Με το θέμα της μεταναστευτικής πολιτικής, να βρίσκεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας στην Ελλάδα, ίσως θα ήταν η κατάλληλη στιγμή να γίνουν κάποιοι παραλληλισμοί με παρόμοιες καταστάσεις που βιώνουν άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Ίσως ένας, από τους χαρακτηριστικότερους παραλληλισμούς, που αφορά στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί σε μια κατά κόρον κοσμική χώρα, τη Γαλλία, σχετικά με το δικαίωμα του να φοράνε τη μπούργκα οι μουσουλμάνες σε δημόσιους χώρους, σκιαγραφεί ένα από τα θέματα που πρόκειται στο άμεσο μέλλον να απασχολήσουν την Ελληνική κοινωνία. Η ενσωμάτωση οικονομικών μεταναστών στην Ελλάδα, με την παραχώρηση της υπηκοότητας, ανοίγει μία καινούργια διάσταση, προσδίδοντας νέες συνιστώσες στην Ελληνική πολιτεία. Το μεταναστευτικό διατηρεί δύο αρνητικές δυναμικές στην προκειμένη περίπτωση. Η πρώτη αφορά τη δημιουργία μακροπροθέσμως εθνικών μειονοτήτων εντός της Ελληνικής επικρατείας, που βάση της προϊστορίας των Βαλκανίων δια τους Βαλκανικής προέλευσης οικονομικούς μετανάστες, ελλοχεύει ακόμα και ο κίνδυνος μελλοντικών αλυτρωτικών απαιτήσεων. Κάτι τέτοιο, κατά πολλούς, συνέβη και στο Κόσσοβο, όπου οι Αλβανικοί πληθυσμοί, διογκώθηκαν σημαντικά εξαιτίας ενός διευρυμένου μεταναστευτικού ρεύματος που είχε υποβοηθηθεί και από τη ψυχροπολεμική Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση.
Επισημαίνονται, σε αυτό το σημείο, οι αλυτρωτικές τάσεις και οι εκδηλώσεις οργανώσεων όπως ο «Απελευθερωτικός Στρατός της Τσαμουριάς», που προασπίζεται των δικαιωμάτων των «Αλβανικών μειονοτήτων» στην Ελλάδα, με «άκρες» και στο Αμερικανο-Αλβανικό Κογκρέσο, που διατηρεί και αντιπροσώπευση στην Αμερικανική Γερουσία. Η δεύτερη δυναμική αφορά την κοινωνική διάσταση, δηλαδή την ενσωμάτωση και την αποδοχή των μεταναστών από το κοινωνικό σύνολο. Το κατά πόσον η κοινωνία και η πολιτεία είναι έτοιμες, ανοιχτές και θετικές στο να αποδεχθούν νοοτροπίες, που δύναται να χαρακτηριστούν από ξένες έως και απαράδεκτες, από τα κοινώς αποδεκτά δρώμενα της κρατικής οντότητας του υποδοχέα των οικονομικών μεταναστών. Βεβαίως, η τελευταία παράμετρος παραμένει ως θέμα και όσον αφορά τους κοινούς οικονομικούς μετανάστες, που επιθυμούν να παραμείνουν σε ένα κράτος που τους φιλοξενεί, για ορισμένο χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση όμως της παραχώρησης της ιθαγένειας, το όλο θέμα εξετάζεται από διαφορετική διάσταση, καθώς η προκειμένη κατάσταση υποδηλώνει το θέμα της μονιμότητας.
Η συγκεκριμένη θεματική θα ασχοληθεί με τη δεύτερη δυναμική, δηλαδή την κοινωνική διάσταση της ενσωμάτωσης στον εθνικό κορμό μέρους των οικονομικών μεταναστών, σε παραλληλισμό με ένα επίκαιρο θέμα που διαιωνίζεται στη Γαλλική Δημοκρατία.
Η αναφορά είναι σχετική με την αντιπαράθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Γαλλία και αφορά τη χρήση του τσαντόρ, της μπούργκας και της μαντίλας. Το συγκεκριμένο θέμα έλαβε αρχικά διάσταση, που αφορούσε τη χρήση ή όχι της μαντίλας στα Γαλλικά σχολεία, κυρίως από τα παιδιά των μουσουλμάνων μεταναστών από την Αλγερία. Το θέμα κατέληξε τότε με την ήττα της ισλαμικής πλευράς. Παρά ταύτα το θέμα επανέρχεται εξαιτίας της γενικότερης απαγόρευσης της χρήσης της μπούργκας σε δημόσιους χώρους, και του επιπλέον μέτρου της άρνησης της παραχώρησης υπηκοότητας σε όποιον έχει αιτηθεί και επιθυμεί να χρησιμοποιεί τη μπούργκα. Το όλο θέμα υποδεικνύει τα προβλήματα που εμφανίζονται κατά την ενσωμάτωση ξένων εθνικοτήτων, μετακινούμενων πληθυσμιακών ομάδων, με διαφορετικό θρησκευτικό υπόβαθρο και υπόβαθρο κουλτούρας.
Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι η Γαλλία, από την εποχή της αποικιοκρατίας, είχε δημιουργήσει δομές απορρόφησης διαφορετικών εθνοτικών ομάδων, ενώ ανέκαθεν διατηρούσε μια «ιδιαίτερη» σχέση με την Αλγερία, όπου Γαλλικής εθνικότητας πολίτες διέμεναν, όπως και αντιστρόφως. Περαιτέρω, εδώ και δεκαετίες έχει δεχθεί διαδοχικά μεταναστευτικά κύματα, από διαφορετικές περιοχές του πλανήτη, και κατά συνέπεια διαφορετικής κοινωνικής διαμόρφωσης. Εν ολίγοις, η Γαλλία διατηρεί ήδη δομές που καταλαγιάζουν και απορροφούν στο γενικότερο κοινωνικό σύνολο, διαφορετικού υπόβαθρου εθνοτικές ομάδες.
Στην προκειμένη περίπτωση όμως το συγκεκριμένο θέμα, είναι ένα θέμα το οποίο αν και σε μία χώρα, που θεωρείται πιο δεκτική στην ενσωμάτωση μεταναστών στον κοινωνικό ιστό της, παρουσιάζει ότι, ακόμα και μετά την πάροδο δεκαετιών, εφαρμογής των συγκεκριμένων πολιτικών ενσωμάτωσης, παραμένουν θέματα τα οποία δυναμιτίζουν την ομαλή κοινωνική δραστηριότητα και καθορίζουν την αλληλοεπίδραση των ομάδων αυτών με το κοινωνικό σύνολο.
Στην αναφερόμενη περίπτωση της μπούγκρας, ουσιαστικός σύμμαχος στη σκληρή στάση των εκάστοτε Γαλλικών κυβερνήσεων, συμπαρίστανται και ομάδες πολιτών, οι οποίες μέσω της ενεργοποίησης τους σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, «περιφρουρούν» τα δικαιώματα συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η καταδίκη, οποιασδήποτε νομιμοποίησης της μπούργκας, από τις φεμινιστικές ομάδες, μιας εκ των κυριοτέρων κοινωνικών φορέων, με αποδεδειγμένη δράση κατά της καταπίεσης, αποδεικνύει το πώς συγκεκριμένες κοινωνικές συμπεριφορές ομάδων διαφορετικής εθνότητας και κουλτούρας δύναται να θεωρηθούν απεχθείς και καταπιεστικές ή ακόμα και εχθρικές από άλλες ομάδες, στην προκειμένη περίπτωση της κυρίαρχης εθνοτικής ομάδας του κράτους υποδοχής.
Λαμβάνοντας όμως υπ’ όψιν την Ισλαμική πλευρά, στη προκειμένη περίπτωση, το θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό ως προς αυτούς, με δυναμικές που μπορούν να οδηγήσουν στην εσωστρέφεια, στον απομονωτισμό, καλλιεργώντας ευνοϊκές συνθήκες για την απορρόφηση τους στον ριζοσπαστισμό, καθώς και στην κοινωνική σύγκρουση με την καθιερωμένη αντίληψη των πραγμάτων που εκλαμβάνεται πλέον ως καταπιεστική κοινωνική τάξη.
Τελειώνοντας με τη συγκεκριμένη συνοπτική αναφορά, η δημιουργία των αναφερομένων καταστάσεων και δυναμικών, σε ένα κράτος το οποίο, όπως εξετέθη στα πλαίσια της ανάλυσης, διατηρεί εκτενή προϊστορία στην ενσωμάτωση διαφορετικού υποβάθρου κοινωνικών ομάδων, δηλώνει τα ουσιαστικά ζητήματα, της ένταξης στο κοινωνικό σύνολο και της ενσωμάτωσης των μεταναστών στο ενεργό μέρος της κοινωνίας, αλλά και των μορφών κοινωνικής σύγκρουσης που θα επέλθουν και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από την Ελληνική κοινωνία.
|