21/7/2016. Ερντογάν ή τανκς;
Σ΄ αυτό το διόλου κολακευτικό και τραγικό δίλημμα βρέθηκε η τουρκική κοινωνία την προηγούμενη Παρασκευή. Φυσικά οι επιθετικοί προσδιορισμοί που χρησιμοποιήθηκαν στην προαναφερθείσα πρόταση αφορούν κατά βάση δημοκρατικές κοινωνίες. Δίχως αμφιβολία είναι πολύ νωρίς να τοποθετηθούμε με βεβαιότητα για το τί ακριβώς έγινε και σε ποιό βαθμό και υπέρ ποιού διακυβεύματος κινητοποιήθηκε ο τουρκικός λαός. Η αντίσταση ενάντια στο στρατιωτικό πραξικόπημα μακάρι να αφορούσε την προάσπιση της δημοκρατίας εν γένει, πιθανώς όμως να αποσκοπούσε στην στήριξη του νυν προέδρου της Τουρκίας και όλων όσα πρεσβεύει και υλοποιεί το κόμμα του.
Η πρώτη αντίδραση του τούρκου προέδρου και της κυβέρνησης της γείτονος επικεντρώνεται στην καρατόμηση στελεχών, του κρατικού μηχανισμού και των ένοπλων δυνάμεων, που συμμετείχαν στο πραξικόπημα. Κατά πάσα πιθανότητα οι εκκενωμένες θέσεις θα καταληφθούν από κρατικούς λειτουργούς και αξιωματικούς που απέτρεψαν την πτώση της κυβέρνησης και είναι φιλικά διακείμενοι προς το ΑΚΡ. Λίγα εικοσιτετράωρα μετά την απόπειρα ανατροπής του, γίνεται πλέον προφανές πως ο Ερντογάν θα εκμεταλλευτεί το εν λόγω γεγονός για να επεκτείνει την κυριαρχία του στην Τουρκία, εκκινώντας από τον πλήρη έλεγχο του κράτους και συνεχίζοντας στην θεσμική ηγεμόνευση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
Για την Δύση, αν μπορεί να αποτυπώσει η συγκεκριμένη λέξη τα συμφέροντα, τις επιλογές και τις αποκλίσεις των κρατών που απαρτίζουν αυτό που ονομάζουμε «δυτικός κόσμος», το ευκταίο θα ήταν το πολιτικό – ίσως και κάτι παραπάνω – τέλος του Ερντογάν αλλά και η αποτυχία του πραξικοπήματος. Τελικά, συνέβη το ένα από τα δύο. Ο τούρκος πρόεδρος, ακόμη και πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα, προσελάμβανε και ενεργούσε στην πολιτική ως μια αμιγή έκφανση της ισχύος. Στην δική του συλλογιστική, η όποια μορφή συνεργασίας και συγκατάνευσης δύναται να υπάρξει μόνο στον βαθμό που οι υπόλοιποι θα συναινούν στις επιλογές του. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής τα πράγματα είναι σαφώς χειρότερα και όσοι νομίζουν πως οι πρόσφατες αναδιπλώσεις με την Ρωσσία και το Ισραήλ δεν είναι απλά τακτικές κινήσεις θα το διαπιστώσουν στην επόμενη φορά που κυριευθεί από μια ακόμη «κρίση μεγαλείου». Η τουρκική αξίωση προς τις Ηνωμένες Πολιτείες να παραδώσουν – περί αυτού πρόκειται – τον Φετουλάχ Γκιουλέν στην μήνιν του Ερντογάν καταδεικνύει το τί θα επακολουθήσει το επόμενο διάστημα.
Τα πεπραγμένα της προηγούμενης Παρασκευής στην Τουρκία συνιστούν μια ακόμη επιτυχία για τον τούρκο πολιτικό και του καθεστωτικού, πλέον, κόμματός του. Οι συνεχείς επιτυχίες ενεργοποιούν στους ανθρώπους ψυχοπνευματικές διεργασίες που επιβεβαιώνουν διαρκώς και απόλυτα την ορθότητα των επιλογών τους ελαχιστοποιώντας τυχόν δισταγμούς και δεύτερες σκέψεις, αποκλείοντας περιθώρια συμβιβασμών. Η δημοκρατία στην γείτονα χώρα βρίσκεται σε διαδικασία περιστολής. Όλοι όσοι θεώρησαν ότι με την αποτυχία του πραξικοπήματος διεσώθη η δημοκρατία στην Τουρκία, θα ήταν φρονιμότερο να περιμένουν αυτά που θα ακολουθήσουν. Οι πολίτες που παρατάχθηκαν απέναντι από τα τεθωρακισμένα ίσως να το έπραξαν λόγω του δημοκρατικού τους φρονήματος, ίσως όχι μόνο, ούτε κυρίως αυτού. Αναμφίβολα υπάρχουν τούρκοι πολίτες υποστηρικτές της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και μίας φιλοδυτικής πορείας της χώρας, οι οποίοι οφείλουν να βρουν τρόπο να εκφραστούν διαφορετικά, όντας μειοψηφία στην χώρα.
Για την Ελλάδα σε πρώτη φάση έχει να διαχειριστεί την ανθυπολεπτομέρεια της εκδόσεως των οκτώ στελεχών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίοι κατηγορούνται για συμμετοχή στο πραξικόπημα. Ήδη, πριν καν ξεκινήσει η νομική διαδικασία του θέματος, αντιμετωπίσαμε την άκομψη δήλωση του τούρκου υπουργού εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος προδίκασε την απόφαση της ελληνικής δικαιοσύνης. Δεν δύναται κανείς να πει με βεβαιότητα αν τα res gesta του προηγούμενου Σαββατοκύριακου αποτελούν το κύκνειο άσμα του κεμαλισμού στην Τουρκία, σίγουρα όμως ένας πυλώνας του, οι ένοπλες δυνάμεις, ετρώθη βάναυσα. Η, εκ πρώτης όψεως, βολική κατάληξη του πραξικοπήματος δεν επιλύει το πρόβλημα του τουρκικού ηγεμονισμού για την χώρα μας. Το γεγονός που ενδεχομένως να διαφοροποιήσει τις ισορροπίες υπέρ της Ελλάδας είναι η συνέχιση της αντιδυτικής στροφής της Τουρκίας και η επιδείνωση των τουρκοαμερικανικών σχέσεων. Αλλά ακόμη και σ΄αυτην την περίπτωση οφείλουμε να λειτουργήσουμε με τρόπο που, τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες, εκφεύγει των κυρίαρχων στρατηγικών μας αντιλήψεων και επιλογών.
Αναδημοσίευση από τη Νέα Πολιτική