19/6/2017. Ζόφος
Είναι πλέον πασίδηλο ότι η χωρά μας διολισθαίνει επιταχυνόμενα σε όλες τις εκφάνσεις του συλλογικού της βίου. Η οικονομική κρίση αποτελεί μόνο μια πτυχή της ζοφερής πραγματικότητας˙ ούτως ή άλλως ήταν το απότοκο χρόνιων παθογενειών. Κατά το
τελευταίο διάστημα μια σειρά γεγονότων καταδεικνύουν την κοινωνική και πολιτική αποσάθρωση.
Σε προάστιο της Αττικής κατά την διάρκεια εορταστικής συνάθροισης, διότι δεν προφυλακίστηκε νεαρός «συμπολίτης» μας για υπόθεση εμπορίου ναρκωτικών, λόγω πυροβολισμών προκλήθηκε ο θάνατος εντεκάχρονου μαθητή, ο οποίος συμμετείχε σε εκδήλωση στο παρακείμενο δημοτικό σχολείο. Η δήλωση πολιτικού προσώπου, εν είδει σχολίου, περί της τυχαιότητας του γεγονότος συνιστά εκφραστικό μνημείο της γενικευμένης παρακμής.
Σε εκδήλωση της ελληνικής πολιτείας, κατά την οποία πρέσβης θα κατέθετε στεφάνι ως ένδειξη συγγνώμης για τις θηριωδίες της χώρας του κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έτερο πολιτικό πρόσωπο, το οποίο μέχρι πρόσφατα κατείχε κορυφαίο πολιτειακή θέση, αποφασίζει να παρεμποδίσει την πράξη. Δημιουργεί, τουλάχιστον, αλγεινή εντύπωση η αδιαφορία μίας νομικού για την τήρηση των αποφάσεων της πολιτείας και η οποία ως Πρόεδρος της Βουλής συμμετείχε, κατά το παρελθόν, σε αντίστοιχές εκδηλώσεις!
Με χαρακτηριστικά μόνιμης κατάστασης, στο κέντρο της Αθηνάς η σύμπραξη ατόμων, των οποίων οι δράσεις τους εμπίπτουν στον ποινικό κώδικα, με άλλους οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως αντι-εξουσιαστές έχουν περιστείλει κάθε έννοια ασφάλειας και λειτουργίας του κράτους. Οι αιτιάσεις και τα πεπραγμένα του αρμοδίου υπουργού για την κατάσταση απέχουν του θεσμικού του ρόλου. Είναι γεγονός πως έχει αρχίσει να επαναπροσδιορίζεται, δια της σχετικοποίησης, η έννοια της δημόσιας τάξης και της συντεταγμένης λειτουργίας της πολιτείας.
Προφανώς και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες διασαλεύεται η δημόσια τάξη από διάφορά γεγονότα. Αυτό που διαφοροποιεί την ελληνική περίπτωση είναι ότι τέτοιες καταστάσεις προσπαθούν από αρμόδιους φορείς να χαρακτηριστούν ως κανονικότητα. Η τήρηση της δημόσιας τάξης δεν δύναται να διαφοροποιείται σε ένταση και βαθμό αναλόγως των ιδιαιτεροτήτων είτε μειοψηφιών σε ευρύτερο πλαίσιο, είτε πλειοψηφιών σε τοπικό επίπεδο.Η βία εμφιλοχωρεί όλο και εντονότερα στην καθημερινότητά μας, απειλώντας όχι μόνο την δημόσια ασφάλεια αλλά και την κοινωνική μας συνοχή. Στην Ελλάδα, εν έτει 2017, φαίνεται να βρίσκουν πεδίο δόξης λαμπρό οι παραινέσεις του Frantz Fanon, ο οποίοςέχει εναποθέσει την πίστη στην επανάσταση σε «αταξικούς αργόσχολους», πιστεύοντας «στο λούμπεν προλεταριάτο», ότι «η εξέγερση θα βρει την αιχμή του δόρατος που χρειάζεται στις πόλεις» και θεωρώντας ότι «οι γκάνγκστερς θα φωτίσουν το δρόμο για το λαό» (Arendt Hannah, Περί βίας, Αλεξάνδρεια, 2000, σελ. 82).
Η ανάταξη της χώρας συνιστά ένα ιδιαιτέρως δύσκολο εγχείρημα, μέρος του οποίου είναι η οικονομική ανάπτυξη. Η δημόσια τάξη προφανώς προηγείται και αποτελεί προϋποτιθεμένη συνθήκη για την οικονομική ευημερία κάθε κοινωνίας. Ο σημερινός ζόφος επήλθε διότι μέσω μακροχρονίων διαδικασιών αναδύθηκαν στην δημόσια σφαίρα, ευθέως συσχετιζόμενες, ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές βασιζόμενες στην εμπεδωμένη ανομία, την μετριότητα, την αναξιοκρατία, την μηδενική ατομική ευθύνη, την κατάχρηση δικαιωμάτων, την ημιμάθεια, τον κουτσαβακισμός κ.τ.λ.. Όλα αυτά, δυστυχώς, έγιναν μέρος της ιδιοσυστασίας μας δημιουργώντας έναν ανθρωπολογικό τύπο, ο οποίος σταδιακά έγινε κυρίαρχος στο κοινωνικό γίγνεσθαι, εκφράστηκε στον πολιτικό στίβο και στην παρούσα συγκυρία εκδηλώνεται σε όλο του το μεγαλείο. Τα θετικά συλλογικά μας γνωρίσματα εξακολουθούν να υφίστανται και είναι αυτά -παράλληλα με την δανειοδότηση των εταίρων στην ΕΕ- που έχουν αποτρέψει την ολική κατάρρευση.
Είναι βέβαια ότι η εν λόγω κοινωνική σύμπραξη θα εξαντλήσει κάθε μέσο για την διαιώνισή της, η οποία όμως θα έχει όλο και μεγαλύτερο κοινωνικό κόστος. Οι κοινωνίες έχουν το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, τις διαφοροποιεί ο χρόνος ενεργοποίησής του. Ο κοινωνικός μετασχηματισμός που απαιτείται για την υπερκέραση της πολυσχιδούς κρίσης προϋποθέτει μετάλλαξη σχεδόν στο σύνολο των δημόσιων πολιτικών. Κυρίως όμως, είναι αναγκαία μία ριζικά διαφοροποιημένη ατομική στάση που να συνάδει σε πολίτες, μίας χώρας που επιθυμεί να είναι ευνομούμενη, να συμμετέχει ενεργά και με την ετερότητά της στα ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι, απαλλαγμένη από αγκυλώσεις και φαντάσματα του παρελθόντος.