Το ΝΑΤΟ, οι Η.Π.Α και η Νέα Πολιτική Πραγματικότητα. Δρ. Μάριος-Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος
Το ΝΑΤΟ, οι Η.Π.Α και η Νέα Πολιτική Πραγματικότητα.
Δρ. Μάριος-Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος
Δια μέσου των σχετικά προσφάτων παγκόσμιων πολιτικών εξελίξεων και δημοσιότητας σημαντικών γεγονότων όπως της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης, της αλλαγής πολιτικής ηγεσίας στις Η.Π.Α, της μείωσης της τιμής του Πετρελαίου, της συνεχιζόμενης και σύντομα ενισχυμένης προσπάθειας καταστολής της τρομοκρατίας, της αυξανόμενης ζήτησης για προστασία των θαλάσσιων περιοχών με την εμπλοκή κρατών αλλά και οργανισμών όπως το ΝΑΤΟ, καταγράφεται η νέα πολιτικό-στρατιωτική πραγματικότητα. Ως κοινωνία που θεωρείται υλιστική και πραγματιστική, που χαρακτηρίζεται κυρίως από ανθρώπους του ορθολογιστικού συμφέροντος, της ρεαλιστικής και νεορεαλιστικής σχολής και λιγότερο της ιδεολογικής, η αλλαγή στην προεδρία των ΗΠΑ δεν αποτελεί το σημαντικότερο γεγονός, όσο το πρόσωπο το οποίο διαδέχεται τον έως την 20η Ιανουαρίου 2009, Πρόεδρο των Η.Π.Α George Bush Jr.
Μερικές εβδομάδες μετά τα τελικά αποτελέσματα του νεοεκλεγέντος Αφρό-Αμερικανού Προέδρου, ήδη έχει αλλάξει η εικόνα της εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α, όσο και των υπολοίπων κρατών όπως την αντιλαμβάνονται. Βεβαίως η αλλαγή αυτή για άλλους είναι θετική και για άλλους αρνητική. Δεν παύει όμως να είναι μια αναγκαία κίνηση και πολύ-αναμενόμενη, πιθανώς για να ανατρέψει το εκ’ του αποτελέσματος δυσμενές παγκόσμιο κλίμα σε όλους τους τομείς πολιτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς, στρατιωτικούς.
Για τα δεδομένα της Βόρειο-Ατλαντικής Συμμαχίας, η αλλαγή πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ μπορεί να ευοδώσει τα μέγιστα, καθώς τα κράτη σπεύδουν αρχικώς σε διμερές εθνικό επίπεδο, να οριοθετήσουν εκ’νέου τις υφιστάμενες συνεργασίες τους ή να ενισχύσουν τις υπάρχουσες.
Στο πολύ-συμμετοχικό επίπεδο της Συμμαχίας, οι Η.Π.Α όπως και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, καλούνται να διατηρήσουν και να ενισχύσουν το υφιστάμενο πλαίσιο συνεργασίας σε όλους τους τομείς και αρμοδιότητες της Συμμαχίας: πολιτικούς, στρατιωτικούς, οικονομικούς, κοινωνικό-πολιτικούς.
Δεδομένων των αρνητικών γεωστρατηγικών εξελίξεων σε διάφορες «αστάθμητες περιοχές από αστάθμητους παράγοντες», καθώς και της ανεξέλεγκτης έπαρσης βίαιων πράξεων, κινήσεων και στρατιωτικών συρράξεων, οι Η.Π.Α καλούνται σε σύντομο διάστημα να λάβουν θέση τόσο εντός του πλαισίου της Συμμαχίας όσο και ανεξάρτητα.
Το 2009, όπως διαφαίνεται τόσο για τις πολυεθνικές συμμαχίες όσο και την Βόρειο-Ατλαντική Συμμαχία είναι σημαντικό έτος. Τους επόμενους μήνες θα τεθούν κάποια ερωτήματα σχετικά με την ενίσχυση ή όχι της παγκόσμιας ασφάλειας. Πολιτικά αυτό σημαίνει την από κοινού προσπάθεια για συλλογική Νατοϊκή απόφαση ως προς τον «οδικό χάρτη», για τους όρους εμπλοκής της Συμμαχίας, στην επιβολή της ασφάλειας και σταθερότητας όπως δημοκρατικά αποδέχονται όλοι όσοι συμβάλλουν στην σημερινή δυτική φιλελεύθερη Δημοκρατία. Αυτό εξίσου σημαίνει πως τα έως σήμερα δεδομένα της επιβολής ασφάλειας για συλλογική άμυνα θα αλλάξουν.
Εφόσον υπάρχει ζήτηση από μεγάλες δυνάμεις είτε στα πλαίσια του ΝΑΤΟ είτε μέσω Ε.Ε όπως π.χ. της Μεγάλης Βρετανίας, και των Η.Π.Α για το Αφγανιστάν ή το Ιράκ δια του ΝΑΤΟ, ή της Γαλλικής Προεδρίας για εξεύρεση λύση στο δυσμενές διεθνές οικονομικό σύστημα ή δια της δημιουργίας και της υλοποίησης της πρώτης συνόδου της Μεσογειακής Ένωσης δια της Ε.Ε, που θα έχει σύντομα έδρα την Βαρκελώνη, η επόμενη σύνοδος κορυφής σε επίπεδο κρατών-μελών της Συμμαχίας στο Κίελο-Στρασβούργο το 2009 θεωρείται πως θα οριοθετήσει την επιβολή νέων κριτηρίων για εμπλοκή στην πολιτική περιφερειακής και παγκόσμιας ασφάλειας.
Την 21η Ιανουαρίου 2009 ο νέος Πρόεδρος των Η.Π.Α θα έχει την δυνατότητα να διατηρήσει τον ρόλο του ως «πολιτικό ίνδαλμα» όπως αναδείχθηκε, εφόσον αφενός πράξει με γνώμονα την ανάγκη για εμπιστοσύνη και ισοζύγια συνεργασία τουλάχιστον στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και ΟΗΕ και αφετέρου εφόσον τα εθνικά συμφέροντα των Η.Π.Α συμπορεύονται με τα συμφέροντα των υπολοίπων κρατών-μελών και συνεργαζομένων με το ΝΑΤΟ κράτη. Οι Η.Π.Α είχαν και έχουν την ικανότητα, και αυτή απλά είναι η πολιτική πραγματικότητα, να αναλαμβάνουν πολιτικές ή στρατιωτικές πρωτοβουλίες ασχέτως με το αν είναι σωστές ή λανθασμένες. Εφόσον συνεπώς ένα κράτος που κατέχει και την στρατιωτική υπεροχή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, η τοποθέτηση ενός Αφρό-Αμερικανού και νέου σε ηλικία προέδρου, που ήδη έχει γραφεί στην ιστορία, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παρά ως πολιτική πρωτοβουλία. Μια πρωτοβουλία που σημειωτέο, θα έχει αντίκτυπο τόσο στα εθνικά τους όσο και τα διεθνή θέματα.
Οι Η.Π.Α το ΝΑΤΟ και οι νέες προκλήσεις ασφάλειας.
Οι πρώτες ενδείξεις μετά και την εκλογή του νέου Προέδρου στις Η.Π.Α, αδιαμφισβήτητα είναι θετικές και θερμές, σχετικά και με την αποφασιστική πολιτικό-στρατιωτική πορεία που έχουν ήδη προδιαγράψει τα κράτη-μέλη, στα πλαίσια λειτουργίας της Συμμαχίας.
Είναι σημαντικό να τονιστεί σε αυτό το σημείο πως εκ’ των υστέρων με τα έως τώρα εμπειρικά δεδομένα, θεωρείται πως η πολιτική του ΝΑΤΟ είναι ταυτόσημη, άλλα όχι όμοια με την εξωτερική πολιτική ασφάλειας των Η.Π.Α. Κάτι το οποίο αναδεικνύει την σημαντική συμβολή των Η.Π.Α στην Συμμαχία.
Μια συνεπώς θετική και θερμή όπως διαφαίνεται υποδοχή του νέου Αμερικανού Προέδρου στο Συμβούλιο των Αρχηγών Κρατών του ΝΑΤΟ, πρόκειται να σημάνει μια εκ’ νέου προσπάθεια ανανέωσης πολιτικών πρωτοβουλιών τόσο των Αμερικανών όσο και των υπολοίπων κρατών-μελών όπως π.χ. της Ελλάδας στο Βόρειο-Ατλαντικό Συμβούλιο.
Οι ασύμμετρες απειλές θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Οι κοινωνικές και στρατιωτικές επαναστατικές τάσεις σε αστάθμητα κράτη μέσω αστάθμητων παραγόντων θα υπάρχουν. Η πειρατεία στην θάλασσα, μια ασύμμετρη απειλή που δείχνει να ωριμάζει και να επανέρχεται στο πολιτικό-στρατιωτικό προσκήνιο διογκώνεται, δεδομένης και της συνεχούς αυξανόμενης οικονομικής κρίσης που οδηγεί και ίσως συνεχίσει να οδηγεί πολλούς σε τέτοιες κατακριτέες κινήσεις, δεν είναι παρά μόνο λίγες από τις πολλές προκλήσεις που καλείται στον 21ο αιώνα το ΝΑΤΟ να απαντήσει. Οι Η.Π.Α καλούνται ως παραδοσιακή δύναμη να ενισχύσει τον ρόλο της στην Συμμαχία, αλλά και να πορευθεί, εφόσον επικαλείται την πολιτική της δύναμη, των πολιτικών αποφάσεων της Συμμαχίας. Ταυτοχρόνως καλείται να δείξει στα υφιστάμενη κράτη-μέλη αλλά και συνεργαζόμενα με το ΝΑΤΟ κράτη, τους λόγους συνεχούς ή και αυξανόμενης συνεισφοράς.
Πιστεύεται, συνεπώς πως ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό εφικτό και προφανώς να οριστούν τα εθνικά συμφέροντα όλων των κρατών-μελών στη Συμμαχία είναι να επικαλεστούν και να στηρίξουν πλέον ως πολιτική πρωτοβουλία, που σημειωτέο θεωρούν πολλά κράτη, την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου στρατηγικού πλάνου της Συμμαχίας.
Ένα πλάνο που θα αναβαθμίζει το υπάρχον του 2001, αλλά και το οποίο θα παρέχει κανονιστικά και ένα νέο νομικά, πολιτικά κοινωνικά και υλικά πλαίσιο λειτουργίας της Συμμαχίας. Πιθανολογείται πως για να είναι κάτι τέτοιο εφικτό πρέπει πρωτίστως να οριστούν τα εθνικά συμφέροντα των κρατών σε ένα «κοινό υπερεθνικό παρανομαστή». Θεωρείται σημαντικό για τα κράτη-μέλη που δεν κατέχουν ηγετικό ρόλο στο ΝΑΤΟ να στηρίξουν με τα ίδια μέσα την Συμμαχία όπως οι Η.Π.Α. Κάτι τέτοιο ενισχύει τον ρόλο των κρατών αυτών, ενισχύει την πολιτική της Συμμαχίας, ενισχύει τον ηγετικό ρόλο των Η.Π.Α και τελικά και σημαντικότερα ενισχύει το δημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων του Βόρειου-Ατλαντικού Συμβουλίου.
Η διεύρυνση των Σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσίας
Μια επανεξέταση του στρατηγικού πλάνου της Συμμαχίας πιθανώς το 2009 ή το 2010 όπως και αναμένεται, θα αποτελέσει σημαντικό βήμα διεύρυνσης των σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Το καλοκαίρι του 2008, οι σχέσεις των δύο μερών αμφισβητήθηκαν δεδομένης της πολεμικής σύρραξης μεταξύ της Ρωσίας και της Γεωργίας. Τα γεγονότα αυτά ωστόσο δεν αποτέλεσαν ουσιαστικό πλήγμα στις σχέσεις των δυο μερών όσο και στο Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας (NATO-Russia Council NRC). Φαινομενικά, διπλωματικά και πολιτικά διαφαινόταν το αντίθετο αρχικά, αλλά με την ένδειξη της προσπάθειας κατάπαυσης και επίλυσης της διαμάχης σε σύντομο χρονικό διάστημα, όσο και της συνεχούς προσπάθειας επίλυσης του προβλήματος καί μέσω του ΝΑΤΟ, του NRC αλλά και της δημιουργίας επιτροπής ΝΑΤΟ-Γεωργίας, αναδεικνύεται η πρόθεση από όλες τις μεριές για επαναπροσδιορισμό των εθνικών τους θέσεων και προθέσεων.
Αυτό σημαίνει πώς ο επαναπροσδιορισμός του Στρατηγικού Πλάνου του ΝΑΤΟ θα πρέπει να λάβει υπόψην του πέραν των όλων εθνικών συμφερόντων των κρατών της Συμμαχίας και τα συμφέροντα των συνεργαζομένων με αυτό όπως η Ρωσία: Αποτελεί πρώην ψυχροπολεμικό αντίπαλο με τον οποίο ωστόσο δημιουργήθηκε μια σχέση αλληλεξαρτώμενη έως και σήμερα.
Εάν θα μπορούσε να οριστεί συνεπώς μια νέα τάξη πολιτικών γεγονότων, με αφορμή την εκλογή ενός ιστορικού, τόσο για τα Αμερικανικά όσο και τα παγκόσμια δεδομένα, Προέδρου των Η.Π.Α, που να αποτελέσει τελικά την αφετηρία για πολιτική ενίσχυση των θέσεων και πολιτικών των κρατών του ΝΑΤΟ σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, θεωρείται πως είναι η σωστή στιγμή.
Δεδομένης και της οικονομικής κρίσης που δεν έχει ακόμα ορίσει το μέγεθος της ύφεσης αλλά και επιπλοκών που θα επέλθουν στο εγγύς μέλλον, καθώς και των στρατιωτικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίσει το ΝΑΤΟ, τα συνεργαζόμενα με την Συμμαχία κράτη και οι Η.Π.Α, χρειάζεται πολιτική πρωτοβουλία ανασύνταξης και ανασυγκρότησης δυνάμεων και στον τομέα της ασφάλειας. Έτσι, θα εξασφαλιστεί μακροχρόνια η συνεργασία και λειτουργικότητα στρατιωτικά επιχειρησιακή, διοικητική, οικονομική, πολιτική ώστε να εξασφαλιστεί η μελλοντική πορεία του κρατών-μελών του ΝΑΤΟ αλλά και ξεχωριστά των όλων όσων κρατών αναλαμβάνουν ή θέλουν να εξακολουθήσουν να αναλαμβάνουν ρόλο ηγετικό στα διεθνή γεγονότα.