Γεωργία-Χριστίνα Τσαούση, Αναλύτρια ΕΛΙΣΜΕ: “Ο ρεαλισμός της Πολιτιστικής Διπλωματίας”
Η σημαντική των λέξεων
Η λέξη διπλωματία εμπίπτει στο σύνολο των προσώπων και των υπηρεσιών που ασχολούνται με τις διεθνείς σχέσεις ενός κράτους. Είναι η επιστήμη, η τεχνική που αντιπροσωπεύεται επίσημα, μέσα σε συγκεκριμένα θεσμικά πλαίσια, σε κυβερνήσεις άλλων κρατών αλλά και σε διεθνείς οργανισμούς. Αποτελεί την ικανότητα και την ικανότητα στην διαχείριση των εξωτερικών σχέσεων ενός κράτους. Στα αγγλικά η όρος αποδίδεται με την «πολιτιστική διπλωματία». Ετυμολογικά, εάν εξεταστεί ο όρος διπλωματική, προέκυψε από τη λέξη διπλόω-διπλώ, από την οποία προέκυψε το ουσιαστικό δίπλωμα με τη σημασία του διπλωμένου εγγράφου, καθώς αυτοί που αντιπροσώπευαν το κράτος τους σε άλλο κράτος, έδωσαν στην αλλοδαπή κρατική αρχή ένα έγγραφο διπλωμένο, είναι ασφαλισμένο το περιεχόμενό του και να βεβαιώνεται η γνησιότητά του με την επίθεση του σφραγίδα.
Ο εννοιολογικός προσδιορισμός της κουλτούρας είναι πολύ πιο πολύπλοκος καθώς επιδέχεται πολλές ερμηνείες και ορισμοί. Συνθετικά θα μπορούσαμε να δώσουμε έναν ορισμό για την πολιτισμό, που είναι το σύνολο των αξιών, των δεξιοτήτων, των δεξιοτήτων, των γνώσεων και των εμπειριών που δημιουργήθηκαν στην ιστορική εξέλιξη από ένα κοινωνικό σύνολο και φέρουν υπεραττομικό και διαχρονικό χαρακτήρα και γεννιούνται από γενιά σε γενιά. Πολιτιστική διπλωματία ονομάζουμε την μεθοδική χρήση στοιχείων της κουλτούρας ενός κράτους κατά την άσκηση της διαχείρισης των εξωτερικών διεθνών σχέσεών του. Είναι η διεύρυνση, στο διεθνή χώρο, του αριθμού των ατόμων που γνωρίζουν και χρησιμοποιούν τη γλώσσα ενός λαού, των πολιτιστικών του επιτευγμάτων, της ιστορίας και των πολιτιστικών μνημείων. Αναμφισβήτητα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ πολιτιστικής και βαρβαρότητας.
Ο πολιτισμός ως αξιολογικός προσδιορισμός επιβάλλει να επιμείνουμε στην καταγεγραμμένη σύνδεση της λέξης με την ελληνική πόλη και την πολιτική.
Παράγοντες που επηρεάζουν την διαμόρφωση Πολιτισμού
Ο Ιπποκράτης αναφέρεται στην ατμόσφαιρα και το πώς επηρεάζει την ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου, τις μορφές διακυβέρνησης και τον τρόπο ζωής. Πιστεύουμε ότι όσοι ζουν σε ευρωπαϊκό χώρο και με ευνοϊκό κλίμα είναι θραυσμένοι, δυναμικοί και κινητοί, ενώ όσοι ζουν στην Ασία είναι χαλαροί και βραδείς.
Κάνοντας μια γενική παρατήρηση θα λέγαμε ότι οι αξιόλογες πολιτικές αναπτύσσονται κατά κανόνα σε μέτρια κλίματα και πλησίον υδάτινων πόρων, έχοντας ως επίκεντρο μεγάλα αστικά κέντρα (λόγος: αρχαίος ελληνικός πολιτισμός – Μεσοποταμία – Αίγυπτος – Κίνα). Η γειτνίαση με τις επιθετικές λαοί, αντίθετα, αναστέλλει την πολιτιστική πρόοδο. Ο Γάλλος ιστορικός Fernand Braudel παρατήρησε ότι «η σταθερότητα του γεωγραφικού χώρου, στην οποία είναι εγκατεστημένη μια κουλτούρα, καθώς και των ορίων αυτής (γεωπολιτισμική ενότητα), δεν σημαίνει στεγανότητα. Τα πολιτισμικά αγαθά ταξιδεύουν προς όλες τις κατευθύνσεις, από το ένα γεωγραφικό χώρο στο άλλο.
Σαφώς υπήρξαν επιστήμονες, οι οποίοι δεν συμφωνούν με τη μορφολογική ισχύ του γεωγραφικού παράγοντα, όπως ο Γερμανός φιλόσοφος GF Wilhelm Hegel (1770-1831), λέγοντας χαρακτηριστικά: << Μη μου μιλάτε για γεωγραφικούς παράγοντες. Εκεί που ζούσαν οι Έλληνες, ζουν σήμερα οι Τούρκοι. Και μόνο το παράδειγμα αυτό αρκεί ως απάντηση … >>. Κοινή διαπίστωση, ωστόσο, αποτελεί η άποψη ότι από την εποχή που το φυσικό περιβάλλον διωκόταν στο αβλαβές περιβάλλον, η ισχύς του γεωγραφικού παράγοντα στην διαμόρφωση του πολιτισμού άρχισε να περιορίζεται.
Δεν πρέπει να εξαιρούνται οι βιολογικοί και δημογραφικοί παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της δυναμικής και της κουλτούρας μιας κοινωνικής ομάδας, καθώς και στην σωματική διαμόρφωση, τη φυσική αντοχή και την προσαρμοστικότητα στο φυσικό περιβάλλον. Ο Πλάτων στην «ουτοπιστική» Πολιτεία καθορίζει τον αριθμό των «πολιτών» της για να διασφαλίσει έτσι την ομαλή λειτουργία της. Και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του δήλωσε ότι «ο πρώτος στόχος του πολιτικού πρέπει να είναι ο πληθυσμός, δηλαδή να γνωρίζει ποιος θα πρέπει να είναι ο αριθμός και η ιδιότητα του κράτους … η έκταση του πληθυσμού ενός κράτους είναι εκείνη που ανταποκρίνεται στα όρια της ζωής … >>.
Σαφώς υπάρχουν και άλλες περιοχές, οι οποίες συνέβαλαν στην ανάπτυξη ευνοϊκών προϋποθέσεων για την πνευματική κουλτούρα, όπως η οικονομία, η ιστορία με τις διάφορες πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες που έγιναν, η γλώσσα, η παιδεία, οι θρησκευτικές δοξασίες, η επιστήμη και η τεχνολογία. Αναντίρρητα η εθνική ταυτότητα ενός λαού δεν συμπίπτει οπωσδήποτε με την πολιτιστική ταυτότητα. Η εθνική ταυτότητα συγκροτείται μέσω της κοινής γλώσσας, της κοινής ή της κυριότερης θρησκείας, των κοινών ιστορικών μνημών, των συλλογικών παραδόσεων, των κοινών ηθών και εθίμων. Τα χαρακτηριστικά της εθνικής ταυτότητας μπορούν να εκφράσουν την ιδιαιτερότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς, μπορούν όμως να συντηρηθούν ως απομεινάρια ενός πολιτιστικού παρελθόντος για τη συντήρηση της συλλογικής μνήμης και της κοινωνικής συνοχής ενός λαού. Ο πολιτισμός είναι κάτι που προηγείται των λαογραφικών και καλλιτεχνικών μνημών, είναι ο κοινός τρόπος ζωής. Αυτό που διαφοροποιεί κατά καιρούς τον συλλογικό τρόπο της ζωής έγκειται στην κατανόηση των αναγκών και τα κριτήρια προκύπτουν από το νόημα που δίνουμε στο γεγονός της ύπαρξής μας, στη δεδομένη πραγματικότητα του κόσμου, στο γίγνεσθαι της Ιστορίας. Δεν καθορίζεται από αφηρημένες θεωρητικές << αξίες >> ο πολιτισμός αλλά από την ιεράρχηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών.
Είναι, αραγε, η πολιτιστική διπλωματία μια ρεαλιστική και αποτελεσματική πρακτική με σκοπό την άσκηση εξωτερικής πολιτικής στις διεθνείς σχέσεις;
Η περίπτωση της Πολιτιστικής Διπλωματίας
Η πολιτιστική διπλωματία με μια ειδική διάσταση της δημόσιας διπλωματίας δεν είναι κάτι καινοτόμο στην ιστορία των διεθνών σχέσεων. Η σύγχρονη εποχή έχει ταυτιστεί με την προβολή των πολιτιστικών επιτευγμάτων των μεγάλων δυνάμεων ιδιαίτερα σε δύο περιπτώσεις. Η πρώτη είναι κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας με την πολιτισμική διείσδυση των αποικιακών δυνάμεων, όπως είχαν κάνει η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία, στα εδάφη που βρίσκονταν υπό την εποπτεία τους. Η δεύτερη είναι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όπου η κουλτούρα, με την ευρύτερη έννοια, αναγνωρίστηκε με συγκεκριμένες ιδεολογικές κατευθύνσεις και έγινε μέσον επηρεασμού των στρατηγικών επιλογών των κρατών. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου μπορούμε να πούμε πως έδωσαν μια νέα διάσταση στην έννοια της πολιτισμικής διπλωματίας,
Η άσκηση δικαιολογημένης εμπλοκής μέσα από την οδό της κουλτούρας απαντά μέσα από την πολιτιστική διπλωματία, η οποία επιδιώκει δύο βασικά πράγματα. Το πρώτο είναι η προβολή ή / και βελτίωση της εικόνας μιας χώρας είτε μέσω της προβολής των πολιτιστικών επιτευγμάτων του παρελθόντος είτε μέσω προβολής και προώθησης της καλλιτεχνικής και πολιτισμικής δημιουργικότητας και της έκφρασης που υποδηλώνει την εξέλιξη της πολιτιστικής εξέλιξης στην σύγχρονη εποχή. Ο δεύτερος στόχος είναι η προώθηση ειδικών στόχων, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης εξωτερικής πολιτιστικής στρατηγικής. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στην σύναψη εκπαιδευτικών / εμπορικών συμφωνιών με τη διατήρηση δεσμών με τις κοινότητες του εξωτερικού, με την επίλυση διακρατικών διαφορών που μπορεί να προκύψουν τόσο σε σχέση με τις παρεχόμενες πολιτιστικές υπηρεσίες,
Και για τις δύο περιπτώσεις η πολιτιστική διπλωματία αποτελεί πτυχή της δημόσιας διπλωματίας ενός κράτους και στοχεύει στη δημιουργία θετικής εικόνας του κράτους στο διεθνές σύστημα, όχι μόνο σε επίπεδο κυβερνήσεων αλλά και σε επίπεδο κοινωνιών. Ο άξονας εξυπηρετεί στην εδραίωση ενός κλίματος εμπιστοσύνης με απώτερο στόχο την αλληλοκατανόηση και την αποφυγή πολιτικών κρίσεων και συγκρούσεων και, αφετέρου, τη δημιουργία θετικών κατευθύνσεων σε επίπεδο κοινωνίας για κάθε χώρα. Όταν η συνθήκη είναι θετικά διακείμενη απέναντι στο κράτος τότε είναι σε θέση να ασκεί και να επηρεάζει την προσανατολισμό των κυβερνητικών αποφάσεων, επηρεάζοντας σημαντικά την επίτευξη των πολιτικών και οικονομικών στόχων του εν λόγω κράτους.
Στην περίπτωση της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας εμφανίζεται μια πολυπλοκότητα καθώς η άσκηση της πολιτικής παρουσιάζει ένα σχήμα αρκετά περίπλοκο. Αυτό οφείλεται στο ότι μια σημαντική πτυχή της πολιτιστικής ύλης, που αφορά τη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από έναν μόνο φορέα. Η προώθηση, λοιπόν, της πολιτιστικής ανάπτυξης και της κληρονομιάς, όπως και η πολιτιστική δημιουργία, ανήκει στην ανάληψη κοινών αρμοδιοτήτων κρατικών φορέων και φορέων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και ιδιωτικών φορέων (πολιτιστικών συλλόγων, ιδρυμάτων, χορηγών κ.λπ.). Στη συνέχεια αναλαμβάνουν οι κρατικοί φορείς, οι ιδιωτικοί φορείς, ΜΚΟ, που συμβάλλουν στη χάραξη και άσκηση της εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής και διπλωματίας.
Η εξωτερική πολιτιστική πολιτική της Ελλάδας στηρίζεται στα ακόλουθα τέσσερα στοιχεία:
⦁ Λόγω της γεωπολιτικής της θέσης, η χώρα μας μπορεί να λειτουργήσει ως κόμβος επικοινωνίας και προσέγγισης μεταξύ της ΕΕ, των χωρών της Βαλκανικής, της Παρευξείνιας Χώρας και της Μεσογείου. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αξιολόγηση των κοινών ιστορικών, θρησκευτικών και πολιτιστικών καταβολών μεταξύ των λαών της Βαλκανικής Χερσονήσου.
⦁ Στο πλαίσιο της Ε.Ε., παράλληλα με την παραβίαση της πολιτισμικής πολυμορφίας, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η θέση του ελληνισμού και της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς στη συγκρότηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
⦁ Η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει πολλά στο διαθρησκειακό διάλογο μεταξύ χριστιανισμού και Ισλάμ. Η παράδοση του Βυζαντίου και της Ορθοδόξου μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στη διαλόγου μεταξύ των λαών της ευρύτερης περιοχής μας.
Η ελληνική διπορσία αποτελεί σημαντική δύναμη για την ενίσχυση της διεθνούς θέσης της χώρας μας και είναι αναγκαία η διαμόρφωση μιας νέας σχέσης μεταξύ εθνικού κέντρου και εξωδημικής Ελλάδας, η οποία να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τις κοινωνικές, γλωσσικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και ανάγκες του δεύτερου.
Απαραίτητη είναι η βασική γνώση της ιστορίας και των κυριότερων πολιτιστικών επιτευγμάτων της χώρας του διπλωμάτη αλλά και των αντίστοιχων επιτευγμάτων της χώρας όπου είναι διαπιστευμένο. Δεν θα πρέπει να δοθεί η εντύπωση ότι η πολιτιστική μας δραστηριότητα υποκινείται από πολιτικά-κομματικά κίνητρα. Ούτε πρέπει να εμφανίζονται ως οι μοναδικοί κληρονόμοι του κλασσικού ελληνικού πολιτισμού, που σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία ολόκληρης της πολιτισμένης ανθρωπότητας. Θεωρείται λάθος η αποξίωση ξένων πολιτισμών για προβολή μόνο του δικού μας. Είναι λοιπόν γνωστό ότι υπάρχουν γειτονικές προς την Ελλάδα χώρες, οι οποίες τείνουν να οικειοποιήσουν τις πολιτιστικές αξίες και τα επιτεύγματα του ελληνικού πνεύματος, όπως οι Τούρκοι παρουσιάζουν ως «τουρκικά» τα ελληνικά μνημεία της Μικράς Ασίας, όπου βρισκόταν το λίκνο της Ιωνίας,
Ο χρέος του Ελληνα διπλωμάτη είναι να διατηρήσει τις ισορροπίες ανάμεσα σε δυτικές επιρροές και ανατολικές καταβολές, ανάμεσα σε εκδηλώσεις παγκοσμιοποίησης αλλά και σε τοπικές παραδόσεις. Εάν τυχαίνει και διαψεύδεται αυτή η ισορροπία τότε θα ακολουθήσει η ανοδική πορεία στις κοινωνικές αναταραχές και θα εμφανισθεί η πολιτιστική αποδυνάμωση. Η κυρίαρχη φροντίδα πρέπει να αποτελέσει η πολιτιστική προβολή της σύγχρονης Ελλάδας του 20ου και 21ου αιώνα και οι δυνατότητες συμβολής των ελληνικών γραμμάτων, επιστημών και τεχνών στην Ευρώπη και παγκοσμίως.
“An ambassador,
should be trained theologian,
well versed in Aristotle and Plato,
and able at moment’s notice
to solve the most abstruse problems
in correct dialectical form;
he should also be expert in mathematics,
architecture, music, physics,
and civil and canon law.
He should speak and write Latin fluently
and must also be proficient
in Greek, Spanish, French, German, and Turkish.
While being a trained classical scholar,
a historian, a geographer,
and an expert in military science,
he must also have a cultured taste for poetry.
And above all he must be of excellent family,
rich and endowed with fine physical presence”.
Venetian Diplomat Ottavianno Maggi, 1596.
ΠΗΓΕΣ :
⦁ Χρήστος Γιανναράς, Πολιτιστική Διπλωματία, Εκδόσεις Ικαρός.
⦁ Γεώργιος Ι. Χριστογιάννης, Ελληνική Πολιτιστική Διπλωματία, Β ‘Έκδοση, Εκδόσεις Έλλην.
⦁ Παρασκευή Νάσκου-Περράκη – Νίκος Ζάικος, Διπλωματικό και Ομοσπονδιακό Δίκαιο, Κοινοβουλευτική, πολιτιστική, οικονομική και επιχειρηματική διπλωματία, Μ τη συμβολή των: Δ. Αναγνώστοπουλου, Μ. Σαρηγιαννίδη, Α. Ζερβάκη, Μ. Μποζούδη, Εκδόσεις Σάκκουλα.
⦁ Νικόλαος Βασιλειάδης – Σοφία Μπουτσκιούκη, Πολιτιστική Διπλωματία Εθνικές και Διεθνείς διαστάσεις, www.kallipos.gr.