Νέα τουρκική επιστολή στον ΟΗΕ: Το μανιφέστο για τον αφοπλισμό και «παράδοση» των νησιών του Αιγαίου στην Τουρκία
Νέα τουρκική επιστολή στον ΟΗΕ: Το μανιφέστο για τον αφοπλισμό και «παράδοση» των νησιών του Αιγαίου στην Τουρκία
Να επιβάλει θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών επιχειρεί η Τουρκία και το κάνει παραμονές των διερευνητικών επαφών που συνέρχονται σήμερα στην Άγκυρα ενώ έχει ήδη υπογραφεί η Ελληνογαλλική Συμφωνία που καλύπτει φυσικά και τα ελληνικά νησιά και επίκειται η υπογραφή της ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας που εκ των πραγμάτων αφορά τη συνεργασία σε όλο το Αιγαίο, εκεί που η Τουρκία απαιτεί την επιβολή καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης – αφοπλισμού.
Η Τουρκία και πάλι στη νέα επιστολή της με εντελώς σαθρά επιχειρήματα επιχειρεί να βάλει στο τραπέζι θέμα «κυριαρχίας» των ελληνικών νησιών, επιμένοντας ότι η παραχώρηση των νησιών στην Ελλάδα ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη διατήρηση της υποχρέωσης αποστρατικοποίησης τους.
Ο Νίκος Δένδιας έδωσε ηχηρή απάντηση στους τουρκικούς ισχυρισμούς, βάζοντας φρένο σε κάθε προσπάθεια να μπει στο τραπέζι των συνομιλιών θέμα αποστρατικοποίησης, ενώ ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών υπενθύμισε ότι δεν μπορεί να θέτει τέτοια θέματα μια χώρα που διατηρεί το casus belli και έχει την αποβατική Στρατιά Αιγαίου απέναντι από τα ελληνικά νησιά.
Στη νέα επιστολή του Τούρκου Μονίμου Αντιπροσώπου στον ΟΗΕ, Φ. Σινιρίογλου, επιστρατεύονται και πάλι ιδιαίτερα αδύναμα επιχειρήματα, γίνεται επίκληση μιας συμφωνίας για την αποστρατικοποίηση των νησιών… Aaland το 1856 και μια απόφαση της Επιτροπής Νομικών της Κοινωνίας των Εθνών του 1920, καθώς και απόφαση του ΔΔΔ για τη Ναμίμπιας (1971), ώστε να υποστηρίξει η Τουρκία ότι η αποστρατικοποίηση αφορά και την Τουρκία παρά το ότι δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων και επίσης ότι η υποχρέωση αποστρατικοποίησης δεν έχει καταργηθεί με τη Συνθήκη του Μοντρέ, η οποία σύμφωνα με την Άγκυρα αφορούσε μόνο τον επανεξοπλισμό των Στενών για την ασφάλεια της Τουρκίας.
Η νέα επιστολή Σινιρίογλου αναφέρει τα εξής:
«Μετά την επιστολή μου της 13ης Ιουλιου 2021 (A/75/961-S/2021/651) και σχετικά με την επιστολή της Ελληνίδας Μόνιμου Αντιπροσώπου της 27ης Ιουλιου 2021 (A/75/976-S/2021/684),θα ήθελα, κατόπιν εντολής της κυβέρνησής μου, να επιστήσω την προσοχή σας στα ακόλουθα
Είναι λυπηρό το γεγονός ότι η Μόνιμη Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην επιστολή της που αναφέρεται παραπάνω, συνεχίζει τις προσπάθειες για να δικαιολογήσει τη συνεχιζόμενη ουσιαστική παραβίαση από την Ελλάδα των προβλέψεων αποστρατικοποίησης από τις διατάξεις της Λοζάνης του 1923 και των Ειρηνευτικών Συνθηκών του Παρισιού του 1947. Η Τουρκία απορρίπτει όλα τα επιχειρήματα και τους ισχυρισμούς που περιέχονται σε αυτά και θα ήθελε να υπογραμμίσει εξι νομικά σημεία που αναλύονται παρακάτω:
Πρώτον, το άρθρο 12 της Συνθήκης Ειρήνης της Λοζάνης του 1923 επιβεβαίωσε, υπό την προϋπόθεση ότι τα νησιά είναι αποστρατικοποιημένα, την απόφαση της Διάσκεψης του Λονδίνου της 13ης Φεβρουαρίου 1914, η οποία απέδωσε τα συγκεκριμένα νησιά του Αιγαίου στην Ελλάδα.
Όπως προκύπτει από το γράμμα της Συνθήκης Ειρήνης της Λοζάνης, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο επιβεβαιώνει την απόφαση του 1914, η κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά ήταν και εξακολουθεί να εξαρτάται από την αποστρατικοποίηση. Ο ισχυρισμός ότι η ελληνική κυριαρχία πάνω από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου δεν συνδέεται με τη διατήρηση του αποστρατικοποιημένου καθεστώτος τους στερείται νομικής βάσης. Το άρθρο 12 της Συνθήκης Ειρήνης της Λοζάνης θεσπίζει με σαφήνεια (εν μέρει μέσω της παραπομπής στην απόφαση του 1914) μια ξεκάθαρη διασύνδεση μεταξύ της κυριαρχίας και της αποστρατικοποίησης ολων των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Το άρθρο 13 της ίδιας Συνθήκης ορίζει περαιτέρω τη φύση του αποστρατικοποιημένου καθεστώτος για τα νησιά Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο και Ικαρία βάζοντας τους περιορισμούς που αφορούν το εν λογω καθεστως.
Όσον αφορά τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, είναι (βάσει της σύμβασης του 1923 σχετικά με το καθεστώς των Τουρκικών Στενών) αντικείμενο ενός ακόμη αυστηρότερου καθεστώτος, λόγω της εγγύτητάς τους στην τουρκική ενδοχώρα.
Δεύτερον, η Σύμβαση του Μοντρέ του 1936 καθιέρωσε ένα νέο καθεστώς μόνο για τα Τουρκικά Στενά. Δεν περιέχει καμία ειδική διάταξη σχετικά με τον τερματισμό οποιασδήποτε προηγούμενης πρόβλεψής και υποχρέωσης αποστρατικοποίησης που δεσμεύει την Ελλάδα. Όπως προκύπτει από το προοίμιο της Συνθήκης του Μοντρε (και το ευρύτερο πλαίσιο), τα Μέρη της παρούσας σύμβασης δεν έκαναν τίποτα περισσότερο παρά να συμφωνήσουν μεταξύ τους, σε ένα διαφορετικό καθεστώς όσον αφορά την Τουρκία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Προοίμιο αναφέρεται μόνο για τη ρύθμιση της διέλευσης και της ναυσιπλοΐας στα Στενά στο πλαίσιο της τουρκικής ασφάλειας και (όσον αφορά τον Εύξεινο Πόντο) της ασφάλειας εκείνων των κρατών που ήταν παρόχθια στον Εύξεινο Πόντο. Η αναφορά στον Εύξεινο Πόντο αποκλείει την Ελλάδα και δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της ασφάλειας της Ελλάδας. Ως εκ τούτου, η Σύμβαση του 1936 δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να τερματίσει ή να καταγγείλει τις υποχρεώσεις αποστρατικοποίησης που δεσμεύουν την Ελλάδα όπως ορίζονται στη Σύμβαση του 1923.
Η Σύμβαση του Μοντρέ του 1936 επιτρέπει μόνο στην Τουρκία να επαναστρατικοποιήσει τη ζώνη των Στενών. Δεν περιέχει καμία τέτοια διάταξη (ρητή ή σιωπηρή) για την Ελλάδα.
Τρίτον, οι πολιτικές δεσμεύσεις που δεν αναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ή των συνομιλιών μεταξύ των μερών δεν μπορούν να ερμηνεύεται ότι δημιουργούν την οποιαδήποτε νομική υποχρέωση . Επιπλέον, όπως επεσήμανε το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης σε συνοριακή διαφορά, υπάρχει το καθήκον να επιδείξουμε μεγάλη προσοχή πριν δώσουμε τέτοια βαρύτητα σε μια τέτοια δήλωση όταν δεν απευθυνόταν σε συγκεκριμένο αποδέκτη (1CI Rep 1986, σ 574). Η κρατική πρακτική της Τουρκίας μέχρι σήμερα και η κρατική πρακτική της Ελλάδας μέχρι τη δεκαετία του 1960 όσον αφορά την ερμηνεία των διατάξεων αποστρατικοποίησης των προαναφερθέντων μέσων ακυρώνει τα επιχειρήματα της Ελλάδας σχετικά με το θέμα αυτό.
Τέταρτον: ο ισχυρισμός ότι η Τουρκία δεν μπορεί να επικαλεστεί τις διατάξεις αποστρατιωτικοποίησης του 1947 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων έναντι της Ελλάδας λόγω του ότι η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος είναι νομικά αβάσιμη.
Η Συνθήκη Ειρήνης του Παρισιού του 1947 είναι μια συνθήκη αποστρατικοποίησης σε υπεροχή: είναι, λόγω του χαρακτήρα της, ένα κλασσικό παράδειγμα ενός μέσου συνθήκης που θεσπίζει ένα «αντικειμενικό καθεστώς». Όπως είναι γνωστό το αποτέλεσμα της δημιουργίας ενός τέτοιου καθεστώτος που ισχύει erga omnes αποδίδεται σε συνθήκες που παρέχουν ειδικό καθεστώς σε εδάφη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση των Νήσων Άαλαντ, που αποκρατικοποιούνται σύμφωνα με τη σύμβαση του 1856 για την αποστρατικοποίηση των Νήσων Άαλαντ, που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη Ειρήνης του Παρισιού το 1856.
Πέμπτο, και μετά το τέταρτο, το γεγονός ότι οι συνθήκες αυτές δημιουργούν αντικειμενικά καθεστώτα επιβεβαιώθηκε από τη Διεθνή Επιτροπή Νομικών, στην οποία ανατέθηκε το 1920 από το Συμβούλιο της Ένωσης των Εθνών η αποστολή της παροχής συμβουλευτικής γνώμης σχετικά με τις νομικές πτυχές της διαφοράς των Νήσων Aaland μεταξύ Φινλανδίας και Σουηδίας. Η Διεθνής Επιτροπή έκρινε ότι οι προβλέψεις αποστρατικοποίησης αποτελούσαν ειδικό διεθνές καθεστώς σχετικά με στρατιωτικές παραμέτρους, για τα νησιά Aaland. Αυτό σήμαινε ότι κάθε ενδιαφερόμενο κράτος είχε το δικαίωμα να επιμείνει στη συμμόρφωση μαζί τους” ((1920) LNOJ Sp Supp No 3, 15, 18-19). Σύμφωνα με τη Δήλωση Γνώμης της Διεθνούς Επιτροπής, η Σουηδία, αν και δεν ήταν κράτος μέρος της σύμβασης του 1856, είχε δικαίωμα να απαιτήσει την τήρηση των διατάξεων αποστρατικοποίησης. Με τον ίδιο τρόπο, η Τουρκία, ένα ενδιαφερόμενο κράτος, έχει το δικαίωμα να επιμένει στη συμμόρφωση της Ελλάδας με τις συμβατικές υποχρεώσεις αποστρατικοποίησης με τις οποίες δεσμεύεται η Ελλάδα. Η Τουρκία προτρέπει Η Τουρκία προτρέπει επίσης τα άλλα κράτη συμβαλλόμενα μέρη των εν λόγω Συνθηκών να προσκαλέσουν την Ελλάδα να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των συνθηκών αυτών.
Με τη στρατιωτικοποίηση των εν λόγω νησιών, η Ελλάδα έχει χάσει το δικαίωμά της να έχει χάσει το δικαίωμά του να διεκδικήσει απέναντι στην Τουρκία των δικαιωμάτων που ισχυρίζεται ότι απορρέουν από τις προαναφερθείσες Συνθήκες. Όπως παρατήρησε το Διεθνές Δικαστήριο στην υπόθεση της Ναμίμπια, «ένα Μέρος που αποκηρύσσει ή δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του δεν μπορεί να αναγνωριστεί ότι διατηρεί τα δικαιώματα που ισχυρίζεται ότι απορρέουν από το εν λόγω Μέσο (1CJ Rep 1971, σ 46). Το διεθνές δίκαιο ασφαλώς δεν επιτρέπει την άδικη κατάσταση στην οποία ένα κράτος που βρίσκεται σε αθέτηση υποχρέωσης εξακολουθεί να βασίζεται για δικούς του σκοπούς σε μια συνθήκη της οποίας οι δικές του υποχρεώσεις παραβιάζονται.
Έκτο, είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι η Μόνιμη Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην επιστολή της επέλεξε να κάνει παράλογους πολιτικούς ισχυρισμούς όσον αφορά το περιφερειακό πλαίσιο, αντί να επικεντρώνεται σε νομικά επιχειρήματα. Εκτός από την αποκάλυψη της αδυναμίας της νομικής θέσης της Ελλάδας, οι ισχυρισμοί αντανακλούν μια κατάσταση η οποία είναι αποσυνδεδεμένη από την πραγματικότητα.
Ως εκ τούτου, δεν αξίζουν περαιτέρω απάντηση.
Η Τουρκία καλεί για άλλη μια φορά την Ελλάδα να συμμορφωθεί με τις διατάξεις αποστρατικοποίησης των ανωτέρω Συνθηκών και να αποκατασταθεί το αποστρατικοποιημένο καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου όπως ήταν πριν από την εμφάνιση των παραβιάσεων της Ελλάδας
Θα σας ήμουν ευγνώμων αν διανέματε την επιστολή αυτή ως έγγραφο της 76ης Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης, σύμφωνα με το σημείο 78 στοιχείο α) της ημερήσιας διάταξης και του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, και να δημοσιευθεί στον δικτυακό τόπο του Τμήματος Ωκεανών και Δικαίου της Θάλασσας, καθώς και την επόμενη έκδοση του Δελτίου Δικαίου της Θάλασσας.
Φ. Σνιρίογλου»