2016-03-23. Που στοχεύουν οι τρομοκράτες
Photo by Christopher Furlong / Getty Images/ Ideal Image – Η είσοδος του σταθμού Maelbeek στο μετρό των Βρυξελλών, ο οποίος αποτέλεσε στόχο των τρομοκρατικών χτυπημάτων της 22ας Μαρτίου.
Αναμενόμενο και αναπόφευκτο το τρομοκρατικό κτύπημα στις Βρυξέλλες, το διοικητικό κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Παρά τον αυξημένο βαθμό αντιτρομοκρατικού συναγερμού, η πόλη δεν απέφυγε το αιματηρό πλήγμα αυξάνοντας τον αριθμό των χωρών που γνώρισαν τη βαρβαρότητα των τυφλών κτυπημάτων. Αποτελεί πλέον έργο των αρχών ασφαλείας να επανεξετάσουν τα μέτρα περιφρούρησης και τα δίκτυα πληροφοριών σε μια αέναη -αλλά συνάμα και απέλπιδα- προσπάθεια για επίτευξη της απόλυτης ασφάλειας.
Οι τρομοκράτες μπορούν να ισχυριστούν ότι πέτυχαν να προσβάλλουν ένα από τα καλύτερα προστατευόμενα και συμβολικά σημεία της Ευρώπης σκορπίζοντας τον τρόμο στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι ισλαμιστές εξτρεμιστές απέδειξαν ότι παρά τις πρόσφατες συλλήψεις των αρχών ασφαλείας είναι σε θέση να εξαπολύσουν συντονισμένες επιθέσεις ακόμη και σε αυστηρά ελεγχόμενες περιοχές. Πρέπει όμως να κατανοήσουμε ότι ο αντικειμενικός στόχος των τρομοκρατών δεν είναι μόνο η πρόκληση φόβου και κλίματος ηττοπάθειας στους Ευρωπαίους πολίτες. Οι αρρωστημένοι εγκέφαλοι της τρομοκρατίας επιδιώκουν να προξενήσουν μια φοβική και συνάμα αντεκδικητική αντίδραση των δυτικών κοινωνιών κατά του μουσουλμανικού κόσμου αδιακρίτως. Η σύγκρουση των πολιτισμών είναι για αυτούς η επιδιωκόμενη και νομοτελειακή εξέλιξη που θα οδηγήσει στη συντριβή των «απίστων» και την παγκόσμια επικράτηση της ιδεολογίας τους. Απόλυτα νοσηρή και απλοϊκή σκέψη που νοηματοδοτεί όμως την ύπαρξη απελπισμένων και περιθωριοποιημένων ανθρώπων. Δυστυχώς άνθρωποι πρόθυμοι να ακολουθήσουν το μονοπάτι της απόλυτης και αντιπαραγωγικής σύγκρουσης των «πολιτισμών» υπάρχουν αρκετοί σε όλες τις πλευρές.
Εδώ ακριβώς έγκειται και η ικανότητα της «πολιτισμένης» δύσεως να αποφύγει ένα θανάσιμο ενδεχόμενο εξασφαλίζοντας την απαιτούμενη προστασία στους πολίτες της μέσα από τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών αλλά και διατηρώντας την ταυτότητα και πολιτιστικά χαρακτηριστικά των επιμέρους εθνοτήτων που την αποτελούν. Όλα αυτά τα αλληλένδετα προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται μόνο με ανέγερση φρακτών, ούτε μόνο με βομβαρδισμούς στη Ράκκα, ούτε η αύξηση των αστυνομικών μέτρων μπορεί να προσφέρει την επιδιωκόμενη ασφάλεια. Οι κλασσικοί πόλεμοι έχουν κατά πολύ μειωθεί αλλά η συσσωρευμένη ενέργεια, η αδικία, οι ανισότητες και η καταπίεση αναζητούν τρόπους εκδήλωσης και αναπόφευκτα εφευρίσκουν νέες μορφές εκτόνωσης. Τα προβλήματα αυτά δεν επιλύονται ούτε μονομερώς ούτε άμεσα, απαιτούν μακροχρόνιο σχεδιασμό, πολυμερή συνεργασία, υψηλό κόστος, πολιτική βούληση και υπεύθυνη ενημέρωση των πληθυσμών.
Ερχόμενοι στην ελληνική πραγματικότητα και στο καίριο ερώτημα που βασανίζει τους Έλληνες πολίτες: εάν και κατά πόσο κινδυνεύει η ήδη καταρρακωμένη οικονομικά (και όχι μόνο) κοινωνία μας από την τυφλή ισλαμιστική τρομοκρατία και τις προσφυγικές ροές. Οι κίνδυνοι υπαρκτοί και πολύπλευροι, όπως και η αγωνία. Αγωνία βωβή, δικαιολογημένη καίτοι πολλάκις δεν εκδηλώνεται υπό το φόβο της ρατσιστικής «ρετσινιάς». Η ανησυχία δεν προέρχεται από τη διαφορετικότητα του άλλου, αλλά κυρίως από τη δικαιολογημένη ανησυχία της ανασφάλειας, της εξέλιξης των εθνικών μας ζητημάτων, της οικονομικής αντοχής αλλά και της διαφύλαξης της (λοιδορούμενης ενίοτε αλλά βαθειά ριζωμένης) εθνικής ταυτότητας μας. Η αγωνία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη καθώς διαβλέπουμε την περιχαράκωση άλλων ευρωπαϊκών κρατών και την αδυναμία άρθρωσης κοινής πολιτικής. Ήδη θεωρείται βέβαιο ότι ευρωπαϊκά κράτη, σε απάντηση της τρομοκρατικής ενέργειας, θα προχωρήσουν σε περαιτέρω μονομερείς ενέργειες με αρνητικές επιπτώσεις στη χώρα μας. Αναμφισβήτητες όμως και οι ευθύνες της Ελλάδος που μέσα από μια ανεδαφική πολιτική ανοικτών συνόρων οδήγησε (συνεπικουρουμένων και άλλων παραγόντων) στον υπερδεκαπλασιασμό των προσφυγικών ροών το 2015 και έλλειμμα εμπιστοσύνης εκ μέρους των «εταίρων» μας. Ευθύνες που αναλογικά επιμερίζονται σε μια μακροχρόνια ελλειμματική και εθελοτυφλούσα μεταναστευτική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.
Η χώρα μας μέχρι σήμερα δεν έχει στοχοποιηθεί από τους εξτρεμιστές, ίσως επειδή δε διαβλέπουν όφελος από παρόμοια ενέργεια και όχι για… «για ιστορικούς λόγους»! Πιθανόν, η όλη κατάσταση με τους εγκλωβισμένους πρόσφυγες, την ενδοευρωπαϊκή ασυνεννοησία και την απομόνωση της χώρας μας να εξυπηρετεί τους στόχους τους.
Μονόδρομος πλέον για την Ελλάδα είναι η αυστηρή τήρηση των εθνικών νόμων, των διεθνών συμβάσεων και των ευρωπαϊκών συμφωνιών συγχρόνως με μια ανθρώπινη αντιμετώπιση όλων των ταλαιπωρημένων ψυχών που συσσωρεύονται στα σύνορα μας. Διάσωση, καταγραφή, προσωρινή διαμονή προσφύγων, περιορισμός και επαναπροώθηση των παράτυπων μεταναστών. Η χώρα δεν μπορεί να είναι «ξέφραγο» αμπέλι εν ονόματι ενός απροσδιόριστου και μονόπλευρου ανθρωπισμού και ιδεολογικών ακροβασιών. Φυσικά η απόφαση αυτή έχει σοβαρό οικονομικό κόστος και δυνατόν να προκαλέσει χαμηλής-μεσαίας έντασης αντιδράσεις καθώς θα απαιτήσει τη δημιουργία κλειστών δομών διαμονής (για τους παράτυπους μετανάστες) και ελεγχόμενους (για τους πρόσφυγες). Είναι όμως η μοναδική μέθοδος που μακροπρόθεσμα, ενδεχομένως να μειώσει τις ροές δρώντας αποτρεπτικά, να οδηγήσει σε αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας και σε εμπέδωση του αισθήματος ασφαλείας.
Ο χρόνος λιγοστεύει επικίνδυνα και πρέπει να λάβουμε άμεσα τα ενδεικνυόμενα μέτρα. Κάθε καθυστέρηση ενέχει πολλαπλάσιο κόστος στο μέλλον. Η διαχείριση του οίκου μας δεν αναιρεί τις διεθνείς υποχρεώσεις συντονισμού και ανάληψης αποφασιστικών ενεργειών για την αντιμετώπιση του πολυσύνθετου φαινόμενου. Πίσω από τις τρομοκρατικές πράξεις υπάρχουν κράτη που καταρρέουν και πίσω από τις ορδές των Σύρων και Ιρακινών προσφύγων έπονται εκατομμύρια απελπισμένων ανθρώπων από προβληματικές περιοχές. Εδώ θα κληθούμε ως «πολιτισμένα» κράτη να βρούμε τη βέλτιστη ισορροπία μεταξύ ασφάλειας, ανθρωπισμού και διαφύλαξης της ταυτότητος και τρόπου ζωής μας. Σε αυτές τις λεπτές γραμμές και υπό τη σκιά της τρομοκρατίας θα διεξαχθεί ο «αγώνας» της γενιάς μας. Μέχρι όμως να υπάρξει μια συντονισμένη, ρεαλιστική και αποτελεσματική ευρωπαϊκή πολιτική η Ελλάδα, βασισμένη και στις εμπειρίες των άλλων κρατών, πρέπει να είναι προετοιμασμένη και για το χειρότερο δυνατό σενάριο.