Καθηγητού Ρ. ΦΑΚΙΟΛΑ
Kάθε χρόνο αποστρατεύονται 400 περίπου ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί με βαθμό Συνταγματάρχη μέχρι και του Στρατηγού, ή των αντίστοιχων βαθμών στις λοιπές Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας. Ο μέσος όρος της ηλικίας αποστράτευσης είναι τα 53 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι αρκετοί αποστρατεύονται στην ηλικία των 50 ετών περίπου, ενώ ο κανόνας τόσο για τους δημοσίους υπαλλήλους όσο και για εκείνους με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου είναι τώρα μεταξύ του 60ού και του 65ου έτους. Κύρια αιτία της πρόωρης αποστράτευσης είναι η, για εθιμικούς κυρίως λόγους, αυστηρή εφαρμογή της επετηρίδας. Σύμφωνα με αυτήν, ο αξιωματικός δεν μπορεί να έχει ανώτερό του κάποιον που ανήκει σε νεώτερη ή και στην ίδια με αυτόν σειρά. Με την προαγωγή λοιπόν ενός ή περισσοτέρων αξιωματικών μιας σειράς, εκείνων δηλαδή που εισήλθαν σε μια στρατιωτική σχολή έναν ορισμένο χρόνο, οι υπόλοιποι αποστρατεύονται, κατά κανόνα, δίχως τη θέλησή τους. Η λογική της επετηρίδας βασίζεται στην ανάγκη μείωσης του στελεχιακού δυναμικού στα ανώτερα επίπεδα όπου, από την δομή της στρατιωτικής ιεραρχίας, οι οργανικές θέσεις είναι περιορισμένες. Τα τελευταία χρόνια, με την προαγωγή ορισμένων υψηλόβαθμων αξιωματικών, ένα μέρος από τους λοιπούς δεν αποστρατεύονται αλλά κρίνονται ως διατηρητέοι και η περίπτωσή τους εξετάζεται στην επόμενη ετήσια κρίση, κατά το γερμανικό σύστημα Παρατείνεται λοιπόν για ένα χρονικό διάστημα η παραμονή τους στην υπηρεσία.
Ένας στους τρεις περίπου αξιωματικούς είναι (και) απόφοιτος κάποιας Πανεπιστημιακής Σχολής, κυρίως Νομικής, Πολυτεχνικής ή Οικονομικής κατεύθυνσης, ενώ για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους όλοι οι αξιωματικοί, παρακολουθούν σεμινάρια μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης, οι περισσότεροι σε τεχνολογίες αιχμής, κυρίως στις μεταφορές, τις επικοινωνίες και τις κατασκευές και σε θέματα δημόσιας διοίκησης. Κατέχουν δε μια τουλάχιστον ξένη γλώσσα και έχουν ταξιδεύσει σε άλλες χώρες για εκπαιδευτικούς και επαγγελματικούς σκοπούς. Διαθέτουν επιπλέον ισχυρή θέληση, πλούσια επιτελική εμπειρία αλλά και αξιόλογες διοικητικές ικανότητες γιατί σε όλα τα βαθμολογικά επίπεδα η μεγάλη πλειονότητα αναλαμβάνει τη διοίκηση μονάδων, και στα ανώτερα επίπεδα και μεγάλων μονάδων (Ταξιαρχίας, Μεραρχίας, Σώματος Στρατού, Αστυνομικής Διεύθυνσης, Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, Λιμεναρχείου σε μεγάλο λιμάνι). Ως αποτέλεσμα τέλος των αυστηρών υγειονομικών εξετάσεων για την είσοδο και την παραμονή στο επάγγελμα, η κατάσταση της υγείας τους είναι από καλή μέχρι άριστη. Πρόκειται κατά συνέπεια για μια κατηγορία μισθωτών που για ειδικούς λόγους έχουν κατά δέκα και πλέον χρόνια μικρότερη ηλικία συνταξιοδότησης από την μεγάλη πλειονότητα των λοιπών μισθωτών, ενώ βρίσκονται σε πολύ ανώτερο επίπεδο από τον μέσον όρο από άποψης γενικής μόρφωσης, επαγγελματικής εκπαίδευσης και εμπειριών. Ποιες είναι λοιπόν οι συνέπειες από τον τυπικό, τελείως απρογραμμάτιστο και κατά κανόνα ακούσιο τερματισμό της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας :
Οι Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας αποτελούν κατ΄εξοχήν «γραφειοκρατικές» μονάδες που σε υψηλό βαθμό λειτουργούν με βάση θεσμοθετημένους τυπικούς κανόνες και ρόλους πλήρως διαφοροποιημένους και ιεραρχημένους. Οι τυπικοί κανόνες ρυθμίζουν τις αλληλεπενέργειες που είναι συνεχείς, ενώ ο προγραμματισμός αποτελεί αδήριτη ανάγκη για την επίτευξη των στόχων κάθε μονάδας και όλων των μονάδων ως συνόλου.
Αποστρατευόμενοι, οι αξιωματικοί, τερματίζουν απότομα και οριστικά την έντονη δραστηριότητα που αναπτύσσουν ως στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων ή των Σωμάτων Ασφαλείας και παύουν να επωμίζονται τις μεγάλες ευθύνες που επιβάλλει η εκτέλεση των καθηκόντων τους. Αισθάνονται όμως ότι για πολλά ακόμη χρόνια μπορούν να παραμείνουν δραστήριοι και με υψηλή αποδοτικότητα. Η νέα ομάδα στην οποία εντάσσονται υποχρεωτικά δεν αποτελεί υποομάδα εκείνης στην οποίαν ανήκαν. Διέπεται από ελάχιστους τυπικούς κανόνες, η επικοινωνία μεταξύ των μελών είναι περιορισμένη και οι ρόλοι είναι ελάχιστα διαφοροποιημένοι και ιεραρχημένοι. Με την αποστρατεία λοιπόν οι συνταξιούχοι τοποθετούνται σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον, στο οποίο δεν είναι καθόλου εύκολη η προσαρμογή.
Η μία επιλογή που έχουν συνίσταται στην αποχή από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα και η δεύτερη στη συνέχιση της απασχόλησης σε διαφορετική εργασία μετά τη σύνταξη. Η πρώτη είναι ίσως η πιο επώδυνη γιατί σε αυτή ελλοχεύει ο κίνδυνος μετάπτωσης σε πλήρη απραξία. Δεν είναι όμως δίχως προβλήματα και η προσπάθεια των αποστράτων να συνεχίσουν να εργάζονται ως συνταξιούχοι, με αντάλλαγμα την προσωπική ικανοποίηση ότι εξακολουθούν να προσφέρουν συγκεκριμένο παραγωγικό έργο και ταυτόχρονα συμπληρώνουν το εισόδημά τους, που κατά κανόνα αποτελείται από μια περιορισμένης σχετικά αγοραστικής δύναμης σύνταξη. Η κύρια δυσχέρεια είναι ότι η υψηλή θέση και το μεγάλο γόητρο εν υπηρεσία δημιουργούν κοινωνικές αναστολές για πολλές θέσεις εργασίας μετά την αποστρατεία. Η απασχόλησή τους λοιπόν επιβάλλεται να είναι περίπου σύμμετρη προς τον βαθμό και τις θέσεις ευθύνης που κατείχαν όταν ήταν εν ενεργεία. Μια δεύτερη, ήσσονος ίσως σημασίας, είναι ότι δεν έχουν την εμπειρία και την κατάλληλη νοοτροπία που χρειάζεται για την ένταξή τους στην «ελεύθερη» αγορά εργασίας. Η δυσχέρεια αυτή σχετίζεται βέβαια και με την απότομη αλλαγή περιβάλλοντος, όπως ήδη αναφέρθηκε. Ανασταλτικό τέλος παράγοντα αποτελούν και οι δίχως σοβαρή τεκμηρίωση αντιρρήσεις από πολλούς ότι η απασχόληση των συνταξιούχων στερεί θέσεις εργασίας από τους νεότερους και με τον τρόπο αυτό διογκώνει περαιτέρω την ανεργία. Και είναι αβάσιμες οι αντιρρήσεις αυτές γιατί η πληρέστερη αξιοποίηση της διαθέσιμης ειδικευμένης εργασίας και διοικητικής εμπειρίας, από όπου και να προέρχονται, ενισχύει το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και αυξάνει τη συνολική ζήτηση εργασίας. Όπως και στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες, έρευνες στην Ελλάδα δείχνουν ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις η ζήτηση εργασίας για άτομα με εξειδίκευση και εμπειρία δεν καλύπτεται από την διαθέσιμη προσφορά.
Τα αισθήματα πικρίας και τα ψυχολογικά προβλήματα που προκαλούνται σε εκείνους που δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τις ικανότητες και εμπειρίες που διαθέτουν, έχουν δυσμενή επίδραση στο ηθικό των εν ενεργεία αξιωματικών. Επηρεάζουν επίσης αρνητικά και εκείνους που σε νεώτερες ηλικίες επιλέγουν το επάγγελμα στο οποίο θα σταδιοδρομήσουν. Ένα από τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας είναι ότι περιορίζεται συνεχώς ο αριθμός των νέων που επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν στα απαιτητικά επαγγέλματα των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι ένοπλες δυνάμεις είναι εξαιρετικά δημοφιλείς σε μεγάλες πληθυσμιακές κατηγορίες. Με τη διακοπή δε πρόσφατα της εμπόλεμης κατάστασης με την Αλβανία, οι αξιωματικοί είναι ελεύθεροι να παραιτούνται, ορισμένα χρόνια μετά την ένταξή τους στην υπηρεσία. Διαγράφεται λοιπόν ο κίνδυνος να προσελκύονται πολλοί νεώτεροι αξιωματικοί με «εμπορεύσιμα» προσόντα στις καλύτερα αμειβόμενες θέσεις της ελεύθερης αγοράς, προκαλώντας μεγάλο κόστος στις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας.
Ευχέρεια Επιλογών και Προτιμήσεις
Για να αντιμετωπίσουν την μετάπτωση από την έντονη δραστηριότητα σε πλήρη επαγγελματική αδράνεια, πολλοί απόστρατοι συμμετέχουν ενεργά σε διάφορους ομοιοεπαγγελματικούς, εκπολιτιστικούς κ.λ.π. συλλόγους ή σε άλλες παρόμοιες οργανώσεις. Η κοινωνική χρησιμότητα της συμμετοχής σε οργανώσεις, η οποία συχνά απαιτεί και μεγάλη ενεργητικότητα δεν πρέπει να υποτιμάται. Ο λόγος είναι ότι συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Και η βελτίωση αυτή αποτελεί από χρόνια το κύριο ζητούμενο σε μια κοινωνία στην οποία η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει σε αρκετά υψηλό βαθμό στην κατανάλωση βασικών υλικών αγαθών και υπηρεσιών. Δεν φαίνεται όμως ότι τους καλύπτει ικανοποιητικά. Ούτε και η ενασχόληση με την πολιτική προσελκύει τα τελευταία χρόνια αξιόλογο αριθμό αποστράτων. Οι περισσότεροι λοιπόν επιδιώκουν να αξιοποιήσουν τα προσόντα τους με απασχόληση σε διάφορες διοικητικές και άλλες εργασίες.
Οι κατάλληλες ευκαιρίες απασχόλησης διακρίνονται σε δύο κατηγορίες :
Σε εκείνες που ελέγχονται από το κράτος και κατά κανόνα σχετίζονται άμεσα με την προηγούμενη απασχόλησή τους. Κατ΄αρχήν θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί η εθελουσία και με ειδικές αρμοδιότητες παραμονή των αξιωματικών στην υπηρεσία για δύο-τρία περισσότερα χρόνια. Αυτό π.χ. γίνεται και με τους καθηγητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που και μετά τη συνταξιοδότησή τους στο 67ο έτος μπορούν να συμμετέχουν, υπό ειδικό καθεστώς, στην εκπαιδευτική διαδικασία, στις ερευνητικές δραστηριότητες και στις επιτροπές καθοδήγησης μεταπτυχιακών σπουδαστών. Προσφέροντας εμπειρία, εντιμότητα και ευθύτητα, οι απόστρατοι μπορούν επίσης να απασχολούνται περισσότερο από ότι μέχρι σήμερα σε διάφορες άλλες εργασίες στο ευρύτερο πλαίσιο της δραστηριότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, με την ιδιότητα του στρατιωτικού συμβούλου, του εκπαιδευτή, του συμβούλου προμηθειών, του οργανωτή διαφόρων εκδηλώσεων κ.α. Συναφείς είναι και άλλες κρατικές δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα η ευρεία συμμετοχή στην οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 και άλλων διεθνών εκδηλώσεων, στις ενημερωτικές εκστρατείες για την περιβαλλοντική προστασία, την εγκληματικότητα και τα παντός είδους ατυχήματα, στην οργάνωση για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και στην προετοιμασία των νέων για την στρατολόγησή τους (και αργότερα, με τη μετατροπή του στρατού σε επαγγελματικό, για την ενημέρωση ως προς την επαγγελματική συμμετοχή στις Ένοπλες Δυνάμεις). Είναι ευνόητο ότι η πληρέστερη αξιοποίηση των ευκαιριών αυτών και η δημιουργία νέων αποτελεί σε μεγάλο βαθμό μιαν «εσωτερική» υπόθεση για την οποία υπεύθυνοι είναι και οι ίδιοι οι αξιωματικοί και ιδιαίτερα οι υψηλόβαθμοι, όταν βέβαια βρίσκονται ακόμη εν ενεργεία. Δεν δικαιούνται κατά συνέπεια να μέμφονται την «πολιτεία» για τυχόν απρόσφορες αποφάσεις που λαμβάνονται και επιζήμιες παραλήψεις που σημειώνονται όταν και εκείνοι συμμετέχουν στην άσκηση της εξουσίας.
Σε ευκαιρίες απασχόλησης στον ευρύτερο ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, στον οποίο αξιοποιούνται όλες σχεδόν οι διαφορετικές κατηγορίες εργασίας. Για την εξεύρεση όμως της κατάλληλης για κάθε απόστρατο ευκαιρίας απαιτείται ατομική και συλλογική (μέσω συλλόγων, κέντρων πληροφοριών κ.λ.π.) δραστηριότητα, με προϋπόθεση πάντα, όπως ήδη αναφέρθηκε, την προσπάθεια για προσαρμογή στο τελείως διαφορετικό καθεστώς της ελεύθερης αγοράς. Ιδιαίτερης σημασίας για τους αποστράτους είναι η συμμετοχή σε περισσότερες διαδικασίες που σχετίζονται με την παραγωγή της μεγάλης ποικιλίας των υλικών αγαθών και υπηρεσιών τα οποία χρησιμοποιούνται για την εθνική άμυνα. Πολλά δε από αυτά παράγονται ως αντισταθμιστικά οφέλη που επιτυγχάνονται ως αντάλλαγμα για τις εισαγωγές αμυντικού υλικού.
Πόσοι ακριβώς απόστρατοι, σε ποιες εργασίες και με ποιες διαδικασίες απασχολούνται δεν είναι γνωστό γιατί δεν φαίνεται να έχει διεξαχθεί κάποια σχετική έρευνα. Δεν υπάρχει κατά συνέπεια επαρκής στατιστική πληροφόρηση που θα βοηθούσε στη συστηματική ανάλυση και διερεύνηση των δυνατοτήτων για βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης. Σε μια Μελέτη-Έκθεση από τη Διεύθυνση Πληροφορικής-Μελετών του Γενικού Επιτελείου Στρατού που έγινε το 1992, προτείνονται διάφορα μέτρα. Ορισμένα έχουν ήδη ληφθεί. Από ότι όμως είναι γνωστό, παρόμοια μελέτη δεν έχει γίνει ξανά, ούτε και έχουν αξιολογηθεί τα μέτρα που εφαρμόστηκαν.
Η Εμπειρία Άλλων Χωρών
Η πιο κάτω σύντομη αναφορά στα τεκταινόμενα σε άλλες χώρες είναι ίσως χρήσιμη για την ανάληψη σχετικών πρωτοβουλιών στην Ελλάδα. Στις ΗΠΑ έχει συσταθεί Υπουργείο Αποστράτων (The Veterans Department). Έχει επίσης θεσμοθετηθεί να ανατίθεται σε αποστράτους η διαχείριση διαφόρων καταστημάτων και η διεύθυνση ιδρυμάτων που συνεργάζονται στενά ή εξυπηρετούν τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας, όπως π.χ. διάφορα κέντρα και υπηρεσίες μέσα και εκτός των στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Στη Γερμανία γίνεται από πολλούς αποδεκτή η παραμονή στην υπηρεσία όταν ομοιόβαθμοί τους προάγονται σε ανώτερο βαθμό, όπως ήδη αναφέρθηκε. Δεν αποστρατεύονται υποχρεωτικά όταν προάγεται νεώτερός τους. Στην Ιταλία τέλος πολλοί τομείς των Γενικών Επιτελείων ασχολούνται με την κατάσταση των αποστράτων, με σκοπό να επιλύουν τα προβλήματά τους. Όταν αποστρατεύονται, οι αξιωματικοί έχουν εξαντλήσει εν υπηρεσία το χρόνο που προβλέπεται για τον βαθμό στον οποίο βρίσκονται. Στη συνέχεια δε διατηρούν στενές σχέσεις με την ενεργό υπηρεσία ως επίτιμοι με τον αντίστοιχο βαθμό αποστρατείας ή ως εκπαιδευτές, διοικητές σχολών, υπηρεσιών και ινστιτούτων, και ως σύμβουλοι σε ευρύτερα θέματα που σχετίζονται με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας.
|