18/1/2017. Θα μπορέσουν τεχνοκράτες να τετραγωνίσουν τον κύκλο της ασφάλειας και των εγγυήσεων;
Με εκτεταμένη μελέτη μας, 6 Σεπτεμβρίου 2016, που μοιράσαμε ευρέως στην πολιτική ηγεσία, καθώς και με αρθρογραφία μας, είχαμε υπογραμμίσει ότι: Με τις διαμετρικά αντίθετες θέσεις και τις «κόκκινες γραμμές» των αντιπάλων πλευρών στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης στο πρόβλημα αυτό θα έμοιαζε με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου. Όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα της Διάσκεψης για την Κύπρο στη Γενεύηστις 12 Ιανουαρίου, δεν μπόρεσε όντως αυτό να επιτευχθεί και τα εμπλεκόμενα μέρη αφήνουν τώρα την προώθηση του στα χέρια τεχνοκρατών. Όπως όμως θα αναπτυχθεί πιο κάτω, χωρίς πολιτικές συγκλήσεις αυτό θα αποδειχθεί ακατόρθωτο γεγονός.
Καταρχήν όσον αφορά την πολιτική συζήτηση του θέματος, στη μελέτη υποδεικνύονται τα εξής: Για να μπορέσει να είναι πιο παραγωγική η τυχόν διαπραγμάτευση επί του προκείμενου, θα πρέπει να συμφωνηθεί προηγουμένως το περίγραμμα μέσα στο οποίο θα διεξαχθεί. Να διασαφηνιστούν οι έννοιες της ασφάλειας, της απειλής και τι σημαίνουν για την κάθε πλευρά ώστε να αντιλαμβάνεται καλύτερα η μια την άλλη. Δυστυχώς όπως φάνηκε και από τη συνέντευξη του Νορβηγού Ειδικού Αντιπρόσωπου του Γ.Γ. του ΟΗΕ Έσπεν Μπαρθ Έιντε, μετά το πέρας της Διάσκεψης, έπρεπε να βρεθούν αντιμέτωποι με το πρόβλημα αυτό στη Γενεύη για να γίνει κατανοητό.
Διερωτάται όμως κανείς, όλοι οι αξιότιμοι διαπραγματευτές και οι σεβαστοί τεχνοκράτες –σύμβουλοι, που πλαισιώνουν τις εκάστοτε αντιπροσωπείες και ιδίως ο κ. Έιντε, που στη συνέντευξη του επανέλαβε ότι έχει εμπειρίες στη διευθέτηση συγκρούσεων, δεν γνωρίζουν ότι: Σε οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης κρίσης ή σύγκρουσης, η διασαφήνιση όρων, εννοιών και το πώς εκλαμβάνει η κάθε πλευρά το πρόβλημα και τις θέσεις της άλλης, αποτελεί βασική προϋπόθεση; Το γεγονός ότι τώρα, μετά από τόσα χρόνια, αναγνωρίζεται αυτό στο Κυπριακό, κάθε άλλο παρά αποτελεί ένδειξη επάρκειας και αποτελεσματικών χειρισμών.
Βέβαια στη Διάσκεψη μπορεί για πρώτη φορά να τέθηκε θέμα ασφάλειας και εγγυήσεων προς συζήτηση με παρούσα την Τουρκία, αλλά τα πράγματα επί του εδάφους είναι πιο δύσκολα από ότι φαίνονται. Καταρχήν, η αποτυχία εξεύρεσης κοινού εδάφους επίλυσης του καυτού προβλήματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων πριν φτάσουμε στη Διάσκεψη, όπως διαπιστώθηκε στη συνεδρία των πέντε (συν η Ε.Ε.), παρά τις διαβουλεύσεις Έιντε και άλλων ενδιαφερομένων, είναι βασικός λόγος γιατί δεν κατέστη καν δυνατή η διαπραγμάτευση του θέματος. Ο Νορβηγός διπλωμάτης πρέπει βέβαια να γνώριζε ότι πήγαιναν στη Διάσκεψη χωρίς να υπάρχει κοινό έδαφος, αλλά ίσως να προσδοκούσε ότι κάποια κοινή βάση θα μπορούσε να βρεθεί εκεί. Ωστόσο, τα μέρη στη Διάσκεψη περιορίστηκαν απλώς σε διατύπωση των γνωστών τους θέσεων. Ο δε Τούρκος ΥΠΕΞ Μελβούτ Τσαβούσογλου – προφανώς προσχεδιασμένα – δεν άφησε καθόλου χρονικά περιθώρια για περαιτέρω συζήτηση ή για κάποιες συγκλήσεις, γιατί βιαζόταν έλεγε να επιστρέψει στην Τουρκία, ενώ με νέες απαιτήσεις του καθιστούσε το όλο ζήτημα ακόμη πιο δύσκολο.
Με την αποτυχία της Διάσκεψης της Γενεύης να δώσει λύση στο πρόβλημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, οι πολιτικές αντιπροσωπείες ανάθεσαν το ρόλοτου τετραγωνισμού του κύκλου σε ομάδα τεχνοκρατών, που όπως είπε ο κ. Έιντεν «θα εργαστούν επί συγκεκριμένων ιδεών, πιθανών επιλογών και προτάσεων» τις οποίες θα υποβάλουν «για μια δομημένη τελική συζήτηση μεταξύ των αρχών, που θα λάβει χώρα αργότερα». Όμως το πρόβλημα της ασφάλειας όσον αφορά τη στρατιωτική του διάσταση, την παρουσία των κατοχικών δυνάμεων στο νησί, όπως και των εγγυήσεων είναι πρωτίστως πολιτικό και στρατηγικό και μετά τεχνικό. Έχει να κάνει με εθνικούς στόχους και με στρατηγικούς προσανατολισμούς όπως αυτοί καθορίζονται από τις εκλεγμένες ηγεσίες των πρωταγωνιστών. Γι αυτό αν δεν υπάρξουν μεταβολές ή κοινά αποδεκτές υποχωρήσεις και συγκλήσεις από τις πολιτικές ηγεσίες των εμπλεκομένων μερών, για να δοθούν και οι ανάλογες κατευθύνσεις στην ομάδα των τεχνοκρατών, δεν μπορεί να προκύψουν σοβαρές προτάσεις ή λύσεις – τεχνικές ή μη – στο επίπεδο αυτό. Ο Έσπεν Μπαρθ Έιντε λοιπόν θα πρέπεινα συγκεντρώσει τις προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος στο πολιτικό και όχι τόσο στο τεχνοκρατικό πεδίο, ειδάλλως η αποτυχία και εδώ είναι προδιαγραμμένη.