2016-03-29. Η ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Oι Έλληνες μπορεί δικαιωματικά να υπερηφανευόμαστε ως γνήσιοι κληρονόμοι της Δημοκρατίας. Δεν μπορούμε όμως βάσιμα να ισχυριστούμε, ότι είμαστε και οι πιο άξιοι συνεχιστές της.
Η Δημοκρατία των κλασσικών χρόνων που κληρονομήσαμε, δημιούργησε τον «Χρυσούν Αιώνα», έκτισε Παρθενώνες και άφησε μια παγκόσμια πνευματική κληρονομιά. Εξασφάλισε την ευημερία και την ευδαιμονία των πολιτών της και κατέστη το λαμπρό διαχρονικό πολιτικό και πνευματικό σημείο αναφοράς, ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Σε πλήρη αντίθεση, η Δημοκρατία της νεότερης Ελλάδας και κυρίως η «Μεταπολιτευτική Δημοκρατία», οδήγησε την χώρα μας σε «Αρμαγεδώνα» (οικονομικό, κοινωνικό, δημογραφικό κλπ) και την μετέτρεψε στο «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης. Γι’ αυτά όμως τα αποτελέσματα, δεν ευθύνεται η Δημοκρατία. Ο τρόπος με τον οποίο την λειτουργήσαμε ευθύνεται.
Η Δημοκρατία στη θεμελειώδη της έννοια, ορίζεται ως το πολίτευμα στο οποίο την εξουσία ασκεί ο λαός (Δήμος-κρατεί). Η Αθηναϊκή Δημοκρατία του 5ου π.χ. αιώνα, έλαμψε, όχι τόσο διότι ο λαός ασκούσε άμεσα την εξουσία. Έλαμψε κυρίως, διότι την ασκούσε στη βάση απαράβατων αρχών και αξιών, όπως η ελευθερία, η ισότητα, η ισηγορία, η ισοπολιτεία, η νομιμότητα, η δικαιοσύνη, η αξιοκρατία κλπ. Ο κάθε πολίτης, όπως και κάθε δημόσιος λειτουργός, επαινείτο για την προσφορά του στην πατρίδα, έφερε όμως και ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις του και ετιμωρείτο για αποφάσεις που ζημίωναν την πόλη.
Στα νεότερα χρόνια, που για λειτουργικούς λόγους, καθιερώθηκε η Αντιπροσωπευτική (έμμεση) Δημοκρατία, η άσκηση της εξουσίας γίνεται μέσω των εκλεγμένων αντιπροσώπων του λαού, δηλαδή των Βουλευτών. Στην ποιότητα αυτής της αντιπροσώπευσης, πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία της αποτυχίας της Μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας.
Διότι στην ορθή λειτουργία της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο ψηφοφόρος και ο υποψήφιος βουλευτής, συμφωνούν σε μια σχέση εντολέως και εντολοδόχου, όπου ο ψηφοφόρος με την ψήφο του, στέλνει τον υποψήφιο στη Βουλή, με την εντολή να νομοθετήσει συγκεκριμένους νόμους και να πραγματοποιήσει ορισμένο έργο ως κυβέρνηση, αυτό δηλαδή που αποτυπώνεται και εξαγγέλεται ως δέσμευση και συμφωνία, στο προεκλογικό πρόγραμμα των υποψηφίων και των κομμάτων τους. Η απαρέγκλιτη τήρηση αυτής της προεκλογικής συμφωνίας ψηφοφόρου και υποψηφίου, αποτελεί το θεμέλιο της Δημοκρατίας που διασφαλίζει την άσκηση της εξουσίας από τον λαό. Παραβίαση αυτής, ισοδυναμεί με εξαπάτηση του ψηφοφόρου και καταχρηστική άσκηση της εξουσίας από τον βουλευτή και το κόμμα του, πράξη που λογικά, ηθικά και νομικά, συνεπάγεται βαριά ευθύνη, η οποία σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παραγράφεται, ούτε να συμψηφίζεται με την ανάκληση της εντολής στις επόμενες εκλογές.
Στην πράξη όμως, υπάρχει πλήρης και διαρκής ασυνέπεια των προεκλογικών δεσμεύσεων και των μετεκλογικών επιλογών και έργων των πολιτικών της Μεταπολίτευσης. Προς επίρρωση αυτού, υπενθυμίζεται ότι την περίοδο αυτή, αντί για την εθνικά υπερήφανη Ελλάδα που μας υποσχέθηκαν, γίναμε ο περίγελος της Ευρώπης και του κόσμου. Η «ισχυρή» οικονομία κατέρρευσε παντελώς. Το κράτος αντί να επανιδρυθεί, διαλύθηκε. Η διαφθορά και η διαπλοκή, αντί να καταπολεμηθούν, ρίζωσαν βαθύτερα μέχρι και στα κατώτατα στρώματα της κοινωνίας μας. Η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή αντί να περιορισθούν, προήχθησαν σε εθνικό σπορ. Η Παιδεία, η Υγεία, η Δικαιοσύνη και οι λοιπές δημόσιες λειτουργίες, αντί βελτίωσης απαξιώθηκαν, σε βαθμό μάλιστα που κατέστησαν ανίκανες να εκτελούν την αποστολή τους. Οι φορείς του δημοσίου και οι δημόσιοι οργανισμοί, στελεχωμένοι με ανίκανα κομματικά «στελέχη», αντί να συνδράμουν στην ευημερία των πολιτών, χρεωκόπησαν οι ίδιοι. Η διαφάνεια και η αξιοκρατία περιφρονήθηκαν προκλητικά. Τα «λεφτά που υπήρχαν» όχι μόνο δεν βρέθηκαν, αλλά η αναζήτησή τους, μετέτρεψε τη χώρα σε «διακονιάρα» της Ευρώπης και του κόσμου. Τα «σωτήρια μέτρα των Ζαππείων και της Θεσσαλονίκης» λησμονήθηκαν περιφρονητικά και στη θέση τους εφαρμόσθηκαν άλλα, ανυπόφορα σκληρής λιτότητας. Τα μνημόνια και οι εφαρμοστικοί τους νόμοι, αντί να «σχισθούν», αντικαταστάθηκαν με άλλα τρισχειρότερα, που μετέτρεψαν τη χώρα σε προτεκτοράτο των δανειστών.
Η τακτική αυτή της προεκλογικής εξαπάτησης των ψηφοφόρων, υιοθετήθηκε ως συστηματική προεκλογική πρακτική, όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών κομμάτων της Μεταπολίτευσης. Συνακόλουθα και ο προεκλογικός ανταγωνισμός, γίνεται έκτοτε σε επίπεδο ψεμάτων και όχι προγραμμάτων. Γι’ αυτό και η πολιτική απαξιώθηκε εντελώς στα μάτια του λαού και κυρίως στη συνείδηση της νεολαίας μας που, ακόμα και όταν αποκτά το δικαίωμα ψήφου απέχει απογοητευμένη από την άσκησή του, αφού δεν βρίσκει υποψηφίους ικανούς να την εκπροσωπήσουν.
Για να εδραιώσουν ωστόσο την πρακτική τους αυτή, τα πολιτικά κόμματα συνδέθηκαν πολύ στενά με ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, «πνευματικούς ανθρώπους», τα ΜΜΕ κλπ, και όλοι μαζί συγκρότησαν ένα συμπαγές σύστημα, το γνωστό ως «πολιτικό σύστημα». Αυτό το πολιτικό σύστημα ως πανίσχυρο παράσιτο, αγγιστρώθηκε στο σώμα της Δημοκρατίας, την χρησιμοποίησε ως ξενιστή, οικειοποιούμενο μόνο το όνομά της, αποποιούμενο όλες τις αρχές και αξίες της. Έτσι η Δημοκρατία μετατράπηκε σε «ζόμπι» στην υπηρεσία του πολιτικού συστήματος, που έκτοτε ποδηγετεί τη χώρα και την οδηγεί «δημοκρατικά» στην ολόπλευρη καταστροφή.
Πλέον αυτών, το πολιτικό σύστημα εξασφάλισε το απυρόβλητο για τις πράξεις και τις παραλείψεις του, θεσπίζοντας, σε πλήρη περιφρόνηση της συνταγματικής αρχής της ισονομίας των πολιτών, «αντισυνταγματικές ρυθμίσεις μέσα στο ίδιο το Σύνταγμα», για την προστασία από τον ποινικό νόμο των κοινοβουλευτικών μελών του, εφαρμόζοντας συμπληρωματικά την πρακτική της συγκάλυψης, για τα ανομήματα των μη κοινοβουλευτικών υπηρετών του συστήματος. Η ατιμωρησία κυριάρχησε και η ευθύνη περιορίστηκε στο κενό νομικού περιεχομένου εφεύρημα, της «πολιτικής ευθύνης», δηλαδή καμιάς ευθύνης, που ενίοτε και μετά τον «πολιτικό τους θάνατο» αναλαμβάνουν ορισμένοι πολιτικοί, για την ζημιά που προκάλεσαν στη χώρα.
Έτσι το βουλευτικό λειτούργημα, μετατράπηκε σε ένα εξαιρετικά προσοδοφόρο, ασφαλές και ιδιαίτερα ελκυστικό επάγγελμα. Ως τέτοιο, προσέλκυσε στη Βουλή άτομα περιορισμένων ικανοτήτων, με ταπεινά προσωπικά κίνητρα, χωρίς πνευματική εμβέλεια και πατριωτικό όραμα, όπως διαπιστώνεται καθημερινά από την ποιότητα των «αγορεύσεων» των «κοινοβουλευτικών ανδρών» στη Βουλή και την ποιότητα των συζητήσεων των πολιτικών στα τηλεπαράθυρα. Πρωτίστως όμως η ανικανότητα των ανθρώπων που κυβέρνησαν τη χώρα, τεκμαίρεται αλάνθαστα από τα αποτελέσματα της διακυβέρνησής τους.
Το προσφιλές εξάλλου «σλόγκαν» των πολιτικών που χρησιμοποιείται και ως άλλοθι, ότι «η Δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα» ισχύει μόνον όταν η Δημοκρατία λειτουργεί. Όταν η Δημοκρατία ασθενεί και μάλιστα βαριά, φέρνει σε τραγικό αδιέξοδο ολόκληρη τη χώρα, όπως αυτό που βιώνει σήμερα η πατρίδα μας. Και η Μεταπολιτευτική Δημοκρατία μακράν απέχει από την αληθινή Δημοκρατία. Με την φαυλοκρατία και τα συνώνυμά της συγγενεύει πολύ στενότερα. Ακόμα και οι εκλογές που αποτελούν θεμελιώδη λειτουργία της Δημοκρατίας, χρησιμοποιούνται ως «κολυμβήθρα» απαλλαγής των πολιτικών από τα ανομήματά τους, όταν ακόμη και οι χρόνοι και οι λόγοι διεξαγωγής των, επιλέγοντα με κριτήριο το κομματικό και όχι το εθνικό συμφέρον.
Δεν οφείλεται λοιπόν στην ειμαρμένη η σημερινή κατάντια της χώρας μας. Αποτελεί συνειδητό έργο των ελληνικών κυβερνήσεων, που ενώ εκλέγονται με διάτρητες ηθικά και νομικά πρακτικές, παράγουν «νόμιμα» καταστροφικά αποτελέσματα. Παρά ταύτα και ενώ συνεχίζουν τα μέτρα περαιτέρω εξαθλίωσης του λαού και ταπείνωσης του έθνους, οι ίδιοι, δεν κάνουν ούτε καν λόγο για μέτρα θεραπείας της πρωτεύουσας αιτίας της καταστροφής, που είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Και η χώρα, διαρκώς βυθίζεται!!!
Παρότι είναι βέβαιο, ότι την ευθύνη για την κατάντια της χώρας, ο ιστορικός του μέλλοντος θα την καταλογίσει στον πολιτικό κόσμο εστιάζοντας και σε συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα, εν τούτοις υπόλογοι έναντι της ιστορίας και κυρίως έναντι της σημερινής νεολαίας και των επόμενων γενεών, θα είμαστε όλοι οι Έλληνες χωρίς εξαίρεση για τις επιλογές, αλλά και κυρίως για την στάση μας, ως άπραγων παρατηρητών του αργού και βασανιστικού θανάτου της πατρίδας. Τότε όμως θα είναι πολύ αργά. Η καταστροφή θα έχει συντελεσθεί πλήρως.
Γι’ αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη, όλοι οι Έλληνες, ενεργώντας «έργω και λόγω», συλλογικά και ατομικά σήμερα, να ανατρέψουμε την κρατούσα πολιτική πρακτική, που διευρύνει διαρκώς την εθνική καταστροφή. Είναι χρέος να δημιουργήσουμε όλοι μαζί ένα συμπαγές μέτωπο, απαιτώντας, Δημοκρατικά, την συνταγματική πρόβλεψη αυστηρών κριτηρίων εκλογιμότητας των μελών της Βουλής, ώστε να εξασφαλισθεί με αντικειμενικά κριτήρια η ικανότητά τους να χειριστούν τις τύχες της χώρας. Και ακόμη να απαιτήσουμε την νομοθέτηση αυστηρής αξιολόγησης και ελέγχου σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας του Δημοσίου, την θεσμοθέτηση αμοιβής και επαίνου για εξαίρετες υπηρεσίες προς την πατρίδα, αλλά ταυτόχρονα και αυστηρών κυρώσεων για βλαπτικές γι’ αυτήν πράξεις και παραλείψεις. Έτσι θα ξεχωρίσουν οι ικανοί από τους καιροσκόπους και θα ανοίξει ο δρόμος για τον πολιτικό στίβο και σε έντιμους και ικανούς Έλληνες, που σήμερα παραμένουν αφανείς και ανήμποροι θεατές του εθνικού δράματος. Η αναθεώρηση του Συντάγματος βρίσκεται «επί θύραις». Θα τολμήσουν όμως οι «θεσμοί» και το πολιτικό σύστημα συνολικά, την μέσω αυτής της αναθεώρησης, περιφρούρηση της πατρίδας από τις «πολιτικές» πρακτικές που την οδήγησαν στην καταστροφή, ή θα περιχαρακώσουν «συνταγματικά», για μια ακόμα φορά, μόνο τον εαυτό τους;
Πάντως μόνο με μια θεμελιακή Συνταγματική αναθεώρηση, θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε ζωντανή την ελπίδα να βγούμε κάποτε από την κρίση, χωρίς τον κίνδυνο να ξαναπέσουμε βαθύτερα σε αυτήν. Μόνο έτσι θα αποκαταστήσουμε την εκτίμηση και το σεβασμό της Διεθνούς Κοινότητας που δικαιούται η πατρίδα μας και ο λαός της.
Μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε τη συνέχεια του έθνους μας.