9/6/2017. ΚΥΠΡΙΑΚΟ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΜΥΝΑ ΜΕΤΑ ΤΟ BREXIT: Η ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ
Τον Μάιο του 1953, λίγα χρόνια πριν την ίδρυση της ΕΟΚ ο Winston Churchill ανέφερε: “We have our own dream and our own task. We are with Europe, but not of it. We are linked but not combined. We are interested and associated but not absorbed.” Ίσως αυτή η δήλωση να συμπυκνώνει την ευρωπαϊκή φιλοσοφία της βρετανικής υψηλής πολιτικής των τελευταίων 75 χρόνων. Εν έτη 2017, η διαμόρφωση ενός σύνθετου διεθνούς τοπίου, όπως οι σχέσεις με την αυταρχική Τουρκία και τις απρόβλεπτες ΗΠΑ, αλλά και οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη, αναδεικνύει μια σημαντική πτυχή της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση: την σσφάλεια και την εξωτερική πολιτική των Ευρωπαίων. Οι Ευρωπαίοι θα τα καταφέρουν καλύτερα χωρίς τους Βρετανούς ή όχι και αντίστοιχα πως θα ανταπεξέλθουν οι Βρετανοί στις διεθνείς προκλήσεις; Με αφορμή τις σημερινές εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο το Thinknews ζήτησε την συνδρομή τριών ακαδημαϊκών επιχειρώντας να σταθμίσει τις επιπτώσεις του Brexit στην επίλυση του Κυπριακού, την Άμυνα και την Εξωτερική Πολιτική, τόσο της Βρετανίας όσο και της Ε.Ε.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ: «FIRST YOU LEAVE, THEN YOU NEGOTIATE»
«Την δεκαετία του ’70, η απόφαση ένταξης του Λονδίνου στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες σκοπό είχε την εκ των έσω επόπτευση του εγχειρήματος. Το Ηνωμένο Βασίλειο κατά την πολυετή παρουσία του στην Ένωση εξυπηρέτησε πρώτιστα τα εθνικά του συμφέροντα, ενισχύοντας καίρια την θέση του στο διεθνές σύστημα και ήταν αρνητικά διακείμενο στην άρθρωση υπερεθνικών πολιτικών της Κοινότητας, ιδιαίτερα στους τομείς «υψηλής πολιτικής» (high politics) λέει στο Thinknews ο Δρ. Χρήστος Ζιώγας, εντεταλμένος διδασκαλίας στην βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εντεταλμένος διδασκαλίας στην βαθμίδα του Λέκτορα στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Αναμφισβήτητα, λέει ο Δρ. Ζιώγας, «το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος και η έναρξη των διαπραγματεύσεων αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά πλήγμα για την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ταυτόχρονα αποτελεί μία σημαντική γεωπολιτική εξέλιξη».
Είναι δύσκολη μια συμφωνία ομπρέλα – τύπου Νορβηγίας- εκτός και αν μετά τις εκλογές προκύψει συνασπισμός των Εργατικών και ανοίξει ο δρόμος για soft Brexit
Μιλώντας στο Thinknews o Αν. Καθηγητής στο Δίκαιο τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Πανεπιστήμιο του Έσσεξ, Θοδωρής Κωνσταντινίδης, «είναι δύσκολο να μαντέψουμε πέρα του no-tariff trade agreement (αδασμολόγητες εμπορικές συναλλαγές) τι θα είναι στο top 10 των διαπραγματεύσεων για το Brexit. Η αλήθεια είναι πως μέχρι η Αγγλία να κόψει τους δεσμούς της με την Ένωση (δηλαδή να κλείσει ο κύκλος του Άρθρου 50), δεν υπάρχουν διαπραγματεύσεις» Ωστόσο ο κ. Κωνσταντινίδης πιστεύει ότι η ασφάλεια και η αντιτρομοκρατία θα αποτελέσουν βασικά σημεία σε οποιαδήποτε περίπτωση – ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες επιθέσεις. «Η Ένωση είναι ξεκάθαρη – first you leave, then you negotiate- οπότε η Αγγλία φεύγει, γίνεται ‘3η χώρα’ και μετά διαπραγματεύεται διμερώς (bilaterally) την όποια συμφωνία – διεθνή σύμβαση με την Ένωση σε εμπόριο, επενδύσεις και ασφάλεια.». Κατά τον Έλληνα ακαδημαϊκό στο Έσσεξ είναι δύσκολη μια συμφωνία ομπρέλα – τύπου Νορβηγίας- εκτός και αν μετά τις εκλογές προέκυπτε ένας συνασπισμός των Εργατικών που θα άνοιγε τον δρόμο για soft Brexit. «Ο συνδυασμός Brexit, επανεκλογής May, στόχου τρομοκρατίας, και πιθανής αποκόλλησης από τον Ευρωπαϊκό χάρτη ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας έχουν ρίξει όλους» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Κωνσταντινίδης ενώ προσθέτει πως «είναι αρκετοί φίλοι που σκέφτονται να φύγουν ή έχουν ξεκινήσει να εξετάζουν το ενδεχόμενο μετανάστευσης».
ΛΙΓΟΤΕΡΕΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε
Ο Κυπριακός τύπος παρακολουθεί στενά τις βουλευτικές εκλογές στην Βρετανία. Το ΡΙΚ, υπενθυμίζει την τελευταία δημοσκόπηση, που δείχνει ότι το προβάδισμα των Συντηρητικών της Τερέζα Μέι έναντι του Εργατικού Κόμματος μειώθηκε στις πέντε μονάδες. Επίσης, κάνει αναφορά και στις εκτιμήσεις του ινστιτούτου δημοσκοπήσεων YouGov, σύμφωνα με τις οποίες οι Συντηρητικοί που κατείχαν τριακόσιες-τριάντα έδρες στη Βουλή των εξακοσίων-πενήντα βουλευτών, δεν θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν απόλυτη πλειοψηφία. Το μεγάλο ερώτημα είναι όμως κατά πόσον το Brexit μπορεί να επηρεάσει τους Κυπρίους. Μπορεί το Brexit «να συνιστά πλήγμα για την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» όπως αναφέρει ο Δρ. Ζιώγας αλλά στο Κυπριακό να έχει πιο σύνθετες και ενδεχομένως θετικές συνέπειες. Όπως αναφέρει στο Thinknews, ο Δρ. Ζήνωνας Τζιάρρας, Συνεργάτης Λέκτορας Σπουδών Ασφάλειας & Διπλωματίας, UCLan Cyprus «η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα μειώσει εκ των πραγμάτων τα πολιτικά ερείσματα της Τουρκίας εντός της Ένωσης. Τουλάχιστον θεωρητικά, αυτό σημαίνει ότι η «γραμμή» της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε ό,τι αφορά τα θέματα του Κυπριακού, θα αντιμετωπίζει εφεξής λιγότερες δυσκολίες και εμπόδια με πιθανή προοπτική μια πιο συνεκτική και αποφασιστική πολιτική από μέρους της ΕΕ έναντι της Τουρκίας στο θέμα του Κυπριακού».
Μπορεί κάτι τέτοιο να ακούγεται ελπιδοφόρο αλλά όπως επισημαίνει ο κ. Τσιάρρας, «το κατά πόσο μια τέτοια εξέλιξη θα ευνοήσει πραγματικά την Κυπριακή Δημοκρατία θα εξαρτηθεί, όπως πάντα, από τη δέσμευση της Τουρκίας να λάβει υπόψη τις ευρωπαϊκές συστάσεις και να ανταποκριθεί στις ενταξιακές της υποχρεώσεις. Κάτι το οποίο κρίνεται σε αυτή τη φάση από δύσκολο έως αδύνατο». Εξάλλου όπως λέει ο Δρ. Τσιάρρας «με την Βρετανία εκτός ΕΕ θα ήταν πιο δύσκολο για την Κυπριακή Δημοκρατία και κατ’ επέκταση την ΕΕ γενικότερα να διαπραγματευτούν και να μετριάσουν τις Βρετανικές θέσεις στο Κυπριακό. Υπό αυτό το πρίσμα, υπάρχει ο φόβος ότι μετά το Brexit η Βρετανία θα υιοθετήσει μια στάση που θα είναι πιο άμεσα υποστηρικτική προς τις τουρκικές θέσεις. Κάτι τέτοιο μέλλει να εξαρτηθεί, εν μέρει, από τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη Βρετανία αλλά και την επιδείνωση των σχέσεων Τουρκίας-Δύσης γενικότερα. Σε κάθε περίπτωση, οι επιπτώσεις του Brexit στο θέμα του Κυπριακού, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, δεν διαφαίνονται ιδιαίτερα σοβαρές ή άμεσες ενώ είναι πιθανόν να μη γίνουν τόσο αισθητές όσο ίσως θα περίμενε κανείς, λέει ο Δρ. Τσιάρρας.
Παρ’ όλο που εγκαταλείπει την Κοινότητα, το Λονδίνο αποκλείεται να αδιαφορήσει για την υπό διαμόρφωση νέα ισορροπία ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Να θυμίσουμε εδώ ότι οι Βρετανοί διαθέτουν δύο στρατιωτικές βάσεις στην Κύπρο που θα απολαμβάνουν ειδικού καθεστώτος ακόμα και μετά την έξοδο από ΕΕ εφαρμόζοντας όμως στοιχεία των Συνθηκών. Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του αμερικανικού οργανισμού RAND το κυπριακό «μοντέλο» θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρότυπο παράδειγμα για περιοχές που θέλουν να παραμείνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο -Σκωτία, Β. Ιρλανδία και Γιβραλτάρ- αλλά να διατηρήσουν παράλληλα στενές σχέσεις με την Ε.Ε.
ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΣΥΝΕΚΤΙΚΟΤΕΡΗ ΚΟΙΝΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Υποτίθεται ότι με την υπογραφή της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μάαστριχτ (1992), οι Ευρωπαίοι θα θεσμοθετούσαν μια κοινή εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική. Το Λονδίνο είχε πρωτοστατήσει τότε ώστε η Κοινή Εξωτερική Πολίτικη και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) να έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα ώστε οι αποφάσεις να λαμβάνονται με ομοφωνία στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ενώ στην πραγματικότητα η αποτελεσματικότητα της ΚΕΠΠΑ αμφισβητείται, 25 χρόνια μετά το Μάαστριχτ, «η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ», τονίζει ο Δρ. Ζιώγας, «σε συνδυασμό με την περιφερειακή αστάθεια και την τρομοκρατική απειλή, δημιουργούν προσδοκίες για την δρομολόγηση μίας στενότερης και πιο αυτόνομης, εν σχέσει με το ατλαντικό πλαίσιο, συνεργασίας μεταξύ των κρατών–μελών στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της ασφάλειας». O κ. Χρήστος Ζιώγας καταγράφει για το Thinknews τις στρατηγικές επιπτώσεις της βρετανικής εξόδου ανα τομέα καθώς η απόφαση του βρετανικού λαού θα ενεργοποιήσει μία σειρά αλληλένδετων διαδικασιών:
1) Αποδυνάμωση της φιλοατλαντικής πτέρυγας της ΕΕ.
Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ όντως αποδυναμώνει την φιλοατλαντική πτέρυγα της Κοινότητας. Βέβαια, εξ αυτού του γεγονότος δεν σημαίνει ότι αυτόματο θα δρομολογηθεί η στρατηγική χειραφέτηση της Κοινότητας ως προς το ΝΑΤΟ. Τα κράτη-μέλη της Ανατολικής Ευρώπης ιεραρχούν την Ατλαντική Συμμαχία ως σημαντικότερο, σε σύγκριση με την Ένωση, παράγοντα διασφάλισής τους έναντι της ρωσικής απειλής. Για την Ελλάδα και την Κύπρο, έστω και οριακή εμβάθυνση της ΚΕΠΠΑ και της ΚΠΑΑ είναι προς το συμφέρον τους
2) Αναβάθμιση του ρόλου της Γερμανίας και της Γαλλίας
Είναι γεγονός ότι, ως απόρροια των ανακατανομών ισχύος την μεταψυχροπολεμική περίοδο, η Γερμανία άλλοτε πιο συγκεκαλυμμένα και άλλοτε πιο απροκάλυπτα επιβάλλει, ως έναν βαθμό, την ατζέντα της. Το Brexit εκ των πραγμάτων ενισχύει περαιτέρω την θέση και τον ρόλο της Γερμανίας. Η εκλογή του Emmanuel Macron δημιουργεί προσδοκίες επανασύστασης του γαλλογερμανικού άξονα, ο οποίος όμως εν τη απουσία της Βρετανίας, οφείλει να προάγει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δια της κοινοτικής μεθόδου˙ διαφορετικά υπάρχει η σοβαρή πιθανότητα να θεωρηθεί από τους εταίρους ως προσπάθεια γαλλογερμανικής επιβολής. Επίσης μονομερής βελτίωση των σχέσεων του Βερολίνου κυρίως, αλλά και του Παρισίου δευτερεύοντος, με την Ρωσική Ομοσπονδία θα έχει αρνητικές συνέπειες για την ΚΕΠΠΑ.
3) Επανακαθορισμό των ενδο-ευρωπαικών συσχετισμών
Παρ’ όλο που εγκαταλείπει την Κοινότητα, το Λονδίνο αποκλείεται να αδιαφορήσει για την υπό διαμόρφωση νέα ισορροπία ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Όσοι θεωρούν πιθανή μία τέτοια προοπτική απλώς δεν έχουν επαρκή γνώση των πάγιων βρετανικών στοχοθεσίων. Το Λονδίνο θα παρεμποδίζει διαδικασίες στην Γηραιά Ήπειρο, οι οποίες θα θίγουν τα συμφέροντά του, αναζητώντας ερείσματα δίχως τους περιορισμούς ενός κράτους –μέλους. Την εν λόγω στάση θα την τηρήσει χωρίς επιφυλάξεις ακόμη και εναντίον της ΕΕ.
Τόσο το Brexit, όσο και ο αναβαθμισμένος ρόλος της Γερμανίας, καθώς και η εκλογή του Donald Trump φαίνεται να διχοτομούν, ως έναν βαθμό, το ατλαντικό βάθρο ισχύος.
4) Διεύρυνση των στρατηγικών αποκλίσεων στην Δύση
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως οι μεταπολεμικές στρατηγικές συγκλίσεις των δυτικών κρατών επέτρεψαν την έναρξη της ενοποιητικής διαδικασίας. Στην παρούσα συγκυρία τόσο το Brexit, όσο και ο αναβαθμισμένος ρόλος της Γερμανίας, καθώς και η εκλογή του Donald Trump φαίνεται να διχοτομούν, ως έναν βαθμό, το ατλαντικό βάθρο ισχύος. Αναμφίβολα, οι συνεχείς μεταψυχροπολεμικές διευρύνσεις ενέτειναν τις στρατηγικές αποκλίσεις μεταξύ των εταίρων. Η Ένωση βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της πορείας της έχοντας να ισορροπήσει μεταξύ των εσωτερικών τις αντινομιών και διλημμάτων καθώς και των προβλημάτων που ανακύπτουν στην περιφέρειά της.
5) Επαναπροσδιορισμό του ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών
Η δημιουργία της ατλαντικής συμμαχίας και η μόνιμη παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη μεταπολεμικά δρομολογήθηκαν ως μία, εν πολλοίς, βρετανική στρατηγική επιλογή, συνιστώντας σημαντικότατο παράγοντα ευρωπαϊκής σταθερότητας. Η ενοποίηση προωθήθηκε υπό την στρατηγική σκέπη των Ηνωμένων Πολιτειών. Η μέχρι τώρα παρουσία του Λονδίνου στην Κοινότητα διασφάλιζε τον υπερατλαντικό σύμμαχο ότι δεν θα προχωρούσε η πολιτική ενοποίηση και ότι το ΝΑΤΟ θα αποτελεί το σημείο αναφοράς σε ζητήματα ασφάλειας και άμυνας. Η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα αλλάξει την αμερικανική προσέγγιση, αλλά η Ουάσιγκτον θα αναζητήσει και άλλους διαύλους υλοποίησής της.