2015-05-06. Η αποτυχία της πολιτικής της ένταξης στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη
Είναι εμφανές εδώ και μερικούς μήνες ότι το θέμα της υποβολής αίτησης ένταξης στο πρόγραμμα του ΝΑΤΟ, «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη» (PfP), που τα τελευταία δύο χρόνια αποτελούσε κορωνίδα της στρατηγική της Λευκωσίας στο Κυπριακό, έχει αποτύχει. Προφανώς η υπόθεση αυτή έχει καταστεί κλινικά νεκρή και μόνο με μηχανική υποστήριξη συνεχίζει να υπάρχει εν ζωή, οι δε θιασώτες της πρότασης αυτής στην Κύπρο και την Ελλάδα, παραμένουν αμέτοχοι και τηρούν στάση άκρας σιωπής.
Η υποβολή αίτησης ένταξης στο PfPαποτελούσε προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης της Λευκωσίας. Ακόμα πριν την εκλογή του ο τότε υποψήφιος και σημερινός πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης, μιλώντας σε συγκέντρωση του Δημοκρατικού Κόμματος στις 24 Νοεμβρίου 2012, δήλωνε ότι σε αντίθεση με την προηγούμενη διακυβέρνηση, η κυβέρνηση του θα υποβάλει «άμεσα αίτηση για ένταξη της Κύπρου στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». Επίσης κατά τη νενομισμένη διαβεβαίωση του ενώπιον της Κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων στις 28 Φεβρουαρίου 2013, μετά την εκλογή του στο προεδρικό αξίωμα, ο κ. Αναστασιάδης υπογράμμιζε τη θέση αυτή ως κορυφαία παράμετρο του προγράμματος της διακυβέρνησης του.
Ικανοποιούσε έτσι σύσσωμη την πολιτική ηγεσία και τα κόμματα του τόπου – πλην του ΑΚΕΛ – που με σχετικό ψήφισμά στη Κυπριακή Βουλή στις 25 Φεβρουαρίου 2011 καλούσαν τον τότε πρόεδρο να υποβάλει αίτηση ένταξης στο PfP. Ικανοποιούσε ταυτόχρονα και τις υποδείξεις και προτροπές από τον τέως πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια, τους πρώην υπουργούς Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Μεϊμαράκη και Δημήτρη Αβραμόπουλο και άλλους, καθώς και πλείστων αναλυτών, ακαδημαϊκών και στρατιωτικών στην Αθήνα και τη Λευκωσία.
Είναι γεγονός ωστόσο πως κατά τις εντατικές επαφές που ακολούθησαν με τις ΗΠΑ, τους Νατοϊκούς συμμάχους της Άγκυρας και Ευρωπαίους εταίρους, η κυβέρνηση αντιμετώπισε τις ωμές πραγματικότητες για τις οποίες ματαίως προειδοποιούσαμε όλο αυτό το διάστημα τους συζητούντες. Από την αρχή η Λευκωσία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη διπλωματική αλλά αρνητική στάση τους, ή την υπεκφυγή τους στο αίτημα για υποβολή αίτηση ένταξης στο PfP, για να μην δυσαρεστήσουν την Τουρκία. Ούτως ή άλλως βέβαια η τουρκική πλευρά διατηρεί δικαίωμα αρνησικυρίας στο ΝΑΤΟ, οπότε όπως πολλάκις αναλύσαμε, το θέμα υποβολής αίτησης ένταξης στον PfP ούτε στην ημερήσια διάταξη της Συμμαχίας δεν θα μπορούσε να εγγραφεί χωρίς τη συγκατάθεση της Τουρκίας.
Κάτω από τις πραγματικότητες αυτές, η κυπριακή πλευρά υποχρεώθηκε να αναπροσαρμόσει το αρχικά απόλυτο ύφος, λεκτικό και ρητορική του αιτήματός της καθιστώντας το πιο ήπιο και λιγότερο απαιτητικό. Όμως πίσω από τις γραμμές των διαφοροποιημένων δηλώσεων και ανακοινώσεων δύσκολα μπορούσαν να αποκρυφτούν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι προσπάθειες της, καθώς και ο απολεσθείς ενθουσιασμός της. Η αρχικά επίμονη θέση για άμεση υποβολή αίτησης ένταξης στον PfP, άσχετα αν η Άγκυρα θα την απέρριπτε («θα κερδίζαμε τουλάχιστο τις εντυπώσεις», πίστευαν), έπαψε να υφίσταται και ο Υπουργός των Εξωτερικών της Κύπρου κ. Γιαννάκης Κασουλίδης με δηλώσεις του στις 12 Απριλίου του 2014, διακήρυττε την αναδίπλωση της πολιτικής αυτής: «Η κυβέρνηση», είπε, «είναι έτοιμη να υποβάλει την αίτηση της οποιαδήποτε στιγμή». (Όχι άμεσα όπως ήταν η επιθυμία προηγουμένως). Όμως – συνέχισε – «εκείνο που δεν θέλουμε να γίνει είναι να κατατεθεί η αίτηση προτού ωριμάσουν τα πράγματα, για να μην ασκήσει βέτο η Τουρκία». «‘Αν η Τουρκία ασκήσει βέτο» – πρόσθεσε – « θα λήξει άδοξα αυτή η προσπάθεια, η οποία θέλουμε να είναι πετυχημένη και άρα κάνουμε υπομονή».
Βέβαια δεν είναι μόνο τα ανωτέρω που καταδείκνυαν ότι η πολιτική στο θέμα PfP είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Είναι και το γεγονός ότι η Λευκωσία αφού εξάντλησε τις προσπάθειες της άρχισε να ζητά από τρίτους να της πουν πότε και αν θα υποβάλει αίτηση ένταξης, ανάλογα με το πώς αυτοί θα κρίνουν τις προθέσεις της Τουρκίας επί του θέματος αυτού! Ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών ήταν αρκετά αποκαλυπτικός επί του προκειμένου όταν σε συνέντευξη του στον «Πολίτη» στις 25 Μαΐου του 2014, δήλωνε ότι «έχω ζητήσει προσωπικά από τον κ. Κέρι», Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, «και την κα Άστον», Ύπατο Εκπρόσωπο της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική, «να μας πουν πότε να υποβάλουμε αυτή την αίτηση, έτσι ώστε όταν την υποβάλουμε να μην εισπράξουμε ένα ξεκάθαρο βέτο από την Τουρκία. Προτιμούμε να δουλεύουμε προς εκείνη την κατεύθυνση μέχρις ότου τα πράγματα ωριμάσουν».
Όμως ενόσω συνεχίζει η διαφορά στο Κυπριακό, ούτε ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, ούτε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, ούτε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, πρόκειται να πουν στην κυπριακή πλευρά ότι τα πράγματα έχουν ωριμάσει. Ότι δεν θα υπάρξει τουρκικό βέτο και άρα μπορεί να υποβάλει την αίτηση της για ένταξη στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη. Ο λόγος ήταν και παραμένει απλός: Η Άγκυρα για πολιτικούς και στρατηγικούς λόγους είναι απίθανο να συγκατατεθεί στο θέμα αυτό.
Προφανώς είναι αυτές οι διαπιστώσεις που τελικά οδήγησαν τον κ. Κασουλίδη να ομολογεί σε δηλώσεις του στο Πρωινό Δρομολόγιο του ΡΙΚ στις 9 Νοεμβρίου 2014 κάτι που εμμέσως πλην σαφώς υποδηλοί αποτυχία της πολιτικής αυτής. Κάτι όμως που πέρασε εντελώς απαρατήρητο, ανώδυνο και ασχολίαστο από όλους τους ενδιαφερόμενους επί του θέματος. Αναφερόμενος στο μη ικανοποιητικό ρόλο εταίρων όπως οι ΗΠΑ και ορισμένων σημαντικών Νατοϊκών χωρών της ΕΕ στο θέμα των παραβιάσεων της κυπριακής ΑΟΖ από το «Μπαρμπαρός», ο Κύπριος υπουργός είπε χαρακτηριστικά ότι αυτοί, όχι μόνο αίτηση να υποβάλουμε αλλά ούτε καν την πόρτα του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη δεν μας αφήνουν να κτυπήσουμε.
Ωστόσο, η αδυναμία της Λευκωσίας να παραδεχτεί ευθέως την αποτυχία της προσπάθειας αυτής, στην οποία είχε επενδύσει σημαντικό μέρος της στρατηγικής της στο Κυπριακό, απλώς συνεχίζει να συντηρεί το θέμα αυτό με μηχανικά μέσα εν ζωή ως μέρος της κυβερνητικής πολιτικής – παρόλο που είναι κλινικά νεκρό από αρκετό χρόνο αν όχι εξ υπαρχής. Περιέργως όμως ορισμένοι θιασώτες της πολιτικής αυτής – πολιτικές δυνάμεις, ακαδημαϊκοί, στρατιωτικοί, αναλυτές και άλλοι σε Κύπρο και Ελλάδα – που ασκούσαν αφόρητες πιέσεις στην προηγούμενη κυβέρνηση για να υποβάλει εδώ και τώρα αίτηση ένταξης στο PfP, φαίνεται το θέμα να μην τους ελκύει πλέον την προσοχή, ωσάν και τίποτα να μην έχει συμβεί. Υπό τις συνθήκες ίσως να ήταν υπερβολικό να αναμένει να ακούσει κανείς από κάποιους το «meaculpa» για τον αποπροσανατολισμό, την ταλαιπωρία και τις εντάσεις που οι έμμονες και εσφαλμένες εκτιμήσεις και αναλύσεις τους έχουν προκαλέσει στην κυπριακή πολιτική ζωή από τότε που άρχισε η συζήτηση αυτή.