10/7/2017.  ΟΙ  ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ  ΠΛΗΓΕΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΑΣ

10/7/2017. ΟΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΛΗΓΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

                  
Η μελέτη της ελληνικής περίπτωσης αναφορικά με την περιβαλλοντική πολιτική παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον , στο μέτρο που η περιβαλλοντική πολιτική, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα δεν αποτελούσε πεδίο υψηλής πολιτικής προτεραιότητας για τις ελληνικές κυβερνήσεις.

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι παρά την ύπαρξη, ήδη από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, κανονιστικών διατάξεων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση οχλήσεων από παραγωγικές δραστηριότητες, καθώς και τη θέσπιση ρητής διάταξης στο Σύνταγμα του 1975, σύμφωνα με την οποία ‘ προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός ‘, η εισαγωγή ενός ολοκληρωμένου νομικού πλαισίου ολοκληρώθηκε μόλις το 1986.

  Παρά τα πιεστικά περιβαλλοντικά προβλήματα που αναδεικνύονται σταδιακά από τα τέλη της δεκατίας του 1970 έως σήμερα, ιδίως όσον αφορά την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα, την περιβαλλοντική επιβάρυνση από την αγροτική παραγωγή και τη σημαντική έλλειψη υδάτινων πόρων στο ανατολικό τμήμα της χώρας, η περιβαλλοντική πολιτική παρέμενε επί μακρόν τομέας χαμηλής πολιτικής προτεραιότητας.
   Αντίστοιχα, οι εθνικές δομές, διαδικασίες και πρακτικές περιβαλλοντικής ρύθμισης χαρακτηρίζονται από έντονα συγκεντρωτικό χαρακτήρα, σημαντικές ελλείψεις γνωστικών και χρηματοδοτικών πόρων των δομών που είναι επιφορτισμένες με την αποτελεσματική παρακολούθηση και επιβολή της ενωσιακής νομοθεσίας.
    Παρατηρείται έντονα την τελευταία δεκαετία αδυναμία των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν τις περιβαλλοντικές νομοθεσίες που προέρχονται από την ΕΕ, με ακούσιο ή εκούσιο χαρακτήρα. Συγκεκριμένα,  η ενωσιακή περιβαλλοντική νομοθεσία εκούσια καταπατάται όταν η σύγκριση κόστους –ωφέλειας εφαρμογής συγκλίνει υπέρ του κόστους ( χρηματικό, πολιτικό, διοικητικό) και όχι υπέρ της ωφέλειας. Σε αντίθεση, ακούσια καταπατάται όταν ενώ το κράτος – μέλος επιθυμεί την εφαρμογή της ενωσιακής περιβαλλοντικής πολιτικής, αλλά δεν διαθέτει τους κατάλληλους οικονομικούς, διοικητικούς, εξειδικευμένους  γνωστικούς πόρους.    

Ως περιβαλλοντικές πληγές της χώρας μας υπογραμμίζονται ο τομέας διαχείρισης των στερεών αποβλήτων και ο τομέας της ανακύκλωσης. Σχετικά με τον τομέα των στερεών αποβλήτων η πολιτική της ΕΕ στηρίζεται σε μια σειρά από κατευθυντήριες αρχές, οι οποίες αποτυπώνονται στις επιμέρους οδηγίες και τα προγραμματικά κείμενα της Επιτροπής. Συγκεκριμένα, η θεμελιώδης αρχή διαχείρισης των αποβλήτων ότι ‘ ο ρυπαίνων πληρώνει’ , καθιστά τους παραγωγούς και κατόχους αποβλήτων υπόχρεους για το κόστος διαχείρισής τους.

Σύμφωνα με την αρχή της ‘επανόρθωσης’ της ζημίας στο περιβάλλον, το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων βαρύνει τον αρχικό παραγωγό των αποβλήτων και τον τρέχοντα ή τους προηγούμενους κατόχους τους.

Η ανταπόκριση της ελληνικής πλευράς στις ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις εφαρμογής του σύνθετου και εξαιρετικά εξειδικευμένου από τεχνική άποψη, θεσμικού πλαισίου ήταν εξαρχής προβληματική. Χαρακτηριστικά, ο εν λόγω τομέας κρατικής ρύθμισης αναπτύχθηκε υπό την πίεση της ενσωμάτωσης των ενωσιακών ρυθμίσεων. Είναι ενδεικτικό ότι παρά την ύπαρξη υγειονομικών διατάξεων ήδη από την δεκαετία του 1960, η πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια εισαγωγής ενός συνεκτικού πλαισίου αρχών και διαδικασιών διαχείρισης των αποβλήτων έγινε το 1986 με το άρθρο 12 του Ν. 1650, που προβλέπει την αναγκαιότητα εθνικού σχεδιασμού διαχείρισης, ενώ παράλληλα παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια για την έκδοση των σχετικών υπουργικών αποφάσεων εξειδίκευσης του τρόπου εκπόνησης και του περιεχομένου των σχεδίων.

Το κανονιστικό αυτό πλαίσιο αποτελείται από υπουργικές αποφάσεις που ενσωματώνουν τις επιμέρους οδηγίες και καθορίζουν τους εθνικούς φορείς και τις διαδικασίες εφάρμογής τους. Συγκεκριμένα, με την Κ.Υ.Α 69728/824 του 1996 που ενσωματώνει τις οδηγίες του 1975 και του 1991. Τέθηκαν έτσι οι βασικοί όροι και τα μέτρα για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων, που παρέμειναν εν ισχύ μέχρι την τροποποίησή της με δύο νέες Κ.Υ.Α  μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Η υπουργική αυτή απόφαση αφορά αποκλειστικά στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων, εξαιρώντας από το πεδίο εφαρμόγής της τόσο τα αέρια, όσο και τα ραδιενεργά απόβλητα, τα πτώματα ζώων, τα γεωργικά απόβλητα, καθώς και εκείνα που βάσει της νομοθεσίας χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνα. Συνεπώς, το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με διατάξεις που θέτουν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο διαχείρισης των στερεών αποβλήτων ως προς τους υπόχρεους φορείς, τις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής διαχείρισης των αποβλήτων, το πλαίσιο των τεχνικών προδιαγραφών και γενικών προγραμμάτων διαχείρισης, τα επιμέρους μέτρα, τις διαδικασίες τερματισμού, εξυγίανσης και αποκατάστασης εγκαταστάσεων και χώρων διάθεσης αποβλήτων, καθώς και την αποκατάσταση των ΧΑΔΑ και τη διενέργεια ελέγχων.

Η δεύτερη περιβαλλοντική πληγή της χώρας συνίσταται στο ζήτημα της ανακύκλωσης. Η ενωσιακή νομοθεσία θέτει  ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους ως προς τα διάφορα ρεύματα ανακύκλωσης υλικών και συσκευασιών. Σύμφωνα με αυτούς, η Ελλάδα αναλαμβάνει την υποχρέωση , έως το 2013, να αναπτύξει εθνικό πρόγραμμα πρόληψης παραγωγής αποβλήτων για την επίτευξη των στοχων που θέτουν οι οδηγίες της ΕΕ.  Η πορεία επίτευξης των στόχων αυτών είναι προδήλως ελλειμματική.

Η χώρα μας δυστυχώς βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των υπόλοιπων κρατών μελών της Ένωσης ως προς την ανακύκλωση συσκευασιών, που αποτελούν και τον κύριο όγκο των ανακυκλώσιμων υλικών.  Συγκεκριμένα, η Ελλάδα με 44 % το 2008 υπολείπεται σημαντικά του κοινοτικού μέσου όρου, ο οποίος είναι 61%.

Το αξιοσημείωτο αυτό έλλειμμα, οφείλεται σε τρείς βασικές αιτίες. Αρχικά, στην ουσιαστική αδυναμία των διοικητικών μηχανισμών που είναι επιφορτισμένοι με τη διαμόρφωση, την παρακολούθηση και κυρίως τον έλεγχο της πολιτικής για την ανακύκλωση. Δεύτερον, στο σημαντικό έλλειμμα αποτελεσματικών μηχανισμών διαμόρφωσης και υλοποίησης των στρατηγικών για την ανακύκλωση διάφορων ρευμάτων υλικών.  Και τρίτον στο αξιοπρόσεχτο έλλειμμα συνεκτικών και αποτελεσματικών στρατηγικών ευαισθητοποίησης και πληροφόρησης των πολιτών σχετικά με τους κινδύνους από τη μη ορθή διαχείριση των οικιακών αποβλήτων.

Εν κατακλείδι, τα βασικότερα περιβαλλοντικά προβλήματα της χώρας μας, ή αλλιώς οι βασικότερες περιβαλλοντικές πληγές της απαιτούν μια καίρια και αποφασιστική διευθέτησή τους. Αυτή η διευθέτηση συνίσταται  σε ένα κράμα πολιτικής, διοικητικής οργάνωσης και κοινωνικής ευσυνειδησίας.

Αφήστε μια απάντηση