τα γεωπολιτικά και ιδεολογικά κίνητρα της Ρωσίας όσον αφορά την εγγύς περιοχή έχουν συντονιστεί τόσο με την εσωτερική πολιτική της όσο και με την εξωτερική. Η Ρωσία με τις παρεμβάσεις αυτές έχει ως στόχο να ενισχύσει την δύναμη και τον ρόλο της τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και στην διεθνή πολιτική σκηνή. Για την Τουρκία, η ρωσική αυτή παρέμβαση δεν αποτελεί μεγάλο ζήτημα παρά μόνο αν αυτές οι προκλήσεις ξεπεράσουν το όριο και επηρεάσουν την εδαφική της ακεραιότητα και συμφέρον. Βέβαια έχει δηλώσει την δυσαρέσκεια της σε κάποιες περιπτώσεις (Γεωργία, 2008 – Αμπχαζία και Ν. Οσετία – Κριμαία, 2017). Από την άλλη, για την Ευρώπη, η ρωσοτουρκική συνεργασία είναι ένα μείζον ζήτημα, διότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων.
Έτσι βλέπουμε ότι η Ευρώπη δέχεται προκλήσεις από την ρωσική παρέμβαση στην ανατολική πλευρά, καθώς η Ρωσία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις των χωρών της περιοχής με την Ευρωπαϊκή Ένωση, χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της σχέσης της με την Τουρκία. Πιο συγκεκριμένα, η ρωσική πολιτική έχει επιφέρει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για την Τουρκία στην σχέση της με την Ευρώπη σε τρία σημεία. Αρχικά η συνέχιση του πολέμου στην Συρία και η παρουσία της Ρωσίας ικανής να αντιτεθεί με τις νατοϊκές δυνάμεις εκεί με στόχο να μην πέσει ο Άσαντ, έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση μεγάλης ροής προσφύγων προκαλώντας αστάθεια στα νότια σύνορα της Τουρκίας και εντείνοντας την πίεση της σε σχέση με τις προσφυγικές συμφωνίες με την Ευρώπη. Επίσης με την προσάρτηση της Κριμαίας, η Ρωσία έχει πλέον στον έλεγχο της τις ουκρανικές ναυτικές βάσεις στην Σεβαστούπολη με αποτέλεσμα να αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων στην Μ. Θάλασσα καθώς επί του παρόντος το ρωσικό ναυτικό ασκεί πλήρη έλεγχο προκαλώντας σημαντικές επιπτώσεις στην Τουρκία. Η Τουρκία βλέπει την Ρωσία με δύο τρόπους: πρώτον ως εχθρό/ανταγωνιστή καθώς υπάρχει ανταγωνισμός Ρωσίας – Δύσης / ΝΑΤΟ όπου και είναι και η Τουρκία μέλος και δεύτερον ως συνεργάτη σε εμπορικό και ενεργειακό επίπεδο. Η Τουρκία προσπαθεί να παίξει ουδέτερο ρόλο ανάμεσα στις δύο πλευρές (ΕΕ-Ρωσία) και να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη. Αν και τους χώριζαν αρκετές γεωπολιτικές διαφορές, τα δύο κράτη έχουν έρθει σε κοινή απόφαση για την ανάπτυξη συνεργασίας σε οικονομικό και εμπορικό επίπεδο.
Όσον αφορά τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας, αυτές θεωρούνται μεγάλης σημασίας κυρίως στον τομέα της ενέργειας, αλλά και της ασφάλειας. Βέβαια να αναφερθεί πως η Τουρκία προσπαθεί να παίξει ουδέτερο ρόλο και να μοιράσει τις σχέσεις της με την Ευρώπη και την Ρωσία αντίστοιχα με στόχο την αποκόμιση όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη αλλά και την παγίωση της στον ενεργειακό χάρτη με το να αποτελέσει χώρα διαμετακόμισης. Παράλληλα, η Τουρκία αποτελεί χώρα αρχικού προορισμού / διαμετακομιστικό κόμβο στην προσπάθεια μεγάλων πληθυσμών προσφύγων από αραβικές / μουσουλμανικές χώρες να διεκπεραιωθούν στη δύση. Με αυτό το πρίσμα και προκειμένου να μπορεί να ελέγχει τη ροή των συγκεκριμένων μαζών η δύση επιθυμεί να αποτελέσει η Τουρκία ένα αμυντικό φράγμα στην περιοχή που θα περιορίσει ή / και θα ελέγξει την από ανατολής απειλή.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Σημαντικό ρόλο στις γεωπολιτικές σχέσεις στην περιοχή εκτιμάται ότι θα παίξουν οι συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας που αναφέρθηκαν παραπάνω. Ιδιαίτερα η μεταφορά τεχνογνωσίας προς την Τουρκία για την κατασκευή προηγμένων συστημάτων όπως είναι τα Α/Φ 5ης γενιάς και τα πυρηνικά όπλα. Ταυτόχρονα είναι κρίσιμος παράγοντας η αντίστοιχη συνεργασία της Τουρκίας με τις δυτικές χώρες στα αντίστοιχα πεδία και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.
Βέβαια πρέπει να επισημανθεί πως η Τουρκία, εξαιτίας της γεωστρατηγικής της θέσης, δέχεται σε μεγάλο βαθμό πιέσεις και από τις δύο πλευρές (Δύση και Ρωσία) και κινείται σύμφωνα με την ερμηνεία που προσδίδει στις διεθνείς συγκυρίες. Κάτι το οποίο επιβεβαιώνει την πάγια πολιτική της Τουρκίας, η οποία αν και σύμμαχος της Δύσης, ακολουθεί μια εξωτερική πολιτική, με σκοπό να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη. Από πολιτικής πλευράς, η Τουρκία εμφανίζεται την περίοδο αυτή να εκφράζει έναν έντονο διπολισμό με τη Δύση αναφορικά με την αναβαθμισμένη θέση που θέλει να της προσδώσει ο Πρόεδρος της. Και η αμυντική συνεργασία με την Ρωσία αποτελεί ένα διαπραγματευτικό χαρτί. Βέβαια οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας δεν έπαυαν να βρίσκονται σε τεταμένο κλίμα. Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να παραβλέψουμε, ότι μετά τις τελευταίες εξελίξεις που το τουρκικό κράτος εντείνει την κλιμάκωση στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, εκδίδοντας NAVTEX και δεσμεύοντας περιοχές που ανήκουν σε ευρωπαϊκό έδαφος, ενώ ταυτόχρονα εμποδίζει με τα γεωτρύπανά της τη συνέχιση των γεωτρήσεων των ευρωπαϊκών εταιρειών στα κυπριακά οικόπεδα, παρατηρούμε ότι η Ρωσία τηρεί «σιγήν ιχθύος» που μπορεί να ερμηνευτεί επί του παρόντος, ότι αναμένει τις εξελίξεις για να αντιδράσει, ενδεχομένως και εναντίον της Τουρκίας. Και αυτό γιατί, το ρωσικό κράτος ως «παίχτης» έχει αντιληφθεί το διπολισμό τού Ερντογάν. Οι σχέσεις Ρωσίας και Τουρκίας θα κριθούν αφενός από τον τρόπο που θα διαχειριστεί η νέα Επίτροπος της Κομισιόν τα ευρω- τουρκικά ζητήματα (με πρωτεύον το μεταναστευτικό) αφετέρου η στάση που θα συνεχίσει να τηρεί ο Τραμπ απέναντι στον Τούρκο Πρόεδρο (ας μην ξεχνάμε, ότι αυτήν την στιγμή οι ΗΠΑ βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Οδηγός 1999 για τα Βαλκάνια και τις παρευξείνιες χώρες, Πολιτική – οικονομία – άμυνα – πρόσωπα: Ανασκόπηση, Σπύρος Κουζινόπουλος, Βλάσης Βλασίδης, Ιανός, 1999, ISBN 960-7771-21-4, ISBN-13 978-960-7771-21-6
Η Ρωσία σήμερα, Πολιτική, οικονομία και εξωτερικές σχέσεις, Συλλογικό έργο, ISBN 978-960-02-2440-5, ΕΥΔΟΞΟΣ 2010
Μικρασιατική Καταστροφή, Ο ρόλος της Σοβιετικής Ρωσίας, Ριζοσπάστης, 31 Αυγ 02
Ο ρόλος της Ρωσίας στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου, Δημήτριος Φαρδέλας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ρόδος, Δεκέμβριος 2015
Ευαγόρου Ε. Λ., Τα Οικονομικά της Άμυνας των Κρατών Ελλάδας – Τουρκίας και οι Μεταξύ τους Σχέσεις. Μια Θεωρητική Προσέγγιση στον Πολιτικό Ρεαλισμό και στη Στρατηγική των Διεθνών Σχέσεων, Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη: Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, 2005.
Ευαγόρου Ε. Λ., Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις από το 1923 έως Σήμερα: Θεωρία Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγική, Αθήνα: Ποιότητα, 2010.
Ευαγόρου Ε. Λ., «Ο Εξοπλιστικός Ανταγωνισμός Ελλάδας και Τουρκίας υπό το πρίσμα της Στρατηγικής των Διεθνών Σχέσεων και της Πολιτικής Οικονομίας», Το Βήμα των Κοινωνικών Επιστημών, Τόμος ΙΔ΄, Τεύχος 53, Φθινόπωρο 2008, σελ. 91-121.
Ευαγόρου Λ. Ε., «Η Υψηλή Στρατηγική της Σοβιετικής Ένωσης πριν και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: Αντιθέσεις και Συγκλίσεις Στρατηγικών Στόχων Ασφαλείας και Ηγεμονικής Επιβολής με Ιδεολογικά Προτάγματα», στο Π. Ήφαιστος, Κ. Κολιόπουλος και Ε. Χατζηβασιλείου (επιμ.), Η Έναρξη του Ψυχρού Πολέμου, 1941-1950: Στρατηγικά ή Ιδεολογικά Αίτια, Αθήνα: Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, Πάντειο Πανεπιστήμιο, 2012, σελ. 117-149.
Evaghorou E. L., “An Offensive Realism Approach: Turkey as a Regional Power”, στο A. Kalaitzidis (επιμ.), Global Politics in the Dawn of the Twenty-First Century, Athens: ATINER, 2009, σελ. 227-244.
Ευαγόρου Λ. Ε., «Η Σχέση Μεταξύ Δαπανών για Στρατιωτικούς Εξοπλισμούς και Ανάπτυξης του Κράτους: Η Περίπτωση της Τουρκίας», στο A. Bitzenis, J. Marangos, P. Papadimitriou και C. Kafteranis (επιμ.), Proceedings of International Conference on International Business, 2011, Κομοτηνή: Παρατηρητής της Θράκης – Επικοινωνία, 2012, σελ. 238-254.
Γεωπολιτική προσέγγιση της «νέας κατάστασης» των Βαλκανίων, Αθανασιάδης Θεόδωρος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Νοέμβριος 2009
Βαλκάνια 1913-2011 Εκατό Χρόνια Θύελλες και Χίμαιρες, Ν. ΜΕΡΤΖΟΣ, κ.α., ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, Αφοί Κυριακίδη A.E., 2012
Οι Ελληνορωσικές σχέσεις κατά τον 21ο αιώνα (επί προεδρίας και πρωθυπουργίας) του Βλαντίμιρ Πούτιν, Γεώργιος – Ραφαήλ Κουρούτζης
Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ρόδος, Δεκέμβριος 2017
Διπλωματικες Σχεσεις Ρωσιας – Τουρκιας, Δημήτρης Γκούβας, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, 2009
Ντόκος Θάνος, Λευκή Βίβλος για την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική Άμυνα και Ασφάλεια Προκλήσεις, Ευκαιρίες και Προτάσεις, εκδ Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, 2016 σελ197
Τριανταφύλλου Δημήτρης, Μανώλη Παναγιώτα, Αφιέρωμα Ο Εύξεινος Πόντος: Μια αναδυόμενη Περιοχή, e-class σελ 184
Cornell Svante, Jonsson Anna, Nilsson Niklas, Hagstrom Per, Η ευρύτερη περιοχή του Εύξεινου Πόντου ένας νέος κόσμος στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, εκδ. ΠΑΠΑΖΗΣΗ, Αθήνα, 2007
Παπαδοπούλου Ειρήνη, Το «Νέο Μεγάλο Παιχνίδι» της μεταφοράς ενέργειας και η γεωπολιτική Σημασία της Περιοχής των Βαλκανίων στα Πλαίσια Αυτού, Γεωπολιτική τ.11,
Μάζης Ιωάννης, Γεωπολιτική, η Θεωρία και η Πράξη, Αθήνα 2002, εκδ. Παπαζήση,
Τσάκωνας Παναγιώτης, Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική Πολιτική Μια Συνολική Προσέγγιση Τόμος Β΄, εκδ Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, Αθήνα, 2003
Τασουλάς Αργύρης, Διπλωματική Εργασία Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση: Οι διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας-Σοβιετικής Ένωσης 1961-1963,Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα,2016
Σούλης-Σκιαδόπουλος Ερμής, Ελληνο-Ρωσικές σχέσεις από την αδράνεια στην ενσυνείδητη επιλογή αναθέρμανσης, εκδ ινφογνώμων, Αθήνα,2014
Η Ελλάδα στον Ψυχρό Πόλεμο, Κουρκουβέλας Λυκούργος, Η Καθημερινή http://www.kathimerini.gr/816045/gallery/epikairothta/ereynes/h-ellada–ston-yyxro-polemo
https://pgjonline.com/2009/09/07/the-nabucco-pipeline-project-gas-bridge-to-europe/, Ανάκτηση 07 Ιαν 19
https://www.offshoreenergytoday.com/abb-picks-optasense-for-tanap-gas-pipeline-leak-detection/, Ανάκτηση 07 Ιαν 19
http://www.businessinsider.com/russia-and-turkey-finalize-plans-for-turkstream-gas-pipeline-2016-10, Ανάκτηση 07 Ιαν 19
https://www.dikaiologitika.gr/eidhseis/kosmos/220587/ta-provlimata-tis-tourkias-exoun-evryteres-geopolitikes-kai-stratigikes-epiptoseis 29 Δεκ 2018, The Guardian, 17 Αυγ 18, Ανάκτηση 07 Ιαν 19
https://www.dikaiologitika.gr/eidhseis/kosmos/220587/ta-provlimata-tis-tourkias-exoun-evryteres-geopolitikes-kai-stratigikes-epiptoseis, The Guardian, Ανάκτηση 07 Ιαν 19,
https://www.liberal.gr/arthro/216968/amyna–diplomatia/2018/pros-nea-stratigiki-tis-tourkias-apenanti-stin-dusi.html, Χρήστος Μηνάγιας, 22 Αυγ 18, Ανάκτηση 07 Ιαν 19,
https://hellasjournal.com/2018/02/i-prosengisi-tis-tourkias-ke-tis-rosias-mithos-ke-pragmatikotita/, Δημήτρης Απόκης, 19 Φεβ 18, Ανάκτηση 07 Ιαν 19
https://www.protothema.gr/stories/article/669852/i-olethria-gia-tin-ellada-sunergasia-lenin-kemal/ , Ανάκτηση 07 Ιαν 19
http://www.huffingtonpost.gr/2016/05/24/politiki-karmanlis-putin-tsipras_n_10113190.html, (Huffington post, Οι σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας από το 1993 έως σήμερα: Η πρώτη επίσκεψη Πούτιν στο Άγιο Όρος με τον Καραμανλή, 2016)
*Ο Αντιπλοίαρχος Θεόδωρος Κατσουγιαννόπουλος ΠΝ, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το έτος 1974. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1998 ως Σημαιοφόρος ΠΝ. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του υπηρέτησε σε Αντιτορπιλικό, Υποβρύχια και Φρεγάτα, ως επιτελής και Διευθυντής Επιχειρήσεων. Από το 2015 έως το 2016 διετέλεσε Ύπαρχος στη Φ/Γ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ και το 2016 έως το 2017 Κυβερνήτης στην Κ/Φ ΚΡΑΤΑΙΟΣ. Έχει λάβει μέρος σε έξι αποστολές ΝΑΤΟ Response Force. Μεταξύ 2010 – 2015 και 2017 – 2018 υπηρέτησε στο Επιτελείο του Αρχηγείου Στόλου στη Διεύθυνση Επιχειρήσεων, Τακτικής και Ασκήσεων ως Επιτελής, Τμηματάρχης Προγραμματισμού Τρεχουσών Επιχειρήσεων και Τμηματάρχης Ασκήσεων και Επιχειρησιακής Εκπαίδευσης καθώς και ως Διευθυντής της. Φοίτησε σε όλα τα προβλεπόμενα για το βαθμό του σχολεία, με εξειδίκευση Ανιχνευτή Υποβρυχίων (Α/Υ) και έχει τιμηθεί με όλα τα προβλεπόμενα για το βαθμό του παράσημα, μετάλλια και διαμνημονεύσεις. Είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού στα Πληροφοριακά Συστήματα από το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Μεταπτυχιακός φοιτητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ- Τομέας Διεθνών Σπουδών με ειδίκευση στις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Νομικές Σπουδές. Γνωρίζει την Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Έχει τρεις κόρες.
Στοιχεία επικοινωνίας:
Τηλέφωνο: 6943482831
e-mail : katsou_theogr@yahoo.gr
Δ/νση κατοικίας: Σωστράτους 26- Νέος Κόσμος Αττικής, TK 11743