Το Κυπριακόν ζήτημα

Το Κυπριακόν ζήτημα

 

Α. Θέσεις ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ. για το Κυπριακόν

1. Το ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Κύπρο, σύμφωνα με τις οποίες οι εμπλεκόμενες πλευρές φαίνεται ότι άλλοτε εκφράζουν την έντονη επιθυμία και θέλησή τους όπως οι συμφωνούμενες εκάστοτε διαπραγ­μα­τεύσεις οδηγήσουν σε οριστική και βιώσιμη λύση του Κυπριακού ζητήματος.

Υπάρχουν και μακρές περίοδοι ατονίας και αναβλητικότητος, οι οποίες αντι­στοιχούν σε σχεδιασμούς σκοπιμοτήτων. Ο προβληματισμός των χρονικών συγκυ­ριών των διαπραγματεύσεων, βρίσκει την Κύπρο και την Ελλάδα σε αδύναμη θέση λόγω των οικονομικών κρίσεων. Ωστόσο εκτιμάται, ότι είναι δυνατή η όποια παρά­καμ­ψη αφ’ής εμφανίζεται μία δυναμική εξευρέσεως λύσεως προς την οποία ωθούν οι ακόλουθες κυρίως παράμετροι:

α. Η ύπαρξη υδρογονανθράκων στην Κυπριακή ΑΟΖ.

β. Τα Δυτικά συμφέροντα ικανοποιούνται καλύτερα με την λύση των προβλημάτων και την δημιουργία σταθερού περιβάλλοντος στην ευρύτερη Μ. Ανατολή.

γ. Η απαίτηση προμήθειας πετρελαίου και Φ.Α. στην Ευρώπη από πηγές ελεγχόμενες από συγγενικούς προς την ΕΕ.

δ. Η ταύτιση απόψεων για το Κυπριακό στα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα της Κύπρου.

2. Τα κατά καιρούς κοινά ανακοινωθέντα από τις δύο πλευρές, θέτουν ένα παραδεκτό πλαίσιο διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος.

3. Τα κύρια σημεία των θέσεων της Ελληνικής Κυβερνήσεως για την επίλυση του Κυπριακού, όπως αυτά αποτυπώνονται εκάστοτε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών, τα οποία είναι τα εξής:

α. Η επίλυση του κυπριακού προβλήματος, επί τη βάσει των Αποφάσεων των Ηνωμένων εθνών και της ιδιότητας της Κύπρου ως Κράτους Μέ­λους της ΕΕ, αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής.

β. Οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, ουδόλως συνδέονται με κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, οριοθέτησης, ερευνών και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη. Τα σχετικά κυπριακά δικαιώματα απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και την Σύμβαση των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας, αναγνωρίζονται δε από το σύνολο της διεθνούς κοινότητος με εξαίρεση την Τουρκία.

γ. Δηλώνεται κατηγορηματική αντίθεση σε ενέργειες και μέτρα που αναβαθμίζουν τις «αρχές» της παράνομης αποσχιστικής οντότητας. Η λεγόμενη διε­θνής «απομόνωση» της τουρκοκυπριακής κοινότητος, είναι συνέπεια της συνεχι­ζό­μενης τουρκικής κατοχής και της παράνομης ανακήρυξης (ως αυτονόμου κράτους) της αποσχιστικής οντότητας στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου.

δ. Στόχος των διαπραγματεύσεων συνολικής επιλύσεως του Κυπρια­κού ζητήματος, όπως αποτυπώνεται στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών είναι η επανένωση της νήσου, υπό την μορφή διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, όπως αυτή ορίζεται στις σχετικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθ­νών, μία διεθνή προσωπικότητα, μία κυριαρχία, και μία ιθαγένεια. Επιπλέον μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 2004, η όποια λύση θα πρέπει να είναι απολύτως συμβατή με το θεσμικό και νομικό πλαίσιο της Ε.Ε. και να διασφα­λίζει την συνέχεια της αποτελεσματικής συμμετοχής της Κύπρου στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

4. Το ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ εκτιμά ότι οι αναγκαίες προϋποθέσεις για δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού ζητήματος είναι κατ’ ελάχιστον οι ακόλουθες:

α. Η ελληνοκυπριακή και ελληνική πλευρά να βασισθεί και αναδείξει πρωτίστως προς την Διεθνή Κοινότητα, ότι το Διεθνές ζήτημα της Κύπρου αφορά σε παράνομη εισβολή και κατοχή Κυπριακού εδάφους, το οποίο αποτελεί πλέον και ευρωπαϊκό έδαφος.

β. Συγκρότηση μιας ισχυρής και κυρίαρχης ομοσπονδιακής κυβέρνησης με Πρόεδρο Ε/Κ, διότι δεν είναι δυνατόν να κυβερνάται η Κύπρος από Πρόεδρο της μειοψηφούσης πληθυσμιακά κοινότητας. Το πολίτευμα να είναι τύποις και ουσία ομοσπονδία χωρίς να επιτρέπεται η θεσμοθέτηση μέτρων που θα οδηγούν σε χαλαρή συνομοσπονδία από δύο ευρέως αυτόνομα κράτη.

γ. Η ιθαγένεια θα παραχωρείται μόνο από την ομοσπονδιακή κυβέρ­νηση και εις τρόπον ώστε να μη διαταράσσεται η δημογραφική ισορροπία του πληθυσμού.

δ. Το νέο πολιτικό σύστημα που θα προκύψει να είναι αποτέλεσμα μετεξέλιξης της παρούσης Κυπριακής Δημοκρατίας και να αποτελεί συνένωση κοινοτήτων και όχι κρατιδίων.

ε. Δημιουργία Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου στο οποίο θα επιλύονται οι διαφορές μεταξύ των δύο κοινοτήτων χωρίς την παρουσία και επι­διαιτησία ξένων εκπροσώπων. Προκειμένου όμως να μην υπάρξουν διαφορές θα πρέ­πει να θεσμοθετηθούν αρχές εύρυθμης λειτουργίας των τριών εξουσιών: Εκτελε­στι­κής, Νομοθετικής και Δικαστικής.

στ. Λήψη μέτρων για ισχυροποίηση του νέου ομοσπονδιακού κράτους με ένα Εθνικό Ύμνο και ένα Εθνικό Σύμβολο.

ζ. Δημιουργία ομοσπονδιακού Συντάγματος που θα κατοχυρώνει την λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και θα ενώνει όλους του Κυπρίους πολίτες με την έννοια του κοινού συμφέροντος.

η. Η λύση δεν θα πρέπει να προβλέπει εγγυήτριες δυνάμεις για το ομοσπονδιακό κράτος της Κύπρου, δεδομένου ότι η ΕΕ εγγυάται την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου για το σύνολο του πληθυσμού.

θ. Εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου για ένα ενιαίο και κυρίαρχο κράτος με κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των τριών ελευθεριών (μετακίνησης, εγκατάστασης και απόκτησης-διατήρησης ιδιοκτησίας).

ι. Δημιουργία Κυπριακών Ε.Δ. σύμφωνα με τις αρχές της εθνικής κυριαρχίας και του κοινοτικού κεκτημένου χωρίς να αποκλείονται από την ΚΕΠΑΑ και το ΝΑΤΟ. Συγχρόνως άμεση αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων πριν την λειτουργία του νέου κράτους.

ια. Εξασφάλιση αποχώρησης του μεγαλύτερου μέρους των εποίκων και επιστροφής των προσφύγων, είτε Ε/Κ είτε Τ/Κ, στις εστίες τους. Παράλληλα εξασφάλιση της επιστροφής ή ανταλλαγής των περιουσιών.

ιβ. Εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων από την ομοσπον­διακή κυβέρνηση και διάθεση των κερδών από αυτήν.

ιγ. Εξασφάλιση επιστροφής της Αμμοχώστου και της Μόρφου στα υπό επιστροφή εδάφη.

ιδ. Επίλυση του ζητήματος της τύχης των αγνοουμένων της εισβολής του 1974.

5. Το ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ πιστεύει ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα πρέπει να διε­ξαχθούν υπό την πίεση δυναμικών πειθαναγκαστικών τουρκικών προκλήσεων και απειλών οιασδήποτε μορφής. Αυτού του είδους οι συμπεριφορές θα πρέπει να αποτε­λούν λόγο διακοπής των διαπραγματεύσεων.

6. Δεδομένου ότι διαφαίνονται τάσεις αυθαίρετης τουρκικής και τουρκο­κυπριακής ερμηνείας των όρων «διζωνική», «δικοινοτική» και «πολιτική ισότητα», προκειμένου να αμφισβητηθούν η λύση της ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας (ως Ομοσπονδίας με μία κυριαρχία και μία ιθαγένεια), το Διεθνές Δίκαιο και το Ευ­ρωπαϊκό κεκτημένο, συνιστάται η επιβράδυνση των συνομιλιών (ή και η διακοπή τους εάν κριθεί σκόπιμο), έως ότου δημιουργηθούν ευνοϊκότερες συνθήκες, για συ­νέχιση των διαπραγματεύσεων.

7. Το ανοικτό θέμα του καθεστώτος των Βρετανικών Βάσεων δεν θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεως σε αυτή την φάση, εν τούτοις όμως θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι οι χερσαίες περιοχές των Βρετανικών στρατιωτικών βάσεων δεν κατοχυρώνουν δικαιώματα στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου.

8. Σε περίπτωση θεσπίσεως αμοιβαίως αποδεκτών ΜΟΕ (ιδιαίτερα στην πε­ρίπτωση επιστροφής της Αμμοχώστου), αυτά θα πρέπει να υλοποιηθούν κατά τρόπο ο οποίος να μην βλάπτει τον ομόσπονδο χαρακτήρα του ενιαίου Κυπριακού κράτους και να μην επηρεάζουν εκβιαστικά την ψήφο του κυπριακού λαού κατά το τελικό δημοψήφισμα.

9. Η λύση δεν θα πρέπει να συνδυάζεται και να συναρτάται με την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. η οποία αποτελεί μια άλλη διαδικασία που αφορά την διεύρυνση της Ε.Ε. και βασίζεται σε διαφορετικές αρχές και κριτήρια.

10. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα πρέπει να αναστείλει τις ενέργειές της για εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτα­σμάτων.

11. Επισημαίνεται ότι η Ελλάς, εντός των πλαισίων των συμφερόντων του συνόλου του ελληνισμού, οφείλει να σέβεται κάθε δημοκρατική και ελεύθερη βούληση και επιλογή του κυπριακού λαού.

 

12. Το ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ παρακολουθεί τις εξελίξεις και όποτε κρίνεται σκόπιμο θα κοινοποιεί τις δικές του εκτιμήσεις με τις ανάλογες προτάσεις.

 

Β. Η Κύπρος υπό την οπτική της κοινής λογικής

1. Τι επιδιώκει η Τουρκία με τις κωλυσιεργίες της στο Κυπριακό ζήτημα

α. Αναγνώριση της ΤΔΒΚ ως αυτονόμου κράτους εκ μέρους όσων περισσοτέρων μελών των Η.Ε.

β. Ανατροπή της πληθυσμιακής αναλογίας μεταξύ των δύο κοινοτή­των.

γ. Εγκατάστασις κατ’ έμμεσο τρόπο τουρκοκυπριακού εργατικού δυ­ναμικού στην Νοτία Κύπρο, ως εν δυνάμει συντελεστού υβριδικού προγεφυρώματος, χρησιμοποιηθησομένου κατά την ενεργοποίησιν εκτιμηθεισών ήδη και σχεδιασθει­σών στρατιωτικών επιχει­ρήσεων.

δ. Μόλυνση ελληνοκυπριακού τομέως με μουσουλμάνους λαθρομετα­νάστες από Πακιστάν, Αφγανιστάν, Μπάγκλα Ντες, Βόρειο Αφρική κλπ, ώστε να δημιουργηθεί κρίσιμος θρησκευτικός θύλαξ, φίλα προσκείμενος προς τον αμιγώς μουσουλμανικόν βόρειον τομέα με ευνόητες τις μελλοντικές ανθελληνικές επικαρ­πίες.

                        ε. Εξάντληση της μνήμης -των όσων έχουν βιώσει την τραγωδία του 1974- με αναβολές και παρατάσεις διαπραγματεύσεων για εξεύρεση λύσεως στο διηνεκές.

Οι επόμενες γενεές θα τραγωδούν και θα μοιρολογούν για τις «αλύ­τρωτες πατρίδες» και οι οποίες δεν θα έχουν πλέον μία συναισθηματικά συνδέουσα παρά­σταση με τον τόπο που χάθηκε.

                        στ. Εκμετάλλευση της γεωπολιτικής κρίσης των καιρών, η οποία, ως αποδεικνύεται έχει καταστεί ευρύτερη και βαθύτερη. Ο φιλόδοξος τουρκικός ένοπλος ετσιθελισμός με τις εισορμήσεις σε Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Αρμενία κ.α. δεν εξαιρεί την Κύπρο και αδιαφορεί για όλα τα ψηφίσματα των διεθνών οργανισμών, χωρίς πτόηση ἢ συγκλονιστικό φόβο ένεκα απειλής για κυρώσεις από ΕΕ, την στιγμή καθ’ ἣν αυτές οι κυρώσεις θεωρούνται ατελέσφορες, οφειλόμενες σε θεσμικά πλεονεκτήματα ευ­νοούν­τα εταίρους συμμαχιών. Εξ άλλου οι όποιες κυρώσεις παρακάμπτονται σύμ­φωνα με μία διαχρονικώς πολυδοκιμασμένη πρακτική επί προμηθειών και ανεφο­διασμών μέσω της τε­θλασμένης τρίτων χωρών.

                        ζ. Πραγματοποίηση του μεγαλεπηβόλου σχεδίου καταλήψεως ολο­κλή­ρου της Νήσου, όταν πλέον επισταθεί ο χρόνος και κατόπιν μεθοδεύσεων συνηγο­ρου­σών σε υπεργεννητικότητα των Βορείων και υπογεννητικότητα των Νοτίων συν τις προσδοκώμενες επιπτώσεις εκ των συμπιεστικών ψυχολογικών επιχειρήσεων. 

Γ. Θέσεις, πραγματικότητες και εικονικότητες, τις οποίες οφείλει να προσέξει η Ελληνοκυπριακή και η Ελλαδική πλευρά.

            1. Όταν σχεδιάζεται μία πολιτική διεξοδικής εκβάσεως από μία επιμένουσα εχθρική περίσχεση, της οποίας ο εφαρμόζων αδιαφορεί για τις διεθνείς αντιδράσεις καθώς και τις καταδικαστικές εις βάρος της αποφάσεις, τότε πρέπει να επιστρατευ­θούν όλα τα διαθέσιμα πλεονε­κτούντα στοιχεία προς υποστήριξη του διπλωματικού -του­λάχιστον- οπλοστασίου, ώστε να ευαισθητοποιηθεί το παγκόσμιο αισθητήριο πά­νω σε ό,τι αφορά σε θέματα σταθερότητος και ασφαλείας

2. Οι παράγοντες ιστορία, γεωγραφία, εθνογραφία, εκτιμάται ότι συνιστούν ένα διαρκές ερέθισμα προς μελέτην και αξιοποίηση όπου δει, επί τη προϋποθέσει, ότι η Κύπρος αποτελεί ακρόβαθρον στηρίξεως της γεφύρας, η οποία συνδέει τον ευρι­σκόμενον στα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος Ελληνισμόν.

3. Το Ελληνικόν lobby στις ΗΠΑ και το Κυπριακόν lobby στο ΗΒ έχουν την ευχέρεια στο να καλλιεργήσουν ένα ευνοϊκό υπέρ της Κύπρου κλίμα στις χώρες αυ­τές, οι οποίες έχουν άμεσο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για επιρροή στην Μέση Ανατολή -μέσω Κύπρου- ἢ στην Rimland κατά τον Nicholas John Spykman και ήδη heartland σύμφωνα με την εξελισσόμενη γεωπολιτική οπτική, αποκλείοντας την περίπτωση ελέγχου της νήσου από ενοχλητικά και φιλόδοξα αφεντικά (Τουρκία).

4. Τα ΥΠΕΞ Ελλάδος και Κύπρου περικόπτοντα περιττές δαπάνες και δια­θέτοντα κονδύλια σε ξένα media να προβάλλουν ευάρμοστα και συνδυαστικά θέματα ενημερώνοντας τον δυτικό κόσμο, ώστε να κατανοήσει, ότι το συμφέρον του κόσμου αυτού είναι η ευόδωση λύσεως ικανοποιούσης τον εν δικαίῳ και όχι τον προσβάλ­λοντα στρατιωτικῲ τῲ τρόπῳ, αναξιόπιστο εταίρο της νατοϊκής συμμαχίας και εν ταυτῲ αδιαφορώντα για την παγκόσμια κοινή γνώμη.

5. Οι σύμβουλοι των σχετικών με την άμυνα υπουργείων Ελλάδος και Κύ­πρου:

 α. Καλόν είναι -μεταξύ των άλλων- να ενδιατρίψουν στο πώς ένας κοινός νους κατανοεί την ταχύτητα αλλαγής των γεωπολιτικών πραγμάτων στον Κόσμο όπως και την ευθραυστότητα των θεωρουμένων ως γεωπολιτικών σταθερών και εκ­πλησσόμενοι από τα ευρήματά τους να προσαρμόσουν αναλόγως τις αναζητήσεις τους και εισηγηθούν τα βέλτιστα (ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, ανάπτυξη εθνι­κού φρονήματος, ηθική προπαρασκευή του λαού κττ).

β. Οφείλουν να εκδιπλώσουν τις σκέψεις των, όχι με γνώμονα κομματικές ντιρεκτίβες αλλά με την ανησυχία για το πώς η χώρα θα αντεπεξέλθει στις σημειού­μενες ταχύτητες από τις αδέσμευτες πρωτοβουλίες της Τουρκίας εν αγνοίᾳ της να­τοϊκής συμμαχίας ἢ της στρατηγικής της εταίρου Ρωσίας (σε κατ’ επιλογήν περι­πτώσεις). Πως δηλαδή η αυτοθεωρουμένη Τουρκία, ως περιφερειακή δύναμις επε­κτείνει τις «βλέψεις» της σε μεγαλύτερη γεωγραφική περιοχή.

γ. Το γεωπολιτικό τοπίο προς μελέτην αλλάζει σχεδόν σε καθημερινή βάση. Επιδρώντες παράγοντες καθορίζονται όχι μόνον μέσω κατατεθειμένων θεωριών των στρατηγιστών αλλά και με τα αλλεπάλληλα δρώμενα στις υπό σπουδήν περιοχές πο­λυμερούς εν­διαφέ­ρον­τος. Παραδείγματα παρεχόμενα από την Τουρκία σε αξιο­κατά­κριτη για την περίπτωσή μας συχνότητα είναι οι NAVTEXes σε ολόκληρη την Ανα­τολική Μεσό­γειο και το Αιγαίον. Είναι η ανάπτυξη στρατιωτικών της τμημάτων στα εδάφη της Συ­ρίας, του Ιράκ, της Λιβύης και η στρατιωτική παρουσία της σε Αλβανία, Κατάρ, Σομα­λία, Σουδάν, Αζερμπαϊτζάν. Περιττόν να χαρακτηρισθεί η στρατιωτική κατοχή του 37% του Κυπριακού εδάφους.

δ. Η αλλαγή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, η καταπάτηση της Αμμοχώστου αψηφώντας προηγηθέντα ψηφίσματα, η μονομερής και αντικειμένη σε διεθνείς συν­θήκες επέκταση θαλασσίου χώρου, εις βάρος του υπέρ της Ελλάδος υφισταμένου  status, προς έρευνα και διάσωση, η πριμοδότηση για την  εκλογή του Ερσίν Τατάρ ως επί κεφαλής της τουρκοκυπριακής διοικήσεως κ.α., είναι παραδείγματα αιφνιδιασμού του αντιπά­λου αλλά και ένα νέο στοιχείο/προσθήκη στις γεωπολιτικές μεταβλητές, οι οποίες μας εισαγάγουν σε μία νέα ειδική κατάσταση, μη προεκτιμηθείσα. 

ε.  Επειδή υπάρχει αδυναμία στο να σχηματιστεί εικόνα για το τι δύναται ο εχθρός να πράξει οδηγούμεθα στο αποφαντικό, ότι απαιτείται μελέτη εφ’ όλων των λε­πτομερειών που αφορούν αυτόν τον προαιώνιον αντίπαλον. Η ολοκληρωμένη εικό­να επί των αντικειμένων «μουσουλμανική διαίσθηση», «ανατολίτικη συμπεριφορά», «μεσαιωνική κουλτούρα», «ιδεολογικό υπόβαθρο» και λοιπά τουρκικά ιδιογνωρί­σματα, θα συνιστούσε ένα χρήσιμον εργαλείο για προαγωγή της διπλωματικής επι­χειρηματολογίας, της ευχερείας επιτελέσεως στρατιωτικών εκτιμήσεων και εκσυγ­χρο­νισμόν επινενοημένων γεωπολιτικών βημάτων.

Δ. Μία εκδοχή καταθέσεως απόψεων ενός σκεπτομένου πολίτου

1.  Η κοινή γνώμη (αυτή που, τέλος πάντων καλείται να ψηφίσει), επί το πλείστον αδυνατεί να σχηματίσει εικόνα για το τι συμβαίνει στην Μεγαλόνησο, στον «μητροπολιτικό κορμό», στις Συμμαχίες, στις Ενώσεις και στον γεωγραφικό της Ελλάδος περί­γυρον. Διερωτάται ο πολίτης εάν όλα όσα οι αναλυτές (αυτόκλητοι και ετερόκλητοι) και οι (συνήθως μετακλητοί) σύμβουλοι, οσάκις ενδύονται τον επίση­μον χιτώνα την ώρα που αποφαίνονται σκοπεύουν σε εχθρική παραπλάνηση ἢ έστω βαδίζουν σε ένα  σωστό δρόμο. Οι Τούρκοι, εκλαμβανόμενοι, ως η εκτιμωμένη κυρία απειλή δεν δείχνουν εντυπωσια­σμένοι από τις όποιες κυπριακές και ελλαδικές στρα­τηγικές προβλέψεις. Εκείνο που τους ανησυχεί περισσότερον είναι «αι άγνωστοι βου­λαί του Γεωοικονομικού Κυρίου».

2.  Η συνήθης απορία ενός σκεπτομένου πολίτου είναι το εάν έχουμε μία διπλωματία, η οποία να μπορεί να βλέπει τουλάχιστον μία γενεά προς το μέλλον και εάν οι ένοπλες δυνάμεις είναι σε θέση να παρέξουν στην διπλωματία διαπραγμα­τευτικά atout μετά από μία σύντομη πολεμική αναμέτρηση. O απλός πολίτης, όπως και ο απλός εχθρός πολίτης καταλαβαίνουν, ότι κερδισμένος είναι εκείνος που τολμά και όχι εκείνος που διστάζει.

3. Μέχρι στιγμής δεν έχει σημειωθεί κάποια κίνηση σκοπεύουσα σε  προε­τοι­μασία της κοινής γνώμης για μία σύγκρουση, ενώ οι ενδείξεις κάτι τέτοιο προμη­νύουν. Οι καλά διαβασμένοι πολίτες ήδη έχουν κατανοήσει ένα γεγονός, το οποίον δεν έχει εισέτι καταχωρηθεί, ότι είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Ότι δηλαδή, αυτό συμβαίνει. Τῳ όντι. Και αυτό το αδιαμφισβήτητο μας διακελεύεται να συνειδητο­ποιή­­σουμε, το ότι ευρισκόμεθα στο μέσον ενός εν εξελίξει υβριδικού πολέμου. Υπό αυτή την φορά των περιστάσεων ουδείς είναι πεπεισμένος, ότι θα υπάρξει κάποια επανάληψη της εποποιΐας του 1940.

Ωστόσο η Τουρκία ουδέποτε έπαυσε να διατηρεί το τουρκικό φρόνημα στο ύψος των οθωμανικών επιταγών, τις οποίες η ηγεσία της τις έχει τοποθετημένες στο υψηλότερο ιδεολογικό βάθρο. Αυτή είναι η κουλτούρα της. Με αυτή την κουλτούρα ασκεί και την πολιτική της.

Παλαιότερα ο Ελληνισμός διεκρίνετο για την Πολεμική του Αρετή. Ουδέποτε στο παρελθόν κατηύθυνε τις ελληνικού φρονήματος συνειδήσεις εισηγούμενος ιδέες, όπως το ότι μοντέλο εθνικής αμύνης είναι η πρακτική της στρουθοκαμήλου.

Ο Samuel Huntington στο βιβλίο του «Η Σύγκρουση των Πολιτισμών» εστιά­ζει την προσοχήν του στις «πολιτισμικές διαδικασίες που κινητοποιούν τις μάζες προς μία πολιτική δράση και την σύγκρουση». Και στην περίπτωσή μας υπάρχει αενάως υποφώσκουσα η σύγκρουση δύο πολιτισμών. Από την μία είναι ο Τούρκος, που θέτει την θρησκεία του σαν το ουσιαστικό όπλο, που ενισχύει την βούληση του μουσουλ­μά­νου για να καταστεί «μάρτυρας». Από την άλλη ο αδιάφορος θρησκευτικά αυταρε­σκόμενος «Ευρωπαίος», του οποίου το κύριον μέλημα είναι κατά βάσιν η τρυφηλή ζωή των απολαύσεων. Ζωή μακράν κάθε βασάνου και ανησυχίας για το αν διαταράσ­σονται οι σταθερές της «παγκόσμιας τάξης». Αυτός ο Ευρωπαίος Έλλην υποκλίνεται στην υπε­ρο­χή του φιλελεύθερου (με παρατριβές φοροδιαφυγής) οικονομικού μον­τέλου, το οποίον το βλέπει, όπως το διατυπώνει ο Φουκουγιάμα σαν την «μόνη μορφή ανθρώπι­νης διακυβέρνησης που μπορεί να επικυρωθεί από την λογική και την ηθική». Μεγάλα και εντυπωσιακά λόγια! 

4. Ο απλός πολίτης υιοθετεί τα εύληπτα. Δεν καταλαβαίνει, ότι μετά το τέλος της ισορροπίας, που ίσχυε στην ψυχροπολεμική περίοδο του προηγουμένου αιώνος και η οποία ισορροπία εβασίζετο στην διπολικότητα, σήμερα έχει δημιουργήσει ένα δυσθεώρητο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό κενό πάνω στην διασταύρωση Ανατο­λής-Δύσης και Βορρά-Νότου. Αυτή την λεπτομέρεια την αντελήφθη ο Νταβούτο­γλου, ο οποίος με την ακαδημαϊκή του μελέτη (Το Στρατηγικό Βάθος) δημιούργησε ταιριαστές συνθήκες για την αναθεώρηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, η οποία πλέον φιλοδοξεί να ελέγξει την μακράν ευρύτερη και από την Ανατολικήν Με­σόγειον περιοχή. Και ου μόνον τούτο. Υπολογίζει την Κύπρο ως τον βαρύκεντρον παράγοντα και ρυθμιστήν της ευρισκομένης εν μετεωρίσει γεωπολιτικής τάξεως πραγ­μάτων.

5. Μία ανθρώπινη πλάνη, η οποία χρεώνεται στην ελληνική μερίδα -είναι δια­κριβωμένον- ότι στον ελληνικόν εγκέφαλο είναι εμφυτευμένη υπερβολική πίστη στον όρο «σύμμαχος». Αυτό σημαίνει, ότι όσο περισσότερο διακηρύσσουμε, ότι ανήκουμε σε συγκεκριμένες συμμαχίες ψυχῇ τε και υλικῇ υποστάσει, τόσο περισσότερον οι «δικοί μας» σύμμαχοι μας φέρονται ωσάν δεδομένους δούλους με τα γνωρίσματα του συμ­πλεγματικού, του αδυνάτου, του υποτακτικού, του ανεχομένου τις έμμεσες ταπει­νώσεις.

Η απλή λογική μας απαντά: αυτή είναι η συμπεριφορά τρίτων προς τον ανίσχυρον και τον εθελόδουλον.

6. Για να είμεθα σεβαστοί στους άλλους πρέπει να το αποδείξουμε, ότι είμεθα οι απαράβλητοι∙ οι κράτιστοι.  Και τούτο αφού πρώτα ιεραρχήσουμε τις προ­τεραιό­τητές μας.

Πρωταρχική μέριμνα Κύπρου και Ελλάδος είναι η ενδυνάμωση της ισχύος. Οικονομικής τε και στρατιωτικής. Έτσι θα ανταποκριθούμε στις αξιώσεις νίκης απέ­ναντι στην «επικείμενη» πολεμική αναμέτρηση. Με αυτό το δεσμευτικό στοιχείο, που απαιτεί ο αντικειμενικός μας σκοπός, οφείλουμε να επισπεύσουμε με την διαδικασία του υπερεπείγοντος την κραταίωση της εθνικής μας ισχύος. Στην συνέχεια Κύπρος και Ελλάς με την διπλωματική και την ευκταία -και όχι μόνον- συνδρομή των δηλω­θεισών στο πλευρό των Ελλήνων χωρών, όπως η Γαλλία, η Αυστρία και όσων χωρών αντίκεινται στις τουρκικές επιδιώξεις, να επιβάλλουμε την απαγόρευση κατ’εναντίον κάθε σκέψεως προσβολής των ανατολικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως εκ μέρους των Τούρ­κων των δρώντων εν ονόματι της διεκπεραιώσεως του οθωμανικού οράματος.  Εξ άλλου, ας σκεφθούμε, ότι όντες οικονομικώς και στρατιωτικώς ισχυροί ευκόλως υπολογιζόμεθα και ως οι δικαιούχοι ενός ευλόγου «στρατηγικού βάθους» με ανατο­λικόν άκρον την Κύπρο. Ενός επίσης «πολιτικού βάθους», δια της καλής λει­τουρ­­γίας των lobbies, εξικνουμένου μέχρις ΗΠΑ και Αυστραλίας. Βάθους εκλαμ­βανο­­μέ­νου και ως διαγγελέως σταθερότητος. Τέλος ενός «πολιτισμικού βάθους» παγ­κο­σμίου εμβελείας, καμάτῳ επι­χωρίου και αποδήμου Ελληνισμού, ώστε να μας γνω­ρί­σουν και οι πλέον αδαήμονες  βοσκοί της Μογγολίας.

7. Η Κύπρος στις ημέρες μας έχει αποκτήσει μία καινοφανή ιδιαιτερότητα. Με τον έλεγχο της Κύπρου η Τουρκία προσθέτει στην φαρέτρα της ένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Όχι μόνον έναντι της Ελλάδος και του Ισραήλ αλλά και έναντι των δύο κόσμων (Δύση – Ανατολή). Και το ερώτημα αναφύεται βασανιστικό. Θα ήθελαν ΝΑΤΟ και ΕΕ ένα ηγεμονικό ρόλο της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο με ομφαλό μιας ευρυτέρας περιοχής την Κύπρο; Όσοι δέχονται μία τέτοια γεωπολιτική διαμόρφωση (Έλληνες και λοιποί Δυτικοί) τότε μάλλον ευρίσκονται υπό καθεστώς ιδεολογικής αλλοτριώσεως, η οποία και προμηνύει την συρρίκνωση του Δυτικού Κόσμου.

Και επειδή οι Έλληνες του χερσαίου κορμού και της Μεγαλονήσου ευρί­σκον­ται στην γραμμή διαχωρισμού αλλοίων πολιτισμών θα πρέπει να θέσουν εαυτούς εν εγρηγόρσει, αφού πρώτα συνειδητοποιήσουν την επικινδυνότητα της ρήσεως του εχ­θρού, η οποία μέσω της Νταβουτογλείου πέννας μας μηνύει, ότι: «κοινωνίες με ριζικά αποδυναμωμένη και φθαρμένη εθνική συνείδηση δεν έχουν πεδίο στρα­τη­γικής λογικής, θέτουν σε κίνδυνο την ιστορική τους ύπαρξη και περιθωριο­ποιούν­ται στην διεθνή σκακιέρα».  

Αφήστε μια απάντηση