ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΞΩΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ Αντιναυάρχου ε.α. Δρα Στυλιανού Πολίτη
ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΞΩΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ
Αντιναυάρχου ε.α. Δρα Στυλιανού Πολίτη
Παρουσίαση στη ΛΑΕΔ
23 Σεπτεμβρίου 2009
Η εξωατμοσφαιρική δραστηριότητα που ξεκίνησε ουσιαστικά στα τέλη της δεκαετίας του ’50, δημιούργησε την ανάγκη αναπτύξεως ενός νέου κλάδου του Διεθνούς Δικαίου, του Δικαίου του Εξωατμοσφαιρικού Διαστήματος. Αυτό αποτελείται από τους νομικούς κανόνες που διέπουν το απέραντο διαστρικό κενό το οποίο εκτείνεται πέρα από τη γήινη ατμόσφαιρα καθώς και όλα τα ουράνια σώματα. Η μεγάλη και ταχύτατη πρόοδος των διαστημικών δραστηριοτήτων όμως δεν μπορούσε να περιμένει τη διαμόρφωση εθιμικών κανόνων. Γι’ αυτό σχεδόν αμέσως μετά την εκτόξευση του πρώτου διαστημικού οχήματος, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών έσπευσε να δημιουργήσει ένα ad hoc όργανο, την Επιτροπή για τις Ειρηνικές Χρήσεις του Εξωατμοσφαιρικού Διαστήματος (Committee on Peaceful Uses of Outer Space – COPUOS). Η Επιτροπή αυτή συνέταξε και επεξεργάσθηκε πέντε βασικές διεθνείς συμβάσεις. Η πρώτη και η βασικότερη είναι η Σύμβαση της 27ης Ιανουαρίου του 1967 «περί των αρχών αι οποίοι διέπουσι την δραστηριότητα των Κρατών κατά την εξερεύνησιν και χρησιμοποίησιν του Διαστήματος, περιλαμβανομένων της Σελήνης και των άλλων ουρανίων σωμάτων».Το κείμενο της έγινε ευρέως αποδεκτό στη διεθνή κοινότητα και χαρακτηρίστηκε ως Magna Carta του Διαστήματος. Μετά από τις πρώτες πέντε Συμβάσεις ακολούθησε ένα πλήθος άλλων που κινήθηκαν μέσα στο ίδιο πνεύμα και ουσιαστικά ρύθμισαν λεπτομέρειες. Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι στο χώρο του εξωατμοσφαιρικού Διαστήματος απαγορεύτηκε κάθε μορφή οικειοποιήσεως και προβολής κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η εξερεύνηση και η χρησιμοποίηση ολοκλήρου του Διαστήματος συμπεριλαμβανόμένης και της Σελήνης και των υπολοίπων ουρανίων σωμάτων πρέπει σύμφωνα με το υπάρχον καθεστώς να διενεργείται χωρίς διακρίσεις επ’ αγαθώ και προς το συμφέρον όλων των χωρών. Όλες οι διαστημικές δραστηριότητες κάθε Κράτους πρέπει να αναπτύσσονται σύμφωνα με το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και το Διεθνές Δίκαιο γενικότερα, με σκοπό τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης της διεθνούς ασφαλείας και για την προαγωγή της διεθνούς συνεργασίας με σεβασμό στα ενδιαφέροντα των άλλων Κρατών. Απαγορεύτηκε η εγκατάσταση πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στο διάστημα και στα ουράνια σώματα, η εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων και οχυρώσεων καθώς και η εκτέλεση στρατιωτικών γυμνασίων και δοκιμών οπλικών συστημάτων. Δεν απαγορεύτηκε όμως η χρήση στρατιωτικού προσωπικού για επιστημονικούς ή άλλους ειρηνικούς σκοπούς καθώς και η εγκατάσταση των μέσων που εξυπηρετούν αυτούς τους σκοπούς, όπως επίσης και η χρήση δορυφόρων καταγραφής της γήινης επιφάνειας. Τα Κράτη διατηρούν τη δικαιοδοσία και τον έλεγχο τους στα αντικείμενα που εκτοξεύουν στο διάστημα και στο προσωπικό τους, φέροντας διεθνή ευθύνη για κάθε δραστηριότητα τους, συμπεριλαμβανομένης και της ευθύνης για ζημιές από τα διαστημικά αντικείμενα. Οι αστροναύτες απολαμβάνουν διεθνή ασυλία και δικαιούνται παροχή βοηθείας σε περίπτωση ατυχήματος, καταστροφής κινδύνου ή αναγκαστικής προσγειώσεως διαστημικού οχήματος. Αν και φυσικά πρόσωπα, είναι αποδέκτες διεθνών κανόνων και τους αναγνωρίζονται διεθνή δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Χαρακτηρίζονται σαν «Προπομποί» και σαν «Απεσταλμένοι της Ανθρωπότητας».
Οι διεθνείς συμβάσεις που καθορίζουν το καθεστώς του Διαστήματος όμως άφησαν ουσιαστικά αναπάντητο ένα βασικό ερώτημα: Από πού ξεκινά να ισχύει το δίκαιο του Διαστήματος; Το κριτήριο της «στηρίξεως στον αέρα» των αεροσκαφών καθώς και το κριτήριο της δυνατότητας αιωρήσεως στον αέρα των αεροστάτων και των αεροπλοίων είχαν περιορίσει την εφαρμογή των Συμβάσεων για τη ρύθμιση της αεροπλοΐας των Παρισίων και του Σικάγου στην περιοχή της ατμόσφαίρας, χωρίς όμως να ορίζουν ποιο είναι το ύψος της. Το 1959 η ad hoc Επιτροπή (COPUOS) που ασχολήθηκε με το θέμα της οριοθετήσεως του εξωατμοσφαιρικού Διαστήματος δεν κατέληξε σε ορισμό. Άκαρπη υπήρξε και μια νέα προσπάθεια που ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 1966 μετά Απόφαση της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών και το θέμα παραμένει σε εκκρεμότητα στη Νομική Επιτροπή του Διαστήματος. Στην πράξη όμως υπάρχει διάκριση μεταξύ εναέριου χώρου και εξωατμοσφαιρικού Διαστήματος που είναι πιο πολύ νομική παρά φυσική αφού ο διαχωρισμός τους οφείλεται στην εφαρμογή διαφορετικού θεσμικού πλαισίου. Το γεγονός αυτό δεν είναι ότι το καλύτερο, αφενός λόγω της σημερινής εξελίξεως των αεροσκαφών που έχουν αρχίσει να πλησιάζουν τις δυνατότητες των διαστημοπλοίων και αφετέρου λόγω της κινήσεως των διαστημικών οχημάτων μέσα στην ατμόσφαιρα και μάλιστα κατά την επιστροφή τους. Μια κίνηση που μέχρι ένα σημείο δημιούργησε έντονα νομικά προβλήματα ειδικά μάλιστα στην περίπτωση προκλήσεως βλάβης.
Σημαντικός τομέας της εξωατμοσφαιρικής δραστηριότητος στρατηγικού ενδιαφέροντος είναι οι μετεωρολογικές παρατηρήσεις. Την 1η Απριλίου 1960 εκτοξεύθηκε από τη NASA ο πρώτος μετεωρολογικός δορυφόρος. Μετά απ αυτόν ακολούθησαν και πολλοί άλλοι. Ένα άλλο είδος δορυφόρων είναι οι ναυτιλιακοί. Στις 16 Ιουλίου 1979 τέθηκε σε διεθνή ισχύ η Διεθνής Σύμβαση του Λονδίνου της 3ης Σεπτεμβρίου 1976 περί ιδρύσεως του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλιακών Δορυφόρων και Συμφωνία Εκμεταλλεύσεως (INMARSAT). Σήμερα έχει επεκταθεί η χρήση των δορυφόρων σε πάρα πολλούς τομείς. Υπάρχει μεγάλος αριθμός δορυφόρων για παροχή πλήθους πληροφοριών που δίνουν φωτογραφίες εκτελούν μετρήσεις και ανιχνεύουν πλήθος άλλα δεδομένα ποικίλου ενδιαφέροντος. Με την έντονη δραστηριότητα στο διάστημα άρχισαν και «διάστημο-περιβαλλοντικά» προβλήματα. Οι υπηρεσίες της NASA εντόπισαν το 2007, ένα νέφος με ένα εξαιρετικά μεγάλο αριθμό διαστημικών σκουπιδιών, που προκλήθηκαν από την καταστροφή του Κινέζικου δορυφόρου Fengyun-1C και που εξαιτίας του είναι σήμερα ιδιαίτερα δυσχερής η εκτέλεση διαστημικών πτήσεων χαμηλής τροχιάς.
Ο σημαντικότερος όμως τομέας που αφορά το Διάστημα είναι οι ραδιοτηλεπικοινωνίες. Τα Ηνωμένα Έθνη από πολύ νωρίς αντελήφθησαν την ανάγκη ορθολογικής χρήσεως των δορυφόρων σε αυτό τον τεραστίου στρατηγικού ενδιαφέροντος τομέα. Γι αυτό το λόγο η Γενική Συνέλευση εξέδωσε στις 20 Δεκεμβρίου του 1961 μια σχετική απόφαση απευθύνοντας σύσταση στη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών (I.T.U.) να θέσει όλα τα μέσα τηλεπικοινωνιών που εκτελούνται με δορυφόρους σε παγκόσμια κλίμακα «στη διάθεση όλων των Εθνών άνευ διακρίσεως». Στις 31 Αυγούστου του 1962 το Κογκρέσο των ΗΠΑ, ψήφισε το Νόμο για του τηλεπικοινωνιακούς δορυφόρους και ενέκρινε τη δημιουργία της Εταιρίας Δορυφορικών Τηλεπικοινωνιών (COMSATCO). Το παράδειγμα της Αμερικής ακολούθησε και η Ευρώπη και μετά την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη του Μαΐου 1963 συγκροτήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δορυφορικών Τηλεπικοινωνιών (CETS) και πάρθηκε η απόφαση για εκτόξευση του πρώτου Ευρωπαϊκού τηλεπικοινωνιακού δορυφόρου. Σημαντικός σταθμός στην ιστορία των τηλεπικοινωνιών είναι η 19η Ιουλίου του 1964, όπου δώδεκα Κράτη συνήλθαν στην Ουασικτώνα και υπέγραψαν δυο συμφωνίες για την εγκατάσταση ενός παγκόσμιου δορυφορικού εμπορικού δικτύου. Παράλληλα όμως είχε δραστηριοποιηθεί και η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση με τους δορυφόρους Molnya που χρησιμοποιούσε για τη μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων στις Χώρες του Παραπετάσματος. Η Ινδία από το 1975 έχει αρχίσει να εκτοξεύει δορυφόρους για τη μετάδοση εκπαιδευτικών τηλεοπτικών προγραμμάτων Το 1976 είχαμε και τη Συμφωνία για τον Αραβικό Οργανισμό Δορυφορικών Επικοινωνιών. Το 1992 είχαμε και τη συμφωνία για τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό (ISS).
Βασικό χαρακτηριστικό των ραδιοτηλεπικοινωνιών ειδικά μάλιστα των δορυφορικών, είναι ότι αυτές από τη φύση τους δεν μπορούν να περιορισθούν από τα σύνορα των Κρατών. Το γεγονός επηρέασε τις διεθνείς συμβάσεις που αφορούν το συγκεκριμένο αντικείμενο και οδήγησε σε ένα θα μπορούσαμε να πούμε «φιλελεύθερο» καθεστώς. Στις 12 Δεκεμβρίου 1973 τέθηκε σε διεθνή ισχύ η Συμφωνία-Πλαίσιο του Παγκόσμιου Συστήματος Τηλεπικοινωνιών μέσω Δορυφόρου (INTELSAT).Το σημερινό καθεστώς των τηλεπικοινωνιών διέπεται από το τελευταίο αναθεωρημένο κείμενο της Συμβάσεως του Ναϊρόμπι 1982 που ισχύει από την 1η Ιανουαρίου του 1984. Παράλληλα εξακολουθεί να ισχύει ο Κανονισμός Ραδιοεπικοινωνιών του 1959 όπως αναθεωρήθηκε διαδοχικά μέχρι και το 1990. Ο Κανονισμός αυτός αναφέρεται και στις «διαστημικές ραδιοεπικοινωνίες». Παράλληλα δημιουργήθηκαν και τέθηκαν σε ισχύ αρκετές συνθήκες σχετικές με τις ραδιοεπικοινωνίες μέσω δορυφόρου ρυθμίζοντας κυρίως θέματα περιορισμού των εκπομπών για να καλύπτουν επιλεγμένες περιοχές. Επειδή όμως, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, αυτό δεν μπορεί να περιορίσει την ατομική λήψη δορυφορικών τηλεοπτικών εκπομπών, η Διακήρυξη της UNESCO του 1972 «επί των κατευθυντηρίων αρχών στη χρησιμοποίηση της ραδιοεπικοινωνίας μέσω δορυφόρου για την ελεύθερη ροή της πληροφορήσεως, τη διεύρυνση της παιδείας και την ανάπτυξη των πολιτιστικών ανταλλαγών», ζήτησε από όλα τα Κράτη να συνάπτουν ή να ευνοούν τη σύναψη προηγουμένων συμφωνιών για τις δορυφορικές εκπομπές που προορίζονται να ληφθούν απ’ ευθείας από το κοινό Κρατών άλλων από τη χώρα προελεύσεως αυτών των εκπομπών. Η πρόληψη και καταστολή της «τηλεπειρατείας» είναι άλλος ένας σημαντικός τομέας καθώς στην πράξη παρουσιάσθηκαν τέτοια προβλήματα και οδηγηθήκαμε στη Σύμβαση των Βρυξελλών του 1974 «για τη διανομή σημάτων φορέων προγραμμάτων μεταδιδομένων δια δορυφόρου». Σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτής της Συμβάσεως, κάθε συμβαλλόμενο Κράτος υποχρεούται να αναλαμβάνει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να εμποδίζει τη διανομή στο έδαφος του ή από το έδαφος του, των μη προορισμένων για αναμετάδοση προγραμμάτων που εκπέμπονται μέσω δορυφόρου ή προς δορυφόρο.
Οι διεθνείς συνθήκες ενώ είναι ξεκάθαρες στο θέμα της εγκαταστάσεως όπλων, στρατιωτικών βάσεων και οχυρώσεων στο Διάστημα και στα ουράνια σώματα, δεν προσδιορίζουν ποιες άλλες ενέργειες αντιτίθενται στη χρήση του Διαστήματος για ειρηνικούς σκοπούς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν δηλώσει ότι οι στρατιωτικές χρήσεις του Διαστήματος μπορεί να είναι αναγκαίες για αμυντικούς λόγους, που από τη φύση τους είναι προς όφελος ολοκλήρου της Ανθρωπότητας και δεν έρχονται σε αντίθεση με το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών στον οποίο παραπέμπει και η Magna Carta. Ισχυρίσθηκαν δηλαδή ότι mutatis mutandis ισχύει το ίδιο με την ανοικτή θάλασσα όπου μια από τις παραδοσιακές χρήσεις της είναι και η εκτέλεση ναυτικών στρατιωτικών γυμνασίων με αμυντικό χαρακτήρα. Η πάλαι ποτέ Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών είχε εκφράσει από τις αρχές του 1960 τελείως αντίθετες απόψεις χαρακτηρίζοντας ανεξαιρέτως όλες τις στρατιωτικές χρήσεις σαν επιθετικές. Αμέσως όμως με τις ενέργειες της έδειξε πόσο μακριά ήταν από αυτές τις θέσεις. Σήμερα μάλιστα η Ρωσία, διάδοχο Κράτος της Σοβιετικής Ενώσεως είναι σημαντική διαστημική δύναμη. Οι Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις αξιοποιούν ένα τέλειο δορυφορικό σύστημα, το GLONASS, που κληρονόμησαν από τη Σοβιετική Ένωση. Το σύστημα αυτό που ξεκίνησε να εργάζεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 καλύπτει ολόκληρο τον πλανήτη μας και διαρκώς εκσυγχρονίζεται. Το ίδιο σημαντική είναι και η ανάπτυξη της Κίνας. Υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι έχει αναπτύξει πολύ αξιόλογη τεχνολογία στον τομέα κατασκευής συγχρόνων αντιδορυφορικών όπλων (ASAT). Στις 11 Ιανουαρίου του 2007 μάλιστα, δοκίμασε ένα όπλο κατά δορυφόρων (anti satellite weapon test). Οι Κινέζοι αφού προσάρμοσαν στη κεφαλή βαλλιστικού πυραύλου ένα αντιδορυφορικό όπλο τον χρησιμοποίησαν για την καταστροφή του δορυφόρου Fengyun -1C, που ήδη αναφέραμε. Το γεγονός αυτό προκάλεσε διεθνή ανησυχία και πολλές αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας. Ελπίζουμε ότι αυτή η ενέργεια της Κίνας, πρώτη στην ιστορία, θα είναι και η τελευταία.
Ωστόσο θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις εξελίξεις σε ρεαλιστική βάση. Από το 1961 έχει τεθεί σε τροχιά τηλεπικοινωνιακός δορυφόρος για στρατιωτική χρήση και είναι σε όλους γνωστό ότι από τότε οι στρατιωτικές χρήσεις των δορυφόρων έχουν πολλαπλασιασθεί τρομακτικά. Δεν υπάρχει σήμερα Κράτος που να μην χρησιμοποιεί τις δορυφορικές υπηρεσίες έμμεσα ή άμεσα για στρατιωτικούς σκοπούς. Μπορεί να μην έχουν εγκατασταθεί όπλα στο διάστημα ούτε έχουν γίνει δοκιμές όπλων, με εξαίρεση αυτή της Κίνας, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι οι δορυφόροι σήμερα παρέχουν στις στρατιωτικές μονάδες πλήθος πληροφορίες στρατιωτικής φύσεως. Η διεθνής πρακτική συνοδευόμενη από την απαραίτητη opinio juris έχει δεχθεί σταθερά και ομοιόμορφα ότι το διάστημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικές επικοινωνίες και για παρατήρηση με την προϋπόθεση βέβαια ότι κάθε τέτοια δραστηριότητα έχει αποκλειστικά και μόνο αμυντικό χαρακτήρα μέσα στο πλαίσιο του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.