ΤΟ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΤΟ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
«Φεύγουν τα λάια πρόβατα
στα χειμαδιά να πάνε
Νύχτωσε και δεν προπάνε».
Η σαρακατσάνικη ζωή είναι συνυφασμένη με αυτή του νομά και του ποιμένα. Από την αρχαιότητα οι Σαρακατσάνοι έχοντας κοιτίδα τα βουνά της Πίνδου, των Αγράφων και της Αιτωλοακαρνανίας, όργωναν με τα πολυπληθή κοπάδια τους την ελληνική επικράτεια. Η εύρεση τροφής για τα ζωντανά τους αποτελούσε την προτεραιότητα τους, μιας και ο βιοπορισμός τους προερχόταν αποκλειστικά από την κτηνοτροφία. Όμως σημαντικό ρόλο στη ζωή τους έπαιζε και συνεχίζει να παίζει το τραγούδι και ο χορός, με περισσότερο βάρος στο πρώτο. Και η σαρακατσάνικη παράδοση είναι γεμάτη με τραγούδια.
«Το τίνος είναι τ` άλογα
και τούτα τα κονάκια
Που πιάστηκαν και χόρευαν
κλέφτες και τσελιγκάδες»
Κάθε Απρίλιο, του Άη Γιώργη, έπαιρναν το δρόμο για τα βουνά όπου θα περνούσαν τους καλοκαιρινούς μήνες, θα ξεκαλοκαίριαζαν. Και ήταν μία πολύ ευχάριστη περίοδος για τους ίδιους καθώς η δροσιά που προσφέρει το μεγάλο υψόμετρο αλλά και η επανασύνδεση με άλλες φαμελιές που δεν ξεχειμώνιαζαν στα ίδια ημι-πεδινά μέρη, τους έκαναν ευτυχισμένους. Σε αντίθεση με τους χειμερινούς και κρύους μήνες που έκλειναν τα κοπάδια τους μέσα.
«Βελούχι μου παράμορφο κι Οξιά ζωγραφισμένη
Λιώστε τα χιόνια γλήγορα να βγάλει η γη χορτάρι
Να βγουν οι στάνες στα βουνά των Σαρακατσαναίων»
Τραγούδι κατά το κίνημα των κοπαδιών από και προς τα χειμαδιά, τα μέρη δηλαδή που διέμεναν το χειμώνα από του Άη Δημήτρη έως του Άη Γιώργη. Τα τραγούδια τους αναφέρονται σε όλες τις σημαντικές στιγμές της ανθρώπινης ζωής: γέννα, γάμος, δουλειά, γηρατειά, ακόμα και στις δύσκολες στιγμές αποχαιρετούσαν τους δικούς τους ανθρώπους με μοιρολόγια. Χαρακτηριστικό το τραγούδι των γερόντων:
«Να σαν τα νιάτα δυο βολές
μωρέ καημένα νιάτα μου.
Νιάτα μου και λεβεντιά μου
δε σας γλέντησε η καρδιά μου»
Η σαρακατσάνικη οικογένεια χαρακτηρίζεται από συντηρητισμό, πίστη στην Ορθοδοξία και είναι ανδροκρατούμενη. Οι γάμοι γίνονται με προξενιό, ο πατέρας της νύφης αποφασίζει για το ποιος θα παντρευτεί την κόρη του και τα προικιά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του συνοικεσίου, ειδάλλως γάμος δεν γένεται.
«Τι καρτερείς ρε φλάμπουρα και δεν κινάς να φύγεις
τους συμπεθέρους καρτερώ και τον γαμπρό ν` αλλάξει.
Ο ήλιος είναι ο γαμπρός και το φεγγάρι η νύφη
και τ` αστεράκια τα λαμπρά είναι οι συμπεθέροι»
Πρώτο σαρακατσάνικο σχήμα αποτέλεσε η κομπανία του Τάσου Γιαρίμη στα 1963. Έπαιζε σε γάμους, αρραβώνες αλλά και εβδομαδιαία στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Κομοτηνής. Το 1974 συνοδεύει στη Λευκάδα το Σύλλογο Σαρακατσαναίων Σερρών και η Δώρα Στράτου της προτείνει να δώσει σειρά παραστάσεων στο θέατρο Φιλοπάππου. Χαρακτηριστικά τραγουδάει ο Γιαρίμης τη «Λιάκαινα», το σταυρωτό χορό που χόρευαν οι Σαρακατσάνοι όταν γινόταν αδελφοτοποιοί, σταυραδέρφια.
«Λάμπει ο ήλιος στα ιβουνά
κατακαημένη Λιάκαινα
Γιε μ` λάμπει και στα λαγκάδια
ωρέ Λιάκαινα κατακαημένη».
Ο πρώτος που ηχογράφησε τραγούδια του σναφιού του ήταν ο Κώστας Νάκας από το χωριό Πλασιά της Λάρισας. Γόνος κτηνοτροφικής οικογένειας βεβαίως, πέταξε τη γκλίτσα στα 1970 και κατηφόρισε για την πρωτεύουσα αφού πρώτα είχε τραγουδήσει σε όλα τα γρέκια και τα ριζά του Βερμίου. Τραγούδησε επίσης στο ραδιόφωνο αλλά και σε εκπομπή στην τότε ΥΕΝΕΔ κάνοντας γνωστό το σαρακατσάνικο τραγούδι στο πανελλήνιο. Από τότε έως το 2014 που «έφυγε», πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στη διατήρηση της σαρακατσάνικης πολιτισμικής κληρονομιάς.
«Πέρα σε κεί- μωρέ βλάχα μου
πέρα σ` εκείνο το βουνό
και στ` άλλο παραπέρα μικρή βλαχούλα μου
και στ` άλλο παραπέρα Σαρακατσάνα μου»
Οι Σαρακατσάνοι πάντοτε προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στα καλέσματα της πατρίδας για την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας. Ξακουστοί αγωνιστές ο Βασίλης Δίπλας, ο Γώγος Μπακόλας, ο Κώστας Λεπενιώτης, ο Γιώργος Χασιώτης, ο Ανδρέας Ίσκος αλλά και ο Μακεδονομάχος Κωνσταντίνος Γαρέφης. Στην κορυφή φυσικά βρίσκεται ο Αντώνης Μακρυγιάννης ή Κατσαντώνης, πρωταγωνιστική μορφή της Κλεφτουριάς και φόβος και τρόμος των Τούρκων. Επίσης, μεγάλο μέρος των ιστορικών πηγών αναφέρει ως Σαρακατσάνο και τον Αρχιστράτηγο της Ρούμελης Γεώργιο Καραϊσκάκη, γιο του κλέφτη Καραϊσκου και της καλογριάς Ζωής Ντιμισκή, ξαδέρφης του Μπακόλα.
«Βγήκε Αντώνης στ` Άγραφα να μάσει παλικάρια
Τα μάζωξε τα σύναξε τα κάνει τρεις χιλιάδες
κι έκατσε και τα `ρμήνευε σα μάνα σαν πατέρας»
Φυσικά και δεν γίνεται να λείπουν τα τραγούδια που εξυμνούν το ωραίο φύλο. Ο έρωτας για μια συγχωριανή, ο πόθος που πολλές φορές δεν έβρισκε ανταπόκριση λόγω της συντηρητικής κοινωνίας αλλά και της άρνησης της οικογένειας έγινε τραγούδι. Τόπος συνάντησης φυσικά τα πανηγύρια και οι θρησκευτικές εορτές.
«Τώρα είναι νύχτα ποια να ιδώ και ποια να καμαρώσω
να χαιρετήσω γαλανή, πεισμώνει η μαυρομάτα.
Πώς να σε κάνω γαλανή να γένεις μαυρομάτα
να φέρω το ζωγραφιστή για να σε ζωγραφίσει»
Δυστυχώς οι δυσκολίες και οι άσχημες στιγμές στη ζωή είναι πραγματικότητα. Ακόμα και αυτές τις έκαναν τραγούδι. Η ψυχολογική κόπωση, τα βάσανα, τα ξένα, η άσχημη χρονιά σε γέννες και παραγωγή γάλακτος αλλά ακόμα και ο χαμός αγαπημένων προσώπων.
«Τι να την κάνω την καρδιά που ναι παραπονιάρα
φορές με κάνει και πονώ, φορές ν` αναστενάζω
κι άλλες φορές μωρέ παιδιά
μανούλα να φωνάζω»
Σήμερα λίγοι Σαρακατσάνοι ακολουθούν πιστά την κτηνοτροφική νομαδική ζωή με διαβίωση σε χειμαδιά και βουνά. Περισσότερο ταιριάζει ο χαρακτηρισμός ημι- νομαδικός βίος. Το χτίσιμο σύγχρονων κτηνοτροφικών μονάδων με παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης και συστήματος αρμέγματος αλλά και η χορήγηση ζωοτροφών έχουν φέρει αλλαγές στην παραδοσιακή άσκηση του επαγγέλματος υπέρ του ανθρώπινου παράγοντα. Επιπλέον, μεγάλος αριθμός ακολούθησε την αστική ζωή και πλέον συναντά κάποιος Σαρακατσάνο σε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα, ακόμα και ναυτικούς που παλαιότερα θα ακουγόταν περισσότερο ως αστείο για μία καθαρά ημι- ορεινή και ορεινή φυλή. Όμως τηρούν τα ήθη και έθιμα, συμμετέχουν στους δραστήριους Συλλόγους ανά την επικράτεια, αγαπούν την παράδοση, πραγματοποιούν συνέδρια, πανελλήνιο αντάμωμα στο Περτούλι Τρικάλων και τοπικά παραδοσιακά γλέντια. Με σημαντικές φωνές όπως τον Νίκο Γιαννακό, τον Αναπληρωτή Καθηγητή Βασίλη Σερμπέζη, τον γιατρό Σταύρο Μπόνια και τις Γιώτα Γρίβα, Κατερίνα Μπόνια, Ιωάννα Τσαούση.
«Τη χρυσή μου την παρέα θε να την γλεντήσω ωραία
να της πω ένα τραγουδάκι να τη βάλω σε μεράκι.
Γλώσσα μου γλυκιά μου γλώσσα άνοιξε πες μας καμπόσα
όσα ξέρεις κι άλλα τόσα»
Μιλτιάδης Β. Παρλάντζας
Υπλγός (ΕΜ), MSc
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Καψάλης Γ., Όσα μου είπαν τα σαρακατσάνικα τραγούδια, Τυπωθήτω, Αθήνα 2009
- Κουρέλης Ο., Σαρακατσάνοι- οι φερέοικοι Έλληνες, Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2014
- Τζάκης Δ., Γεώργιος Καραϊσκάκης, ΝΕΑ, Αθήνα 2019
- Χατζημιχάλη Α., Σαρακατσάνοι, Ίδρυμα Αγγελικής Χατζημιχάλη, Αθήνα 2007
ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
- www.hxwsarakatsanwn.gr , Ηλεκτρονική εφημερίδα Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Σαρακατσαναίων
- www.sarakatsani-folk-museum.gr , Ιστοσελίδα Λαογραφικού Μουσείου Σαρακατσαναίων
- www.sarakatsanoi.blogspot.com