1/6/2016. Οι ρώσοατλαντικές σχέσεις στην 3η μεταψυχροπολεμική δεκαετία
Οι καλές σχέσεις Δύσης – Ρωσίας κατά την δεκαετία του ΄90 οφείλονταν εν πολλοίς στην δυσμενή θέση της δεύτερης και επηρεάστηκαν δυσμενώς από την συνεχή ενσωμάτωση κρατών, που βρίσκονταν στην σφαίρα επιρροής ή στην επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Συν τω χρόνω, οι πολιτικές περαιτέρω διεύρυνσης αποτέλεσαν για τη Μόσχα μη ανεκτή κατάσταση.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα η Ρωσία επιδίωξε ενεργά να ανακόψει, κι ως ένα βαθμό να ανατρέψει, τα τετελεσμένα της πρώτης μεταψυχροπολεμικής περιόδου έτσι ώστε να ενισχύσει την θέση και τον ρόλο έναντι των δυτικών χωρών και κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο ενεργειακός τομέας ενώ αρχικά εμφανίζονταν ως κοινά επωφελής χώρος συνεργασίας μεταξύ Ρωσικής Ομοσπονδίας και κυρίως των ευρωπαϊκών χωρών, σταδιακά εξελίχθηκε σ’ ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης στο βαθμό που το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί τον ενεργειακό τομέα για να αλιεύσει και πολιτικά οφέλη. Έκτοτε, βασική μερίμνα των Ηνωμένων Πολιτειών και των ευρωπαϊκών κρατών είναι να πολλαπλασιαστούν οι υποδομές εξόρυξης και μεταφοράς υδρογονανθράκων, οι οποίες δεν θα διέρχονται από ρωσικό έδαφος ή από κράτη που βρίσκονται στην σφαίρα επιρροής της Μόσχας. Αντικειμενικός σκοπός του εγχειρήματος συνίσταται στο να παυθεί η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τον ρωσικό παράγοντα. Η συγκεκριμένη πολιτική της Δύσης δεν αποκλείει a priori ενεργειακές συνέργειες με τη Ρωσία διακηρυγμένος στόχος της Ουάσιγκτον είναι η ύπαρξη πολλαπλών διόδων μεταφοράς των υδρογονανθράκων προς τις δυτικές οικονομίες.
Κατά την τωρινή συγκυρία, η εν εξελίξει κρίση στην Ουκρανία εμπεριέχει περισσότερο το στοιχείο της αντιπαράθεσης παρά της συνεννόησης. Κύρια στόχευση της Μόσχας είναι να διαρραγεί το ατλαντικό πλαίσιο προσεγγίζοντας χώρες της Ευρώπης, προοπτική που φαντάζει αρνητική κυρίως για τα αγγλοσαξονικά συμφέροντα και ενεργοποιεί τις παραστάσεις απειλής για τα κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Οι δυσμενείς, εν σχέσει με τις αρχικές επιδιώξεις της Δύσης, εξελίξεις στην Συρία και η αποφασιστική στάση του Κρεμλίνου, καθώς και το καταλυτικό γεγονός των τρομοκρατικών επιθέσεων, στο ρωσικό πολιτικό αεροσκάφος στην Αίγυπτο και το Παρίσι, επέφεραν συγκλίσεις επιδιώξεων μεταξύ δυτικών πρωτευουσών και Μόσχας. Η Τουρκία με την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού προσπάθησε να αποτρέψει τις δρομολογηθείσες εξελίξεις, ακυρώνοντας την συσταθείσα συμμαχία Ρωσίας –Δύσης, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Η Ρωσία επιθυμεί να θεωρείται από τη Δύση, πολιτικές ηγεσίες και κοινωνίες, ως παράγων σταθερότητας κι όχι αστάθειας στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα, ευελπιστώντας σε ανάλογη συνεννόηση και στην ουκρανική κρίση. Η «εγκράτεια» της Μόσχας, στην περίπτωση της κατάρριψης του ρωσικού αεροσκάφους από την τουρκική αεροπορία, δηλοί του λόγου το αληθές.