ΜΕΤΑΠΑΙΔΕΙΑ: Η Μακρόνησος – Πόσοι ξέρουμε την ιστορία της;
Γενικά στοιχεία
Η Μακρόνησος υπάγεται διοικητικά στη νήσο Κέα, στην οποία ανήκει ιδιοκτησιακά από το 1830, αφότου διατηρεί ιστορικά καταγεγραμμένες σχέσεις, αλλά και με αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 η Μακρόνησος, που βρίσκεται σε γεωγραφικό μήκος 24o 07′ 24.23″ E και γεωγραφικό πλάτος 37o 41′ 57.87″ N, έχει πληθυσμό πέντε (5) κατοίκων. Το νησί έχει επίμηκες σχήμα, με μήκος 13 περίπου χιλιόμετρα από Βορρά προς Νότο και πλάτος από 1 ως 2,5 χιλιόμετρα. Η έκτασή της είναι 18,427 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το έδαφος της είναι ξηρό και βραχώδες με μικρούς λόφους. Το υπέδαφος της αποτελείται από στρώματα μαρμάρων και σχιστολίθων, ενώ σε κάποιες περιοχές υπάρχουν αργυρούχα μεταλλεύματα, όπως γαληνίτης (PbS). Από πλευράς γεωλογικής συγγένειας, η Μακρόνησος ανήκει μάλλον στη Λαυρεωτική παρά στις Κυκλάδες. Η ψηλότερη κορυφή της Μακρονήσου υψώνεται στα 281 μέτρα, βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νησιού και ονομάζεται «Τρυπητή», λόγω του ότι είναι φυσική σήραγγα με κατεύθυνση από τα Ανατολικά προς τα Δυτικά. Επίσης στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού υπάρχει μια σπηλιά που φέρει το όνομα της Ελένης. Η κορυφογραμμή διαχωρίζει την ανατολική πλευρά, με τις πιο ισχυρές κλίσεις, που φθάνουν μέχρι και 60%, και πανέμορφους κολπίσκους, από τη δυτική πλευρά, όπου οι κλίσεις δεν ξεπερνούν το 30% και ακτή δεν έχει πολλές διακυμάνσεις. Οι ακτές του νησιού έχουν συνολικό μήκος 37 χιλιόμετρα, που σχηματίζουν τρεις όρμους τους Αγκάλιαστρο, Γερολυμνιώνα και Μαυριά, ενώ μεταξύ τους στη θέση Καταζυγιά υπάρχει μεγάλο φυσικό σπήλαιο. Στο Μακρόνησο υπάρχει έλλειψη πόσιμου νερού καθώς υπάρχουν ελάχιστες πηγές που συχνά στερεύουν.
Τα τελευταία χρόνια στο νησί υπάρχει οικονομική δραστηριότητα μελισσοκομίας, από κατοίκους των κοντινών ακτών της Αττικής, καθώς και υποβρύχιας ερασιτεχνικής αλιείας, όταν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες. Στο νησί εντοπίζονται ή πιθανολογούνται ενδιαιτήματα μεταλλουργών, κτηνοτρόφων, μελισσοκόμων, μοναχών, σε ασυνεχείς περιόδους, πάντα σε σχέση με τις οικονομικές και άλλες δραστηριότητες των κοντινών περιοχών, της Κέας και της Λαυρεωτικής, δηλαδή του νοτίου άκρου της Αττικής. Γύρω από το νησί έχουν έξι αρχαία ναυάγια που χρονολογούνται από τον 2ο αιώνα π.Χ. έως τον 4ο αιώνα μ.Χ., τα δύο στον ύφαλο της Τρυπητής, ένα στο ακρωτήριο Κέντρο, ένα στον όρμο Βαθύ Αυλάκι και δύο μεταξύ Μακρονήσου και Θορικού, ενώ ως τις τελευταίες δεκαετίες ήταν ορατό το μισοβυθισμένο πλοίο «Apollonia VI» μετά την προσάραξη του το 1980 στην περιοχή «Τρυπητή». Το νησί φυτογεωγραφικά ανήκει στη Στερεά Ελλάδα. Οι μόνες επιβεβαιωμένες αναφορές φυτών από το νησί φαίνεται ότι προέρχονται από τους Sibthorp και Smith, οι οποίοι στο έργο «Flora Graeca» αναφέρουν τα είδη «Centaurea spinosa» και «Globularia alypum». Στη Μακρόνησο έχουν προσδιοριστεί 304 είδη και υποείδη αγγειοφύτων, τα οποία ανήκουν σε 193 γένη και 57 οικογένειες. Mεταξύ αυτών, τo «Aspleniun obovatum» έχει ευρεία εξάπλωση στις Κυκλάδες αλλά λείπει από τη Στερεά Ελλάδα, η «Silene remotiflora» είναι διάσπαρτη στην ηπειρωτική Ελλάδα αλλά πολύ σπάνια στο Αιγαίο, η «Silene apetala» απουσιάζει από τις υπόλοιπες Κυκλάδες, η «Trigonella rotundifolia» έχει αναφερθεί στις Κυκλάδες μόνο από το σύμπλεγμα της Σαντορίνης ενώ το «Goniolimon sartorii» είναι ένα τοπικό ενδημικό είδος του Αιγαίου Πελάγους.
Ιστορία
Στην αρχαιότητα, καθώς οι θαλάσσιες μεταφορές ήταν ταχύτερες και πρακτικότερες από τις χερσαίες, η γύρω περιοχή αποτελούσε πολυσύχναστο θαλάσσιο δρόμο. Έξι αρχαία ναυάγια έχουν εντοπιστεί γύρω από τη Μακρόνησο. Στο νησί υπάρχει εγκατάσταση που τοποθετείται χρονικά στα τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ., μεταξύ της Νεολιθικής περιόδου και της εποχή του Χαλκού. Έχουν βρεθεί αρχαία ερείπια, τεμάχια κιόνων και κρηπιδώματα μεγάλου αρχαίου κτίσματος. Στην Μακρόνησο έχουν βρεθεί λεπίδες οψιανού, ενώ στη θέση Προβάτσα του νησιού έχουν βρεθεί και οι αρχαιότεροι γνωστοί «λιθάργυροι» της Λαυρεωτικής, που τεκμηριώνουν μεταλλουργική δραστηριότητα. Παράλληλα ανακαλύφθηκε κι ένας μικρός οικισμός του 2700-2300 π.Χ., σύγχρονος με τη λειτουργία του «Μεταλλείου υπ’ αριθμό 3» του Θορικού, ενός από τα αρχαιότερα αργυρωρυχεία της Μεσογείου. Την περίοδο της συστηματικής μεταλλευτικής και μεταλλουργικής δραστηριότητας στη Λαυρεωτική των κλασικών χρόνων που απέδιδε τον άργυρο για τις Αθηναϊκές «γλαύκες», υπήρχε αντίστοιχη λειτουργία και στη Μακρόνησο.
Στο τέλος του 12ου αιώνα, η Μακρόνησος έγινε ορμητήριο πειρατών, όπως και η Αίγινα και η Σαλαμίνα, καθώς μετά από απόφαση του αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ Κομνηνού, μετά από εισήγηση του Ιωάννου του εκ Προύτζης, ο αυτοκράτορας διέκοψε τα κονδύλια προς το ναυτικό. Ο Μιχαήλ Χωνιάτης, λόγιος των Βυζαντινών χρόνων και μητροπολίτης Αθηνών το διάστημα 1182-1204, αναφέρει την ύπαρξη της φτωχής μονής του Αγίου Γεωργίου στη Μάκρη και μετανιώνει που δεν την είχε εκκενώσει, ώστε οι πειρατές να έχουν ένα λιγότερο λόγο που θα καθιστούσε το νησί «ενδιαίτημα». Μαρτυρία για ύπαρξη μοναχών στο νησί υπάρχει το 1675 από τον Γάλλο ταξιδιώτη Guillet, ενώ ο σημερινός ναός του Αγίου Γεωργίου, ίσως είναι ότι επιβίωσε από τη μονή. Ένας ακόμη Γάλλος ταξιδιώτης, ο Tournefort, ο οποίος διανυκτέρευσε στο νησί στις 7 Νοεμβρίου 1700 είχε διαβάσει στον «Πλίνιο» του πως η τρικυμία είχε αποκόψει τη Μακρόνησο από την Εύβοια. Στη Μακρόνησο υπάρχει και ο ναΐσκος της Θεοτόκου, που κι αυτός κτίστηκε πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού. Το 1871 οι σκωρίες της περιόδου των κλασικών χρόνων μεταφέρθηκαν από τη Μακρόνησο στο Λαύριο για νέα εκμετάλλευση και δέκα χρόνια αργότερα, το 1881, η Μακρόνησος παραχωρήθηκε ως μεταλλείο στη μεταλλευτική εταιρεία «Ελένη». Το 1910 έγινε έρευνα για ψευδάργυρο στο νησί.
Από τον Νοέμβριο του 1912, στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, στη Μακρόνησο, όπου λειτούργησε θεραπευτήριο της Υγειονομικής Υπηρεσίας, μεταφέρθηκε μεγάλος αριθμός Τούρκων αιχμαλώτων. Σύμφωνα με τον Γαλλικό Τύπο μεταφέρθηκαν εκεί οι περισσότεροι από τους αιχμαλώτους των Ιωαννίνων, καταπονημένοι και πολλοί ήδη ασθενείς με πνευμονία και δυσεντερία. Οι αιχμάλωτοι παρέμειναν στο νησί μέχρι την υπογραφή της Ελληνοτουρκικής συνθήκης την 1η Νοεμβρίου 1913, όταν μέσα σε ένα δεκαπενθήμερο επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη περί τις 10.000 Τούρκοι αιχμάλωτοι. Στις 10 Ιουνίου 1922 και έως το 1925, στο νησί λειτούργησε λοιμοκαθαρτήριο Ποντίων προσφύγων [5], οι οποίοι μετά την ολιγόμηνη φιλοξενία τους προωθούνταν στην χέρσο Ελλάδα. Το λοιμοκαθαρτήριο συγκροτήθηκε από τη φιλανθρωπική οργάνωση των «Νοσοκομείων των Αμερικανίδων Κυριών», [American Women’s Hospital], καθώς οι Αμερικανοί ανέλαβαν τη διατροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων της Μακρονήσου. Πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Μακρόνησο έγινε γεωλογική έρευνα και χαρτογράφηση από τη Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου, ενώ το 1948 ιδρύθηκε η εταιρεία «Ελληνικαί Μεταλλευτικαί Επιχειρήσεις Μακρόνησος ΕΜΕΜ Α.Ε.».
Στρατόπεδο Μακρονήσου
Το νομικό καθεστώς της Μακρονήσου βασίστηκε στην απόφαση για εκτόπιση που είχε καθιερωθεί για πρώτη φορά κατά των ληστών, από τον Θεόδωρο Πάγκαλο με το νόμο 1925/1926, αλλά και με το νόμο 4229/1929, ο γνωστός νόμος «περί ιδιωνύμου» του Ελευθέριου Βενιζέλου. Το 1931 το νησί προτείνεται ως χώρος συγκεντρώσεως κομμουνιστών και το 1935 αναφέρεται στον Τύπο ότι αποφασίστηκε να μεταφέρονται εκεί οι εκτοπιζόμενοι κομμουνιστές. Η ιδέα για την ίδρυση στρατοπέδου αποκλειστικά για τους πολιτικά ύποπτους οπλίτες κι εφέδρους ανήκε, σύμφωνα με τη μαρτυρία του στρατηγού Δημήτρη Ζαφειρόπουλου, στον τότε αρχηγό του Γ.Ε.Σ. Κωνσταντίνο Βεντήρη, μετά τη γενική επιστράτευση το Φθινόπωρο του 1946 και ήδη μέσα στον ίδιο χρόνο είχαν δημιουργηθεί Πειθαρχικά Τάγματα, στα οποία συγκεντρώνονταν στρατιώτες, γνωστοί για τις αριστερές τους απόψεις, όπως στο Λιόπεσι, την Λάρισα και το Ντουντουλάρ Θεσσαλονίκης. Στο εισηγητικό σημείωμα του Υπουργείου Στρατιωτικών, που συντάχθηκε μετά τις εκλογές της 1ης Απριλίου 1946, αναφέρεται: «Αποφασίζεται ο περιορισμός των αριστερών στρατευσίμων εις ορισμένα στρατόπεδα δια να υποστούν αποτοξίνωσιν. Όλες οι στρατιωτικές μονάδες δέον όπως εκκαθαρισθούν από αριστερίζοντες ή υπόπτους αριστερισμού».
Στα τέλη του 1946 οργανώθηκε ένας Λόχος Σκαπανέων κατά Σώμα Στρατού, οι οποίο μετεξελίχθηκαν σε Ειδικά Τμήματα Σκαπανέων που είχαν έδρα, το Α’ Τάγμα Σκαπανέων στο Λιόπεσι Αττικής και τον Δεκέμβριο του 1946 μεταφέρθηκε στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, το Β’ Τάγμα Σκαπανέων αρχικά στο Λουτράκι, στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Λάρισα και μετά στη Λαμία για να καταλήξει στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, όπου ενοποιήθηκαν με το πρώτο τάγμα, και το Γ’ Τάγμα Σκαπανέων αρχικά στη Μίκρα και μετά στα Διαβατά, έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στα Τάγματα αυτά συγκεντρώθηκαν κομμουνιστές στρατεύσιμοι, οι οποίο διατέθηκαν στην εκτέλεση διαφόρων στρατιωτικών έργων. Στις 19 Φεβρουαρίου 1947 μετά από εισήγηση του Γ.Ε.Σ. [Γενικό Επιτελείο Στρατού] προς το υπουργείο Στρατιωτικών και με στόχο να διατηρηθεί η μαχητική ικανότητα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που πολεμούσε τους συμμορίτες του αποκαλούμενου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, αποφασίστηκε η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου. Το νησί κρίθηκε ότι συγκέντρωνε σημαντικά πλεονεκτήματα λόγω της γειτνιάσεως του με την Αττική και την Αθήνα, πράγμα που παρείχε τη δυνατότητα άνετου εφοδιασμοί, νοσηλείας ασθενών οπλιτών, και άλλα, ενώ εξασφάλιζε την όσο το το δυνατόν ανετότερη διαμονή των οπλιτών, καθώς δεν υπήρχαν ειδικά περιοριστικά μέτρα για την πρόληψη και την αποτροπή πιθανών δραπετεύσεων. Αρχικά προβλεπόταν η δημιουργία στρατοπέδων τόσο στη Γυάρο -για τους «επικινδύνους και αμετανοήτους οπλίτας»– όσο και στη Μακρόνησο -για τους «επιδεκτικούς μεταστροφής». Την ίδια εποχή ο εθνικιστής αντιστράτηγος Δημήτριος Γιατζής διευκρίνιζε [6] ότι η ίδρυση των στρατοπέδων αποσκοπούσε στην «περιφρούρησιν του ηθικού των μαχομένων και προφύλαξη από του Κομμουνιστικού μιάσματος».
Η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου, τέθηκε σε εφαρμογή στις 3 Απριλίου 1947, όταν ο εθνικιστής Στρατηγός και τότε Αρχηγός Γ.Ε.Σ., [Γενικό Επιτελείο Στρατού], αλλά και Γενικός Επιθεωρητής του Στρατού Κωνσταντίνος Βεντήρης ανέθεσε στον Συνταγματάρχη Πυροβολικού Γεώργιο Μπαϊρακτάρη [7] την ευθύνη της συγκροτήσεως Ταγμάτων Σκαπανέων στην Μακρόνησο με διοικούσα αρχή του στρατοπέδου την B-XI Διεύθυνση [8] του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Την απόφαση για τη λειτουργία του στρατοπέδου στο νησί υπέγραψε ο Γεώργιος Στράτος, υπουργός Στρατιωτικών της κυβερνήσεως του Δημητρίου Μαξίμου και λειτούργησε στις 26 Μαΐου 1947, όταν μεταφέρθηκαν εκεί, από άλλες στρατιωτικές μονάδες, οι πρώτοι κομμουνιστές στρατιώτες. Σκοπός του στρατοπέδου ήταν η επανελλήνιση όσων υπήρχε υποψία ότι ήταν κομμουνιστές ή κρυφοκομμουνιστές και σύμφωνα με τον διοικητή του Γεώργιο Μπαϊρακτάρη ήθελε «να συνδυάζει την στοργή της μητέρας με την αυστηρότητα του πατέρα» [9]. Η Μακρόνησος υποδεχόταν όλους τους στρατευσίμους για τους όποιους υπήρχαν βάσιμες ενδείξεις ή απλές υποψίες για αριστερά φρονήματα, συμμετοχή και δράση σε κομμουνιστικές οργανώσεις ή πιθανότητες για ανάλογη συμπεριφορά λόγω οικογενειακού ιστορικού.
Στο στρατόπεδο εγκαταστάθηκαν οι μονάδες:
- Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (Σ.Φ.Α.)
- Α’, Β’ και Γ’ Ειδικά Τάγματα Οπλιτών (Α’ Ε.Τ.Ο., Β’ Ε.Τ.Ο. και Γ’ Ε.Τ.Ο.),
- Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβιώσεως,
- Πρότυπο Κέντρο Διαπαιδαγωγήσεως Ανηλίκων,
- Ειδικό Στρατόπεδο Αναμορφώσεως Γυναικών, (Ε.Σ.Α.Γ.), το οποίο λειτούργησε σε ειδικό χώρο του Α’ Ε.Τ.Ο.
Επιπλέον των τριών Ε.Τ.Ο., [Ειδικά Τάγματα Οπλιτών], οι κομμουνιστές έφεδροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί σχημάτισαν ξεχωριστό τάγμα. Στις Σ.Φ.Α. [Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών], κρατούνταν οι υπόδικοι στρατοδικείων, οι συμμορίτες αξιωματικοί του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ καθώς και οι αξιωματικοί που συμμετείχαν στο κομμουνιστικό κίνημα σε βάρος του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στη Μέση Ανατολή. Όλα τα Στρατόπεδα συνδέονταν μεταξύ τους με χωματόδρομο [10]. Στις 7 Σεπτεμβρίου 1947, στη Μακρόνησο υπηρετούσαν 1.100 μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, ενώ μέχρι τις αρχές του 1948 είχαν σταλεί και 15.000 οπλίτες. Tα στρατόπεδα της Μακρονήσου θύμιζαν οποιοδήποτε άλλο στρατόπεδο όπου οι στρατιώτες εκπαιδεύονταν και υπηρετούσαν τη θητεία τους. Οι στρατιώτες δεν ταξινομούνταν ως κρατούμενοι, εφόσον δεν είχαν διαπράξει κάποιο αδίκημα, αλλά θεωρούνταν κομμουνιστικών πεποιθήσεων ή λόγω της συμμετοχής τους σε κομμουνιστικές ομάδες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι στη Μακρόνησο κρατήθηκε μικρός αριθμός ποινικών κρατουμένων, καθώς και ένας μικρός αριθμός μαρτύρων του Ιεχωβά, λόγω της άρνησης στρατεύσεως τους.
Συνολικά ως τις αρχές του 1950 συγκροτήθηκαν στη δυτική πλευρά της Μακρονήσου, δηλαδή προς την πλευρά του Λαυρίου, οκτώ στρατόπεδα, τα οποία κατασκευάστηκαν με την ακόλουθη χρονολογική σειρά:
- Β’ Ε.Τ.Ο.: Β’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών, Μάιος του 1947.
- Γ’ Ε.Τ.Ο.: Γ’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών, στις 14 Ιουλίου του 1947.
- Α’ Ε.Τ.Ο.: Α’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών, στις 21 Ιουλίου του 1947. Οι Σκαπανείς μεταφέρθηκαν με ένα αρματαγωγό στην Μακρόνησο και το Τάγμα εγκαταστάθηκε στο κέντρο του νησιού, μεταξύ των Β’ και Γ’ Ε.Τ.Ο. που είχαν ήδη εγκατασταθεί.
- Σ.Φ.Α.: Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών, Αύγουστος του 1947.
- Γ’ Κ.Π.Α.: Γ’ Κέντρο Παρουσιάσεως Αξιωματικών, Σεπτέμβριος του 1947.
- Σ.Π.Ε.: Στρατόπεδο Πολιτικών Εξόριστων, Νοέμβριος του 1948.
- Ε.Σ.Α.Ι.: Ειδικό Στρατόπεδο Αναμορφώσεως Ιδιωτών, Φεβρουάριος του 1949.
- Ε.Σ.Α.Γ.: Ειδικό Στρατόπεδο Αναμορφώσεως Γυναικών, Ιανουάριος του 1950.
Στο νησί λειτούργησαν Σχολές, αγράμματων Σκαπανέων, Ξυλουργών, Σιδηρουργών και Υποδηματοποιών, ενώ υπήρχε Υγειονομικό συνεργείο και ομάδα διασώσεως η οποία επέβλεπε τις ώρες κολυμβήσεως των Σκαπανέων, καθώς και τρεις χορωδίες, μία ανά Τάγμα Οπλιτών.
Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου
Στις 4 Αυγούστου 1946, ο τότε Λοχαγός Παναγιώτης Σκαλούμπακας αποδέχθηκε την πρόταση του αναδόχου του Ιωάννη Τσαρούχη, Επιτελάρχου στο Γ’ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη, και επιλέχθηκε ως Διοικητής του 4ου Λόχου Σκαπανέων. Η μονάδα του που αποφασίστηκε να αποτελείται από οπλίτες, είτε κομμουνιστές, είτε συμπαθούντες τον κομμουνισμό και με την προσθήκη τριών επιπλέον λόχων, οι οποίοι καταργήθηκαν για λόγους ανεπαρκούς αποδόσεως, αναδιοργανώθηκε σε Γ’ Τάγμα Σκαπανέων. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Σκαλούμπακα «Ο 4ος Λόχος Σκαπανέων από Αυγούστου 1946 ώπλισε 100άδες παρασυρμένα παιδιά και εις αυτόν υπήχθησαν οι 1ος, 2ος και 3ος Λόχος και κατόπιν εδημιουργήθη το Γ’ Τάγμα Σκαπανέων υπό την Διοίκησή μου στο Γ’ Σ.Σ.». Με τη δράση του ο Παναγιώτης Σκαλούμπακας κατάφερε ώστε το Γ’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών να διαθέτει δική του ώρα εκπομπών στο Ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, ενώ δημιούργησε θεατρική ομάδα η οποία παραστάθηκε έργα στο Βασιλικό Θέατρο Θεσσαλονίκης. Ανανήψαντες Σκαπανείς του Γ’ Τάγματος, λόγω της επιτυχίας των στελεχών του στην μεταστροφή των πεποιθήσεων κομμουνιστών Σκαπανέων, αποτέλεσαν τη σύνθεση του 37ου Λόχου κομάντος [12] που πολέμησαν στα βουνά της Μακεδονίας εναντίον των ξενοκίνητων κομμουνιστοσυμμοριτών, πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος στα πεδία των μαχών.
Στις 14 Ιουνίου 1947 το Τάγμα μετακινήθηκε στη Μακρόνησο με την ονομασία Γ’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών [Γ’ Ε.Τ.Ο.], υπό την Β-XI Διεύθυνση του Γ.Ε.Σ., [Γενικό Επιτελείο Στρατού]. Στη Μακρόνησο, σε ηλικία μόλις 29 ετών, ο Λοχαγός Παναγιώτης Σκαλούμπακας αρχικά ως Διοικητής και κατόπιν, με τον ερχομό ως Διοικητού του Αντισυνταγματάρχου Σπύρου Χειμαριώτη, ως Υποδιοικητής του Τάγματος, επιδόθηκε με ζήλο και σεβασμό στην προσωπικότητα των οπλιτών στην εθνική τους διαπαιδαγώγηση, σε βαθμό που η συντριπτική πλειοψηφία των στρατιωτών εγκατέλειψαν τις κομμουνιστικές ιδέες και εντάχθηκαν ως μάχιμοι στον Ελληνικό Στρατό. Ο Λοχαγός Παναγιώτης Σκαλούμπακας, ως Διοικητής του Γ’ Ε.Τ.Ο. -που έγινε γνωστό ως το «Γαλάζιο Τάγμα»– υπήρξε ο εμπνευστής της εκδόσεως του περιοδικού «Σκαπανεύς», του πρώτου περιοδικού Εθνικής και Ηθικής Διαπαιδαγωγήσεως της Μακρονήσου, που εξεδίδετο από τον Αύγουστο του 1947 έως τον Μάιο του 1950, από το Τάγμα [13].
Στις 12 Μαΐου 1948 επισκέφθηκε τη Μακρόνησο η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά, γνωστή ως «Μάνα του Στρατιώτη». Στο πλαίσιο της εθνικής της δράσεως η Βαρβάρα επισκέφθηκε το Γ’ Ε.Τ.Ο. όπου συναντήθηκε με Σκαπανείς τους οποίους επισκέφθηκε στις σκηνές τους, γύρισε όλα τα σημεία του Τάγματος, ενώ πήγε στο αναρρωτήριο και στάθηκε αρκετή ώρα κοντά στους ασθενείς. Την δεύτερη μέρα της παραμονής της στη Μακρόνησο, στις 13 Μαϊου, η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά μίλησε στους Σκαπανείς, παρουσία του Διοικητή του Τάγματος, Λοχαγού Παναγιώτη Σκαλούμπακα. Τελειώνοντας την ομιλία της στους Σκαπανείς και λίγο πριν αναχωρήσει για την Αθήνα τους είπε: «Σε λίγο καιρό παιδιά μου θα ‘ρθω να σας βρω στα σύνορα.» Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά συνοψίζοντας τις εντυπώσεις της από την επίσκεψη της στο Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου γράφει: «Όσοι θέλουν να πεισθούν για την γελοιοποίηση του κομμουνισμού στην Πατρίδα μας ας επισκεφθούν την Μακρόνησο, που δεν είναι ο τόπος της μόνοσης και του πόνου, αλλά της χαράς και του Εθνικού Μεγαλείου. Το κάθε φανταράκι της Μακρονήσου -ένας Εθνικός βράχος. Μα του Τρίτου Τάγματος ένας Φωτεινός Φάρος» [14]. Μόλις επέστρεψε στην Αθήνα η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά απέστειλε επιστολή στον Λοχαγό Παναγιώτη Σκαλούμπακα, Διοικητή του Γ’ Ε.Τ.Ο. στην οποία ανέφερε: «Αγαπητό μου παιδί, Στ’ αυτιά μου ακόμη βοούν οι ελληνικές φωνές και υποσχέσεις των αγαπημένων μου παιδιών, που ελπίζω να γίνουν πραγματικότητα. …Στην βεβαιότητα αυτή δακρύζω και θεωρώ τον εαυτό μου πολύ ευτυχισμένο που κατόρθωσα και έμεινα έστω και για λίγο και έδιωξα το βραχνά που μέδερνε, πως, μήπως ο εθνικός ζωντανός μας πλούτος χαθή… Είμαι πολύ χαρούμενη που γνώρισα το έργο σας και πιο περήφανη για τη στέψη του. Μπράβο σε Σας Μπράβο στους λαμπρούς συνεργάτες σας. Και το μεγαλύτερο Μπράβο κρατώ για τ’ αληθινά Ελληνόπουλα που κλείνη το 3ον Τάγμα για τη δύναμη της απολύτρωσης τους. Χίλια ευχαριστώ για τη στοργή Σας, για τη στοργή των παιδιών μου. Σαν επιστρέψω θα σας ξαναέλθω με κάποιο δώρο για το Τάγμα σας. Φιλώ όλους σας με λατρεία, η Μάνα σας, Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά» [15].
Ο Παναγιώτης Σκαλούμπακας υπηρέτησε στο Γ’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών έως τις 6 Σεπτεμβρίου 1948, όταν μετατέθηκε σε μάχιμη μονάδα, και στη Διοίκηση του Γ’ Ε.Τ.Ο. τον διαδέχθηκε ο Ταγματάρχης Πεζικού Γεώργιος Σγουρός. Στην ημερήσια διαταγή που εξέδωσε ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Μπαϊρακτάρης, Διοικητής της Διευθύνσεως Β-ΧΙ του Γενικού Επιτελείου Στρατού έγραφε: «Εις τον Ταγματάρχην Πεζικού ΣΚΑΛΟΥΜΠΑΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ εκφράζομεν την πλήρη ευαρέσκειαν μας διότι Διοικητής διατελέσας του Γ’ Τάγματος Σκαπανέων επί 11 μήνες και από συγκροτήσεως του, ειργάσθη μετ’ εξαιρετικού ζήλου, εργατικότητος, δραστηριότητος και θαυμαστής μεθόδου εις τρόπον ώστε να επιτύχει, ου μόνον εις το κεφάλαιον της διαφωτίσεως των παρασυρθέντων προς αναρχικάς αντιλήψεις οπλιτών, το μέγιστον εθνικόν έργον, αλλά και εις πάσαν εμφάνισιν του Τάγματος του (πειθαρχίας, τάξεως, οργανώσεως και λοιπά). Η Πατρίς θα ευγνωμονεί πάντοτε τον εν λόγω Ταγματάρχην, ημείς δε λυπούμεθα διότι χάνομεν εξαίρετον συνεργάτην αλλά είμεθα υποχρεωμένοι να σεβασθώμεν και την σταδιοδρομίαν του ως μονίμου αξιωματικού ήτις απαιτεί συνέχειαν υπηρεσίας εν μαχίμω μονάδι εν η είμεθα βέβαιοι ότι και εκεί η απόδοσις του θα είναι εξ’ ίσου αρίστη.» Το 1949 στο θέατρο του στρατοπέδου της Μακρονήσου παραστάθηκε θεατρικό έργο γραμμένο από Σκαπανείς του Γ’ Τάγματος, στο οποίο πρωταγωνιστούσαν συνάδελφοι τους του ίδιου Τάγματος, ενώ τον ίδιο χρόνο η θεατρική ομάδα του Τάγματος παραστάθηκε η τραγωδία «Αντιγόνη» του Σοφοκλέους με εξαιρετική επιτυχία.
Στάση Α’ Ε.Τ.Ο.
Τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου 1948, στη Διοίκηση του στρατοπέδου της Μακρονήσου περιήλθαν πληροφορίες περί επικείμενης εξεγέρσεως σκαπανέων, οπαδών της Αριστεράς ή μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος και ο Χρήστος Κωνσταντόπουλος, ο τότε Διοικητής του Α’ Ε.Τ.Ο. μετά από συνεννόηση με το Γ.Ε.Σ., κάλεσε σε συγκέντρωση το Τάγμα και ανακοίνωσε στους σκαπανείς ότι, «…Η Διοίκηση έχει πληροφορίες ότι σκοπεύετε να αφοπλίσετε την Αστυνομία Μονάδας και το Λόχο Διοικήσεως και να μας κτυπήσετε… Οι λόφοι, όμως, αυτοί και τα γύρω φυλάκια και οι δυνάμεις που τα φρουρούν, διοικούνται από γενναίους αξιωματικούς και δε θα παραδοθούν. Αλλά επιτέλους, δε θα βρεθούν μεταξύ σας μερικοί σώφρονες για να συγκρατήσουν αυτούς τους παράφρονες; …{…}… Το κράτος είναι δυνατό και κάθε απόπειρα θα τη συντρίψει….». Το πρωί της Κυριακής 29 Φεβρουαρίου του 1948, μετά το προσκλητήριο του Τάγματος, ανακοινώθηκε από τους αξιωματικούς ότι η μονάδα τους φιλοξενούσε τον αρχιμανδρίτη του Αγίου Σώστη, Στυλιανό Κορνάρο, ο οποίος είχε έρθει να ιερουργήσει και οι σκαπανείς διατάχτηκαν να κινηθούν προς το θέατρο για να την παρακολουθήσουν. Ο χρόνος της μεταβάσεως στο χώρο της ομιλίας χρησιμοποιήθηκε ως ευκαιρία για στάση από κομμουνιστές στρατευμένους, που σύντομα εξελίχθηκε σε εξέγερση. Η στάση ξεκίνησε όταν οργανωμένοι κομμουνιστές σκαπανείς του Α’ Ε.Τ.Ο. επιτέθηκαν βίαια στην Αστυνομία Μονάδος του Τάγματος, μέλη της οποίας παρατήρησαν Σκαπανείς για την -προσχεδιασμένη όπως αποδείχθηκε- αργοπορία τους. Οι στασιαστές επιτέθηκαν και προσπάθησαν να αφοπλίσουν την στρατιωτική φρουρά, όταν αυτή επενέβη για να αποκαταστήσει την τάξη και παράλληλα επιχείρησαν να κακοποιήσουν τον υπολοχαγό Καρδαρά. Η φρουρά, που αποτελείτο από άνδρες του Γ’ Ε.Τ.Ο., αν και προσπάθησε να αποφύγει την σύγκρουση, αναγκάστηκε να κάνει χρήση των όπλων της μπροστά στον ολοφάνερο κίνδυνο να την αφοπλίσουν, με αποτέλεσμα 5 νεκρούς Σκαπανείς, τους Θωμά Ζάχο, Σιβρή Βέργο, Βασίλη Λαντούρη, Βαγγέλη Σακαγιάννη και Θανάση Λάμπρου, καθώς και 10 τραυματίες.
Οι στασιαστές καθηλώθηκαν με την βοήθεια ενισχύσεων που έφτασαν από τα Β’ και Γ’ Τάγματα Σκαπανέων και υποχώρησαν στον παρακείμενο καταυλισμό τους παίρνοντας μαζί τους τους 5 νεκρούς της συμπλοκής που προηγήθηκε, ενώ παρέδωσαν τους περίπου 15 τραυματίες στην Υγειονομική Υπηρεσία του Τάγματος. Το πρωί της Δευτέρας 1ης Μαρτίου οι Σκαπανείς που στασίασαν, αναγκάστηκαν να παραδώσουν τα σώματα των πέντε νεκρών καθώς απέβη μάταια η προσπάθεια τους να τα θάψουν στην πλατεία του Τάγματος. Στη συνέχεια οι Σκαπανείς κλήθηκαν με μεγάφωνο από τον Συνταγματάρχη Γεώργιο Μπαϊρακτάρη να εγκαταλείψουν τους πρωταιτίους στης στάσεως και να συγκεντρωθούν στον 7ο Λόχο, όμως πολλοί όχι μόνο δεν συμμορφώθηκαν και εμπόδισαν με τη χρήση βίας όσους ήθελαν να το πράξουν, αλλά επιπλέον επιτέθηκαν με κάθε πρόσφορο μέσο που είχαν στη διάθεση τους εναντίον μιας διμοιρίας του Γ’ Ε.Τ.Ο. που προσπάθησε να διευκολύνει την αποχώρηση και την μετάβαση στον 7ο Λόχο όσων διαφωνούσαν. Η επίθεση τους προκάλεσε τον τραυματισμό του επικεφαλής Διμοιρίτη και 31 Σκαπανέων φρουρών, γεγονός που ανάγκασε την φρουρά της Μονάδος να κάνει χρήση των όπλων της, προκαλώντας τον θάνατο 12 επιπλέον στασιαστών Σκαπανέων, οι περισσότεροι των οποίων δεν ανήκαν στους πρωταίτιους, που φρόντισαν να αποφύγουν τον κίνδυνο.
Το απόγευμα της Κυριακής 29 Φεβρουαρίου 1948 οι διαπιστευμένοι συντάκτες στο υπουργείο τότε Στρατιωτικών πληροφορούνταν ότι στο στρατόπεδο της Μακρονήσου είχαν ξεσπάσει επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες. Την Τρίτη 2 Μαρτίου, αργά το απόγευμα, έφτασε στην Αθήνα ο Διοικητής του στρατοπέδου της Μακρονήσου, ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Μπαϊρακτάρης, ο οποίος παρουσιάστηκε στον Υπουργό των Στρατιωτικών και του ανέφερε σχετικά με τα γεγονότα της Μακρονήσου. Το ίδιο βράδυ εκδόθηκε ανακοίνωση του υπουργείου Στρατιωτικών που επιβεβαίωνε τα συμβάντα στην Μακρόνησο και ανέφερε: «Την 29 Φεβρουαρίου άνδρες του Στρατοπέδου Μακρονήσου εις το οποίον υπηρετούν οι επικίνδυνοι κομμουνισταί, κατά την διάρκειαν της θρησκευτικής τελετής επετέθησαν κατά της φρουράς του Στρατοπέδου προς αφοπλισμόν της. Η τελευταία αμυνομένη έκαμε χρήσιν των όπλων και η τάξις απεκατεστάθη. Απώλειαι στασιαστών 17 νεκροί και 61 τραυματίες. Εκ των ημετέρων 4 τραυματίαι διά λιθοβολισμού. Οι τραυματίαι μεταφέρονται εις το Στρατιωτικόν Νοσοκομείον». Ενδεικτικά του κλίματος των ημερών είναι τα πρωτοσέλιδα των Αθηναϊκών εφημερίδων: Τα «Νέα» έγραψαν: «Οι κομμουνισταί προκάλεσαν ταραχάς εις την Μακρόνησον». Η «Βραδυνή»: «…οι κομμουνισταί του 1ου Τάγματος επιχείρησαν να δημιουργήσουν ταραχάς. Η φρουρά της νήσου επεμβάσα αποκατέστησε την τάξιν εξαναγκάσασα διά των όπλων τους κομμουνιστάς να αποσυρθούν εις τας θέσεις των». Η «Ακρόπολις»: «…μη «αποτοξινωθέντες» ακόμη κομμουνισταί στρατιώται έκαμαν στάσιν». Η «Καθημερινή»: «..Μερικά μολυσμένα από το κομμουνιστικόν μικρόβιον και αθεραπεύτως νοσούντα άτομα εστασίασαν πριν επενεργηθή η θεραπεία, η οποία συντελείται εκεί, με μεγάλην υπομονήν και πάσαν φροντίδαν. Εστασίασαν και επατάχθησαν».
Σε συνέντευξη του τον Απρίλιο του 1988, ο τότε Λοχαγός Διοικητής του Γ’ Ε.Τ.Ο., Στρατηγός Παναγιώτης Σκαλούμπακας στην εφημερίδα «Τα Νέα» αναφέρει χαρακτηριστικά για την Στάση: «…Ετέθη προθεσμία στους στασιαστές του Α’ΕΤΟ στην οποία δεν υπάκουσαν! Σε κάποια στιγμή βλέπω να ‘ρχονται στο λιμάνι 2 λόχοι χωροφύλακες από το Λαύριο! Παίρνω στον ασύρματο τον Μπαϊρακτάρη και του λέω “προς Θεού κύριε Συνταγματάρχα θα βάλετε τους χωροφύλακες να καταστείλουν την Στάση; Θα έχουμε θύματα και θα τους μισούν στον αιώνα τον άπαντα. Οι δικοί μου, θέλουν όλοι να πάνε να την καταστείλουν αλλά εν πάσει περιπτώσει χωρίς θύματα”. “Έχεις δίκιο Σκαλούμπακα” μου είπε ο Μπαϊρακτάρης κι έτσι έστειλα να συγκροτηθούν στο Α’ Τάγμα καμιά 200αριά από τους μεταμελημένους, από τους άοπλους του δικού μου Τάγματος (του Γ’ Ε.Τ.Ο.), με κράνη και μπαμπού καλάμια (υπό την Διοίκηση του Δ/του του Α’ Ε.Τ.Ο. Βασιλόπουλου), αλλά όλοι οι δικοί μου ήθελαν να πάνε να σβήσουν τη φωτιά, να πάνε να καταστείλουν! Ήταν προτιμότερο από το να πάνε χωροφύλακες και να σκοτώσουν τα παιδιά! Εν τούτοις, υπήρξαν τραυματίες και νεκροί από τους στασιαστές που ήταν ασυγκράτητοι και απείθαρχοι και από τους δικούς μας τραυματίες, αλλά στον ελάχιστο δυνατό βαθμό! Ήταν μια δοκιμασία που δεν έπρεπε να συμβεί και αυτό λόγω της ανεκτικότητας που υπήρχε στο Α’ Τάγμα μέχρι τότε!»
Παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, τις αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες και τις κατακλυσμιαίες δημοσιεύσεις περί υπάρξεως εκατοντάδων νεκρών, που άλλοι δήθεν μάρτυρες αναφέρουν ότι τα πτώματα τους ρίχτηκαν στη θάλασσα μέσα σε τσουβάλια ή άλλοι ότι τάφηκαν κάπου στο Λαύριο, οι απολύτως εξακριβωμένοι νεκροί, δηλαδή οι νεκροί με όνομα και επώνυμο, είναι οι 17 που ανέφερε το Γενικό Επιτελείο Στρατού με την αρχική του ανακοίνωση. Γελοιωδώς ατεκμηρίωτη, απολύτως ψευδής και συνάμα κωμική, καθώς δεν συνοδεύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο και ούτε επιβεβαιώνεται από καμία άλλη πηγή, είναι και η «μαρτυρία» του κομμουνιστή Μίμη Βρονταμίτη, «καπετάνιου» του καϊκιού «Άγιος Νικόλαος», ο οποίος φέρεται να διηγήθηκε (μετά τον θάνατο του! [16]) τα εξής κωμικά, που είναι και «αγεωγράφητα» για καπετάνιο:: «…Στο φοβερό τουφεκίδι του Μάρτη 1948 ο Σκαλούμπακας μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους πέρα μακριά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο. Στο Γ’ Τάγμα φόρτωνα τους νεκρούς φαντάρους, που τους εξέταζε ο γιατρός Μαλάμης, κι έγραφε στο πιστοποιητικό θανάτου, τη λέξη «νεκρός». Ήτανε δίπλα στο γιατρό Μαλάμη κι άλλοι δύο γιατροί. Τους σκοτωμένους φαντάρους τους τακτοποιούσανε στριμωχτά στο αμπάρι οι Αλφαμίτες Χούμης και Δήμητρας Λαγός. Σʼ ένα μόνο δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους. Λέω στον Σκαλούμπακα: «Το καΐκι δε σηκώνει τόσο πράμα, είναι πολύ το πράμα, θα μπατάρει το καΐκι». Αυτός κουβέντα δεν έπαιρνε, με το πιστόλι με διέταξε. Τι να κανα; Το πιστόλι σε παγώνει… Ανοιγόμασταν τη νύχτα στον Κάβο Ντόρο. Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας. Οι νεκροί όλοι-όλοι ήταν 350 κοντά, τους μέτραγα έναν-έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί….». Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ιστορικοί της Αριστεράς, όπως ο Γιώργος Μαργαρίτης, κάνουν λόγο απλώς για «…πολλούς νεκρούς καί περισσότερους τραυματίες» [17]
Μετά την καταστολή της στάσεως συνελήφθησαν συνολικά 260 κομμουνιστές Σκαπανείς του Α’ Τάγματος, οι 155 ως αρχηγοί ή πρωταίτιοι, ενώ οι 700 μετατέθηκαν στο Γ’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών. Συνεπεία της στάσεως και της εξεγέρσεως, δώδεκα Σκαπανείς οδηγήθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές ως «αρχηγοί της εξεγέρσεως που προκάλεσε τα γεγονότα» και άλλοι 142 κρίθηκαν ως πρωταίτιοι. Μετά από την ανακριτική διαδικασία ο Βασιλικός Επίτροπος παρέπεμψε 114 στρατιώτες του Α’ Ε.Τ.Ο. στο Έκτακτο Στρατοδικείο για σύσταση μαχητικής ένοπλου ομάδος, κατάληψη της στρατιωτικής εξουσίας, βιαιοπραγίες σε βάρος αξιωματικών και άλλες κατηγορίες. Το Έκτακτο Στρατοδικείο που συνεδρίασε στο Λαύριο στις 14 Μαΐου 1948 επέβαλε την ποινή του θανάτου στους: Νίκο Αμπατιέλο, Νίκο Βοσνίδη, Νίκο Μπαλτά, Παρίση Κατσαρό και το φοιτητή της Ιατρικής Αριστείδη Αρσένη, ποινή που δεν εκτελέστηκε για κανέναν κατηγορούμενο, ενώ επέβαλε ποινές έως και ισόβια σε κάποιες περιπτώσεις.
Από τη Μακρόνησο στο Μέτωπο
Μέσα από τη διαδικασία της στρατιωτικής εκπαιδεύσεως σχηματίστηκαν μονάδες οπλιτών της Μακρονήσου, οι οποίες συγκροτήθηκαν σε στρατιωτικές μονάδες όπως το 596ο Τάγμα Πεζικού που το 1948-49, πολέμησε ηρωικά στην Πελοπόννησο και τον Γράμμο, έτσι ώστε «…πολλά από τά στελέχη του Δημοκρατικού Στρατού αναφέρουν στις μαρτυρίες τους ότι «η Δεξιά μας κέρδισε με τα δικά μας παιδιά, με τους επονίτες της Κατοχής και της Αντίστασης». Η διαπίστωση αυτή οφείλει πολλά στη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα του στρατοπέδου, άμεση ή έμμεση.» [18]. Κατά τον Μαργαρίτη «…η επιτυχία της μεθόδου της «δια του καθαρτηρίου επιβεβαίωσης» λειτούργησε αποτελεσματικά. Για την ακρίβεια, λειτούργησε τόσο καλά που …{…}… η μεγάλη πλειοψηφία των εκτοπισμένων φαντάρων υπέγραφε «δήλωση μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού» με σχετική ευκολία, χωρίς να χρειαστεί ή να προλάβει να ασκηθεί ιδιαίτερη πίεση. Οι σταθερές των δηλώσεων αυτών, η αποκήρυξη του κομμουνισμού και η καταγγελία των κομμουνιστών ως προδοτών και οργάνων ξένων δυνάμεων με στόχο την απόσπαση τμημάτων της ελληνικής επικράτειας -με επικεφαλής τη Μακεδονία και τη Θράκη, η μετάνοια για την όποια αριστερή δραστηριότητα, η προβολή του αιτήματος για όπλα και για αποστολή στο μέτωπο, εκεί όπου κινδύνευε η πατρίδα, αποτελούσαν κρίκους μιας διαδικασίας που τελείωνε με την πανηγυρική αναχώρηση των φαντάρων για το μέτωπο. Η τελευταία, πανηγυρικού πάντα χαρακτήρα, δεν ήταν σπάνια ούτε ασυνήθιστη τελετή…» [19]. Οι πρώτες αναχωρήσεις Μακρονησιωτών μαχητών για το μέτωπο έγιναν ήδη από τον Νοέμβριο του 1947 και αποτελούνταν από 800 άνδρες. Τον Μάιο του 1948 σε 16.000 Σκαπανείς που υπηρετούσαν στην Μακρόνησο οι 15.000 είχαν ήδη πλήρως υπογράψει δηλώσεις μετανοίας, οι οποίες σε ποσοστό 80% θεωρήθηκαν ειλικρινείς και 12.000 Σκαπανείς ήταν διαθέσιμοι για το πολεμικό μέτωπο στην Ορεινή Ελλάδα. Εκείνη την χρονικό περίοδο το σύνολο των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων άγγιζε τις 120.000 άνδρες περίπου και η αριθμητική του ενίσχυση με τους ανανήψαντες Σκαπανείς επιτρέπει να υπολογιστεί η σημασία του έργου της Μακρονήσου ως εμπέδου του Ελληνικού Στρατού.
Έκθεση Μακρονήσου
Τον Μάρτιο του 1949 επισκέφθηκαν τη Μακρόνησο ο Βασιλιάς Παύλος Α’ και η Βασίλισσα Φρειδερίκη. Ο Βασιλιάς απηύθηνε λόγο προς τους Σκαπανείς στους οποίους είπε: «Παιδιά μου, είναι η πρώτη φορά που έρχομαι στη Μακρόνησο, αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπω παιδιά σαν εσάς. Σήμερα ακόμα ο τόπος μας μάχεται εναντίον ύπουλου και τρομερού εχθρού, που δεν διστάζει να σκοτώνει και να σταυρώνει ακόμη και παπάδες και άμαχο πληθυσμό. Αυτοί είναι η άρνηση. Σήμερα εσείς είστε στην Μακρόνησο, αύριο θα σας χρειασθεί η Πατρίδα να δουλέψουμε για να δώσουμε ένα παράδειγμα να το νοιώσει όλος ο κόσμος. Οι αγρότες μας οι εργάτες μας πρέπει να ευτυχίσουν και πρέπει να νοιώσουμε όλοι ότι, όταν όλοι μαζί δουλεύουμε για τον Ελληνικό Λαό, πάμε μπροστά. Όταν καθένας σκέπτεται το άτομό του δεν πάμε πουθενά. Λοιπόν, σύντομα θα αρχίσουμε την δημιουργική εργασία και θα γίνουμε κέντρο του πολιτισμού. Έχουμε ένα στάδιο ακόμη, αλλά θα περάσει γρήγορα. Θα παρακολουθήσω την πρόοδό σας. Εγώ, πάντα με αγάπη σας μιλώ. Ελπίζω πως μια μελλοντική ημέρα θα έχουμε την ευτυχία να συναντηθούμε υπό καλές συνθήκες και τότε θα θυμόμαστε ότι συναντηθήκαμε στην Μακρόνησο. Σας εύχομαι ότι είναι καλύτερο για το μέλλον σας. Καλή αντάμωση.» [20]. Σε κάθε αποστολή ανανηψάντων στο μέτωπο, μεσολαβούσε στην Αθήνα ανάλογη τελετή, και οι Σκαπανείς έκαναν παρέλαση υπό τα χειροκροτήματα του πλήθους, ενώ άξιον παρατηρήσεως είναι οι μονάδες αυτές είχαν ως λάβαρο την νεκροκεφαλή που συμβόλιζε την μεγάλη τους αποφασιστικότητα και μαχητικότητα. Από τις ειδικές τελετές που οργανώνονται εκτός Μακρονήσου, ξεχωρίζουν oι τελετές παραδόσεως των όπλων και της σημαίας από τον βασιλιά στα τάγματα αναμορφωμένων Μακρονησιωτών που στέλνονται στο μέτωπο. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1948 οργανώθηκαν τελετές, στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο και στους στύλους του Ολυμπίου Διός, παρουσία πλήθους επισήμων, στις οποίες ο βασιλιάς Παύλος παρέδωσε την Ελληνική σημαία στα τάγματα αναμορφωμένων Μακρονησιωτών, πριν αυτά αναχωρήσουν για το μέτωπο, ενώ ακολούθησε παρέλαση στους κεντρικούς δρόμους των Αθηνών, με αποκορύφωμα τη μεγάλη γιορτή και παρέλαση στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο στις 10 Σεπτεμβρίου 1948, κατά την αναχώρηση του Ε.Τ.ΑΞ., [Ειδικόν Τάγμα Αξιωματικών].
Στις 14 Απριλίου του 1949, τέσσερις μόλις μήνες πριν την ολοκληρωτική επικράτηση του Ελληνικού Στρατού στο Γράμμο και στο Βίτσι και την εξάλειψη κάθε εστίας αντιστάσεως των κομμουνιστοσυμμοριτών, εγκαινιάστηκε από τον βασιλιά Παύλο Α’ η Φωτογραφική Έκθεσις [21] Μακρονήσου στους χώρους του Ζαππείου Μεγάρου. Η έκθεση, που διοργάνωσε η Β-ΧΙ Διεύθυνση του Γενικού Επιτελείου Στρατού, εγκαινιάστηκε από τον Βασιλιά Παύλο Α’ στις 14 Απριλίου 1949, παρουσία πλήθους πολιτών. Στον κατάλογο των οικονομικών υποστηρικτών της εκθέσεως του Ζαππείου περιλαμβάνονταν η Τράπεζα της Ελλάδος, η Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων, ο Συνεταιρισμός Ξυλεμπόρων Αθηνών, ο Συνεταιρισμός Ξυλεμπόρων Πειραιώς, τα Μέλη Συνδέσμου Ξυλεμπόρων Αθηνών-Πειραιώς, ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων, ο Πειραιώτης εθνικιστής επιχειρηματίας Κρίτων Δηλαβέρης και άλλοι.
Στους χώρους της παρουσιάστηκαν έργα και επιστολές πρώην κομμουνιστών οπλιτών που μιλούν με θαυμασμό και ευγνωμοσύνη για το «μεγάλο σχολείο», όπως το αποκαλούν, το οποίο τους μεταμόρφωσε από αμετανόητους «σλαυοκομμουνιστές» σε Έλληνες εθνικιστές και ορκισμένους εχθρούς του κομμουνισμού. Στρατιώτες, στις συγκεντρώσεις των Ταγμάτων τους αναφέρονται στο «μεγαλειώδες έργον της ηθικής και εθνικής αναπλάσεως που συντελείται» και στον «κόκκινο Σατανά» που νίκησαν, ενώ ένας «φανατικός τέως κομμουνιστής απολυθείς εκ Μακρονήσου», μιλάει «ενώπιον…λαού πόλεως και περιχώρων» της Ηγουμενίτσας, τον Ιούλιο του 1948, με θέμα «Οι προδόται του Έθνους και το Εθνικόν Πανεπιστήμιον της Μακρονήσου». Έλληνες και ξένοι, «…όσοι επεσκέφθησαν την Μακρόνησο έμειναν κατάπληκτοι μπροστά στο θαύμα της πλήρους εθνικής αναγεννήσεως Ελλήνων εθνικώς νεκρών η τραυματισμένων». Όπως γράφει ο Βρετανός παιδαγωγός και δημοσιολόγος Φ. A. Βόιτ «…έμεινα εκστατικός από την γνησίαν παιδαγωγικήν η οποία εφαρμόζεται….», ενώ ο αντιπρόεδρος της Βουλής των Λόρδων Τέινχαμ κάνει λόγο για «…το υπέροχο αυτό πείραμα …. το οποίον θα μπορούσαν να μιμηθούν πολλαί χώραι». Σύμφωνα με τον Αθηναϊκό Τύπο της εποχής η έκθεση «…Δίνει στον πολύ κόσμο μια ιδέα του επιτελεσθέντος άθλου, μας εισάγει στον λαβύρινθο των προσπαθειών, των εκδηλώσεων, των αποτελεσμάτων, των διαδοχικών φάσεων της ανανήψεως, της ανασυγκροτήσεως και της δράσεως των Μακρονησιωτών, […] Γυμναστικαί ασκήσεις, διδασκαλίαι στο ύπαιθρο, ψυχαγωγία των ανδρών, φόρτωσις και εκφόρτωσις εφοδίων, αθλητικές παιδιές, εκκλησιασμός, ευλογία των συσσιτίων, ομιλίες διαφωτίσεως, ραδιοφωνικές εκπομπές, υποδοχές επισήμων, παρελάσεις, λογχομαχίες, θεατρικές παραστάσεις, διδασκαλία των προγραμμάτων, πολεμικές επιχειρήσεις με σκηνές παρμένες από του πυρός, παράδοσις σημαιών, ορκωμοσίες […]. Έτσι σχηματίζει κανείς μια ολοκληρωμένη εντύπωσι του εθνικού έργου που επετελέσθη και επιτελείται στη νέα αυτή κολυμβήθρα του Σιλωάμ [….].» [22].
Ο «Δεκάλογος του Μακρονησιώτη» [23] συμπυκνώνει τα βασικά πιστεύω του αναμορφωμένου οπλίτη και περιλαμβάνει τις ακόλουθες διακηρύξεις, που τα αρκτικόλεξα τους σχηματίζουν καθέτως την λέξη Μακρόνησος:
«Μόνο στην Ελλάδα ανήκω και γι’ αυτήν αγωνίζομαι, μισώ τον κομμουνισμό γιατί απεργάζεται την καταστροφή μου.
Ακατάσχετη είν’ η ορμή μου στον αγώνα για τη διάσωση των ιερών και των οσίων της Φυλής.
Κρατώντας ψηλά τον πυρσό της ελευθερίας βαδίζω σταθερά προς το μέλλον που προσμένει από μένα πολλά.
Ρωμαλέος στο σώμα και στην ψυχή θα ανταποκριθώ στις προσδοκίες της μεγάλης μου πατρίδος.
Οδηγός στις πράξεις μου στέκει η πείρα του παρελθόντος και τα διδάγματα της Μακρονήσου.
Νίκησα την αμφιβολία και τον δισταγμό. Τα νέφη της πλάνης μου διαλύθηκαν.
Η ζωή μου είναι συνδεδεμένη με τις ιερές έννοιες της Πατρίδος, της Θρησκείας και της Οικογένειας.
Στη Μακρόνησο γνώρισα τη στοργή της Πατρίδος, ατσάλωσα την πίστη μου στα εθνικά ιδανικά και έγινα τέλειος Έλλην.
Ορκίζομαι να φανώ αντάξιος της Πατρίδος και να σταθώ άγρυπνος φρουρός της ειρήνης και πρωτεργάτης της Ανοικοδομήσεως.
Σεβαστή στους φίλους και τρομερή στους εχθρούς. Έτσι υπόσχομαι την Ελλάδα μας.»
Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου
Στις 14 Οκτωβρίου 1949, με το Ψήφισμα ΟΓ’ «Περί μέτρων Εθνικής Αναμορφώσεως», δημιουργήθηκε ο Ο.Α.Μ., [Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου] [24], με αποστολή την διαχείριση του στρατοπέδου στη Μακρόνησο. Σύμφωνα µε το ψήφισμα αντικειμενικός στόχος του στρατοπέδου ήταν «η δια της διαφωτίσεως και διαπαιδαγωγήσεως αναμόρφωσις» των κρατουμένων. Το στρατόπεδο, η διεύθυνση και το προσωπικό υπόκειντο στην αρμοδιότητα του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στη δικαιοδοσία του Οργανισμού περιλαμβάνονταν μια σειρά κρατουμένων όπως: στρατιώτες, πολιτικοί εξόριστοι, συλληφθέντες από τις στρατιωτικές αρχές, πολιτικοί κρατούμενοι και «συμμορίται». Έως τον Μάρτιο του 1950 το στρατόπεδο διοικούσε ο ταξίαρχος Γεώργιος Μπαϊρακτάρης, ο οποίος πριν την αντικατάσταση του παρασημοφορήθηκε μαζί με άλλους πέντε Μακρονησιώτες αξιωματικούς, για τη δράση του κατά του κομμουνιστοσυμμοριτισμού. Τον Μάρτιο του 1950 η κυβέρνηση του Νικολάου Πλαστήρα τοποθέτησε ως διοικητή τον υποστράτηγο Βρασίδα Παπαγιαννόπουλο και τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου ξεκίνησαν οι συζητήσεις για το μέλλον της Μακρονήσου, ενώ τον Μάιο το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε το κλείσιμο των στρατοπέδων. Τον Ιούνιο με διαταγή που εκδόθηκε απαγορεύθηκαν οι συζητήσεις µε πολιτικό χαρακτήρα, η μεροληπτική μεταχείριση των στρατιωτών µε βάση τα πολιτικά τους φρονήματα και απαγορεύτηκαν οι επισκέψεις επισήμων. Τα Τάγματα Σκαπανέων διατηρήθηκαν έως και το 1955, ενώ στη συνέχεια το στρατόπεδο μετονομάστηκε σε Στρατιωτικές Φυλακές Μακρονήσου. Ο Οργανισμός λειτούργησε μέχρι το 1955, ενώ το 1957 το στρατόπεδο καταργήθηκε ολοσχερώς και τον Φεβρουάριο του 1961 οι τελευταίοι στρατιώτες που φρουρούσαν τις εγκαταστάσεις εγκατέλειψαν το νησί.
Σύγχρονη εποχή
Το 1989, επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου από το Υπουργείο Πολιτισμού, επί υπουργίας της Μελίνας Μερκούρη, κηρύχθηκε «ολόκληρο το νησί της Μακρονήσου ιστορικός τόπος και όλα τα κτίρια των στρατοπέδων του νησιού ιστορικά διατηρητέα μνημεία», ενώ απαγορεύτηκαν η δόμηση και άλλου είδους παρεμβάσεις. Σήμερα, μετά την προβλήτα του λιμανιού, δεσπόζει το άγαλμα του «Αγωνιστή-Δεσμώτη», ο οποίος σηκώνει με το ένα χέρι έναν βράχο, έχοντας τη γροθιά υψωμένη στο άλλο καθώς το συρματόπλεγμα τυλίγεται στο πόδι του. Ακολουθεί ο υπαίθριος χώρος κατασκήνωσης των Ε.Τ.Ο. (Ειδικό Τάγμα Οπλιτών), διάσπαρτες τσιμεντένιες σκοπιές/φυλάκια σε σημεία με καλή ορατότητα, οι αρτοκλίβανοι στους οποίους ζύμωναν κι έψηναν οι Σκαπανείς το ψωμί της ημέρας, ο χώρος αναφοράς του Α’ Ε.Τ.Ο. με το μαυρόασπρο βοτσαλωτό πάτωμα, η πολυκάμαρη ανοιχτή εκκλησία του Αγίου Αντωνίου και τέλος το θέατρο του Α’ Τάγματος. Το γραμμένο το 1972 μυθιστόρημα «Λοιμός» του Ανδρέα Φραγκιά και η κινηματογραφική του απόδοση από τον Παντελή Βούλγαρη το 1976, με την βραβευμένη ταινία «Happy Day» αποτυπώνουν μονόπλευρα και απολύτως υποκειμενικά την εποχή που η Μακρόνησος λειτουργούσε ως στρατόπεδο Σκαπανέων. Τον Αύγουστο του 2003 ο κομμουνιστής μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης έδωσε στο νησί συναυλία.
Εθνικό έργο
Η δημιουργία και λειτουργία του στρατοπέδου της Μακρονήσου ήταν μια συνετή, απολύτως αναγκαία και απαραίτητη απόφαση η οποία αποδείχθηκε κομβικής σημασίας στην προσπάθεια του Ελληνισμού να αντιμετωπίσει με επιτυχία την ένοπλη κομμουνιστική ανταρσία και την βίαιη προσπάθεια να επιβληθεί ο κομμουνισμός στην Ελληνική επικράτεια, να εξυπηρετηθούν τα σχέδια του Πανσλαβισμού, να διαμελιστεί ο εθνικός κορμός και να παραχωρηθεί η Βόρεια Ελλάδα ως λεία και λάφυρο στα γειτονικά κομμουνιστικά κράτη, για την βοήθεια που πρόσφεραν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Σημαντικό στοιχείο στη λειτουργία της Μακρονήσου υπήρξε το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κρατουμένων ήταν ουσιαστικά και τυπικά οπλίτες του Ελληνικού Στρατού και η Μακρόνησος υπήρξε με την κυριολεκτική έννοια στρατόπεδο, που υπαγόταν στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και δημιούργησε στην ιστορία του μάχιμες μονάδες, οι οποίες πρωταγωνίστησαν σε σημαντικά μέτωπα του Συμμοριτοπολέμου. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση του καθεστώτος της λειτουργίας του στρατοπέδου υπήρξε ομόφωνη απόφαση όλου του πολιτικού φάσματος της Ελλάδος, ενώ αρωγοί στάθηκαν παράγοντες των Γραμμάτων, των Τεχνών και των Επιστημών, και αμέριστη υπήρξε η βοήθεια που πρόσφερε σύσσωμη η επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος, ανώτερα στελέχη της οποίας -καθώς και απλοί ιερείς, πλήρωσαν με τη ζωή τους την απόφαση τους αυτή. Στις μέρες μας είναι ακόμη ορατά μεγάλα ερειπωμένα κτίρια, στις θέσεις στρατοπέδων, σε μερικά των οποίων σώζονται μόνο τα δάπεδα τους και είναι σχεδόν αδύνατον να αναγνωριστεί ο αρχικός τους όγκος και η χρήση τους.
Η δημιουργία της Μακρονήσου στόχευε, κατά βασικό και κύριο λόγο, στην επίλυση του προβλήματος της διαχειρίσεως των κομμουνιστών οπλιτών αλλά και μελλοντικών στρατευσίμων, καθώς τα ως τότε Τάγματα Σκαπανέων που είχαν ιδρυθεί σε διάφορες περιοχές της χώρας αποτελούνταν από ασταθείς και αβέβαιες μονάδες, ενώ είχαν παρατηρηθεί περιπτώσεις ατομικών και ομαδικών αυτομολήσεων προς τον αποκαλούμενο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας ή ακόμη και δολοφονιών στις τάξεις του Στρατού από κομμουνιστές οπλίτες. Αντιθέτως η απομόνωση τους στη Μακρόνησο απέτρεπε αυτό τον κίνδυνο, δίνοντας παράλληλα την άνεση στους να επιτύχουν μεθοδικά τη μεταστροφή τους σε μαχητές του Εθνικού Στρατού. Στη Μακρόνησο το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος προσπάθησε, όμως ευτυχώς δεν τα κατάφερε, να διατηρήσει μικρούς ή μεγάλους παράνομους πολιτικούς πυρήνες, όμως ήταν συνεχής η προσπάθεια των στρατευμένων μελών του να συζητήσουν ειδήσεις της επικαιρότητος που αντλούσαν από αποκόμματα εφημερίδων και η προσπάθεια τους να αποτρέψουν τους Σκαπανείς από την υπογραφή δηλώσεων αποκηρύξεως του κομμουνισμού. Αυτός υπήρξε και ο λόγος που έλαβαν μεγάλη προβολή, από την πλευρά του Ελληνικού Στρατού, οι αποστολές ανανηψάντων οπλιτών στο μέτωπο, οι οποίες ξεκίνησαν ήδη από το Νοέμβριο του 1947 και συνεχίστηκαν σε τακτική βάση ως το χειμώνα του 1948-49, όταν άρχισαν να εκτοπίζονται στη Μακρόνησο οι συλληφθέντες στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Ελληνικού στρατού. Ανάλογη προβολή δινόταν και στις δηλώσεις μετανοίας, που κοινοποιούνταν στον τόπο καταγωγής, εργασίας και συναναστροφής του οπλίτη.
Πολλοί από τους μεταμελημένους κομμουνιστές οπλίτες της Μακρονήσου αποτέλεσαν τους βασικούς ομιλητές και λαϊκούς διαφωτιστές σειράς διαλέξεων που πραγματοποιήθηκαν στην ίδια την Μακρόνησο καθώς και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος με θέματα όπως:
- «Η οικονομική και κοινωνική σημασία των διεθνών και ελληνικών πραγματικοτήτων»,
- «Ο κομμουνισμός από οικονομικής απόψεως»,
- «Οι στρατιώτες της Μακρονήσου και η μάχη του Γράμμου»,
- «Θρησκεία και κομμουνισμός»,
- «Η φυλή μας και η σλαβική επίθεση»,
- «Η Ελλάδα προμαχώνας της ελευθερίας»,
- «Το μαρξιστικό λάθος»,
- «Τι είδα στη Ρωσία»,
- «Το αρχαίο πνεύμα σε νέους αγώνας» και άλλα [25].
Στον κατάλογο της εκθέσεως του Ζαππείου αναγράφεται ότι «…έχουν εκφωνηθεί υπό στρατιωτών και αξιωματικών άνω των τριών χιλιάδων διαλέξεων εθνικού κοινωνικού, ηθικού και θρησκευτικού περιεχόμενου και άνω των τριών χιλιάδων παρωδίες και ποιήματα εθνικά και αντισυμμοριακά. Έχουν δε αποσταλεί εκείθεν πολλές δεκάδες χιλιάδων επιστολές εθνικού περιεχομένου…». Σε τηλεγράφημα του προς το Γενικό Επιτελείο Στρατού, στις 5 Ιουλίου 1948, ο νομάρχης Ηγουμενίτσας γράφει: «…Απογευματινάς ώρας χθες ενώπιον χιλιάδων λαού πόλεως και περιχώρων ωμίλησεν απολυθείς εκ Μακρονήσου φανατικός τέως Κομμουνιστής A.K. με θέμα «Οι προδόται του Έθνους και το Εθνικόν Πανεπιστήμιον της Μακρονήσου». Ο ειρημένος επί μακρόν διακοπτόμενος, υπό ζωηρών χειροκροτημάτων και ζητωκραυγών, εξιστόρησε τας προδοσίας και τα κακουργήματα των προδοτών του Κ.Κ.Ε., οίτινες είναι πληρωμένοι από τους εχθρούς της Ελληνικής Φυλής, εξύμνησε την ζωήν των Ελλήνων στρατιωτών εις Μακρόνησον, την οποίαν εχαρακτήρισεν ως Εθνικόν Πανεπιστήμιον και τελευτών έκαμεν έκκλησιν εις τους παραπλανημένους όπως προσέλθωσιν εις τας αγκάλας της μητρός Ελλάδος, η οποία, θέλει δεχθή [εις τούς] κόλπους της ως τους υιούς, όταν ούτοι ολοψύχως και με εθνικόν παλμόν αποκηρύξωσι τους πληρωμένους από τους Σλαύους προδότας του Έθνους. ΣΤΟΠ. Ομιλία ανανήψαντος κομμουνιστού, η όποια έληξε εν μέσω ζωηρών ζητωκραυγών και χειροκροτημάτων υπέρ Άνακτος, Κυβερνήσεως και Εθνικού Στρατού, παρηκολούθησεν υποφαινόμενος, προϊστάμενοι δημ. υπηρεσιών. Δήμαρχος και Δημοτικόν Συμβούλιον, Πρόεδροι οργανώσεων και συλλόγων, εργάται, μαθηταί σχολείων και ιδρυμάτων, αξιωματικοί Στρατού, Χωροφυλακής και άλλοι» [26].
Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως Υπουργός Δημόσιας Τάξεως, είχε πει για τη σημασία των δηλώσεων μετανοίας: «Πας αφιέμενος ελεύθερος εξαιτίας υποβολής τοιούτων δηλώσεων έδει να περιβάλληται μετά στοργής και εμπιστοσύνης υπό των Αρχών Ασφαλείας, προτρεπόμενος επιδεξίως εις πράξεις εκδήλως προς το Κομμουνιστικόν Κόμμα εχθρικάς, ώστε να εκτίθεται ανεπανορθώτως εις τη συνείδησιν των πρώην ομοϊδεατών του». Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος υποστηρίζει ότι «στη Μακρόνησο αναγεννάται η Ελλάς ωραιοτέρα στην ψυχή των Ελλήνων» και την αποκάλεσε «Σχολείον Εθνικής Αναμορφώσεως», ενώ αναφέρει [27] πως «…Η ιστορία θα γράψη πως η στροφή της παγκοσμίου καταστάσεως εδώ άρχισε, στη Μακρόνησο. Στο ξερονήσι αυτό εβλάστησε σήμερα η Ελλάς ωραιότερα παρά ποτέ». Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος υποστηρίζει [28] ότι «…Όλοι στη ζωή μας πρέπει να περνάμε μια Μακρόνησο» την οποία χαρακτήρισε ως «αναρρωτήριο ψυχών», «συνέχιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού», «εθνική κολυμβήθρα» και «νέα Εδέμ στα μάτια της ελληνικής Ιστορίας». Ο καθηγητής της Ανωτάτης Γεωπονικής Θεσσαλονίκης Π. Αναγνωστόπουλος διαπιστώνει [29] ότι στην Μακρόνησο «…ευρίσκεται εν πραγματική λειτουργία η δημοκρατία του Περικλέους» και ο δικηγόρος Ρίκος Αγαθοκλής αποφαίνεται [30] ότι στη Μακρόνησο «…ξαναζεί το 1821 με τους καινούργιους του φιλικούς, τους Μπαϊρακτάρηδες και Τζαννετάτους». Τέλος ο ναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου, πρώην υπουργός Ναυτικών, θα ευχηθεί «Μακάρι να γινόταν όλη η χώρα μας Μακρόνησος…».
Στην Αθήνα διοργανώνονταν μια σειρά από εκδηλώσεις, όπως η κατάθεση στεφάνου από ανανήψαντες στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, τελετές στο Καλλιμάρμαρο και τους στύλους του Ολυμπίου Διός, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1948, όταν ο βασιλιάς Παύλος Α’ παρέδωσε την Ελληνική σημαία στα τάγματα κατά την αναχώρηση τους για το μέτωπο, ενώ στην επαρχία, γίνονταν ανάγνωση από άμβωνος των επιστολών αυτών που αποκήρυτταν τον κομμουνισμό και πραγματοποιούνταν συγκεντρώσεις στις οποίες οι μεταμελημένοι μιλάνε για την αποστολή της Μακρονήσου. Επίσης, δημιουργήθηκαν καρτ ποστάλ με αγγλικούς υπότιτλους για αποστολή στο εξωτερικό, ημερολόγια με φωτογραφίες από τη ζωή των Ταγμάτων, έγινε κινηματογράφηση του στρατοπέδου από συνεργείο της τηλεοράσεως του B.B.C., τον Απρίλιο του 1949, ενώ την ίδια χρονιά αρχίζει τη λειτουργία του και ο ραδιοφωνικός σταθμός Μακρονήσου, με πανελλαδική εμβέλεια. Παράλληλα εκδόθηκαν εφημερίδες και περιοδικά, με ευθύνη των Γραφείων Ηθικής Αγωγής των Ταγμάτων, όπως ο «Σκαπανεύς» [31], η «Αναμόρφωσις», η «Μακρόνησος», η «Φωνή της Πατρίδος», αλλά και αγγλόφωνες εκδόσεις, όπως «The Makronisso Seminary» και «The patriotic university of Makronissos».
Συκοφαντικές επιθέσεις
Ο Στρατηγός Παναγιώτης Σκαλούμπακας, δημιουργός, αρχικά Διοικητής και στη συνέχεια Υποδιοικητής του Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου, σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2008, στο πλαίσιο κινηματογραφικής ταινίας με θέμα τη Μακρόνησο [32], ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «… σε Στρατιωτικές μονάδες δεν γίνονται βασανιστήρια γιατί η πειθαρχία και η υποταγή είναι πράγματα δεδομένα. Κι αν έγιναν κάποιες υπερβολές από φανατικούς ανανήψαντες και κατώτερα στελέχη, δεν ήταν κατόπιν εντολής, αλλά οφείλονταν στις ανώμαλες τότε εποχές του συμμοριτοπολέμου…», ενώ εξηγεί ότι για την αντιμετώπιση της υπαρκτής κομμουνιστικής απειλής ήταν απαραίτητα τα μέτρα καταστολής που εφαρμόστηκαν στο ελάχιστο ποσοστό των μη ανανηψάντων οπλιτών λέγοντας: «… δεν σήκωνε να φτιάξουν Κ.Ο.Σ.Σ.Α. {…} και ούτε χαϊδεύαμε ανθρώπους που ήθελαν να μας βάλουν στο παραπέτασμα…», καθώς σε διαφορετική περίπτωση η Ελλάδα θα είχε ακολουθήσει το δρόμο των υπολοίπων Βαλκανικών χωρών και του «Ανατολικού μπλοκ» που αποτελούσαν το «Σύμφωνο της Βαρσοβίας, υπό την επιρροήν της Σοβιετικής Ενώσεως…». Υποστηρικτική της θέσεως του Παναγιώτη Σκαλούμπακα ότι δεν γίνονταν βασανισμοί, είναι η μεταπολιτευτική ομολογία του Λεωνίδα Κύρκου, ηγετικού στελέχους της κομμουνιστικής αριστεράς, ο οποίος είπε σε συνέντευξη του: «….Την τέταρτη ημέρα ήρθαν και μου είπαν πως με ήθελε ο διοικητής, ο Παναγιώτης Σκαλούμπακας. Αυτός με υποδέχθηκε ευγενικά, μου πρόσφερε κάθισμα να καθίσω, διέταξε να μου φέρουν μια φορεσιά γιατί αυτή που φορούσα ήταν σκισμένη και αιματοβαμμένη και με κράτησε στη σκηνή του όπου και διανυκτέρευσα….» [33]. Οι πηγές από τις οποίες αντλούνται τα δήθεν στοιχεία περί βασανιστηρίων είναι στο σύνολο τους δημοσιεύματα εντύπων της εποχής, που βρίσκονταν υπό τον απόλυτο έλεγχο ή είναι έντυπα επίσημα όργανα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [34], ενώ και οι μαρτυρίες στις οποίες στηρίζονται τα δήθεν αποδεικτικά στοιχεία είναι μελών και στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος, πολλά από τα οποία ψεύδονται προδήλως. Η αριστερή οπτική της Μακρονήσου στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο έχει αποδοθεί -μεταξύ άλλων- μέσα από δύο έργα, τον «Λοιμό» του Ανδρέα Φραγκία και την κινηματογραφική του μεταφορά από τον Παντελή Βούλγαρη στο «Happy Day».
Ενδεικτικό παράδειγμα αισχρής προσωπικής συκοφαντικής επιθέσεως αποτελεί η περίπτωση του γνωστού κομμουνιστή μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, που αναφέρεται σε δήθεν βασανιστήρια του Λοχαγού Παναγιώτη Σκαλούμπακα, τότε Διοικητού του Γ’ Ε.Τ.Ο., αν και ο Θεοδωράκης υπηρέτησε στο Α’ Ε.Τ.Ο. εντός του έτους 1949, όταν οΠαναγιώτης Σκαλούμπακας [35] από τον Σεπτέμβριο του 1948, είχε ήδη μετατεθεί από την Μακρόνησο σε άλλη μάχιμη, στρατιωτική μονάδα. Ενδεικτικό του μένους της κομμουνιστικής ηγεσίας εναντίον των Διοικητών των Ειδικών Ταγμάτων Οπλιτών αποτελεί η συχνή αναφορά του ονόματος του Σκαλούμπακα από το ραδιόφωνο της αποκαλούμενης «Ελεύθερης Ελλάδας», καθώς και το περιεχόμενο σειράς προπαγανδιστικών φυλλαδίων που κυκλοφόρησαν την εποχή του συμμοριτοπολέμου όπου το όνομα του τότε Ταγματάρχου Σκαλούμπακα περιλαμβάνονταν, μαζί με τα ονόματα του Βασιλιά Παύλου Α’, του πρωθυπουργού Θεμιστοκλή Σοφούλη, του Στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου, μεταξύ εκείνων που το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε επικηρύξει ζητώντας την εκτέλεση τους, από τις συμμορίες της Ο.Π.Λ.Α. των δολοφόνων της αποκαλούμενης Λαϊκής Αυτοάμυνας. Αιτία της οργής των υβριστών της μνήμης των Ελλήνων αξιωματικών που διοικούσαν τα τρία Ειδικά Τάγματα Οπλιτών αποτελεί η συγκρότηση του 596ου Τάγματος Πεζικού, που τη σύνθεση του αποτελούσαν πρώην κομμουνιστές Σκαπανείς και το οποίο εξοπλίστηκε από το Γ’ Τάγμα Μακρονήσου το 1948, επί Διοικήσεως του Παναγιώτη Σκαλούμπακα. Το 596ο Τάγμα συμμετείχε θριαμβευτικά στις επιχειρήσεις «Πυρσός» έως την λήξη του συμμοριτοπολέμου και την καταστολή της ενόπλου κομμουνιστικής ανταρσίας και πολλοί ανανήψαντες οπλίτες που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις της πρώτης γραμμής εξέφρασαν με επιστολές τους [36] την ευγνωμοσύνη τους στον Διοικητή του Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρόνησου, Λοχαγό Παναγιώτη Σκαλούμπακα [37]. Σύμφωνα με μεταγενέστερες μαρτυρίες μονίμων κατοίκων της Μακρονήσου οι εκεί οπλίτες: «…Είχαν τις ποδοσφαιρικές τους ομάδες, θέατρο, χαρτοπαικτικές λέσχες που όλοι πήγαιναν κλπ. …{…}… Όλα δούλευαν στην εντέλεια, για βασανιστήρια δεν είχαμε ακούσει..» [38].
Έγραψαν & είπαν για την Μακρόνησο
Στρατηγός Δημήτριος Ζαφειρόπουλος
«…Η στρατολογία δια την ανασυγκρότησιν του Στρατού μέχρι του θέρους του 1946 δεν ήτο καθολική, αλλά μερική, δι’ επιστρατεύσεως των ακραιφνών εθνικοφρόνων στρατευσίμων. Τούτο είχε προκαλέσει δυσφορίαν εις την εθνικόφρονα παράταξιν, διότι αύτη μόνον προσέφερε θυσίας εις αίμα, καθ’ ον χρόνον οι κομμουνισταί παρέμενον εις τας εστίας των, ασχολούμενοι αφ’ ενός μεν εις τας εργασίας των, αφ’ ετέρου δε εις την διαστρέβλωσιν των φρονημάτων του λαού και την ενίσχυσιν του ΚΚΕ. Δια την άρσιν του παραπόνου τούτου απεφασίσθη από του φθινοπώρου του 1946 η καθολική επιστράτευσις. Τούτο όμως είχε ως συνέπειαν την μη εξασφάλισιν της ενότητος του Στρατού, λόγω της εκ των έσω διαβρώσεώς του. Η ανακαλυφθείσα συνωμοσία εις τας μονάδας του Β΄ Σώματος Στρατού τον Ιούλιον του 1946 είχε συναγείρει την Διοίκησιν του Στρατού και την υπεύθυνον Κυβέρνησιν. Τότε απεφασίσθη ο περιορισμός των αριστερών στρατευσίμων εις ωρισμένα στρατόπεδα, δια να υποστούν αποτοξίνωσιν, διότι κατά την Κατοχήν ούτοι ήσαν έφηβοι και λόγω του νεαρού της ηλικίας των παρεσύροντο από τα απατηλά και δελεαστικά κηρύγματα των κομμουνιστών.
Την 19ην Φεβρουαρίου του 1947 ο αρχηγός του ΓΕΣ Αντ/γος Βεντήρης, άμα τη αναλήψει της αρχής, εισηγήθη εις τον Υπουργόν των Στρατιωτικών Γεώργιον Στράτον την οργάνωσιν τριών στρατοπέδων: της Μακρονήσου δια τους στρατευσίμους, του Τρίκερι δια τους υπόπτους άνδρας και γυναίκας των εκκαθαριζομένων περιοχών, και των Γιούρων δια τους φυλακισμένους. Η ίδρυσις του στρατοπέδου της Μακρονήσου υπήρξεν αναγκαία· διότι μικρόν ποσοστόν των προσκαλουμένων στρατευσίμων δεν παρείχεν εμπιστοσύνην ότι θα εξετέλει τας εντολάς τας οποίας επέτασσε το καθήκον προς το Έθνος. Ούτω ιδρύθη η Μακρόνησος, το μέγα σχολείον της εθνικής αναμορφώσεως, όπερ ευθύς εξ αρχής εχαρακτηρίσθη υπό των κομμουνιστών ως «νέον Νταχάου, ένθα βιαίως μετεστρέφοντο αι πεποιθήσεις και ησκείτο εκ συστήματος ωργανωμένη κακουργία». Προς διάψευσιν των συκοφαντιών του Κομμουνισμού επεσκέφθησαν την Μακρόνησον αντιπρόσωποι της Αγγλίας, Αμερικής, Σουηδίας και Ολλανδίας, άπαντες δε εβεβαίωσαν ότι πρόκειται περί προτύπου Εθνικού Αναμορφωτηρίου, αξίου προς μίμησιν. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Βασ. Φάβης πρεπόντως διετύπωσεν ότι το Εθνικόν Παιδευτήριον της Μακρονήσου τιμά την Ελληνικήν διανόησιν και φιλοπατρίαν και συμβολικώς εχαρακτήρισε την ενεργουμένην προσπάθειαν ούτω: «Καθώς η Ήρα κατά τον αρχαίον μύθον λουομένη εις τα ύδατα του Κανάθου ανέκτα παρθενικήν ακμήν και κάλλος, ούτω και οι εισερχόμενοι εις το Εθνικόν Παιδευτήριον της Μακρονήσου αποκαθαίρονται από παντός πνευματικού ρύπου και ψυχικής σκωρίας και ανακτούν νέαν αλκήν και ρώμην…» Η μεταφορά των στρατευσίμων εγένετο βάσει ωρισμένων στοιχείων και προτάσεων των κατά τόπους αστυνομικών αρχών, κατά πόσον ο στρατεύσιμος παρείχεν εχέγγυα εμπιστοσύνης.
Η κίνησις της Μακρονήσου από του 1947 μέχρι του 1950 ανήλθεν: Εις εφέδρους αξιωματικούς 1.100 και εφέδρους οπλίτας 27.770. Εκ των εφέδρων Αξιωματικών: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 800. Παρέμειναν εις την Μακρόνησον ως διοικηταί Λόχων και Διμοιριών 200. Υπέστησαν έκπτωσιν του βαθμού των 100 ως αμετανόητοι κομμουνισταί. Εκ των εφέδρων οπλιτών μετά κατάλληλον εθνικόν προσανατολισμόν: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 15.400, οίτινες και επολέμησαν εις το πλευρόν των εθνικοφρόνων Ελλήνων, όπως το 596 Τάγμα Πεζικού, το οποίον εις τον Γράμμον τον Ιούλιν του 1948 επέδειξεν ηρωισμόν και αυτοθυσίαν λόγω της τόλμης και αποφασιστικότητός των. Δεν απεστάλησαν εις την γραμμήν των πρόσω, αλλ’ απελύθησαν και επέστρεψαν εις τας εστίας των 6.600. Παρέμειναν αμετανόητοι πιστεύοντες εις τον κομμουνισμόν 300. Δια των τριών στρατοπέδων, και ιδία της Μακρονήσου, εσώθη ο Στρατός, έλειψαν οι λιποτάκται, οι αυτόμολοι, και οι δολοφόνοι των Αξιωματικών και οπλιτών της Ποντοκερασιάς, της Καρδίτσης, Εδέσσης κ.λ.π…..» [39]
Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου
Ο δημοσιογράφος Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου αναφέρει [40] την δημιουργία της Μακρονήσου ως τον τρίτον κατα σειράν λόγον της νίκης του Ελληνικού Στρατού κατά των ανταρτών: «…Το τρίτον βασικόν γεγονός που εξησφάλισε την νίκην είναι οι θεμελιώδεις αλλά σταδιακοί πρόοδοι, αι σημειωθείσαι εις τον τομέα της καθαρώς στρατιωτικής αντιμετωπίσεως της επαναστάσεως, ο οποίος ήτο ταυτοχρόνως ο δυσχερέστερος και ο αποφασιστικώτερος. Εδώ έγινε πραγματική κοσμογονία. Διότι δια πρώτην φοράν εις την ιστορίαν ένας τακτικός στρατός κατώρθωσε να αντιμετωπίση επιτυχώς ένα νέον είδος πολέμου, τον ανταρτοπόλεμο, δια τον οποίον ούτε προωρίζετο ούτε ήτο παρασκευασμένος και έναντι του οποίου παρουσίαζε απειρίαν μειονεκτημάτων. Εθεσπίσθη πρώτον η εθνική διύλισις του στρατεύματος Το σύστημα της εκλεκτικής στρατεύσεως εγκατελείφθη. Ολοι οι υπέχοντες στρατιωτικήν υποχρέωσιν διετηρούντο υπό τα όπλα, εφ’ όσον ήσαν υγιείς. Δεν ενετάσσοντο όμως όλοι εις μαχίμους μονάδας, αλλά μόνον οι κατά τας πληροφορίας των αρμοδίων αρχών, εθνικώς αδιάβλητοι. Οι άλλοι εστέλλοντο εις το στρατόπεδον της Μακρονήσου. Έτσι συνετελέσθη μια πρόοδος. Αλλά δεν ήτο πλήρης. Διότι οι συγκεντρωθέντες κομμουνιστές εντός ολίγου χρόνου κατώρθωσαν να επιβληθούν εφ’ ολοκλήρου της μάζης των στρατευμένων και να μεταβάλλουν την Μακρόνησον εις ένα απέραντον Σοβιέτ, επί του οποίου ουδένα έλεγχον ηδύνατο να ασκήση η αρχικώς ολιγάριθμος φρουρά. Εξέδιδαν ιδικήν των εφημερίδα, την «Αλμύρα», ωργάνωναν διαλέξεις και εορτάς, είχαν ιδικήν των πειθαρχίαν ανεξάρτητον της τυπικής ιεραρχίας και καθοδηγούντο από διαφόρους επιτροπάς. Διά να παραλύση η κομμουνιστική επιβολή και να εξουθενωθούν ηθικώς οι φορείς της, το κράτος ηναγκάσθη να προσφύγη εις σκληράς μεθόδους πειθαρχήσεως αι οποίαι πολλάκις εξομοιώθησαν ηθικώς προς τα κομμουνιστικάς μεθόδους. Το αποτέλεσμα πάντως υπήρξε τετραπλούν. Οι κομμουνισταί έπαυσαν ν’ απολαμβάνουν των αγαθών και της ασφαλείας των πολιτών καθ’ όν χρόνον οι εθνικόφρονες εμάχοντο. Η επιλογή των ανδρών των μαχίμων μονάδων εγίνετο με μεγάλη προσοχήν και αυστηρότητα, ώστε να μην διεισδύουν εις αυτάς κομμουνισταί. Η Μακρόνησος έπαυσε να είναι τόπος αναψυχής και ινστιτούτο κομμουνιστικής αγωγής. Και από το στρατόπεδο αυτό εξήλθαν λόχοι και τάγματα «αναμορφωμένων» που επολέμησαν με ηρωισμόν κατά του συμμοριτισμού…».
Παναγιώτης Κανελλόπουλος
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος: «Θεωρώ καθήκον μου να εξάρω την εμπνευσμένη πρωτοβουλία του προκατόχου μου υπουργού κ. Στράτου και του τότε Αρχηγού Επιτελείου αντιστράτηγου Γεώργιου Βεντήρη οι οποίοι εις πείσμα όλων των συκοφαντών και αντιδράσεων οργάνωσαν το υπέροχον αυτό σχολείον εθνικής μετάνοιας και αναβαπτίσεως των ασώτων υιών της Ελλάδος, ως και την διοικητική και εκπαιδευτική ικανότητα του αντισυνταγματάρχη κ. Μπαϊρακτάρη και των αμέσων βοηθών του. Το έργον της Μακρονήσου αναγνωριζόμενον διεθνώς ως παράδειγμα και πρότυπον άξιον μιμήσεως εις όλας τας ελευθέρας χώρας του κόσμου αποτελεί τίτλο τιμής δι’ όσους οι οποίοι συνέβαλαν και συμβάλλουν εις την πραγματοποίηση του. Είμαι ευτυχής ως εκπρόσωπος του Στρατού και των παραπλανηθέντων ιδιωτών διότι η εθνική αναμόρφωσις ανατίθεται εις τας τόσον επιτυχούσας εις το έργον στρατιωτικάς αρχάς. Πιστεύω ότι τα αποτελέσματα τα οποία θα έχη και επί των συνειδήσεων των ιδιωτών το Σχολείον της Μακρονήσου θα είναι ευτυχή» [41]. Ο ίδιος μιλώντας στην Ελληνική Βουλή στις 14 Ιουλίου 1950, αναφέρθηκε στο «λεγόμενον στρατόπεδον της Μακρονήσου», εξηγώντας: «Λέγω το “λεγόμενον” στρατόπεδον της Μακρονήσου, διότι κατ’ ουσίαν η Μακρόνησος δεν πρέπει να ονομάζεται στρατόπεδον. Η Μακρόνησος ήτο και είναι σχολείον εθνικόν».
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κανελλόπουλος ουδέποτε συνέκρινε την Μακρόνησο με τον Παρθενώνα, όπως ισχυρίζονται οι αριστεροί που θέλουν να λιβελοποιούν την συντηρητική παράταξη της μεταπολεμικής περιόδου. Ο Κανελλόπουλος σε δήλωση προς τους ξένους δημοσιογράφους είπε αυτολεξεί: «…Η Ελλάς η οποία άλλοτε έδωσε στην ανθρωπότητα τον Παρθενώνα και την Άγια Σοφία, φιλοσόφους και ποιητές με παγκόσμια ακτινοβολία, βρέθηκε τώρα στην τραγική θέση τέκνα της να έχουν λάβει τα όπλα εναντίον της. Για να αντιμετωπίσει την δύσκολη αυτή κατάσταση λειτούργησε το στρατόπεδο…». Στη συνέχεια ανέλαβε δράση ο μηχανισμός προπαγάνδας της Αριστεράς και με όργανο της τον ημερήσιο και περιοδικό τύπο ταύτισε την Μακρόνησο με τον Παρθενώνα, αν και ουδέποτε έχει εντοπιστεί στον Τύπο της εποχής ή οπουδήποτε αλλού η φερόμενη ως δήλωση Κανελλόπουλου, όμως σχεδόν σε όλες τις μαρτυρίες γραπτές ή προφορικές, η ρήση θεωρείται απολύτως δεδομένη, αλλά χωρίς να προσδιορίζεται πού και πότε ειπώθηκε. Το θέμα της δήθεν δηλώσεως του Παναγιώτη Κανελλόπουλου επανήλθε στο προσκήνιο μεταπολιτευτικά και ο Κανελλόπουλος αφού ανήλθε στο βήμα της Ελληνικής Βουλής απευθύνθηκε στους βουλευτές του Κ.Κ.Ε., που οι περισσότεροι είχαν υπηρετήσει στην Μακρόνησο, τους οποίους ερώτησε πότε τον άκουσαν να κάνει σύγκριση του Παρθενώνα και της Μακρονήσου, δίχως να πάρει απάντηση καθώς γνώριζαν το τεράστιο ψέμα που καλλιέργησαν επί δεκαετίες. Ο Κανελλόπουλος, τη δεκαετία του 1980, προσδοκώντας πιθανή υποψηφιότητα του για την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας και επιζητώντας την υπερψήφιση του από την Αριστερά, θα ζητήσει την αναγνώριση της αποκαλούμενης Εθνικής Αντίστασης, σε ένα γενικότερο πνεύμα συμφιλίωσης με την Αριστερά. Οι ενέργειες του Κανελλόπουλου ανάγκασαν τον παλιό φίλο του Κωνσταντίνο Τσάτσο να γράψει: «Ο Παναγιώτης, ο πιο γνήσιος εθνικόφρων, διολίσθησε προς τα αριστερά. Δεν έγινε αριστερός, αλλά υπερκομματικός…» [42].
Κωνσταντίνος Τσάτσος
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος: «..Εάν η Μακρόνησος ήτο μία κόλασις βίας, θα επέστρεφαν όλοι εις τας παλαιάς των πεποιθήσεις, πιο φανατισμένοι από πριν. Συμβαίνει όμως το αντίθετον. Διατηρούν τας πεποιθήσεις που απέκτησαν εις την Μακρόνησον και γίνονται πρότυπα Ελλήνων στρατιωτών και πολιτών. Αυτό αποτελεί την δικαίωσιν της χρησιμοποιηθείσης εκπαιδευτικής μεθόδου» [43]. Ενώ αργότερα ο Τσάτσος συμπλήρωσε ότι: «Το έργο που συντελείται εκεί, όσον και αν έχει επαινεθή, δεν νομίζουμε ότι έχει κατανοηθεί εις όλην του την έκταση και δεν νομίζουμε ότι έχει βοηθηθεί όσον θα έπρεπε δια να αποδώσει περισσότερον από όσα αποδίδει. Χρειάζεται και υλική βοήθεια, χρειάζεται και βοήθεια ηθική, ιδία από μέρους της πνευματικής ηγεσίας του τόπου. Η Μακρόνησος είναι προ παντός ένα μεγάλο εκπαιδευτήριο και γυρεύει να στηριχθεί εις τον ορθόν λόγον. Ζητεί μίαν πνοήν ανθρωπιάς στοργής και φιλίας, τας οποίας καλούνται να δώσουν όσοι ορμεφύτως τας αισθάνονται δια τα παραστρατημένα παιδιά της Ελλάδος».
Χριστόδουλος Τσιγάντες
Ο Χριστόδουλος Τσιγάντες, αδελφός του ήρωα Ιωάννη Τσιγάντες, Βενιζελικός πεποιθήσεων αξιωματικός που επισκέφθηκε την Μακρόνησο: «Είναι τουλάχιστον δυσάρεστη η σκέψις ότι νέοι άνθρωποι καμωμένοι να χαίρονται την ζωή είναι κάπου περιορισμένοι. Είναι μελαγχολική η θέα της φυλακής και όταν ακόμη ξέρεις ότι εκεί βρίσκονται κλεισμένοι κοινοί εγκληματίες. Όταν σκέπτεσαι ότι το κράτος βρίσκεται στην ανάγκη να κλείση 15.000 παληκάρια στρατευμένα διότι «δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη», σε πιάνει λύπη αληθινή. Αναμετράς την ψυχολογική επίδρασι του κλεισίματος σε κάθε ελεύθερο άνθρωπο και σφίγγεται η καρδιά σου. Έπειτα το στρατόπεδο συγκεντρώσεως σου θυμίζει λίγο Γκεστάπο και λίγο Γκεπεού. Και η προπαγάνδα των κομμουνιστών με τα δοκιμασμένα συνθήματα της, που έχουν διατυπώσει επίτηδες για να επηρεάζουν τις ευαίσθητες ψυχές, ώστε να υπάρχουν συμπαραστάται της κατακραυγής και τίμιοι άνθρωποι, πάντοτε σου αφήνουν αμφιβολία. Με αυτές τις σκέψεις πήγαινα στη Μακρόνησο, μολονότι εγνώριζα τώρα και 32 χρόνια, τον διοικητή της συν/χη Μπαραικταρη, πολεμιστή πολιτισμένο και σεμνότατο, κάθε άλλο παρά δεσμοφύλακα.
Στη Μακρόνησο μου διαλύθηκε κάθε αμφιβολία. Είδα εκεί αξιωματικούς που τους εγνώριζα από πριν και που έτυχε μάλιστα να τους διοικήσω. Μίλησα με εκατοντάδες στρατιώτες, με δεκάδες Εαμίτες, με συνδέσμους και οδηγούς του Ιερού Λόχου και που ανήκαν στην κατοχή στο ΕΑΜ. Ακόμη και με ανθρώπους που στα νησιά του Αιγαίου το 1944 προσπάθησαν ν’ αντισταθούν στην επιβολή του κράτους. Και άλλους που παρουσιάσθησαν μόνοι τους και μου είπαν οι τότε με βρίζανε σε «πάνδημα συλλαλήτηρια». Και κάθε αμφιβολία μου έχει διασκεδασθεί: Η Μακρόνησος όσο επιτρέπουν οι συνθήκες, είναι ένας οργανισμός χρήσιμος, καλώς διοικούμενος και αποδοτικός. Μου έτυχε να αντιληφθώ από κοντά την τεχνική των κομμουνιστών, στις φυλακές, στις στρατιωτικές μονάδες, σε στρατόπεδα και σε εργοστάσια. Στις φυλακές Αιγίνης απηγόρευσαν με την βία στους φυλακισμένους οπαδούς τους να μου μιλούν ιδιαιτέρως.
Σε εργοστάσια της Θεσσαλονίκης κομμουνιστικές μειοψηφίες ανάγκαζαν τους άλλους εργάτες σε απεργία. Σε φυλακές διέταζαν απεργία πείνης. Σε στρατιωτική μονάδα τρομοκρατούσαν με ξύλο τους νεαρούς χωρικούς, όπου δεν είχαν μεμυημένους υπαξιωματικούς αυτοί έκαναν τον πειθαρχικόν και κατέδιδαν ως κομμουνιστάς εκείνους που δεν ήθελαν να τους ακολουθήσουν.
Στη μέση Ανατολή ταγματάρχης κομμουνιστής καταδικασθείς κατόπιν, έβγαλε από την μονάδα, ως υπόπτους, εθνικόφρονας και το έγραψε σε γράμμα που έπεσε στα χέρια μου. Στο στρατόπεδο της Άλμας όπου είχαν συγκεντρωθεί οι στρατιώτες δύο ταγμάτων που είχαν στασιάσει, δεν τολμούσαν να μου μιλήσουν γνωστοί μου στρατιώτες, παρ’ όλην την φρουρά, ως την στιγμή που έβγαλα από μέσα τα μούτρα -μια «ομάδα» τρομοκρατών που έδερνε αλύπητα. Κατηγορούμενο σε στρατοδικείο τον απείλησε δημόσια την ώρα της συνεδριάσεως ο «καθηγητής» των κατηγορουμένων, όταν τόλμησε να πη μια λεπτομερειακή αλήθεια, με αντίποινα εκ μέρους του κόμματος «όταν πάμε στην Ελλάδα».
Αναφέρω αυτές τις προσωπικές διαπιστώσεις για να δείξω τον τρόπο με τον οποίο εργάζονται οι κομμουνιστικοί πυρήνες ταραχών και συνεπώς τις δυσκολίες των υπευθύνων σε κάθε περίπτωση ομαδικής συμβιώσεως. Εναντίον αυτής της συνεχούς συνωμοσίας οι στρατιωτικοί κανονισμοί είναι ανίσχυροι. Θεωρούσα και θεωρώ άνανδρο και ανίκανο τον αξιωματικό που δέρνει στρατιώτες. Δεν μου έτυχε στη Μακρόνησο να διαπιστώσω στα τάγματα όπου επήγα να πέφτει ξύλο. Σκέπτομαι όμως και το πιστεύω, ότι όταν υπάρχη οργάνωσις τρομοκρατών και τυφλή προσήλωσις στο γράμμα και στο πνεύμα του κανονισμού, που απαγορεύει απολύτως την σωματική ποινή, είναι σαν να ζητούσες να επιβληθής σε φρενοκομείο χωρίς φύλακες και χωρίς ζουρλομανδύα. Στην εσκεμμένη τρομοκρατία δεν μπορείς να αντιπαρατάξης το ευαγγέλιο.
Είδα στην Μακρόνησο τρία τάγματα και τους εφέδρους αξιωματικούς. Δεν είδα τις φυλακές. Με προσεκάλεσαν όμως να πάω εκεί και να μείνω όσο καιρό θέλω. Σε αυτά τα τάγματα και στους εφέδρους διαπίστωσα ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων:
- 1ον οι κομμουνιστές,
- 2ον οι πρώην ελασίτες και εαμίτες -οι παρασυρμένοι στο βουνό από πατριωτισμό (και που τους κράτησαν στην ιδέα τους οι διώξεις, ο χαφιεδισμός και η δοσιλογοκρατία, με μια λέξι η φανατική αντίδρασις που ακολούθησε τον απαίσιο Δεκέμβριο),
- 3ον οι αριστεροί, αρκετοί φιλελεύθεροι και απλώς αντιμεταξικοί, που παρέμειναν στα αρχεία ως επικίνδυνοι στο καθεστώς από τον καιρό του Μανιαδάκη.
Όλους αυτούς, εκτός από ολίγους αμετανοήτους, τους επαναφέρει στην Εθνική οικογένεια η δουλειά που γίνεται στην Μακρόνησο. Δεν πρόλαβα να μπώ σε λεπτομέρειες της διαφωτίσεως. Είδα όμως τα αποτελέσματα, το Γ’ τάγμα και το Β’, 10.000 περίπου άνθρωποι, μου έκαναν εντύπωση, με έπεισαν ότι θα μπορούσαν να ενταχθούν από σήμερα στον κανονικό στρατό. Το πρώτο φυσικά θέλει επιλογή και διαφώτιση. Χρειάζεται κάποιο διάστημα για ν’ αποκτήσουν οι αξιωματικοί την εμπιστοσύνη των νεοφερμένων, κυρίως εκείνων που εφθάσαν στην Μακρόνησο για τα ζητήματα της κατοχής. Διότι είναι φυσική η πικρία τους, όταν τους απέσπασαν από τους συνηλικιώτες τους για να τους πάνε στο ξερονήσι. Μου έκανε αρίστη εντύπωσι η τάξις η καθαριότης η οικειότης των αξιωματικών με τους στρατιώτες, το κέφι και η ζωηρότης των στρατιωτών. Στο Γ’ τάγμα έχει δημιουργηθεί ομαδικόν πνεύμα. Η υπερηφάνεια της μετανοίας. Και είναι έκδηλη και συγκινητική.
Υπάρχει στην Μακρόνησο και μια άλλη, η ολιγώτερον συμπαθητική κατηγορία. Εκείνοι που θέλουν να μείνουν στη Μακρόνησο για να αποφύγουν την εκστρατεία, χωρίς να είναι κομμουνιστές. Αυτοί έχουν δημιουργήσει την θεωρία, ότι δεν υπογράφουν δήλωση, διότι δεν τους το επιτρέπει η αξιοπρέπεια! Μίλησα με μερικούς από αυτούς και απέκτησα την πεποίθηση ότι πάντως προτιμούν την Μακρόνησο από την κακουχία και τον κίνδυνο.
Θα ήταν ευχής έργον να μην υπήρχε Μακρόνησος. Να ζούσαμε ακόμη στην εποχή όπου μπορούσαμε να πιστεύουμε τους ομοίους μας, χωρίς κομμουνιστικές συνωμοσίες χωρίς προδοσίες και δολοφονίες, χωρίς χαφιεδισμούς και χωρίς πατριδοκαπηλεία. Το κράτος όμως κάνει πόλεμο για την ύπαρξη και για την ακεραιότητα της Ελλάδος και δεν μπορεί να δεχθή ανεξέλγκτα, στο στρατό που πολεμά, ούτε προδότες, ούτε μέλλοντες αυτόμολους, ούτε πεμπτοφαλαγγίτες.
Είδα σε άλλους στρατούς παρόμοιους οργανισμούς και βεβαιώ οτι η Μακρόνησος είναι πολύ πιο πολιτισμένη, πολύ πιο ήρεμη από παρόμοια στρατόπεδα των δυτικών λαών. Και δεν έχει καμμιά ασφαλώς σχέσι με τα ορυχεία άλατος της Σιβηρίας. Αξίζει γι’ αυτό έπαινος στους υπευθύνους της Μακρονήσου και για τον πολιτισμένο τρόπο που εκτελούν το άχαρο έργο, αλλά και γιατί, πέρα από κάθε θεωρητική αμφισβήτησι, το πρακτικό αποτέλεσμα είναι ότι αποδίδεται στη χώρα σε σύντομο σχετικώς διάστημα το μεγαλύτερο ποσοστό των υπόπτων». [44].
Διάφοροι επιφανείς
- Στις 21 Οκτωβρίου 1948 ο αρχαιολόγος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Σπυρίδων Μαρινάτος, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, γράφει: «Δεν υπάρχει διδακτικώτερον σχολείον από το μέγα Εθνικόν Σχολείον Μακρονήσου. Ήλθαμε εδώ διά να πούμε στους πρώην παραστρατημένους Έλληνας νάρθουν μαζί μας και δεν τολμούσαμε να το πούμε γιατί είδαμε ότι αυτοί προηγούνται εις εθνικόν παλμόν.»
- Την ίδια ημέρα, στις 21 Οκτωβρίου 1948, ο Πανεπιστημιακός καθηγητής Γεώργιος Ζώρας γράφει: «Ήλθαμε να δούμε τα παιδιά μας τα προδομένα και φεύγομε με υπερηφάνεια και χαρά για όσους προόδους βλέπουμε. Εδώ θα πρέπει να έλθουν όσοι λέγονται μόνον Έλληνες, χωρίς να είναι, για να δούνε παλμό Ελληνικό, αλλά και να πάρουν τον αέρα του Έλληνα στρατιώτη.»
- Αμερικανός αξιωματούχος που επισκέφθηκε τη Μακρόνησο τη χαρακτήρισε «στρατόπεδο διαφωτίσεως», ένα θεσμό «εκπαιδεύσεως και όχι κρατήσεως», όπου το κύριο μέσο διαφωτίσεως ήταν τα μαθήματα και οι ομιλίες.
- Οι ανανήψαντες οπλίτες του Β’ Ειδικού Τάγματος Ζοάννος και Σαρρής κλείνουν την μπροσούρα τους «Η αλήθεια για τη Μακρόνησο» μιλώντας για νέες Θερμοπύλες και Μαραθώνες: «Η Μακρόνησος πέρασε στην Ιστορία της Ελλάδος όπως πέρασεν ο Μαραθώνας, η Σαλαμίς, οι Θερμοπύλες, µε τις νέες δε Θερμοπύλες, τους Μαραθώνες και την Μακρόνησον, η Ελλάς θα ζει και θα μεγαλουργή».
- Ο Λ. Σακαλής, ανταποκριτής της Αυστραλιανής εφημερίδος «Daily News» γράφει [45]: «…Σύμφωνα με ουδέτερους παρατηρητές, ενώ πριν 2 χρόνια (σ.σ.: δηλαδή πριν την σύσταση των Ταγμάτων σκαπανέων της Μακρόνησου), εκατοντάδες εκ των επιστρατευθέντων οπλιτών στον συμμοριτοπόλεμο, (αριστεροί ή συμπαθούντες), εγκατέλειπαν τις ορεινές μονάδες τους μόλις έπαιρναν όπλο και προσχωρούσαν στις τάξεις των ανταρτών, μετά από αυτήν, η ροή αντιστράφηκε εντυπωσιακά και μόνιμα!»
- Ο εκ των κορυφαίων Έλληνας δημοσιογράφος και λογοτέχνης Στράτης Μυριβήλης γράφει στο ρεπορτάζ της επισκέψεως του στη Μακρόνησο, για λογαριασμό της Αθηναϊκής εφημερίδος «Ακρόπολις»: «…Ένας Ταγματάρχης είναι επί κεφαλής του Β’ Τάγματος που μας φιλοξένησε. Ούτε ψυχανάλυση ήξερε, ούτε Φρόυντ διάβασε, ούτε παιδαγωγικές μελέτες έκαμε ποτές του. Όπως ο Μπαϊρακτάρης, έτσι και ο Διοικητής του Β’ ανακάλυψε μέσα στην Ελληνοχριστιανική ψυχή του τη μέθοδο και το σύστημά του. Πηγαίνουν οι ξένοι δημοσιογράφοι και απορούν. Πηγαίνουμε κι εμείς οι Έλληνες που ξέρουμε τις απεριόριστες δυνατότητες της φυλής και απλώς καμαρώνουμε…».
- Ο ιατρός και έγκυρος ιστορικός συγγραφέας Αλέξανδρος Ζαούσης αναφέρει: «… Σήμερα χάρις στη συστηματική «διαφώτιση» των Ελλήνων από την αριστερή σκοπιά, η άποψη περί κολαστηρίου έχει ριζώσει. Τόσο ώστε ακόμα και σοβαροί συγγραφείς να γράψουν ότι «το αναμορφωτήριο Μακρονήσου υπήρξε στρατόπεδο βασανισμών που υπερέβησαν το προηγούμενο των ανακριτικών υπηρεσιών των Γερμανών κατά την κατοχή».
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Μακρόνησος: Ορκωμοσία ανανηψάντων οπλιτών Ιστορικό αρχείο Ε.Ρ.Τ.
- Αλήθειες για την Μακρόνησο (Αρχείο pdf για ανάγνωση ή download): (Σύνδεσμος 1ος – ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος – ΕΔΩ) [Εισαγωγικά, Ιστορικό, Ίδρυση και Στόχοι της Μακρονήσου. Έκθεσις (απόσπασμα) του Γεωργίου Μπαϊρακτάρη. Πολιτική και Πνευματική Ηγεσία υπέρ των «Ταγμάτων». Τα δήθεν βασανιστήρια & τα ψεύδη του «Ριζοσπάστη». Δεν κρύβουμε την Ιστορία-Επιστολή Λαζαρίδη. Φωτογραφικά Ντοκουμέντα, Εφημερίδες της εποχής. Επισκέψεις– Ενθουσιασμός–Όπλα στους ανανήψαντες. Σελίδες από το περιοδικό του Γ’ Ε.Τ.Ο. «Σκαπανεύς». Έκθεσις φωτογραφίας για την Μακρόνησο στο Ζάππειο. Ίδρυσις του Οργανισμού Αναμορφώσεως Μακρονήσου (Ο.Α.Μ.). Ο Αξιωματικός που έδωσε περιεχόμενο στην λέξη «Ανάνηψη». Το Πολιτικό Κλίμα πριν την Στάση. Το ΚΚΕ εκτός Νόμου. Έκθεσις (απόσπασμα) του Γεωργίου Μπαϊρακτάρη για την Στάση. Πριν και μετά την Στάση (φωτογραφίες). Ντοκουμέντα–Μαρτυρίες του Δ/του του Γ’ ΈΤΟ. Έκτακτο Στρατοδικείο & Ποινές. Εικόνες από Μακρόνησο & Επίλογος.)
- «Τα 11 φύλλα του περιοδικού «Σκαπανεύς» Μακρονήσου με τον Παναγιώτη Σκαλούμπακα Διοικητή του Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου» (αρχείο pdf για ανάγνωση ή download): Σύνδεσμος 1ος-ΕΔΩ ή Σύνδεσμος 2ος-ΕΔΩ)
- «Φωτογραφική έκθεσις στο Ζάππειο για την Μακρόνησο-Απρίλιος 1949» (αρχείο pdf για ανάγνωση ή download): (Σύνδεσμος 1ος-ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος-ΕΔΩ)
- «Τα 15 φύλλα του «Σκαπανέα» του Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου, (Οκτώβριος 1948-Ιούνιος 1950), μετά την μετάθεση του Παν. Σκαλούμπακα» (αρχείο pdf για ανάγνωση ή download) (Σύνδεσμος 1ος-ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος-ΕΔΩ)
- Ψηφιακό Μουσείο Μακρονήσου
Πηγές
- «Πλανήθηκα στα δώματα του κομμουνισμού, αλλά σώθηκα», Ζοάννος-Σαρρής, ανανήψαντες και στελέχη του Γραφείου Ηθικής Αγωγής του Β’ Ειδικού Τάγματος Οπλιτών.
Εσωτερική αρθρογραφία
- Κωνσταντίνος Βεντήρης
- Παναγιώτης Σκαλούμπακας
- Δημήτριος Ζαφειρόπουλος
- Καλλιόπη Λύκα
- Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά
Παραπομπές
- ↑ [Με το όνομα Μακρόνησος Πειραιά ή Τρούπικα, όπως ήταν το παλαιότερο όνομα της, αναφέρεται ακατοίκητη νησίδα του Σαρωνικού κόλπου, που βρίσκεται στα δυτικά της Σαλαμίνος, στον πορθμό Σαλαμίνος-Μεγαρίδος. Η νησίδα μετά το 2005 υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Μεγαρέων και για το λόγο αυτό αναφέρεται και με το όνομα Μακρόνησος Μεγαρέων. Μέχρι το 2005 υπαγόταν στο Δημοτικό διαμέρισμα Σαλαμίνος, λόγος για τον οποίο μπορεί να βρεθεί και ως Μακρόνησος Σαλαμίνος.]
- ↑ [Μακρόνησος ονομάζεται παραλία στην Κύπρο, στην περιοχή της Αγίας Νάπας, ενώ με το όνομα Μακρόνησος ή Μακρονήσι, αποκαλείται και μία νησίδα κοντά στα Κύθηρα.]
- ↑ [Στη Μακρόνησο δόθηκε το όνομα «Ελένη» ή «Ελένη νήσος» καθώς, σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, όταν ο Πάρις απήγαγε την ωραία Ελένη και την έφερε στην Τροία ή στην επιστροφή της από εκεί με τον Μενέλαο, εκείνη αποβιβάσθηκε στο νησί.]
- ↑ [Ο Στράβων αναφέρει την Μακρόνησο ως «Κρανάη» και υποστηρίζει ότι πήρε το όνομα της από την κόρη του Κραναού, βασιλιά της Αθήνας.]
- ↑ [Στις 13 Σεπτεμβρίου 1922 η εφημερίδα «Εμπρός» αναφέρει την αναχώρηση 5.500 προσφύγων από την Μακρόνησο, ενώ στις 26 Μαρτίου 1923 η εφημερίδα «Ριζοσπάστης» αναφέρει την άφιξη 3.750 Ποντίων προσφύγων. Για την ύπαρξη Ποντίων προσφύγων στην Μακρόνησο γράφει το περιοδικό «National Geographic» στο τεύχος του Νοεμβρίου 1925 όπου αναφέρεται σε 6.000 πρόσφυγες από την Τραπεζούντα που μόλις έχουν αφιχθεί στο νησί.]
- ↑ [1η Στρατιά προς Διοικητές Β’ και Γ’ Σ.Σ., Οργάνωση στρατοπέδων υπόπτων πολιτών, 22 Ιουνίου 1947, στο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Αρχεία Συμμοριτοπολέμου, τόμος 5ος, σελίδα 406.]
- ↑ [Ο τότε Συνταγματάρχης Γεώργιος Μπαϊρακτάρης αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Υποστρατήγου Πυροβολικού. Διαρκούντος του επαναστατικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου ανέλαβε τη θέση του Γενικού Γραμματέως της Ε.Λ.Π.Α., (Ελληνική Λέσχη Περιγήσεως Αυτοκινήτου) και ήταν Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδία Μπριτζ.]
- ↑ [Το 2001, όταν Υπουργός Εθνικής Άμυνας ήταν ο Άκης Τσοχατζόπουλος, οι στρατιωτικές υπηρεσίες δεν μπόρεσαν να πιστοποιήσουν την λειτουργία της Β-ΧΙ Διευθύνσεως του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Συγκεκριμένα στις 19 Ιουνίου 2001 ο Τ. Τσίγκας, αρχισυντάκτης της κομμουνιστικής εφημερίδος «Ριζοσπάστης», απευθύνθηκε στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, ζητώντας ενημέρωση για την τύχη των αρχείων της Διευθύνσεως. Στις 23 Αυγούστου του ίδιου χρόνου ο εκπρόσωπος Τύπου του Γ.Ε.Σ, αντισυνταγματάρχης Πεζικού Νικόλαος Ζαχαριάδης, σε επιστολή του αναφέρει: «Η Υπηρεσία εκτιμά ότι, το αρχείο της ΓΕΣ/Β-ΧΙ, αν όντως δημιουργήθηκε ποτέ η αναφερόμενη διεύθυνση, γεγονός που δεν προκύπτει από τα επίσημα έγγραφα της Υπηρεσίας, ενδέχεται να καταστράφηκε με το κλείσιμο του Στρατοπέδου χωρίς τις προβλεπόμενες διαδικασίες (πρωτόκολλα καταστροφής, κλπ.)». Η ύπαρξη της Β-ΧΙ πιστοποιείται από τις στήλες του περιοδικού «Σκαπανεύς Μακρονήσου» που εξέδιδαν οι αρχές του Στρατοπέδου. Συγκεκριμένα στο τεύχος Μαΐου 1949 στη σελίδα 28 του περιοδικού δημοσιεύεται ημερήσια διαταγή του επικεφαλής του στρατοπέδου συνταγματάρχη πυροβολικού Γεωργίου Μπαϊρακτάρη όπου αναφέρεται πως η Β-ΧΙ/ΓΕΣ δημιουργήθηκε στις 3 Απριλίου 1947, ύστερα από διαταγή του τότε αρχηγού ΓΕΣ στρατηγού Κωνσταντίνου Βεντήρη».]
- ↑ [«…Ουσιαστικά το στρατόπεδο της Μακρονήσου ιδρύθηκε στις αρχές του 1947, ύστερα απο εισήγηση του τότε αρχηγού του Επιτελείου, στρατηγού Βεντήρη. Αλλά η ύπαρξη του έγινε περισσότερο γνωστή το 1948, πιθανώς διότι τότε διογκώθηκε ο αριθμός των κρατουμένων και άρχισαν να διαρρέουν οι πληροφορίες για κακοποιήσεις κρατουμένων. Υπάρχει μια εκδοχή, ότι η ίδρυση του στρατοπέδου ξεκίνησε από ένα περίεργο φαινόμενο. Ότι δηλαδή δημιουργήθησαν έντονα παράπονα από στρατευσίμους, διότι μέχρι το καλοκαίρι του 1946 γίνοταν ένα είδος εκλεκτικής στρατεύσεως. Εκαλούντο προς κατάταξι κυρίως Εθνικόφρονες κληρωτοί και όχι αριστεροί. Οπότε οι Εθνικόφρονες άρχισαν να διαμαρτύρονται, διότι με τον τρόπο αυτό οι κομμουνιστές και οι αριστεροί παρέμεναν στις πόλεις και τα χωριά αστράτευτοι. Και τελικά οι μεν εθνικόφρονες ντύνονταν στο χακί και άφηναν πίσω τους οικογένειες και δουλειά, ενώ οι αριστεροί γλίτωναν την στράτευση και απολάμβαναν τα αγαθά της ζωής του πολίτη, με την εξαίρεση φυσικά των αριστερών, οι οποίοι είχαν συλληφθεί ή εξορισθεί. Κοντά στα παράπονα αυτά των εθνικοφρόνων υφίστατο και η ανησυχία ότι πολλοί από τους αστράτευτους κομμουνιστές βοηθούσαν τις παράνομες δραστηριότητες του κόμματος τους στις πόλεις και τα χωριά. Σύμφωνα πάντοτε με τη εκδοχή αυτή, το φαινόμενο της εκλεκτικής στρατεύσεως, μόνο των εθνικοφρόνων οδήγησε από το φθινόπωρο του 1946 σε τροποποίηση του τρόπου στρατολογίας η οποία έγινε πλέον καθολική για όλους τους πολίτας. Οπότε αναπόφευκτα προέκυψε η ανάγκη διαχωρισμού των προβάτων από τα ερίφια. Και ως λύση προκρίθηκε το 1947 η ίδρυση του στρατοπέδου Μακρονήσου. …{…}… Από τους ανανήψαντες σχηματίσθηκαν μονάδες Μακρονησιωτών, όπως το 596o τάγμα πεζικού, το οποίο προς μεγάλη οδύνη των ανταρτών, πολέμησε γενναιότατα στην Πελοπόννησο και το Γράμμο το 1948.»] Αλεξάνδρου Ζαούση, «Τραγική Αναμέτρηση. Ο Μύθος και η Αλήθεια». τόμος 2ος, Εκδόσεις «Ωκεανίς», σελίδες 16η & 17η.
- ↑ [Ο χωματόδρομος που συνέδεε τα στρατόπεδα μεταξύ τους επισκευάστηκε την 1η δεκαετία του 21ου αιώνος, χωρίς να αλλάξει η αρχική του φυσιογνωμία.]
- ↑ [Φωτογραφία από την επίσκεψη της Βαρβάρας Θεοδωροπούλου-Λιβαδά, της «Μάνας του Στρατού», στην Μακρόνησο. Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, Ιούνιος 1948.]
- ↑ New Greek Army Battalion From Ex-Communists
- ↑ [Τα 11 φύλλα του περιοδικού «Σκαπανεύς» Μακρονήσου με τον Παναγιώτη Σκαλούμπακα Διοικητή του Γ’ Ε.Τ.Ο., (αρχείο pdf για ανάγνωση ή download): (Σύνδεσμος 1ος-ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος-ΕΔΩ)
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 6ο, 1η Ιουνίου 1948, σελίδα 13η.]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 6ο, 1η Ιουνίου 1948, σελίδες 12η, 13η & 24η.]
- ↑ [Η φερόμενη ως μαρτυρία του Μίμη Βρονταμίτη πρωτοεμφανίστηκε στην εφημερίδα «Κυριακάτικος Ριζοσπάστης», φύλλο της 4ης Μαρτίου 2001, την εποχή που ο Βρονταμίτης είχε πεθάνει.]
- ↑ [Γιώργος Μαργαρίτης, « Ιστορία του Ελληνικού εμφυλίου», Αθήνα 1981, τόμος 2ος, σελίδα 628η.]
- ↑ [Γιώργος Μαργαρίτης, «Ιστορία του Ελληνικού εμφυλίου», Αθήνα 1981, τόμος 2ος, σελίδα 629η.]
- ↑ [Γιώργος Μαργαρίτης, «Ιστορία του Ελληνικού εμφυλίου», Αθήνα 1981, τόμος 2ος, σελίδα 630η.]
- ↑ [Περιοδικό Σκαπανέων «Αναμόρφωσις» 25 Μαρτίου 1949.]
- ↑ [«Φωτογραφική Εκθεσις στο Ζάππειο για την Μακρόνησο-Απρίλιος 1949» (αρχείο pdf για ανάγνωση ή download): (Σύνδεσμος 1ος-ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος-ΕΔΩ).]
- ↑ [ Κωνσταντίνος Καλλονάς, «Η έκθεσις της Μακρονήσου», εφημερίδα «Η Βραδυνή», 18 Απριλίου 1949.]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς» Μακρονήσου, τεύχος 10ο, Φεβρουάριος 1950.]
- ↑ [Ο Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου ιδρύθηκε βάσει του ΟΓ’ ψηφίσματος της 14ης Οκτωβρίου 1949 «Περί μέτρων Εθνικής Αναμορφώσεως», το οποίο δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. 262 και από τις 16 Νοεμβρίου 1949 η μονάδα της Μακρονήσου μετονομάστηκε σε «Οργανισμό Αναμορφωτηρίου Μακρονήσου» (Ο.Α.Μ.).]
- ↑ [C. Ρ. Rodocanachi, «Α great work of civic readaptation in Greece», Αθήνα 1949, σελίδες 10-11]
- ↑ [C. Ρ. Rodocanachi, «Α great work of civic readaptation in Greece», Αθήνα 1949, σελίδες 13-14.]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς», τεύχος 1ο, Μάιος 1949, Κρίσεις «διαπρεπών επισκεπτών διά την Μακρόνησον».]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς», τεύχος 4ο, Αύγουστος 1949, Κρίσεις «διαπρεπών επισκεπτών διά την Μακρόνησον».]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς», τεύχος 10ο, Φεβρουάριος 1950, Κρίσεις «διαπρεπών επισκεπτών διά την Μακρόνησον».]
- ↑ [«Η αλήθεια για τη Μακρόνησο», Ζοάννος-Σαρρής, Αθήνα 1950, σελίδα 68η]
- ↑ [Το περιοδικό «Σκαπανεύς» το 1949 κυκλοφορεί σε 15.000 τεύχη σε όλη την Ελλάδα, ενώ το ημερολόγιο του Β’ Ειδικού Τάγματος Οπλιτών, την ίδια χρονιά, σε 25.000 αντίτυπα τσέπης και 1.000 τοίχου, τα οποία διανέμονται σχεδόν αποκλειστικά εκτός Μακρονήσου, με το μεγαλύτερο μέρος τους σε υπηρεσίες και φορείς εκτός του στρατού. Μεταξύ των παραληπτών είναι υπουργεία, πρεσβείες, στρατιωτικές μονάδες, η Ακαδημία Αθηνών, τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης καθώς και «τα 14 εισέτι Ανώτατα Πνευματικά Ιδρύματα», τα εμπορικά και επαγγελματικά επιμελητήρια, οι εφημερίδες και τα περιοδικά Αθηνών και επαρχιών, οι «72 συνομοσπονδίες και εργατικά κέντρα της χώρας», τα γυμνάσια και οι παιδαγωγικές Ακαδημίες των επαρχιών και οι τοπικές εφορίες προσκόπων.]
- ↑ [Σύμφωνα με τον Ηλία Γιαννακάκη, έναν εκ των δύο δημιουργών του ντοκιμαντέρ «Μακρόνησος»: «… Παρά το γεγονός ότι κέρδισε τον εμφύλιο η δεξιά παράταξη, την ιστορία έγραψαν οι αριστεροί. Οι υπόλοιποι πέρασαν στο περιθώριο».]
- ↑ [Λεωνίδας Κύρκος: «Με έσωσε ο Σκαλούμπακας». Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λεωνίδα Κύρκου, στο φιλμ «Μακρόνησος», ο ίδιος κακοποιήθηκε από την Φρουρά και ανανήψαντες Σκαπανείς, επειδη δεν ήθελε την «Μεγάλη Ελλάδα» χαρακτηρίζοντας το τραγουδάκι που έλεγαν «τι ζητάνε οι Βούλγαροι στην Μακεδονία» σαν «εφιαλτικό». Εξ’ άλλου, ο Διοικητής Λοχαγός Σκαλούμπακας, επέτρεψε να υποδεχθεί ο Κύρκος την σύζυγο του Καλή Σμπαρούνη η οποία τον επισκέφθηκε τον Αύγουστο στην Μακρόνησο, στη σκηνή του όπου και διανυκτέρευσαν.]
- ↑ [Μία από τις πηγές για τα πεπραγμένα του τότε Λοχαγού Παναγιώτη Σκαλούμπακα είναι τα «Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας», «Α.Σ.Κ.Ι.», ίδρυμα άμεσα συνδεδεμένο με το κόμμα του Σύριζα. Η σύνδεση αυτή έχει ως συνέπεια τα αρχεία να λειτουργούν ως ελεγχόμενη κομματική πηγή όσον αφορά αξιολογικές κρίσεις και απόψεις. Ταυτόχρονα όμως, χάρη σ’ αυτά, διασώθηκε σχεδόν το σύνολο του εντύπου υλικού. Δείτε στην ενότητα «Εξωτερικοί σύνδεσμοι» τις υποκατηγορίες:
- Περιοδικό «Σκαπανεύς»-Αρχειακά τεκμήρια,
- Περιοδικό «Αναγέννησις»-Αρχειακά τεκμήρια και
- Αρχειακά Τεκμήρια & Φωτογραφική έκθεσις Μακρονήσου, Απρίλιος 1949, των Ειδικών Στρατιωτικών Ταγμάτων Οπλιτών της Μακρονήσου, έντυπα μέσα από τα οποία αναδεικνύεται η αποστολή της Εθνικής Διαφωτίσεως των οπλιτών στην Μακρόνησο και διαψεύδονται οι κομμουνιστικοί ισχυρισμοί περί βασανισμών από Αξιωματικούς ή οπλίτες των Ταγμάτων.]
- ↑ [Ο Μίκης Θεοδωράκης για τις ψευδείς του αναφορές στον Στρατηγό Παναγιώτη Σκαλούμπακα έγινε αντικείμενο της κριτικής του κομμουνιστή συγγραφέα Νίκου Μάργαρη, που την περίοδο από το 1947 έως το 1949 υπηρέτησε ως οπλίτης στη Μακρόνησο, και αναφέρεται στα γεγονότα στο δίτομο βιβλίο του «Η Ιστορία της Μακρονήσου». Ο Μάργαρης γράφει για το Θεοδωράκη: «Γιατί ψεύδεσθε κύριε Θεοδωράκη; Εσύ πήγες το ’49, ο Σκαλούμπακας έφυγε το ’48. Βεβαίως σε περιόδους οξύτητας παρουσιάζονταν και ακρότητες αλλά εσείς γιατί ψεύδεσθε;» Παράλληλα λεπτομέρειες για την ψευδή εμπλοκή του όνοματος του από τον Μίκη Θεοδωράκη αναφέρει ο ίδιος ο Στρατηγός Σκαλούμπακας σε συνέντευξη του, σε πέντε συνέχειες, στην Αθηναϊκή εφημερίδα «Τα Νέα», τον Απρίλιο του 1988. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μίκης Θεοδωράκης, στις 18 Απριλίου 1949, υπέγραψε στο Τάγμα που υπηρετούσε «Δήλωση Αποκηρύξεως» του κομμουνισμού, τη γνωστή ως «Δήλωση Μετανοίας».]
- ↑ [Επιστολές ευγνωμοσύνης ανανηψάντων οπλιτών, (από τις νέες προκεχωρημένες Στρατιωτικές Μονάδες τους), στον πρώην Διοικητή τους Παναγιώτη Σκαλούμπακα. (Αρχείο pdf για απλή ανάγνωση ή download.): (Σύνδεσμος 1ος – ΕΔΩ) ή (Σύνδεσμος 2ος – ΕΔΩ) ]
- ↑ [Δεκάδες επιστολές ανανηψάντων οπλιτών του Γ’ Ε.Τ.Ο. Μακρονήσου διασώζονται και υπάρχουν στο αρχείο του Στρατηγού που τηρεί ο γιος του Χρήστος Σκαλούμπακας, (Χρήστος Σκαλούμπακας@facebook.com).]
- ↑ Μαρτυρία ντόπιων, κατοίκων της Μακρονήσου Video, απόσπασμα από τηλεοπτική συνέντευξη.
- ↑ [«Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949», Αθήναι 1948, σελίδες 211η-212η, Δημήτριος Ζαφειρόπουλος]
- ↑ [ Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, «Η Ανατομία της Επαναστάσεως», σελίδες 230-231.]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς», τεύχος 9ο, Σεπτέμβριος 1949.]
- ↑ [(Κωνσταντίνος Τσάτσος, «Λογοδοσία μιας ζωής», «Οι εκδόσεις των φίλων», Αθήνα 2000, τόμος Β’, σελίδα 377η.]
- ↑ [Περιοδικό «Σκαπανεύς» τεύχος 10ο Οκτώβριος 1949]
- ↑ Χριστόδουλος Τσιγάντες, «Η Μακρόνησος ένα αμφισβητούμενο Θέμα», εφημερίδα «Ελευθερία», 29 Μαΐου 1948.]
- ↑ [«Daily News», Perth, Australia, Tuesday 28 June 1949, page 5.]
ΜΕΤΑΠΑΙΔΕΙΑ: η ΕΛΛΗΝΙΚΗ εναλλακτική εγκυκλοπαίδεια
Έκδοση της Metapedia.org