Αμφίβολου πολιτικής αξιοπιστίας τα περί διαφθοράς του Έρντοαν
Στην πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας και σε κάθε πολίτευμα, ιδιαίτερα στην δημοκρατία με τις συνεχόμενες εναλλαγές της τύχης των πολιτικών λόγω πολιτικού κόστους, η κατηγορία της διαφθοράς είναι η πλέον συνήθης σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε να είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ της αλήθειας και της συκοφαντίας.
Ακόμη και στην περίπτωση που η κατηγορία αποδεικνύεται αληθής, κατόπιν της σχετικής δικαστικής διαδικασίας, τα ερωτηματικά παραμένουν αναφορικά με το κίνητρο ανάδειξης ενός συγκεκριμένου σκανδάλου σε μία δεδομένη χρονική στιγμή υπό δεδομένες πολιτικές συνθήκες με συγκεκριμένους κερδισμένους και χαμένους. Και αυτά διότι είναι γνωστό ότι όπου υπάρχει άνθρωπος, υπάρχει εγωισμός και απληστία, άρα και κατάχρηση εξουσίας σε κάθε επίπεδο πολιτικής και οικονομικής διαχείρισης. Αυτό ίσχυε πάντοτε και εξακολουθεί να ισχύει ιδιαίτερα σήμερα υπό το άκρατο πνεύμα υλισμού τους τελευταίους δύο αιώνες.
Στην περίπτωση, λοιπόν, της πολιτικής κρίσης στην Τουρκία δεν είναι τόσο σημαντική η ανάδειξη της διατεινόμενης υπόθεσης διαφθοράς αλλά το γιατί επιδιώκεται η ανάδειξή της και από ποιους. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Ισλαμική Επανάσταση στην Τουρκία σε βάρους του κεμαλικού βαθέως κράτους έγινε αθόρυβα και αναίμακτα, δεν είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι η επανάσταση είναι αποτέλεσμα του παρακρατικού δικτύου Χιζμέτ του Γκιουλέν. «Οφθαλμός αντί οφθαλμού» δηλαδή για τους Ισλαμιστές οι οποίοι αντιμετώπισαν τους εκκοσμικευμένους πολιτικούς αντιπάλους με την ίδια μέθοδο, την σύσταση και λειτουργία παρακρατικών δικτύων.
Μετά την επικράτηση των ισλαμιστών στην πολιτική ζωή της χώρας, ο Έρντοαν και οι συν αυτώ άρχισαν να δημιουργούν το δικό τους ισλαμικό δίκτυο, αποστασιοποιούμενοι από τον Γκιουλέν για λόγους μεθοδολογίας και όχι στόχων της κοινής πολιτικής τους ιδεολογίας. Είναι προφανές ότι και ο Γκιουλέν και ο Έρντοαν διαθέτουν τα δικά τους δίκτυα σε κάθε τομέα του κράτους, της ασφάλειας και της δικαστικής εξουσίας. Επομένως είναι πολύ εύκολο για τον μεν ή τον δε να αναδείξουν τις αδυναμίες του αντιπάλου, ή και να επινοήσουν-μεγαλοποιήσουν κάποιες από αυτές, μέσω των δικαστικών που αποτελούν μέρος του ενός ή του άλλου δικτύου. Το ίδιο ισχύει και για τις δυνάμεις ασφαλείας.
Η άσκηση της δικαιοσύνης προϋποθέτει ανεξαρτησία και αμεροληψία της δικαστικής εξουσίας. Κάτι τέτοιο στην Τουρκία δεν είναι εύκολο λόγω της λειτουργίας των παρακρατικών δικτύων. Συνεπώς οι κατηγορίες κάποιων δικαστών δεν έχουν την απαιτούμενη αξιοπιστία και αυτό είναι κάτι που ο Πρωθυπουργός Έρντοαν έχει τονίσει. Υπό αυτό πρίσμα, οι κατηγορίες διαφθοράς από το δίκτυο Χιζμέτ κατά του πρωθυπουργού της Τουρκίας αποκτούν νέα διάσταση και πρέπει να αναλυθούν βάσει του πολιτικού ανταγωνισμού στις τάξεις των Ισλαμιστών και όχι της οικονομικής ή ποινικής τους διάστασης.