Blog

H KOINH EΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ (ΚΕΠΠΑ) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ. ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ – ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Υπό Αντιστρατήγου ε.α. Σ. Παναγοπούλου

KOINH EΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ (ΚΕΠΠΑ) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ. ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ – ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Υπό Αντιστρατήγου ε.α. Σ. Παναγοπούλου

 

            Η πρόοδος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ) στην υλοποίηση της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), υστερεί  κατά πολύ της προόδου που έχει πετύχει η ΕΕ στους τομείς της οικονομίας, δηλαδή στη δημιουργία της ενιαίας αγοράς και κοινού νομίσματος. Η προσπάθεια και η φιλοσοφία της αποκτήσεως από την ΕΕ κοινής και ενιαίας εξωτερικής πολιτικής, είναι ταυτόχρονη και παράλληλη με τη θεμελιώδη αρχή της Ευρωπαϊκής ολοκληρώσεως.
Μετά το πέρας του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού το 1954, ξεκίνησε η προσπάθεια για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητος, ιδέα που δεν ολοκληρώθηκε σε πρακτικό επίπεδο, κυρίως λόγω της υπάρξεως του ΝΑΤΟ που για πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ήταν η βάση της συλλογικής αμύνης της συμμαχίας γενικότερα και ιδιαίτερα των ευρωπαϊκών χωρών που ανήκαν σ΄αυτό. Έτσι η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ), ο αμυντικός πυλώνας της ΕΟΚ, δεν απέκτησε ποτέ τις δυνατότητες υλοποιήσεως πραγματικής αμυντικής πολιτικής υπέρ των μελών της.
Το 1970 υλοποιήθηκε η πολιτική της λεγομένης Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας, στο πλαίσιο της οποίας τα κράτη μέλη της ΕΟΚ, προσπάθησαν να συντονίσουν τις θέσεις τους σε τρέχοντα θέματα εξωτερικής πολιτικής, υποστηρίζοντας κυρίως τις πρωτοβουλίες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τα κοσμοϊστορικά γεγονότα όπως, η κατάρρευση της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και των κομμουνιστικών καθεστώτων στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, η μονοκρατορία των ΗΠΑ, η επανένωση της Γερμανίας και ο πρώτος πόλεμος στο Ιράκ, επέφεραν την έντονη αμφισβήτηση του ΝΑΤΟ και την ανάπτυξη της ιδέας όπως η ΕΕ αποκτήσει την ΚΕΠΠΑ, ώστε όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά να είναι ένας ισχυρός και υπολογίσιμος παίκτης στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Κατά την υπογραφή το 1992 στο Μάαστριχτ της συνθήκης ιδρύσεως της ΕΕ, περιελήφθη και η δημιουργία της ΚΕΠΠΑ, ώστε αυτή να συγκροτεί το δεύτερο πυλώνα του οικοδομήματος της ΕΕ. Τη δημιουργία της ΚΕΠΠΑ υπεστήριζαν Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο και Ελλάδα, ενώ οι Ατλαντιστές (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Πορτογαλία), ήταν αντίθετες με το εγχείρημα. Σύμφωνα με την παραπάνω απόφαση για την ΚΕΠΠΑ:
α.         Τα κράτη μέλη της ΕΕ δεσμεύτηκαν να διασφαλίσουν ότι οι Εθνικές Εξωτερικές Πολιτικές τους θα είναι συμβατές με τις κοινές θέσεις της ΕΕ και να συντονίζουν τη δράση τους στους διεθνείς οργανισμούς και διασκέψεις.
β.         Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα πλαίσια της ΚΕΠΠΑ αποκτά χαρακτήρα οργάνου, αρμοδίου για τον καθορισμό γενικών αρχών και προσανατολισμών, θέσπιση κοινών στρατηγικών και σημαντικών αρμοδιοτήτων στην άμυνα.
γ.         Η Προεδρία του Συμβουλίου είναι αυτή που εκπροσωπεί την ΕΕ στα θέματα ΚΕΠΠΑ, επικουρούμενη από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου ως Υπάτου Εκπροσώπου της ΚΕΠΠΑ και το κράτος της επομένης προεδρίας, έχοντας τη συνολική ευθύνη διαχειρίσεως της ΚΕΠΠΑ (η λεγομένη τρόϊκα).
δ.         Οι σκοποί της ΚΕΠΠΑ είναι :
(1)        Η διαφύλαξη κοινών αξιών, θεμελιωδών συμφερόντων και της ακεραιότητας της Ενώσεως.
(2)        Ενίσχυση της ασφαλείας και η διατήρηση της ειρήνης.
(3)        Η διεθνής συνεργασία, η ανάπτυξη της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και ο σεβασμός των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

Η ΔΕΕ, όπως είδαμε, αποτελούσε το μοναδικό πλαίσιο συνεργασίας των ευρωπαϊκών χωρών στον τομέα της αμύνης, μέχρι τη συνθήκη της Νίκαιας, οπότε και τα όργανα αυτής (Ινστιτούτο Μελετών, Δορυφορικό Κέντρο), μετατράπηκαν σε υπηρεσίες της ΕΕ (1/1/2002).
Έτσι πλέον η Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ) αποτελεί τον επιχειρησιακό βραχίωνα της ΚΕΠΠΑ για θέματα στρατιωτικών και μη στρατιωτικών επιχειρήσεων της ΕΕ, έχοντας ως στόχο να επιτρέψει στην Ένωση να αναπτύξει το πολιτικό και στρατιωτικό της δυναμικό στους τομείς διαχειρίσεως κρίσεων, προλήψεως συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, να συμβάλει στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και ασφάλειας, σύμφωνα με τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ. Η ΕΠΑΑ επί του παρόντος δεν προβλέπει δημιουργία Ευρωστρατού και αναπτύσσεται σε συντονισμό με το ΝΑΤΟ.
Τα όργανα της ΕΠΑΑ είναι η Στρατιωτική Επιτροπή και το Στρατιωτικό Επιτελείο της ΕΕ, τα οποία είναι μόνιμες πολιτικές και στρατιωτικές δομές που διασφαλίζουν την αυτόνομη και λειτουργική αμυντική πολιτική της Ενώσεως.
Στα πλαίσια αυτά και με τη συνθήκη του Άμστερνταμ (1999) συμπεριελήφθηκαν και νέες αποστολές για την ΕΕ, στα πλαίσια της αποφάσεως για την ΚΕΠΠΑ του Μάαστριχτ (η οποία περιείχε την προοπτική της κοινής αμυντικής πολιτικής), οι λεγόμενες αποστολές Petersburg που αφορούν :
α.         Ανθρωπιστικές αποστολές ή αποστολές για την απομάκρυνση υπηκόων κρατών μελών από εμπόλεμες περιοχές ή περιοχές κρίσεως.
β.         Αποστολές διατηρήσεως ειρήνης.
γ.         Αποστολές για διαχείριση κρίσεως, καθώς και επιχειρήσεις για αποκατάσταση ειρήνης.

            Ουσιαστική ώθηση στην ανάπτυξη της ΕΠΑΑ αποτελεί η Γαλλο-Βρετανική (Ηνωμένο Βασίλειο) συνάντηση κορυφής στο St Malo, στην οποία τονίσθηκε η ανάγκη αυτονόμου δράσεως της ΕΕ, με την επισήμανση ότι η ΕΕ θα αναλαμβάνει δράση μόνο εάν το ΝΑΤΟ δεν παρεμβαίνει και δεν δημιουργούνται επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, καθορίζοντας την αρχή της συμπληρωματικότητος σ΄ότι αφορά την ΕΠΑΑ.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κολωνίας (Γερμανία) τον Ιούνιο του 1999 και οι αποφάσεις του, αποτελούν τη ληξιαρχική πράξη δημιουργίας της ΕΠΑΑ, αφού τα μέλη του έλαβαν υπόψη τους τα θετικά για την ΕΠΑΑ συμπεράσματα και αποφάσεις της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ (επετειακή 50ή σύνοδος κορυφής της Ουάσιγκτον, Απριλίου 1999).
Η στρατιωτική συνιστώσα για την ΕΠΑΑ, τέθηκε κατά τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ το 1999 στο Ελσίνκι, όπου και αποφασίσθηκε η δημιουργία δυνατότητος της ΕΕ να αναπτύσσει εντός 60 ημερών και κατά τη διάρκεια ενός έτους δύναμη 60.000 ανδρών (15 Ταξιαρχίες περίπου), υποστηριζόμενη από τα απαραίτητα μέσα (ξηράς, αέρος, θαλάσσης) έως το 2003. Αυτός ήταν ο γενικός στρατιωτικός στόχος (Ηeadline Goal).
Από το σημείο αυτό και σταδιακά, με διάφορες αποφάσεις, καθορίσθηκαν η ανάπτυξη της μη στρατιωτικής συνιστώσας με στόχο τη δημιουργία αστυνομικής δυνάμεως και μηχανισμού ταχείας αντιδράσεως για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών για παροχή βοήθειας σε πολίτες (Φέϊρα 2000), η βελτίωση των ικανοτήτων της ΕΕ στην πρόσληψη συγκρούσεων και διαχειρίσεως κρίσεων με στρατιωτικά και πολιτικά μέσα (Γκέτεμποργκ 2001) και η αρμοδιότητα διαχειρίσεως κρίσεων να τεθεί υπό την αιγίδα του Συμβουλίου.
Η πρώτη φορά κατά την οποία η ΕΕ απέκτησε συγκεκριμένη και κοινά αποδεκτή Στρατηγική για την Ασφάλεια, ήταν το 2003 κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας. Στη Στρατηγική αυτή περιγράφονται οι απειλές και προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ και οι μακροπρόθεσμοι στόχοι της. Ως απειλές καθορίσθηκαν η τρομοκρατία, τα όπλα μαζικής καταστροφής, οι περιφερειακές συγκρούσεις και το οργανωμένο έγκλημα. Η ανάπτυξη της στρατηγικής αυτής ήταν απολύτως απαραίτητη, ώστε στο μέλλον να μην υπάρχουν στρατηγικές και διαφωνίες, ανάλογες με αυτές που υπήρξαν το 2003 και για τον δεύτερο πόλεμο κατά του Ιράκ που κήρυξε ο Μπους, χωρίς απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ, όταν οι λεγόμενοι Ατλαντιστές της ΕΕ, πρωτοστατούντος του Ηνωμένου Βασιλείου, προέβησαν σε ενέργειες που διέσπασαν την ενιαία εξωτερική πολιτική της .
Στη Συνταγματική Συνθήκη της ΕΕ, η οποία μετά τα αρνητικά δημοψηφίσματα σε Γαλλία και Ολλανδία απορρίφθηκε, στα πλαίσια της ΚΕΠΠΑ και της ΕΠΑΑ είχε προβλεφθεί η θεσμοθέτηση θέσεως Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ, ενώ διατηρείτο η αρχή της ομοφωνίας στον τομέα της ΚΕΠΠΑ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο.
Η απόρριψη του Ευρωσυντάγματος, οδήγησε στη σύνταξη και έγκριση της νέας «Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης», η οποία ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα εγκρίσεως (Δημοψήφισμα Ιρλανδίας, μη επικύρωση από την Τσεχία) και τα οποία πιστεύεται ότι θα ξεπερασθούν. Η νέα συνθήκη (Μεταρρυθμιστική Συνθήκη ή Συνθήκη της Λισαβώνος) προβλέπεται :
α.         Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα ΚΕΠΠΑ δεν αναβαθμίζεται σε Υπουργό Εξωτερικών, αλλά διατηρεί τη διπλή ιδιότητα της Προεδρίας του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και μίας θέσεως εκ των Αντιπροέδρων της Επιτροπής, αυτής του αρμοδίου για τις εξωτερικές σχέσεις. Ενισχύεται επίσης η παρουσία της ΕΕ στο ΣΑ/ΟΗΕ, με τη δυνατότητα του Υπάτου Εκπροσώπου να παρουσιάζει την κοινή θέση της ΕΕ.
β.         Δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να εκδίδει αποφάσεις για τα στρατηγικά συμφέροντα και τους στόχους της Ενώσεως.
γ.         Η ΚΕΠΠΑ να έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα, διατηρουμένης της αρχής της ομοφωνίας, επιτρεπομένης όμως ειδικής πλειοψηφίας στις αποφάσεις του Συμβουλίου όταν επιλαμβάνεται θέματος μετά από πρόταση του Υπάτου Εκπροσώπου.
δ.         Η συνδρομή των μελών κρατών υπέρ άλλου κράτους της Ενώσεως, που δέχεται ένοπλη επίθεση, με παροχή βοήθειας, έχει προβλεφθεί ως ρήτρα στα θέματα της ΕΠΑΑ. Αυτό όμως δεν θίγει τις υποχρεώσεις στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, ούτε την ουδετερότητα ορισμένων κρατών (προστατεύεται η Τουρκία).
ε.         Διεύρυνση των αποστολών τύπου Petersburg όπου προστίθενται οι περιπτώσεις κοινών δράσεων αφοπλισμού, παροχής στρατιωτικών συμβουλίων, της προλήψεως συγκρούσεων και της σταθεροποιήσεως μετά το πέρας των συγκρούσεων και της καταπολεμήσεως της τρομοκρατίας έδαφος τρίτων χωρών.
στ.    Η εξουσία του Συμβουλίου να αναθέτει εκτέλεση αποστολής σε ομάδα κρατών μελών που το επιθυμούν και η σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και η δυνατότητα «Μονίμου» συνεργασίας μεταξύ μελών κρατών που πληρούν τα υψηλότερα κριτήρια στρατιωτικών δυνατοτήτων και το επιθυμούν.
Στα πλαίσια της δημιουργίας στρατιωτικών δυνατοτήτων για την ΕΠΑΑ, ο στόχος της δημιουργίας ενός Σώματος Στρατού μέχρι το 2003, ήταν εξωπραγματικός, καθόσον αφ΄ενός μεν υπήρχαν δυνάμεις που είχαν προσφερθεί από τα έθνη, αφ΄ετέρου όμως ενιαία προετοιμασμένη και εκπαιδευμένη δύναμη δεν υπήρχε. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, τον Μάϊο του 2004 αποφασίσθηκε η δημιουργία 13 Ομάδων Μάχης (Battle Groups – BGs), ως δυνάμεων ταχείας αντιδράσεως. Κάθε Ομάδα Μάχης έχει δύναμη 1.500 στρατιωτικών με ετοιμότητα αναπτύξεως εντός 15 ημερών. Η Ελλάδα συμμετέχει στην αμφίβια Ομάδα Μάχης μαζί με την Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία, ενώ διαθέτει επιπλέον το Κέντρο Συντονισμού Ναυτικών Μεταφορών του ΓΕΕΘΑ. Η συνδρομή της Ελλάδος στην αμφίβια αυτή δύναμη, που έχει ως βάση της την Ισπανο-Ιταλική αμφίβια δύναμη (SIAF/SILF), είναι ένας Λόχος Πεζοναυτών και ένα Αρματαγωγό.
Επιπλέον η Ελλάδα ανέλαβε ως έθνος πλαίσιο, τη δημιουργία μιας Πολυεθνικής Ομάδας Μάχης (BG)με την Βουλγαρία (προσφέρει Λόχο Πεζικού), τη Ρουμανία (προσφέρει Διμοιρία Χημικού Πολέμου και Ομάδα Ψυχολογικών Επιχειρήσεων) και της Κύπρου (προσφέρει Μονάδα Υγειονομικού), ενώ η Ελλάδα το Επιτελείο και το μεγαλύτερο μέρος της δυνάμεως.
Παρά τις προσφορές δυνάμεων, υφίστανται ακόμη σημαντικές ελλείψεις σε ορισμένους τομείς δυνατοτήτων, όπως οι Στρατηγικές Αερομεταφορές, που είναι απαραίτητες για επιχειρήσεις εκτός του εδάφους της ΕΕ και σε επικοινωνίες. Παρά τις προσπάθειες και τους στόχους που τέθηκαν για κάλυψη των ελλείψεων αυτών, τούτο δεν κατέστη δυνατόν λόγω απροθυμίας των Ευρωπαίων να διαθέσουν πιστώσεις, που προτιμούν να τις ωθούν σε άλλους τομείς. Αναμένεται ότι μέχρι το 2011 οι απαιτήσεις στους προαναφερθέντες τομείς θα καλυφθούν στο μεγαλύτερο ποσοστό.
Τα σοβαρότατα προβλήματα στην ενδυνάμωση της ΚΕΠΠΑ και της ΕΠΑΑ οφείλονται κυρίως στην πολιτική των ΗΠΑ που υλοποιείται μέσα στην ΕΕ από τα φιλοατλαντικά μέλη της Ενώσεως, με κύριο εκπρόσωπο το Ηνωμένο Βασίλειο. Το θέμα όπως προαναφέραμε, της δημιουργίας της ΕΠΑΑ αποφασίσθηκε μετά τη σύνοδο του St Malo. Η θέση των ΗΠΑ για την ΕΠΑΑ είναι, όχι αποσύνδεση (συμπληρωματικότητα με ΝΑΤΟ), όχι διπλές προσπάθειες, όχι διάκριση (για να προστατευθούν χώρες μέλη του ΝΑΤΟ που δεν ανήκουν στην Ένωση όπως η Τουρκία). Ακολούθως τόσο στο Ελσίνκι όσο και στη Νίκαια (σύνοδοι κορυφής), αποφασίσθηκαν, ο τρόπος ενημερώσεως των μη μελών που συμμετέχουν σε μία επιχείρηση, ο Ευρωπαϊκός Έλεγχος της ΕΠΑΑ και η συμμετοχή των μη μελών. Η Τουρκία φοβούμενη πιθανούς αποκλεισμούς σε βάρος της, κατέβαλε προσπάθεια μέσω ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου να θέσει εμπόδια στην πρόοδο της ΕΠΑΑ, με συνέπεια να καθορισθεί ότι «Η ΕΠΑΑ δεν θα στραφεί εναντίον ενός συμμάχου και θα σέβεται τις υποχρεώσεις των μελών της ΕΕ προς τα αντίστοιχα του ΝΑΤΟ, και ότι στις επιχειρήσεις την όλη διαχείριση θα έχουν οι συμμετέχουσες χώρες, ενώ σε περίπτωση που θα υπήρχε ανάγκη για υλοποίηση επιχειρήσεων σε γειτονική περιοχή, με συνέπεια να επηρεάζεται η εθνική ασφάλεια χώρας μέλους του ΝΑΤΟ, όχι όμως μέλους της ΕΕ, θα γίνεται διάλογος. Μετά από εκατέρωθεν πιέσεις και υποχωρήσεις τελικά το 2002 υπογράφηκε η συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ για τη συνεργασία στη διαχείριση κρίσεων και αργότερα η συμφωνία για το χειρισμό διαβαθμισμένων υλικών. Η τελευταία συμφωνία μετά από φιλότιμες και επιτυχείς προσπάθειες της Τουρκίας, αποκλείει την Κύπρο, σ΄ότι αφορά τα Νατοϊκά διαβαθμισμένα υλικά, ως χώρας μη μέλους του ΝΑΤΟ. Εδώ θα πρέπει να θέσουμε το θέμα της παθητικής στάσεως και μη κατανοητής, εκ μέρους της Ελλάδος-Κύπρου, όταν κατά την πρόσφατη Γαλλική Προεδρία, αποφασίσθηκε η ενημέρωση επί διαβαθμισμένων υλικών της ΕΕ και των μη μελών αυτής που ανήκουν στο ΝΑΤΟ, ώστε να υποβοηθείται η λήψη αποφάσεων και η σχεδίαση επιχειρήσεων.
Από της ολοκληρώσεως αυτών των ενεργειών η Ένωση ανέλαβε τις παρακάτω επιχειρήσεις :
α.         Allied Harmony στην ΠΓΔΜ.
β.         Βοσνία – Ερζεγοβίνη (Αστυνομική – Στρατιωτική).
γ.         ΑΡΤΕΜΙΣ στο Κονγκό.
δ.         ATALANTA για αντιμετώπιση της πειρατείας και άλλες.

            Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι επιχειρήσεις της ΕΕ που γίνονται με μέσα του ΝΑΤΟ, τη διοίκηση της επιχειρήσεως αναλαμβάνει ο D-SACEUR και το Επιτελείο του ΝΑΤΟ ( η συμμετοχή του ΝΑΤΟ καλύπτει και την σχεδίαση).

Προβλήματα ΕΠΑΑ

            Ενώ οι σκέψεις και τα σχέδια για την ΚΕΠΠΑ και ΕΠΑΑ ήταν φιλόδοξα και μεγαλεπήβολα, η όλη προσπάθεια σ΄ότι αφορά τα αποτελέσματα κρατά μικρό καλάθι.
Οι λόγοι είναι, οι σοβαρές ελλείψεις σε μέσα, ανθρώπινο δυναμικό, οικονομικούς πόρους λόγω απροθυμίας των κρατών μελών να συνεισφέρουν ουσιαστικά, με συνέπεια την ύπαρξη χαμηλών στρατιωτικών δυνατοτήτων, η συνεργασία με το ΝΑΤΟ σε ήσσονος σημασίας θέματα και αποστολές, η έλλειψη δομής διοικήσεως και δυνάμεων της ΕΕ που να εξασφαλίζουν εκπαίδευση, επιχειρησιακή ετοιμότητα και έγκαιρη σχεδίαση.
Επιπλέον η προσπάθεια προωθήσεως της ΕΠΑΑ αντιμετωπίζει την άρνηση πολλών χωρών μελών της Ενώσεως να προσαρμόσουν την πολιτική τους υπέρ της ΕΕ, τις διαφορές μεταξύ κρατών μελών σ΄ότι αφορά τη στάση τους προς το ΝΑΤΟ, όπως οι Ατλαντιστές στους οποίους πλέον των γνωστών (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία κ.λ.π.) προστέθηκαν ως νέα μέλη οι πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης στις οποίες η φιλοσοφία του εκκρεμούς αποδεικνύεται πλήρως, δείχνοντας έτσι το στρατηγικό λάθος της Ενώσεως για την επέκτασή του προς Ανατολάς χωρίς όρους. Εάν αυτά συμβαίνουν στην ΕΕ με τις χώρες αυτές, που σε κάθε περίπτωση υφίσταται επίπεδο συνεννοήσεως, καταλαβαίνει κανείς τι θα συμβεί (πράγμα που πρέπει να απευχόμεθα) εάν η Τουρκία ενταχθεί στην ΕΕ.
Οι αδυναμίες αυτές επηρεάζουν την ΚΕΠΠΑ και ΕΠΑΑ αρνητικά ενώ σε μεγάλα ζητήματα που αφορούν αυτή καθ΄εαυτή την Ευρώπη, η Ένωση δεν έχει ενιαία φωνή και κυρίαρχο ρόλο, όπως π.χ. στον ΟΑΣΕ και στο φόρουμ αυτού για τη Συνεργασία και Ασφάλεια (μείωση και έλεγχος εξοπλισμών) που αφορούν κυρίαρχα την Ευρώπη και τον κύριο ρόλο παίζει το ΝΑΤΟ (ΗΠΑ). Περαιτέρω και με βάση την προοπτική όπως το ΝΑΤΟ μετεξελιχθεί από αμυντικό οργανισμό σε οργανισμό παγκοσμίου ασφαλείας, θεωρείται βέβαιο ο ρόλο της ΕΕ θα είναι δευτερεύων και συμπληρωματικός. Φωτεινές εξαιρέσεις σ΄ότι αφορά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στον τομέα της ΚΕΠΠΑ και ΕΠΑΑ, αποτελούν οι Γαλλία και Γερμανία και οι λεγόμενοι Ευρωπαϊστές, που υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή αυτονομία σε θέματα αμύνης και ασφαλείας. Είναι απολύτως βέβαιο ότι εφόσον η ΕΕ δεν αποκτήσει αυτονομία στα θέματα της ΚΕΠΠΑ και ΕΠΑΑ, σε μία περίοδο που ο μονοπολισμός που επέβαλαν οι ΗΠΑ υποχωρεί και νέοι παγκόσμιοι παίκτες αναδύονται, η Ένωση θα παραμείνει ένας πολιτικός νάνος.
Η χώρα μας έχει συμφέρον να συνεχίζει να υποστηρίζει σθεναρά, μαζί με τους Ευρωπαϊστές την ανάγκη υπάρξεως μιας αξιόπιστης εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της Ενώσεως, με τα απαραίτητα επιχειρησιακά εργαλεία, ώστε η ΕΕ να καταστεί ισχυρός παράγοντας παγκοσμίως. Ομοίως η υποστήριξη εκ μέρους της χώρας μας, της δημιουργίας ισχυράς διαστάσεως αμύνης και ασφάλειας στα πλαίσια της ΕΠΑΑ, είναι στην ορθή κατεύθυνση, καθόσον μόνο έτσι η ΕΕ θα αναπτύξει αξιόπιστη και άξια σεβασμού εξωτερική πολιτική. Εφόσον επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί και αναπτυχθεί ο αμυντικός πυλώνας της Ενώσεως, η αρχή της συμπληρωματικότητας θα πρέπει να τεθεί σε άλλη βάση και όχι οπωσδήποτε αυτήν που σήμερα πρεσβεύουν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και επιφυλάσσουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αφήστε μια απάντηση