Y ∆ ΑΤ Ι Ν Ο Ι Π Ο Ρ Ο Ι ” Του Αντιναυάρχου ε.α. Π. Καβαλιέρου Π.Ν.
Y ∆ ΑΤ Ι Ν Ο Ι Π Ο Ρ Ο Ι ” Του Αντιναυάρχου ε.α. Π. Καβαλιέρου Π.Ν.
Το πρόβληµα των υδάτινων πόρων είναι ιδιαιτέρως εµφανές στο χώρο της Μέσης Ανατολής, όπου το 90% των εδαφών του αποτελούν άνυδρες ή ηµιάνυδρες περιοχές. Το γεγονός αυτό αν συνδυαστεί µε την µεγάλη τάση αύξησης του πληθυσµού των χωρών της Μέσης Ανατολής τότε η λειψυδρία είναι δυνατό να καταστεί σηµαντικός παράγοντας αστάθειας, δεδοµένου ότι το 75% του πληθυσµού θα αντιµετωπίσει σοβαρό πρόβληµα υδροδότησης και θα δηµιουργήσει επιπλέον σοβαρές εστίες τριβών µεταξύ των χωρών της περιοχής. Είναι γνωστή η µακροχρόνια διαµάχη Ισραήλ, Παλαιστίνης και Ιορδανίας για τους υδάτινους πόρους του ποταµού Ιορδάνη, ο οποίος παρέχει στο Ισραήλ το 1/3 του πόσιµου νερού του. Η ουσία της διαφοράς στις ειρηνευτικές διαπραγµατεύσεις µεταξύ Ισραήλ και Συρίας, που τις καθιστά δυσκολότερες, είναι ότι τα υψίπεδα του Γκολάν αποτελούν την κύρια πηγή του ποταµού Ιορδάνη. Γνωστές είναι επίσης οι τριβές µεταξύ της Τουρκίας και της Συρίας λόγω των σχεδίων της πρώτης να κατασκευάσει φράγµατα στον Ευφράτη που οδήγησε τις δύο χώρες στο χείλος της σύρραξης το 1998. Απόδειξη της σοβαρότητας του προβλήµατος ανεπάρκειας του νερού στο χώρο της Μέσης Ανατολής αποτελεί το γεγονός ότι από τις 37 στρατιωτικές επιχειρήσεις που είχαν, παγκοσµίως, ως έναυσµα θέµατα εκµετάλλευσης νερού κατά το δεύτερο ήµισυ του 20ού αιώνα, οι 30 έλαβαν χώρα στη Μέση Ανατολή. Και στο χώρο της Βαλκανικής η κατάσταση είναι επίσης προβληµατική. Λόγω της έλλειψης πρωτογενών ενεργειακών πηγών, τα Βαλκανικά κράτη εστιάζουν την προσοχή τους στην ηλεκτρική ενέργεια, αφ΄ενός για την κάλυψη των αυξανοµένων δυνατοτήτων παραγωγής της και αφ΄ετέρου στη µετεξέλιξή τους σε ενδιάµεσους σταθµούς παραγωγής και µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προς Κεντρική και ∆υτική Ευρώπη, µε εκµετάλλευση των πρωτογενών ενεργειακών πόρων Καυκάσου-Κασπίας. Στα πλαίσια αυτά λόγω των αυξηµένων απαιτήσεων και της ανεπάρκειας του νερού, εντάσσεται άµεσα η χρήση των υδάτων των διασυνοριακών ποταµών (όπως οι ∆ούναβης, Έβρος, Άρδας, Νέστος και Αξιός) και λιµνών (όπως η ∆οϊράνη και οι Πρέσπες), αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος. Η αλληλεξάρτηση των Βαλκανικών χωρών σ΄αυτούς τους δύο τοµείς (χρήση υδάτων και προστασία περιβάλλοντος), που είναι προφανής, προκαλεί αντιπαραθέσεις µεταξύ τους, οι οποίες καλύπτουν όλο το φάσµα του τρόπου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε συσχετισµό µε τους χρησιµοποιούµενους ενεργειακούς πόρους. Σε ότι αφορά τα ύδατα των διασυνοριακών ποταµών και λιµνών, λόγω της υπερεκµετάλλευσης από τις χώρες των πηγών τους, αλλά και τις ενδιάµεσες, σε υδροηλεκτρικά φράγµατα, εκτιµάται ότι θα αποβεί µακροπρόθεσµα σε βάρος των χωρών των εκβολών και θα δυσχεράνει τη γενικότερη συνεργασία στον τοµέα της ενεργειακής πολιτικής. Στις ανωτέρω απαιτήσεις για νερό θα πρέπει να προστεθούν και οι σχετικές για τη λειτουργία των ήδη υφισταµένων πυρηνικών εργοστασίων (κυρίως του Κοζλοντούϊ της Βουλγαρίας) και των νέων που θα κατασκευαστούν, σε συσχετισµό και µε το φαινόµενο της λειψυδρίας που πλήττει κατά καιρούς τη Χερσόνησο του Αίµου. Κατόπιν των ανωτέρω θεωρείται δεδοµένο ότι το πρόβληµα των υδάτινων πόρων θα αναδειχθεί σε κυρίαρχο ζήτηµα της διαβαλκανικής συνεργασίας κατά την προσεχή δεκαετία. Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς ότι η κρίση στον τοµέα των υδάτινων πόρων, η οποία επιδεινώνεται διαρκώς έχει πολλών ειδών επιπτώσεις. Πρώτα προκαλεί πτώση του βιοτικού επιπέδου των κοινωνιών και µειώνει την ποιότητα και ποσότητα της αγροτικής παραγωγής λόγω της ελλιπούς υδροδότησης των καλλιεργειών. Επίσης πυροδοτεί πολιτικό αναβρασµό τόσο στο ενδοκρατικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, όπου η δυνατότητα διακοπής ή περιορισµού της ροής των υδάτων ως και ο έλεγχος της ρύπανσής του θα µπορούσε να χρησιµοποιηθεί για άσκηση διπλωµατικής πίεσης. Σε πολλές περιπτώσεις η λειψυδρία αποτελεί ζήτηµα ζωτικής σηµασίας και κατ΄επέκταση ζήτηµα επιβίωσης για πολλά από τα εµπλεκόµενα κράτη, που µπορεί να οδηγήσει σε σκληρό ανταγωνισµό µε πιθανή εξέλιξη σε συγκρούσεις και πολέµους, στο προσεχές µέλλον, αλλά και σε µαζικές µεταναστεύσεις. Καθίσταται εποµένως επιτακτική η ανάγκη άµεσης λήψης µέτρων τόσο σε ενδοκρατικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Μερικά ενδεικτικά, σε ενδοκρατικό επίπεδο, είναι : Περιορισµός της υπεράντλησης και της πτώσης του υδροφόρου ορίζοντα, ιδιαίτερα στις παράκτιες περιοχές µε περιορισµό των ανεξέλεγκτων γεωτρήσεων, κατάλληλη διαχείριση προσφοράς και κατανάλωσης, ενίσχυση του υδροφόρου ορίζοντα, κατασκευή εγγυοβελτιωτικών έργων, δηµιουργία ταµιευτήρων, κατασκευή φραγµάτων και αυστηρό έλεγχο της ρύπανσης των υδάτων και του υδροφόρου ορίζοντα. Σε περιφερειακό επίπεδο και σε ότι αφορά τη συνεκµετάλλευση των υδάτων των διασυνοριακών ποταµών και λιµνών, έγκαιρη σύναψη συµφωνιών ή αναθεώρησής τους, που να καλύπτουν πλήρως τα αφορώντα στον έλεγχο της ροής, παροχής πληροφοριών και αποφυγής ρύπανσης για να αποφευχθούν οι επιπτώσεις σε βάρος των χωρών των εκβολών. Για τα Ευρωπαϊκά κράτη, µέλη της ΕΕ και ειδικότερα τα Βαλκανικά είναι ενδεδειγµένη η πλήρης εφαρµογή της σχετικής οδηγίας. 18 Up to recently, environmental nature subjects and more specifically those regarding the availability and management of aquatic resources, were considered of secondary importance and of lower priority compared to subjects of a politico-military, not only in the interior of states, but also in the field of international relations. Today, however, with the consequences of the greenhouse effect phenomenon becoming more and more visible by the day, things have begun to change radically. Typical are the developments with regard to one of the more serious reasons behind this phenomenon, which is no other than the production of energy that according to statistical data currently available has increased by at least 5% annually. The current rate of the increase of energy production, particularly of that emanating from energy resources that are not friendly to the environment such as, carbohydrates, coal, as well as natural gas and are also responsible for the largest portion of the most serious atmospheric pollution, intensifies the greenhouse effect phenomenon and it foreshadows a radical change of the climatic conditions of the entire planet. By the end of the year 2010, the planet’s temperature is expected to have an average rise of at least 1 degree Celsius and 2 degrees by the year 2030, with the worst affected areas those situated in higher geographical latitudes. Under these conditions and according to most valid current scientific data, the average temperature will continue to rise at medium latitudes and even more so at higher ones, such as the Arctic and Antarctic regions, particularly during the winter, accelerating the even as we speak increased melting of the ice-pack. A supposed increase of the average temperature, such as the aforementioned one, could cause other climatic changes like a shift in the annual percentage of rainfall at quite a few regions. A potential increase of the average temperature at high latitudes could significantly increase for its decrease in continental ones. That in turn will cause a shift in the average percentage of humidity in many regions resulting in the barren hypo-tropical zone moving at higher geographical latitudes, causing serious draught problems to many countries, such as the South West part of the United States, Spain, the Near and Middle East, Australia and New Zealand. As a result, it is most likely that the international community is going to face a continuously increasing problem of lacking sufficient water resources, which is bound to get worse by the rapid increase of the planet’s population, the tendency of agriculture to depend more and more on irrigation due to the exhaustion of surface wat