8/10/2016. Εκατό χιλιάδες άνθρωποι
* Ο Αρίστος Δοξιάδης είναι εταίρος στην εταιρεία Επιχειρηματικών Συμμετοχών Openfund.
Εκατό χιλιάδες άνθρωποι, το 2% του εργατικού δυναμικού της Ελλάδας, είναι αρκετοί για να αλλάξουν τη τροχιά της οικονομίας και της κοινωνίας. Είναι αυτοί που μπορούν να δημιουργήσουν νέες και πιο παραγωγικές επιχειρήσεις, να βελτιώσουν αυτές που υπάρχουν, να αλλάξουν το κλίμα στα πανεπιστήμια, να φέρουν καλές κοινωνικές υπηρεσίες πιο κοντά στους φτωχούς. Εκατό χιλιάδες μπορούν να ξαναβάλουν ένδεκα εκατομμύρια πολίτες στον χάρτη του ανεπτυγμένου κόσμου.
Δεν είναι νεοφιλελεύθερη ούτε ελιτίστικη η άποψη αυτή. Δεν πρόκειται για κεφαλαιοκράτες, ούτε αποκλειστικά για γόνους μεγαλοαστών. Μπορεί να είναι αγρότες, βιοτέχνες, σχεδιαστές, δάσκαλοι. Είναι όμως ηγέτες στην οικονομία της γνώσης, σε ομάδες παραγωγών, σε υπηρεσίες υγείας, είναι όσοι μπορούν να οργανώσουν την «ενδογενή ανάπτυξη» που επιδιώκει κι ένα τμήμα της Αριστεράς.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Endeavor, χρειάζονται δέκα χιλιάδες νέες επιχειρήσεις στα επόμενα χρόνια που θα δοκιμάσουν και θα πετύχουν σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας, μαζί με τις τρεις χιλιάδες δυναμικές εταιρείες που ήδη υπάρχουν, για να βρουν καλές δουλειές οι περισσότεροι νέοι, και να περιοριστεί σε χαμηλά επίπεδα η ανεργία. Μαζί με αυτούς που θα δοκιμάσουν και θα αποτύχουν στους ίδιους κλάδους, χρειαζόμαστε συνολικά περίπου πενήντα χιλιάδες επίδοξους και φιλόδοξους νέους επιχειρηματίες που θα ξεκινήσουν και θα επιμείνουν μέσα στις δυσκολίες. Δίπλα τους, άλλους τόσους επιστήμονες, μηχανικούς και στελέχη που θα ρισκάρουν καριέρες, αλλά και δημόσιους λειτουργούς που θα κινήσουν, σε μερικά κομβικά σημεία, το δυσκίνητο κράτος.
Πώς θα κινητοποιηθούν; Οι άνθρωποι μετέχουν στην οικονομική ζωή με ολόκληρη την προσωπικότητά τους. Με τη λογική, αλλά και με το θυμικό, τις αξίες και την κοσμοθεωρία τους. Για να κρίνει αν αξίζει να προσλάβει άλλους πέντε υπαλλήλους, ο μικρο-εργοδότης θα λογαριάσει έσοδα και έξοδα, αλλά στο τέλος θα ζυγίσει την ελπίδα και τον φόβο, την προοπτική του νέου και την ηρεμία της αδράνειας. Ο υπάλληλος θα προσφέρει περισσότερα ή λιγότερα στην εταιρεία όχι μόνον επειδή λογαριάζει να πάρει μεγαλύτερη ή μικρότερη αμοιβή, αλλά και επειδή θέλει ή δεν θέλει να ανήκει σε αυτό το περιβάλλον, επειδή χαίρεται ή βαριέται τους συναδέλφους του, σέβεται ή περιφρονεί τους πελάτες. Οταν επικρατεί μεγάλη αβεβαιότητα, η στενά οικονομική λογική παίζει ακόμα μικρότερο ρόλο στις αποφάσεις. Η διαίσθηση, η ψυχική αντοχή και η κούραση, η όρεξη για περιπέτεια και η ανασφάλεια μας οδηγούν.
Γι’ αυτό στα σπουδαία κείμενα της οικονομικής ιστορίας, που καταπιάνονται με εποχές μεγάλων αλλαγών, διαβάζουμε για το ήθος, την κοσμοθεωρία, τις ελπίδες και τους φόβους των κοινωνικών ομάδων, και όχι μόνο για τα μεγέθη, την τεχνολογία και τους ρυθμιστικούς νόμους. Το πνεύμα της εποχής είναι μέρος της αφήγησης όσο και τα υλικά δεδομένα. Ο καλός ιστορικός το εντοπίζει και το περιγράφει. Οπως εντοπίζει και περιγράφει τις ομάδες που σχηματίστηκαν, απέκτησαν αίσθηση του κοινού συμφέροντος και έδρασαν συντονισμένα.
Σήμερα λείπει ακόμα από την κοινωνία μας το πνεύμα της εποχής, που θα επιτρέψει σε εκατό χιλιάδες ανθρώπους να δράσουν ώστε να αλλάξουν τη χώρα. Τα μνημόνια, όσο και όπως εφαρμόστηκαν, τους έλυσαν τα χέρια σε μερικά πεδία, αλλά τους φόρτωσαν πολλά βαρίδια: λιγότερη γραφειοκρατία και νομοθετικοί περιορισμοί, αλλά πολύ περισσότεροι φόροι και μεγαλύτεροι κίνδυνοι από την επιχειρηματική αποτυχία. Καμία σχεδόν μέριμνα για χρηματοδότηση, εστιασμένη σε παραγωγικές επιχειρήσεις ή σε αποτελεσματικές κοινωνικές υπηρεσίες. Μεταρρυθμίσεις χωρίς ιεράρχηση, σε μια αόριστη κατεύθυνση απελευθέρωσης, αλλά που δεν υπηρετούν ένα σχέδιο για συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων. Οι ομάδες-στόχος θα έπρεπε να ήταν: οι μικροεπιχειρηματίες που θέλουν να αναλάβουν ρίσκο για να μεγαλώσουν την εταιρεία τους και τα εκπαιδευμένα στελέχη, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, που συμβάλλουν πραγματικά στους σκοπούς του οργανισμού και θέλουν να αμείβονται με αναγνώριση ή/και χρήμα γι’ αυτό. Χωρίς αβάσταχτο «φόρο στην καριέρα» και χωρίς συντεχνιακές τρικλοποδιές.
Η ελπίδα και ο φόβος πηγάζουν και από άλλα βιώματα, πέρα από την οικονομία. Από τον λόγο των πολιτικών, τη συμπεριφορά της Δικαιοσύνης, την αίσθηση ότι επικρατούν οι σώφρονες ή οι έξαλλοι στη δημόσια ζωή. Η τωρινή κυβέρνηση έχει κάνει μεγάλη ζημιά σε αυτό το πεδίο. Το περυσινό δημοψήφισμα έδιωξε από τη χώρα πολλούς που, ενώ είχαν δουλειές και σκέφτονταν να τις επεκτείνουν, είπαν «δεν μπορώ να ζω σε μια χώρα που μπορεί να ξεκόψει από την Ευρώπη μέσα σε μία νύχτα». Ο ενδεχόμενος κυκεώνας της απλής αναλογικής, η διαρκής επίθεση σε ό,τι αξίζει μέσα στα πανεπιστήμια, ο πρωθυπουργός που ακόμη δηλώνει περήφανος για τις καταλήψεις, το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» για τον αριθμό των καναλιών, η απροκάλυπτη χρήση των διωκτικών αρχών για πολιτικούς σκοπούς: όλα υπονομεύουν την αίσθηση της κανονικότητας, την ασφάλεια του κράτους δικαίου και το δικαίωμα στην επιλογή και στην προκοπή.
Ακόμα υπάρχουν οι άνθρωποι που μπορούν να τραβήξουν όλη την κοινωνία έξω από το τέλμα. Θα το κάνουν όταν οι πολιτικοί πάψουν να τους υπονομεύουν και να τους απειλούν και όταν οι υπόλοιποι αναγνωρίσουμε ότι τους χρειαζόμαστε.
Αναδημοσίευση από ΑΠΕ-ΜΠΕ (http://bit.ly/2dsgKhN)
http://bit.ly/2cPvw39