Η ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ «ΙΣΛΑΜΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ» ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΟ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ
Η αναδίπλωση του ISIS, σήμερα, τρία ολόκληρα χρόνια μετά τη ορμητική και αιφνιδιαστική του εξάπλωση, συνοδεύεται με αρκετά μικρότερη δημοσιότητα. Καίτοι ορισμένες περιοχές παραμένουν ακόμη υπό τον έλεγχο της οργάνωσης σε Ιράκ και Συρία, το ενδιαφέρον πλέον στρέφεται στις ενέργειες των δυνάμεων που απαρτίζουν τον ετερόκλητο αντι-ISIS συνασπισμό. Ως γνωστόν, η φύση απεχθάνεται τα «κενά» και η υποχώρηση των τζιχαντιστών του ISIS, ωθεί τις κυβερνητικές δυνάμεις Συρίας και Ιράκ να αποκαταστήσουν την εξουσία τους ενώ ταυτόχρονα και άλλοι παίκτες, κυβερνητικοί και μη, εντείνουν τις προσπάθειες τους να εδραιώσουν τα κέρδη τους. Παρά τη διαφαινόμενη στρατιωτική ήττα του ISIS, οι πυρήνες της ισλαμιστικής τρομοκρατίας παραμένουν ενεργοί αλλά και ικανοί –ως καρκινικά κύτταρα- να μετεξελιχθούν ή να προσβάλουν άλλες περιοχές. Δυστυχώς μάλιστα, οι βαθύτερες αιτίες ενδυνάμωσης του ισλαμιστικού εξτρεμισμού, όχι μόνο παραμένουν παρούσες αλλά καταγράφουν μια ανησυχητική ικανότητα εξάπλωσης σε Ανατολή και Δύση με έμφαση στην αφρικανική ήπειρο.
Το πρόσφατο πείραμα της δημιουργίας ενός «Ισλαμικού Κράτους», αυτή τη φορά βασιζόμενο σε μια στρατηγική τυφλής βίας και τρομοκρατίας, φαίνεται ότι αποτυγχάνει. Η στρατηγική της τρομοκρατίας αρχικά προκάλεσε μια παράλυση και αδυναμία αντίδρασης στις τοπικές κοινωνίες αλλά τελικά οδήγησε στη συσπείρωση τοπικών και διεθνών δυνάμεων για την αντιμετώπιση της. Πίσω από τις επιτυχίες του ISIS βρίσκονταν η αλαζονική και ρεβανσιστική πολιτική της Βαγδάτης και η απερίγραπτη σκληρότητα του καθεστώτος Assad, αμφότερες στρεφόμενες κυρίως κατά του σουνιτικού πληθυσμού. Η άνοδος όμως του «Ισλαμικού Κράτους» θα ήταν αδύνατη χωρίς την απερίσκεπτη και ποικιλόμορφη εξωτερική ενίσχυση των διαφόρων τζιχαντιστικών οργανώσεων από πλήθος κρατών της περιοχής και μη. Ενδεχομένως οι μαξιμαλιστικές τάσεις όλων αυτών των οργανώσεων, σε συνδυασμό με την εξαγωγή της τρομοκρατίας και τη διόγκωση του προσφυγικού προβλήματος στη Δύση οδήγησαν στην ανάληψη διεθνών προσπαθειών ανάσχεσης του φαινομένου που αποκλήθηκε «Ισλαμικό Κράτος». Για άλλη μια φορά η πορεία του «Ισλαμικού Κράτους» απέδειξε τη δυσκολία της μετάβασης στην τελική φάση του επαναστατικού αγώνα (κατά τον Μάο), αυτής δηλαδή του ελέγχου και διατήρησης εδαφών με την ταυτόχρονη μετωπική αντιπαράθεση με τον τακτικό στρατό του αντιπάλου. Σύντομα, οι απρόσμενες επιτυχίες των τζιχαντιστών τρομοκράτησαν ακόμη και τους εξωτερικούς υποστηρικτές της οργάνωσης. Παράλληλα, τα αρχικά αισθήματα ανακούφισης και ανοχής των «απελευθερωμένων» πληθυσμών αντικαταστάθηκαν από το φόβο και την αβεβαιότητα ενώ η χρονίζουσα διαφθορά έλαβε πλέον ισλαμιστικό μανδύα.
Σήμερα το ISIS και ορισμένες άλλες εξτρεμιστικές οργανώσεις υποχωρούν σε όλα τα μέτωπα. Η αναδίπλωση τους όμως δεν αποτελεί το μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου σταθεροποίησης της περιοχής. Η διαφαινόμενη ήττα του «Ισλαμικού Κράτους» είναι το αποτέλεσμα των, λιγότερο ή περισσότερο, συνδυασμένων ενεργειών διαφόρων δυνάμεων με διαφορετική τελική στόχευση και αντικρουόμενες επιδιώξεις. Η σε εξέλιξη συντριβή των δυνάμεων ISIS επαναφέρει σε πρώτο πλάνο τις αγεφύρωτες διαφορές των αντιπάλων του και οι τριβές και συγκρούσεις έχουν αρχίσει να επανεμφανίζονται ανησυχητικά. Η απουσία συνεννόησης και ολιστικού σχεδίου για το μέλλον της περιοχής είναι προφανής αλλά και αναπόφευκτη, λόγω του πλήθους των εμπλεκομένων και των διαφορετικών στοχεύσεων. Οποιαδήποτε επιλογή εκ μέρους των μεγάλων δυνάμεων σίγουρα θα προκαλέσει τη δυσφορία μέρους των τοπικών «συμμάχων» τους με απρόβλεπτα αποτελέσματα για τα συμφέροντα και σχεδιασμούς τους.
Στην πλέον περίπλοκη θέση φαίνεται να βρίσκεται η Ουάσινγκτον που καλείται να ισορροπήσει τις φιλοδοξίες προσωρινών «συμμάχων» και παράλληλα ορκισμένων αντιπάλων με μηδενικές διαθέσεις αμοιβαίων υποχωρήσεων. Στην άλλη πλευρά, η Τεχεράνη, μπορεί να πανηγυρίζει για την ακύρωση των σουνιτικών σχεδίων και τη σταδιακή εγκαθίδρυση μιας νέας Hezbollah (Popular Mobilization Forces) στα εδάφη του Ιράκ. Οι ασταθείς όμως αυτές επιτυχίες έχουν τεράστιο κόστος και έχουν προκαλέσει μια υπερεπέκταση της σχετικά απομονωμένης ακόμη αυτής χώρας. Ακόμη όμως και οι φίλα προσκείμενες παρατάξεις της Βαγδάτης βλέπουν με δυσπιστία την ιρανική αύξηση της επιρροής στη χώρα τους. Την ίδια στιγμή το κουρδικό πρόβλημα φέρνει πιο κοντά, έστω και προσωρινά, μακροχρόνιους περιφερειακούς ανταγωνιστές (Τουρκία, Ιράν, Ιράκ) ενώ οι ίδιοι οι Κούρδοι προσπαθούν να ακροβατήσουν μεταξύ των συμπληγάδων και να κατοχυρώσουν τα κέρδη που απεκόμισαν από την αιματηρή τριετία. Το όνειρο όμως της δημιουργίας ενός πλήρους ανεξάρτητου κουρδικού κράτους παραμένει μακρινό και μάλλον θα αναγκαστούν να αρκεστούν σε μετριοπαθέστερες επιδιώξεις. Η επαναχάραξη των συνόρων, οπουδήποτε, είναι φυσικό να προκαλεί ανησυχία στις περισσότερες δυνάμεις και να δημιουργεί συσπειρώσεις αντίδρασης στους επηρεαζόμενους.
Μέσα σε αυτό το χάος της αινιγματικής και αρκετά ακατανόητης για τους δυτικούς Μέσης Ανατολής, είναι πρακτικά αδύνατη η συγκρότηση και εφαρμογή ενός συνεκτικού σχεδίου σταθεροποίησης. Οι εμπλεκόμενοι, εδώ και καιρό, έχουν αποδεχθεί την αντιμετώπιση των άμεσων κινδύνων και την προσπάθεια δημιουργίας ευνοϊκών προϋποθέσεων αφήνοντας συχνά τις εξελίξεις να καθορίσουν τα επόμενα βήματα τους. Φυσικά μια τέτοια στρατηγική, ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας εμφανίζει καθώς οποιαδήποτε επιτυχής ενέργεια ενός μέρους, προκαλεί την προσωρινή συσπείρωση των υπολοίπων ενώ ελλείπει η μακροχρόνια στόχευση. Οι δε τυχοδιωκτικές και καιροσκοπικές συγκροτήσεις συμμαχιών απλά επιβαρύνουν την πολυπλοκότητα των προβλημάτων της περιοχής και περιορίζουν τις πιθανότητες εξεύρεσης λύσεων.
Σε αυτό το περιβάλλον είναι φυσικό οι ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις να διατηρούν βάσιμες τις ελπίδες επιβίωσης και σύντομης επανεμφάνισης. Πολύ παραστατικά σε κείμενο του Foreign Policy, με τίτλο ISIS 2.0 on the way, αναγράφεται ότι «το ISIS είναι νεκρό και καλωσορίζουμε το νέο ISIS»!
Για άλλη μια φορά, η αμερικανική εξωτερική πολιτική καλείται να παίξει τον κρισιμότερο ρόλο συγκρατώντας τους χαλαρούς συμμάχους της και θέτοντας ευδιάκριτα όρια στις υπόλοιπες πλευρές. Η δυσκολία έγγυται στο να πείσει όλες τις πλευρές να επιδείξουν αμοιβαία αυτοσυγκράτηση καθώς πλανάται (και μάλλον δικαιολογημένα) η εντύπωση ότι η Ουάσιγκτον έχει αρκετούς περιορισμούς στο μέγεθος της δυνατής εμπλοκής της στην περιοχή. Παράλληλα φαίνεται ότι έχουν σε σημαντικό βαθμό απολεστεί οι «γέφυρες» επικοινωνίας με τη Μόσχα που δείχνει, παρά το κόστος, να αναβαθμίζει το ρόλο της στη Μέση Ανατολή. Ούτε όμως φαίνεται ότι υπάρχουν οι πρόθυμοι χορηγοί που θα αναλάβουν τα έξοδα της ανοικοδόμησης της περιοχής κίνηση που ενδεχόμενα θα δημιουργήσει ακτίνες ελπίδας, ανάπτυξης και ειρήνευσης. Αναγκαστικά λοιπόν, για το ερχόμενο διάστημα, θα αρκεστούμε να παρατηρούμε «πυροσβεστικές» -ίσως και διστακτικές- κινήσεις εκ μέρους της Ουάσιγκτον, τυχοδιωκτισμούς των υπολοίπων εμπλεκομένων και φοβάμαι μια παντελή απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εξάντληση των συγκρούσεων δεν έχει ακόμη επηρεάσει όλους τους τοπικούς παίκτες και αρκετοί εξ αυτών εκτιμούν ότι οι περιστάσεις ευνοούν τους στόχους τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κίνδυνος μιας ανάφλεξης θα εξακολουθεί να ελλοχεύει ενώ οι απελπιστικές βιοτικές συνθήκες και η πολύπλευρη καταπίεση θα προετοιμάζουν τη νέα version του ISIS 2.0.