Blog

17/1/2017. Ανατροπές, συμμαχίες, συμφέροντα και επιλογές πολιτικής

17/1/2017. Ανατροπές, συμμαχίες, συμφέροντα και επιλογές πολιτικής

Το Χαλέπι έπεσε, οι μάχες για την ανακατάληψη της Μοσούλης συνεχίζονται ενώ η Ράκκα συνεχίζεται να δέχεται αεροπορικούς βομβαρδισμούς από πολεμικά αεροσκάφη διαφόρων εθνικοτήτων. Σε μια ταχύτατη ανατροπή, Ρωσία και Τουρκία, συντονίζουν σε αγαστή συνεργασία, τις στρατιωτικές και διπλωματικές τους προσπάθειες στο μέτωπο της Συρίας, με την Ουάσινγκτον να παρατηρεί εκνευρισμένη και την Ευρώπη μονίμως αμήχανη.

Ακριβώς, ένα χρόνο πριν, «έγκριτοι» στρατιωτικοί αναλυτές επισήμαιναν την ευκαιρία συμπόρευσης μας με τον δυναμικό πρόεδρο Πούτιν και το «φιλελληνικό» ομόδοξο ορθόδοξο ρωσικό γένος για την αντιμετώπιση της διαχρονικά σταθερής τουρκικής απειλής. Σύνηθες φαινόμενο της ελληνικής ψυχοσύνθεσης, η αναζήτηση «από μηχανής θεών» οι οποίοι μη φειδόμενοι θυσιών, κόπων και κόστους είναι πρόθυμοι να αγωνιστούν αφιλοκερδώς για τα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα. Για τα τελευταία δε, φαίνεται ότι δυστυχώς μας χαρακτηρίζει μια σχετική ατολμία έως και απροθυμία να αναλάβουμε τα βάρη και το κόστος διαφύλαξης που μας αναλογεί. Για να μιλήσω δε με όρους διεθνών σχέσεων, φαίνεται ότι αποφεύγουμε το κόστος της εξισορρόπησης του αντιπάλου έχοντας παρασυρθεί από μια ουτοπική στρατηγική «μεταφοράς των βαρών» σε τρίτους παίκτες. Πράγματι η στρατηγική της «μεταφοράς των βαρών» είναι υπαρκτή και ενίοτε επιτυχημένη αλλά συνοδεύεται από προϋποθέσεις που στην περίπτωση μας αδυνατούμε όχι μόνο να εξασφαλίσουμε αλλά και να κατανοήσουμε.

Δικαιολογημένα ο στοχαστής Παναγιώτης Κονδύλης είχε προ εικοσαετίας επισημάνει ότι η βαθύτερη επιδίωξη της Ελλάδος με την ένταξη της στην ευρωπαϊκή κοινότητα ήταν η εξασφάλιση ασφάλειας και ευημερίας με τις «πλάτες» άλλων (μορφή του συνδρόμου του «free rider») . Η ιδεολογικά κεκαλυμμένη αυτή επιδίωξη δεν αποτελεί αυτή καθαυτή όνειδος, καθώς ανάλογους στόχους έχουν άπασες οι χώρες που θυσιάζουν μέρος της εθνικής τους κυριαρχίας εισερχόμενες σε μια ένωση ή συμμαχία κρατών. Στη δική μας περίπτωση, το ολέθριο σφάλμα βρίσκεται στην αδυναμία μας να αντιληφθούμε τα όρια αυτής της στρατηγικής καθώς και τις μεταβαλλόμενες διεθνείς καταστάσεις και διαθέσεις των συμμάχων και εταίρων μας. Αντίστοιχα ανεδαφικές και οι συνεχείς μας επικλήσεις στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου χωρίς να τολμούμε να τις συνδυάσουμε αποτελεσματικά με απειλή  διασάλευσης της διεθνούς ασφάλειας και ειρήνης στην περιοχή μας. Η λειτουργία των διεθνών θεσμών και οργάνων ελάχιστα έχουν επιλύσει το δυσεπίλυτο ζήτημα της προβληματικής συνύπαρξης «δικαίου» και ασφάλειας στο άναρχο διεθνές περιβάλλον. Οποιαδήποτε προσπάθεια επιβολής του «δικαίου» διαταράσσει τη μεταξύ τους ευαίσθητη ισορροπία και δυναμιτίζει την ύπαρξη της ασφάλειας. Ακόμη και στην περίπτωση της μη ύπαρξης ιδιαιτέρων συμφερόντων, τα διεθνή όργανα, καθοδηγούμενα από τις συγκλίσεις και εξισορροπήσεις των «μεγάλων  δυνάμεων», επιλέγουν την προάσπιση της διατήρησης της ειρήνης θέτοντας σε υποδεέστερη θέση αιτήματα «δικαίου». Μια ολόκληρη σειρά αποφάσεων διεθνών δικαστικών οργάνων καταδεικνύει την τάση της προτίμησης συμβιβαστικών «πολιτικών» λύσεων με αποτέλεσμα αναθεωρητικά κράτη με πλεόνασμα ισχύος και συνεχόμενες απειλές διασάλευσης της διεθνούς ασφάλειας  να ευρίσκονται σε πλεονεκτική θέση έναντι των «νομοταγών» αντιπάλων τους και των επικλήσεων τους για εφαρμογή του «δικαίου».

Αλλοίμονο δε στο κράτος που δεν έχει κατανοήσει αυτήν την πραγματικότητα και βαδίζει σε ουτοπικούς ατρόπους, ειδικά μάλιστα, αν ευρίσκεται σε διακεκαυμένες ζώνες. Ανεπίτρεπτη αφέλεια, ειδικά για τους απογόνους του Θουκυδίδη που με μοναδικό τρόπο και αξεπέραστα, περιέγραψε πριν από 2500 χρόνια τις πολυεπίπεδες λειτουργίες, τους συνεχείς ανταγωνισμούς και τις ανελέητες συγκρούσεις των ανθρώπινων ομάδων.

Η αρχική μας αναφορά στην επαναπροσέγγιση Ρωσίας με Τουρκία δεν αποτελεί και προτροπή για ακολούθηση μιας παραπλήσιας καιροσκοπικής εξωτερικής πολιτικής με αυτή που εφαρμόζει η Άγκυρα το τελευταίο διάστημα της κυριαρχίας του «σουλτάνου». Είναι τελείως διαφορετική η σκληρή διακρατική διαπραγμάτευση για μεγιστοποίηση των κερδών από μια συνεχή, εναλλασσόμενη και εκβιαστική, έναντι πάντων, καιροσκοπική πολιτική. Ειδικά δε η δεύτερη στρατηγική προϋποθέτει ικανότητα άμεσης προσαρμογής και υφαρπαγής ευκαιριών εκμεταλλευόμενη στο έπακρο όλους εκείνους τους παράγοντες που την καθιστούν (αν αυτό πράγματι συμβαίνει) εφικτή. Ίσως η μέγιστη ικανότητα σε αυτή την καιροσκοπική πολιτική να είναι η αντίληψη των ορίων της και η έγκαιρη χρονικά μεταστροφή με την επίτευξη έστω και μέρους των επιθυμητών στόχων. Αντίθετα, η πολιτική της σταθερής συμπόρευσης και αξιοπιστίας, πέραν των εγγενών πλεονεκτημάτων της, χαρακτηρίζεται από την προβλεψιμότητα,  τον περιορισμένο αριθμό επιλογών και την αδυναμία δημιουργίας πιεστικών καταστάσεων για εξασφάλιση παραχωρήσεων και κερδών. Για άλλη μια φορά, ο προσεκτικός συνδυασμός των δύο ακραίων αυτών προσεγγίσεων εξασφαλίζει την καλύτερη επίτευξη των στόχων μας.

Βέβαια, στις διεθνείς σχέσεις ισχύει το αξίωμα ότι όλα κρίνονται εκ του τελικού αποτελέσματος, με τον παράγοντα του χρόνου να υποκρύπτει ενίοτε εκπλήξεις και απροσδόκητες ανατροπές. Σε κάθε όμως περίπτωση, η επιτυχία της πολιτικής που θα ακολουθήσουμε, πλέον της ορθής σχεδίασης και εφαρμογής της σε σχέση με τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν, εξαρτάται τα μέγιστα από τη σχετική ισχύ μας (στρατιωτική, διπλωματική, οικονομική κλπ) που ως έθνος διαθέτουμε έναντι του αντιπάλου αλλά και τη βούληση μας όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από φίλους και εχθρούς σε βάθος χρόνου.

Αφήστε μια απάντηση