ΑΟΖ, ενεργειακά προγράμματα και ανταγωνισμοί στην Ανατολική Μεσόγειο
ΑΟΖ, ενεργειακά προγράμματα και ανταγωνισμοί στην Ανατολική Μεσόγειο
Των Ιπποκράτη Δασκαλάκη και Λεόντιου Πορτοκαλάκη*
Στις 18 Φεβρουαρίου η Αίγυπτος ανακοίνωσε την προκήρυξη νέου διεθνούς γύρου παραχωρήσεων για έρευνες υδρογονανθράκων σε 24 «οικόπεδα» που βρίσκονται στη Μεσόγειο, στο κόλπο του Σουέζ και στη χερσαία επικράτειά της. Το βόρειο άκρο των τριών δυτικών «θαλασσοτεμαχίων» (EG-MED-W1,17,18) συμπίπτει με τη γραμμή μερικής οριοθέτησης των ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου που πρόσφατα συμφωνήθηκε μεταξύ του 26ου και του 28ου μεσημβρινού.[1]
Το «θαλασσοτεμάχιο» EG-MED-W18 στη βόρεια πλευρά του επεκτείνεται και πέραν του 28ου μεσημβρινού με κατεύθυνση νοτιοανατολική. Το βόρειο αυτό τμήμα της επέκτασης του, σύμφωνα με τα ελλειπή στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά, φαίνεται να υπερκαλύπτει τμήμα της δυνητικής ελληνικής ΑΟΖ. Επιπλέον –γεγονός που μας βάζει σε έντονο προβληματισμό– συμπίπτει με τη γραμμή οριοθέτησης που αυθαίρετα όρισε στο παρελθόν η Τουρκία σαν σύνορο της τουρκικής και αιγυπτιακής ΑΟΖ. Στη συγκεκριμένη αυθαίρετη οριοθέτηση η Άγκυρα –ως δέλεαρ– είχε προσφέρει μεγαλύτερη ζώνη στην Αίγυπτο αφού βεβαίως είχε διαγράψει οποιαδήποτε ελληνική-κυπριακή αξίωση. Αντίστοιχα, το αιγυπτιακό «θαλασσοτεμάχιο» EG-MED-W1 επεκτείνεται δυτικά του 26ου μεσημβρινού και θίγει ένα κομμάτι της εν δυνάμει ελληνικής ΑΟΖ, αλλά και ένα κομμάτι της εν δυνάμει λιβυκής. Με τη χρήση των συγκεκριμένων δύο «οικοπέδων» η Αίγυπτος, ενδεχομένως, διαπραγματευόμενη από θέση ισχύος, θέλει να προκαταλάβει μια ακόμη ελληνική υποχώρηση, εκατέρωθεν της ήδη ευνοϊκής για αυτήν χάραξης μεταξύ του 26ου και του 28ου μεσημβρινού.
Να επισημανθεί ότι η πρόσφατη ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία μερικής οριοθέτησης της ΑΟΖ προέβλεπε ότι η ολοκλήρωση της, δηλαδή πέραν της ήδη συμφωνηθείσης περιοχής, θα γίνεται με κοινή διαβούλευση και στη βάση του διεθνούς δικαίου (άρθρο 1, παράγραφος ε). Κατά συνέπεια δημιουργείται εύλογα το ερώτημα αν η ενέργεια αυτή της Αιγύπτου ήταν εν γνώσει –ίσως ακόμη και με την αποδοχή– της ελληνικής κυβερνήσεως.
Φυσικά δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μιας συμφωνηθείσης «ρήξης» μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου ώστε να «δημιουργηθεί» μια διαφορά η οποία και να οδηγηθεί σε διεθνή δικαστήρια συμπαρασύροντας και τα τρίτα μέρη (Τουρκία, Λιβύη). Παρόμοια εξέλιξη –σε περίπτωση που ευοδωθεί– φυσικά και εμπεριέχει σοβαρές πιθανότητες, αφενός μη πλήρους ικανοποίησης των ελληνικών διεκδικήσεων, αφετέρου μη αποδοχής της από την Τουρκία. Παρά τους κινδύνους, εκτιμάται ως η βέλτιστη λύση υπό τις παρούσες συνθήκες.
Η οριοθέτηση του «οικοπέδου» EG-MED-W18, παρά τη νοτιανατολική κλίση του βορείου τμήματος, θα μπορούσε να εκλειφθεί και ως σιωπηρή κατάδειξη των γνωστών, μη ευνοϊκών για εμάς, θέσεων της Αιγύπτου για μειωμένη επήρεια ορισμένων ελληνικών νήσων, προδικάζοντας τους όρους μια ενδεχόμενης νέας μεταξύ μας οριοθέτησης. Ενδεχόμενα δε το Κάιρο να θελήσει να αντικρούσει τον ισχυρισμό της αθέτησης της πρόβλεψης της πρόσφατης συμφωνίας (περί αμοιβαίας διαβούλευσης) λέγοντας ότι η παραχώρηση αδειών ερευνών δεν αποτελεί πράξη οριοθέτησης (sic).
Δεν μπορεί όμως να αγνοηθεί και η πιθανότητα αιγυπτιακής χειρονομίας «καλής θέλησης» προς την Άγκυρα στο πλαίσιο της διατήρησης «παραθύρου» προσέγγισης. Η πλέον ανησυχητική ένδειξη είναι η σύμπτωση του βορείου ορίου του «θαλασσοτεμαχίου» EG-MED-W18 με την προταθείσα από την Τουρκία γραμμή διαχωρισμού της τουρκικής και αιγυπτιακής ΑΟΖ.
Καθώς όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά, ας μη βιαζόμαστε να προχωρήσουμε σε συμπεράσματα και σπασμωδικές αντιδράσεις. Ακόμη όμως και στη δυσμενέστερη περίπτωση (αυθαίρετης αιγυπτιακής ενέργειας και ένδειξης καλής θέλησης προς την Τουρκία) δεν θα πρέπει να εκπλησσόμαστε, καθώς αυτό θα καταδείκνυε αδυναμία κατανόησης της διεθνούς πραγματικότητας. Σε τελευταία ανάλυση, η Αίγυπτος δεν έχει κανένα λόγο να αποδεχθεί τις δικές μας θέσεις περί ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδος.Το αντίθετο μάλλον συμβαίνει. Προφανώς επιδιώκει (και ορθά εκ μέρους της) –ανεξαρτήτως λύσεως– να μεγιστοποιήσει τα δικά της οφέλη και το δηλώνει εμπράκτως προς όλες τις πλευρές. Σίγουρα δεν επιθυμεί να εμπλακεί στην ελληνοτουρκική διένεξη και απλά αποσκοπεί να εξέλθει ενισχυμένη από αυτήν σε όλα τα επίπεδα.
Το Κάιρο πράγματι ανησυχεί για την άνοδο και τις φιλοδοξίες της Άγκυρας, και πολύ δε περισσότερο για την εμπλοκή της τελευταίας στα εσωτερικά του θέματα με την υποστήριξη των «Αδελφών Μουσουλμάνων». Σίγουρα όμως δεν επιθυμεί μια στρατιωτική εμπλοκή με την Τουρκία που επιπλέον θα θέσει σε κίνδυνο το καθεστώς Σίσι. Παρά τους εντυπωσιακούς αριθμούς των αιγυπτιακών οπλικών συστημάτων, οι ένοπλες δυνάμεις του δεν είναι αξιόμαχες όσο οι τουρκικές. Προφανής είναι η διστακτικότητα που έδειξε ακόμη και στο προνομιακό, λόγω αποστάσεως, λιβυκό θέατρο επιχειρήσεων.
Να επισημάνουμε ότι οι δικές μας θέσεις σε θέματα ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδος δεν συναντούν την απόλυτη αποδοχή όλων των κρατών, η δε αναφορά μας στο ότι υποστηρίζονται πλήρως από το διεθνές δίκαιο αποτελεί την αναγκαία και επιβαλλόμενη (αλλά όχι και απολύτως συμβατή με την πραγματικότητα) τοποθέτηση μας. Πραγματικότητα που μας ανάγκασε να προβούμε προς υποχωρήσεις προς την αιγυπτιακή πλευρά για την επίτευξη της συμφωνίας μερικής οριοθέτησης.
Επιπρόσθετα, οι σημερινές πολιτικές και οικονομικές συνθήκες καθιστούν προβληματική έως και αδύνατη την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου EastMed. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται και από τις πρόσφατες ισραϊλινοαιγυπτιακές συμφωνίες μεταφοράς του φυσικού αερίου σε εγκαταστάσεις της Αιγύπτου. Η κατασκευή του EastMed εξαρχής ήταν προβληματική, χωρίς όμως αυτό να αναιρεί την αξία των προσπαθειών που κατόρθωσαν εν μέρει να καταστήσουν ένα φιλόδοξο ενεργειακό πρόγραμμα σε πλατφόρμα συνεννοήσεως αρκετών χωρών, με την Άγκυρα εκτός. Εξυπακούεται ότι οι προσπάθειες αυτές πρέπει να συνεχιστούν, ανεξαρτήτως της τύχης του αγωγού, καθώς επιφέρουν πολιτικά αποτελέσματα, ενώ καθώς το μέλλον είναι απρόβλεπτο, δεν μπορεί να αποκλειστεί ουδεμία εξέλιξη.
Αναμφίβολα, η Αιγυπτιακή κυβέρνηση πρέπει να γίνει αποδέκτης της έντονης ελληνικής ενόχλησης για τη μη εφαρμογή των συμβατικών προβλέψεων περί προηγούμενης διμερούς διαβούλευσης προ της ανάληψης ανάλογων ενεργειών εκατέρωθεν της οριοθετηθείσας περιοχής (εκτός και αν έλαβαν χώρα, άνευ αποδοχής των θέσεων μας, ή και κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας). Αναγνωρίζουμε ότι στη διπλωματία ενίοτε ορισμένες κινήσεις επιβάλλεται να γίνονται μακράν της δημοσιότητας. Εκτιμάται ότι το Κάιρο δεν έχει κανένα λόγο να βιάζεται να προχωρήσει σε ολοκλήρωση της οριοθέτησης με την Ελλάδα, καθώς έχει πληθώρα ελπιδοφόρων περιοχών για εκτέλεση ερευνών. Σε περίπτωση δε που αποδεχθεί την ολοκλήρωση της, πιθανόν να αναζητήσει δυσανάλογες ευνοϊκές ρυθμίσεις που ενδεχόμενα να υποθηκεύουν τις ελληνικές θέσεις σε περιοχές του Αιγαίου.
Πέραν όμως της Αιγύπτου, συχνά γίνεται αναφορά στη στρατηγική σύμπλευση Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ. Πράγματι, οι σχέσεις έχουν σημειώσει μια σταδιακή θεαματική σύσφιξη σε πολλά επίπεδα με περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης. Να μην εθελοτυφλούμε, πολύ δύσκολα το Ισραήλ –που αντιμετωπίζει σωρεία ζωτικών απειλών– θα προχωρήσει σε μια υπέρ των ελληνικών συμφερόντων τοποθέτηση που θα το φέρει σε πορεία πλήρους σύγκρουσης με την Τουρκία.
Όλοι φυσικά περιμένουν να δουν πότε και πως θα τοποθετηθεί η νέα αμερικανική προεδρία στα αντίστοιχα θέματα της περιοχής. Τα πρώτα δείγματα με αναφορές της σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων μάλλον προκάλεσαν ανησυχία σε κράτη που σήμερα βρίσκονται κοντά στις δικές μας θέσεις (συμπεριλαμβανομένης και της Αιγύπτου του Προέδρου Σίσι). Ούτε όμως θα πρέπει να μας προκαλέσει έκπληξη μια ακόμη αμερικανική προσπάθεια επαναπροσέλκυσης της Άγκυρας στον «ορθό δρόμο», προσπάθεια που μπορεί να συνοδευθεί με ένα «πακέτο» λύσεων για όλη την προβληματική περιοχή.
Σίγουρα η κατάσταση είναι ρευστή και έκρυθμη, και μάλλον θα παραμείνει παρόμοια για αρκετό ακόμη διάστημα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας καταλαμβάνει απογοήτευση, ηττοπάθεια και διάφορα άλλα μη παραγωγικά συναισθήματα. Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πολύπλοκη, τα αντικρουόμενα συμφέροντα αρκετά, και δεν περιορίζονται μόνο στον έλεγχο παραγωγής και διέλευσης των υδρογονανθράκων. Οποιαδήποτε εξέλιξη αποτελεί προϊόν μακροχρόνιας και μεθοδικής σχεδίασης και εφαρμογής, εντός πάντα των ορίων που δημιουργεί η σχετική ισχύς των παικτών.
Ορθές, σε γενικές γραμμές, μέχρι σήμερα οι ενέργειες των διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων για ενίσχυση των δεσμών και κοινών συμφερόντων με χώρες της περιοχής (έστω και με τις αναπόφευκτες παραχωρήσεις). Προέχει όμως να αντιληφθούμε ότι ουδεμία χώρα θα σταθεί στο πλάι μας σε τυχόν ελληνοτουρκική σύγκρουση καθώς δεν υπάρχουν (επί του παρόντος) επαρκή κίνητρα (οφέλη) για να διακινδυνεύσουν ένα ανάλογο κόστος. Το γεγονός αυτό η Τουρκία το αντιλαμβάνεται, ενώ η ίδια δεν διστάζει να αναλάβει –ολοένα και αυξανόμενα ρίσκα– για την προώθηση των στόχων της. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποκλειστεί μια εκ μέρους της μοιραία προκλητική κίνηση.
Κλείνοντας, θεωρούμε περιττή οποιαδήποτε επιπρόσθετη αναφορά στην αυτονόητη ενίσχυση της αμυντικής μας ισχύος γεγονός που προϋποθέτει και αντίστοιχη οικονομική.
* Ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Αντιστράτηγος (εα), Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ), Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ) και συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) και του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (fainst.eu)
1. Η παρουσίαση των σκέψεων και ανησυχιών του κειμένου βασίστηκαν στην αποτύπωση των «θαλασσοτεμαχίων» στους χάρτες της Ανατολικής Μεσογείου και τη συσχέτιση τους με τις παρουσιαζόμενες από τα κράτη της περιοχής διεκδικήσεις. Η αποτύπωση πραγματοποιήθηκε –παρά την έλλειψη ακριβών στοιχείων– από τον συγγράφοντα Λεόντιο Πορτοκαλάκη, τοπογράφο Μηχ. M.Sc και είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του ΕΛΙΣΜΕ, https://www.elisme.gr/en/2020-05-16-15-30-51/item/42-1017