2015-12-14. ΤΟ ΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΣΤΕΝΩΝ ΤΩΝ ΔΑΡΔΑΝΕΛΙΩΝ ΚΑΙ ΒΟΣΠΟΡΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ.
Εισαγωγικά. Η πρόσφατη εσκεμμένη κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού Su-24 από τουρκικά μαχητικά F-16 κοντά στα σύνορα Τουρκίας- Συρίας η οποία στοίχισε την ζωή ενός εκ των δύο πιλότων του αεροσκάφους και ενός Ρώσου Πεζοναύτη που επέβαινε στο ελικόπτερο διάσωσης, ανέβασε στο κατακόρυφο την ένταση στις σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, επανέφερε στο προσκήνιο την μεγάλη γεω-πολιτική και στρατηγική σημασία των Στενών των Δαρδανελίων-Βοσπόρου και άνοιξε το περίπλοκο θέμα της ναυσιπλοΐας μέσω αυτών.
Γενική Θεωρία περί Στενών. Υπό γεωγραφική έννοια, ως «Στενά» χαρακτηρίζονται οι φυσικοί θαλάσσιοι δίοδοι μεγάλου σχετικά πλάτους που χωρίζουν δύο ξηρές (π.χ δύο νησιά ή δύο ηπειρωτικά τμήματα ή ενα νησί και ένα ηπειρωτικό τμήμα) και ενώνουν δύο θάλασσες. Από όλα τα γεωγραφικά Στενά, ως υποκείμενα του Διεθνούς Δικαίου (ΔΔ) εκλαμβάνονται μόνον εκείνα που υπάγονται σε ειδικό νομικό καθεστώς (δηλαδή συνδέουν δύο τμήματα της ανοικτής θάλασσας (ΑΘ) ή ενα τμήμα της ΑΘ και την Αιγιαλίτιδα Ζώνη άλλου κράτους ή τις ΑΟΖ δύο διαφορετικών κρατών ή ένα τμήμα της ΑΘ και μια ΑΟΖ κράτους) καθώς και τα διεπόμενα, λόγω της μεγάλης στρατηγικής και οικονομικής αξίας τους, από Διεθνείς Συνθήκες, όπως είναι τα Στενά των Δαρδανελίων-Βοσπόρου, συνολικού μήκους 164 ναυτ. μιλίων, που διέπονται από τις Συνθήκες της Λωζάνης και του Μοντρέ, τα Στενά του Γιβλαρτάρ, της Δανίας κλπ. Αμφότερες οι παραπάνω κατηγορίες Στενών χρησιμοποιούνται για διεθνή ναυσιπλοΐα και, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν περιοριστικοί όροι ή ειδικές προϋποθέσεις, τα παράκτια κράτη που ελέγχουν τα Στενά αυτά δεσμεύονται από τον βασικό κανόνα των διατάξεων των άρθρων 37-44 της Συμβάσεως του Δικαίου της Θάλασσας του 1982, ο οποίος καθορίζει ότι «τα ξένα πλοία, εμπορικά και πολεμικά, έχουν δικαίωμα ελεύθερης διαβάσεως/πλού διελεύσεως (transit passage) μέσα από τα Στενά» και, ως εκ τούτου, τα παράκτια κράτη δεν νομιμοποιούνται να παρακωλύουν την διέλευση των μέσω αυτών (των Στενών) διερχομένων πλοίων. Στο σημείο αυτό εντοπίζεται μια ουσιαστική διάκριση σε σχέση με το δικαίωμα της «αβλαβούς διελεύσεως» των πλοίων μέσα από την Αιγιαλίτιδα Ζώνη ενός κράτους, το οποίο δίνει την νομική δυνατότητα στο παράκτιο κράτος να αναστείλει την διέλευση των ξένων πλοίων για λόγους ασφαλείας, ενώ, αντίθετα, το Κράτος που ελέγχει τα Στενά στερείται παντελώς τοιούτου δικαιώματος αφού, ως προελέχθη, τα πλοία μπορούν να περνούν ελεύθερα από εκεί, έστω και υπό προκαθορισμένους περιορισμούς.
Η Συνθήκη της Λωζάννης, που υπογράφτηκε την 24η Ιουλίου 1923 από τα Συμβαλλόμενα Κράτη : Hνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ελλάδα ,Σερβο-σλοβενικό – κροατικό κράτος, Ρουμανία αφενός και Τουρκία αφετέρου, καθιέρωσε το καθεστώς ελευθεροπλοΐας για όλα τα πλοία (εμπορικά και πολεμικά) που διέρχονταν τα Στενά των Δαρδανελίων-Βοσπόρου, καθώς και ελευθερία υπερπτήσεως των αεροσκαφών σε περίοδο ειρήνης ή πολέμου, εφόσον η Τουρκία δεν ήταν εμπόλεμη. Σε περίπτωση που η Τουρκία ήταν εμπόλεμη, παρέχονταν το δικαίωμα στις Τουρκικές Αρχές να επισκέπτονται και να ελέγχουν (visit and search) τα ουδέτερα πλοία και αεροσκάφη, ενώ για τα εχθρικά επιτρέπονταν η λήψη μέτρων που προβλέπονται από το Διεθνές Δίκαιο. Επίσης, με βάση το άρθρο 4 της εν λόγω Συνθήκης, συμφωνήθηκε η αποστρατικοποίηση των ίδιων των Στενών και των νήσων Ιμβρου, Τενέδου, Λαγουσών, Σαμοθράκης και Λήμνου. Το καθεστώς αυτό ευνοούσε βασικά την τότε Σοβιετική Ενωση (ΕΣΣΔ), διότι παρείχε σε αυτήν το δικαίωμα να εξέρχεται ανεμπόδιστα δια των πλοίων της στο Αιγαίο Πέλαγος και την Μεσόγειο Θάλασσα αλλά δεν εξυπηρετούσε καθόλου τα σχέδια των Δυτικών Δυνάμεων που κατόρθωσαν να το ανατρέψουν με την Συνθήκη του Μοντρέ.
Η Συνθήκη του Μοντρέ ή Συνθήκη για το Καθεστώς των Στενών (Μontreux Convention Regardihg the Regime of the Turkish Straights) υπογράφηκε την 20η Ιουλίου 1936, τέθηκε σε ισχύ από 9 Νοεμβρίου του ιδίου έτους και συνεχίζει να ισχύει μέχρι σήμερα αλλά με τροποποιήσεις. Συμβαλλόμενα ήταν τα Κράτη της Μαύρης Θάλασσας: Βουλγαρία, Ρουμανία, ΕΣΣΔ και Τουρκία, ομού με τα λοιπά Κράτη: Αυστραλία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Αγγλία και Γιουγκοσλαβία, που συνήλθαν με σκοπό – όπως φαίνεται στο Προοίμιο της Συνθήκης – «να ρυθμίσουν την διέλευση και ναυσιπλοΐα των Στενών, χωρίς να παραγνωρίζεται η ασφάλεια της Τουρκίας και των άλλων Κρατών της Μαύρης Θάλασσας και να αντικαταστήσουν με την παρούσα Συνθήκη, την Συνθήκη της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου 1923». Ειδικότερα με την Συνθήκη του Μοντρέ του 1936:
•• Αναγνωρίσθηκε και επιβεβαιώθηκε η Αρχή της ελευθέρας διελεύσεως και ναυσιπλοΐας δια των Στενών αλλά δόθηκε στην Τουρκία πλήρης έλεγχος και κυριαρχία (συμπεριλαμβανομένης και της στρατικοποιήσεως) επ΄αυτών. Εκφανση των προνομίων τούτων συνιστά το άρθρο 24 της Συνθήκης κατά το οποίο «η Τουρκία θα επιβλέπει την εκτέλεση όλων των προβλέψεων της παρούσας Συνθήκης σχετικά με την διέλευση των πολεμικών πλοίων διαμέσου των Στενών».
••Τα εμπορικά πλοία έχουν το δικαίωμα ελευθεροπλοΐας κάτω από οποιαδήποτε σημαία με οποιοδήποτε είδος φορτίου, ημέρα και νύκτα, ακόμη και σε καιρό πολέμου, εφόσον, βέβαια, η Τουρκία δεν είναι εμπόλεμη. Αν είναι εμπόλεμη, η ελευθεροπλοΐα ισχύει μόνο για τα συμμαχικά εμπορικά της πλοία και τα πλοία των ουδετέρων κρατών, υπό την προϋπόθεση ότι τα τελευταία δε βοηθούν σε καμία περίπτωση τον εχθρό.
•• Τα πολεμικά πλοία κάθε χώρας (μη περιλαμβανομένων των βοηθητικών πλοίων και εκείνων που εκτελούν ανθρωπιστικές επιχειρήσεις εφόσον δεν υπερβαίνουν τους 8.οοο τονους), σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να διέρχονται μόνο κατά την διάρκεια της ημέρας και να ενημερώνουν δια της διπλωματικής οδού τις τουρκικές Αρχές τουλάχιστον 8 ημέρες προ του διάπλου, εκτός αν ανήκουν σε παρευξείνια κράτη (Τουρκία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουκρανία, Ρωσία, Γεωργία) οπότε το ανωτέρω χρονικό διάστημα αυξάνεται σε 15 ημέρες. Ο διάπλους των αεροπλανοφόρων και των υποβρυχίων απαγορεύεται, εκτός αν πρόκειται για υποβρύχια παρευξεινίων κρατών και αυτά μόνον όταν μεταβαίνουν ή είχαν μεταβεί για επισκευή ή συντήρηση εκτός Μαύρης Θαλασσας ή κατασκευάσθηκαν εκτός Ευξείνου Πόντου. Σε κάθε περίπτωση τα υποβρύχια θα πλέουν στην επιφάνεια της θάλασσας.
•• Σε περίοδο ειρήνης τα πολεμικά πλοία των παρευξείνιων χωρών μπορουν να διαπλέουν τα Στενά, έστω και αν ξεπερνούν τους 15.000 τόνους, υπό τον όρο ότι θα διέρχονται μόνα τους ή με συνοδεία δύο το πολύ αντιτορπιλικών. Τα πολεμικά πλοία των μη παρευξεινίων χωρών μπορούν να διέλθουν εφόσον δεν υπερβαίνουν τις 15.000 τόννους το καθένα και εφόσον δεν βρίσκονται εντός των Στενών περισσότερα από εννέα πολεμικά σκάφη. Επί πλέον το συνολικό εκτόπισμα των σκαφών των μη παρευξεινίων κρατών που διαπλέουν την Μαύρη Θάλασσα δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30.000 τόννους και δεν πρέπει να διαθέτει οπλισμό μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο στη Συνθήκη. Τα πολεμικά σκάφη των μη παρευξεινίων χωρών δεν μπορούν να παραμείνουν εντός της Μαύρης Θάλασσας περισσότερες από 21 ημέρες.
•• Σε περίοδο πολέμου κατά τον οποίον η Τουρκία είναι ουδέτερη, ισχύουν όσα αναφέρθηκαν και για την περίοδο ειρήνης, με την διαφορά ότι τα πολεμικά πλοία των εμπολέμων στερούνται της δυνατότητος να διέλθουν από τα Στενά. Εξαιρούνται τα εμπόλεμα πλοία που συμμορφούνται σε Αποφάσεις της ΚΤΕ (νυν ΟΗΕ) ή ενεγούν υπό συνθήκες αμοιβαίας βοήθειας, οι οποίες, όμως, δεσμεύουν και την Τουρκία
•• Επίσης σε περίοδο πολέμου με την Τουρκία να είναι εμπόλεμη, ο διάπλους των πολεμικών πλοίων των ουδετέρων κρατών επαφίεται στην διακριτική εχέρεια της τουρκικής κυβέρνησης. Το ίδιο ισχύει και όταν η Τουρκία απειλείται άμεσα με πόλεμο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αντιταχθούν στα μέτρα που θα λάβει η πλειοψηφία των χωρών της ΚΤΕ (ΟΗΕ) και των συμβαλλομένων στην Συνθήκη του Μοντρέ μερών, μετά από σχετική ενημέρωση εκ μέρους της Τουρκίας.
•• Παραδόξως για τα πολεμικά αεροσκάφη και σε αντίθεση με την Συνθήκη της Λωζάννης, στη Σύμβαση του Μοντρέ δεν γίνεται καμία αναφορά, ενώ για τα πολιτικά ορίζεται ότι « η Τουρκία θα ενημερώνει για τους διαδρόμους από τους οποίους θα διέλθουν». Εκ της ανωτέρω διατάξεως συνάγεται τον συμπέρασμα ότι αφού η πτήση των πολιτικών αεροσκαφών άνωθεν των Στενών υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τουρκίας, θα πρέπει να γίνει δεκτό(argumentum ex contrario) ότι το ίδιο συμβαίνει και για τα πολεμικά αεροσκάφη.
Eφαρμογή της Συνθήκης του Μοντρέ. Παράλληλα με την επαναφορά της κυριαρχίας επί των Στενών στην Τουρκία δια της Συνθήκης του Μοντρέ, την παύση της ισχύος του καθεστώτος εγγυήσεων που είχε τεθεί με την Συνθήκη της Λωζάνης και την άρση των δεσμεύσεων αποστρατικοποίησης, καταργήθηκε και η Επιτροπή Εποπτείας των Στενών της οποίας οι αρμοδιότητες αναλήφθηκαν από την τουρκική κυβέρνηση. Είναι παραδεκτόν ότι η υπογραφή της Συνθήκης αποτέλεσε μια μεγάλη διπλωματική επιτυχία της Τουρκίας.
Κατά τον Β’ΠΠ η ουδέτερη Τουρκία επανειλημμένα παραβίασε την Συνθήκη του Μοντρέ εις βάρος των Συμμάχων και υπέρ του Αξονα. Με το εφεύρημα της πρόσκαιρης αφαίρεσης των πυροβόλων από τα πλοία μεταφοράς στρατευμάτων και της επανατοποθετήσής τους μετά τον διάπλου, διήλθαν από τα Στενά γερμανικά πλοία προκειμένου να ενισχύσουν τις επιχειρήσεις που διεξήγαγαν στις παρευξείνιες χώρες. Μετά το τέλος του πολέμου η Σοβιετική Ενωση προσπάθησε επανειλημμένα να προκαλέσει Συνδιάσκεψη για την τροποποίηση της Συμβάσεως, αλλά η ένταση στις σχέσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσεως δεν επέτρεψε καμία συνεννόηση, με αποτέλεσμα η Σύμβαση να μένει τυπικά αμετάβλητη όπως υπογράφτηκε το 1936. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου συνέβησαν τραγελαφικές παραβάσεις της Συνθήκης. Επί παραδείγματι το 1968 επετράπη η είσοδος του αμερικανικού αντιτορπιλικού Dyess στην Μαύρη Θάλασασα παρότι ήταν εφοδιασμένο με οπλικά συστήματα απαγορευμένα από την Συνθήκη.Ομοίως, το 1975 επετράπη η έξοδος στο Αιγαίο του ρωσικού αεροπλανοφόρου Κιev, εκτοπίσματος 45.000 τόνων καθώς η Τουρκία το βάπτισε «ανθυποβρυχιακό πυραυλοφόρο καταδρομικό».
Τις τελευταίες δεκαετίες και μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία με πρόχημα τα πολλά ναυτικά ατυχήματα που συνέβαιναν στην περιοχή των Στενών και την προστασία του περιβάλλοντος, προσπαθεί να επιβάλλει μέτρα περιορισμών, δεσμεύσεων, ακόμη και απαγορεύσεων για τα Στενά, εν τοις πράγμασι, όμως, αποβλέπει στην διαφοροποίηση του καθεστώτος των Στενών υπέρ των διεθνών συμφερόντων της.
Προς τούτο, από 1ης Ιουλίου 1994 εφαρμόζει τον «Ναυτιλιακό Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας για τα Στενά» (Maritime Traffic Regulationς for the Turkish Straits and the Marmara Region), ο οποίος εισήγαγε ένα νέο ρυθμιστικό καθεστώς «προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και η προστασία του περιβάλλοντος στην περιοχή» αλλά χωρίς να παραβιάζεται η Αρχή του Μοντρέ της ελεύθερης διελεύσεως. Οι νέος αυτός Κώδικας προκάλεσε αντιδράσεις κατά της Τουρκίας όταν Ρωσία, Ελλάδα, Κύπρος,Ρουμανία,Ουκρανία και Βουλγαρία προέβαλλαν τις αντιρρήσεις τους με ατιολογικό ότι ορισμένες διατάξεις του Κώδικα ήταν αντίθετες προς τις προβλέψεις της Συνθήκης του Μωντρέ. Ωστόσο, οι αλλαγές που επέφερε ο Κώδικας εγκρίθηκαν από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό με αιτιολογικό ότι «δεν είχαν σκοπό να θίξουν τα δικαιώματα των οποιωνδήποτε πλοίων που χρησιμοποιούν τα Στενά βάσει του Διεθνούς Δικαίου». Περαιτέρω η Τουρκία, το έτος 1998, πάλι μονομερώς, προέβη και σε νέες ρυθμίσεις του διάπλου των πλοίων από τα Στενά και τον Νοέμβριο του 2002 έλαβε και νέα, πρόσθετα μέτρα για το ίδιο θέμα. Οι μονομερείς αυτές ενέργειες της Τουρκίας δεν συμβιβάζονται με το Διεθνές Δίκαιο το οποίο επιτάσσει ότι προκειμένου να αλλάξει το καθεστώς που δημιουργεί μια Συνθήκη θα πρέπει να συμφωνήσουν τα μέρη που συμμετείχαν στην σύναψη αυτής.
Μετά τον Νοέμβριο 1994 οπότε τέθηκε σε ισχύ η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), ένας αριθμός κρατών από τα 157 που τελικά την υπέγραψαν στο Μοntego Bay της Τζαμαΐκα το 1982, υπέβαλλαν αίτημα στον ΟΗΕ όπως η Συνθήκη του Μοντρέ επαναδιατυπωθεί κατά το μέρος που αφορούσε την διεθνή ναυσιπολοΐα στα Στενά, ώστε να συνάδει επακριβώς με την UNCLOS στον κρίσιμο αυτόν θεσμό του Διεθνούς Δικαίου. Όμως η Τουρκία (όπως και οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Βενεζουέλα) δεν έχει υπογράψει, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, την UNCLOS, αλλά τούτο δεν αποτελεί πραγματικό κώλυμα για την επαναδιατύπωση, διότι το περιεχόμενο αυτής (της UNCLOS) έγκειται από παλαιούς και νέους θεσμούς (μεταξύ των οποίων, ασφαλώς, και εκείνος της διεθνούς ναυσιπλοΐας) που η κοινή συναίνεση και η ομοιόμορφη πρακτική των κρατών-μελών του συνόλου, σχεδόν, της Διεθνούς Κοινότητος, έχουν αναδείξει αυτούς σε πραγματικό Εθιμικό Δίκαιο, όπερ σημαίνει ότι οι θεσμοί ισχύουν erga omnes, δηλαδή για όλα τα εμπλεκόμενα κράτη, έστω και αν δεν έχουν υπογράψει την UNCLOS. Αλλά και οι 4 θεμελιώδεις Συμβάσεις της Γενεύης 1958 και άλλες 140 περίπου πολυμερείς Συνθήκες που αφορούν στο Δίκαιο της Θάλασσας και είναι καταχωρημένες στην Γραμματεία των ΗΕ, εξακολουθούν να ισχύουν κατά το μέτρο που δεν έρχονται σε αντίθεση με την UNCLOS ή δεν επικαλύπτονται από αυτήν.
Η παρούσα κατάσταση. Μετά την τριχοτόμηση της Ουκρανίας το 2014 και τον έλεγχο του Ευξείνου Πόντου που επετεύχθη με την κατάληψη της Κριμαίας, είναι νομοτελειακά αναμενόμενο για την Ρωσία να επιχειρήσει την έξοδο της προς την «ζεστή» θάλασσα της Μεσογείου και ο καλύτερος τρόπος να εκπληρώσει τον στρατηγικό αυτό στόχο – που συγχρόνως διευκολύνει τις επιχειρήσεις της προς Συρία – είναι ο έλεγχος των Στενών των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου, τον οποίον σήμερα ενασκεί η Τουρκία. Τα σκληρά οικονομικά μέτρα που μέχρι σήμερα έχει λάβει ο Πρόεδρος Πούτιν κατά της Τουρκίας για την άφρονα κατάριψη του ρωσικού αεροσκάφους – όπως διακοπή έκδοσης βίζας προς Τουρκία με σκοπό απαγόρευση τουρισμού με τεράστιες επιπτώσεις στην τουρκική Οικονομία, εμπάργκο εισαγωγών τουρκικών προϊόντων στην Ρωσία, διακοπή σχέσεων, συνομιλιών και επιχειρηματικής δραστηριότητας μεταξύ των δύο Χωρών κλπ – ώθησαν την Τουρκία να δηλώσει επίσημα ως «αντίμετρα», την πρόθεση ασκήσεως των δικαιωμάτων της που απορρέουν από την Συνθήκη του Μοντρέ και την απαγόρευση διέλευσης από τα Στενά των ρωσικών πλοίων, κυρίως των πολεμικών. Η Μόσχα, σε απάντηση, διεμήνυσε ότι μια τέτοια ενέργεια παραβίασης των Διεθνών Συνθηκών για τα Στενά θα μπορούσε να σημάνει αυτομάτως και την κήρυξη του πολέμου. Και σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, η Τουρκία γνωρίζει πολύ καλά εκ των προτέρων ότι η ρωσική αεροπορία έχει δυνατοτητες ναρκοθέτησης των Στενών από αέρος, με σκοπό την παρεμπόδιση εξόδου από τα Στενά του τουρκικού στόλου που ναυλοχεί στον ναύσταθμο του Γκιουλτσούκ, κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Από τα ανωτέρω εύκολα διαπιστώνεται η σπουδαιότητα της Συνθήκης του Μοντραί 1936, αφού μια παραβίαση ή δυσερμηνεία της μπορεί να γίνουν αιτία ανάφλεξης πολέμου στην ευρύτερη περιοχή των Στενών, της Μαύρης Θάλασσας ή και των Βαλκανίων, ακόμη. Το θέμα είναι λεπτό και επικίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια.
Επιμύθιο. Η ισχύς της Συνθήκης του Μωντρέ προβλέπονταν εικοσαετής, με λήξη τον Ιούλιο του 1956, υπό τον όρο ότι δεν θα υπάρξει επίσημη καταγγελία κατ’ αυτής. Και επειδή καμία τέτοια πράξη καταγγελίας δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα , έπεται ότι η Συνθήκη, στις γενικές γραμμές της, εξακολουθεί να υφίσταται ως αρχικά. Εν τούτοις, αν ένα ή περισσότερα από τα συμβαλλόμενα κράτη καταγγείλουν εξ ολοκλήρου την Συνθήκη και ασκήσουν το υπό του άρθρου 28 προβλεπόμενο δικαίωμά τους να ζητήσουν την εντός 2 ετών αναθεώρησή της, θα δώσουν το έναυσμα για μια δραματική ανατροπή του status quo και των παγκόσμιων σχεδιασμών στην περιοχή, με ανεξέλεγκτες επιπλοκές.
Εχουν παρέλθει 80 περίπου έτη από την σύναψη της Συνθήκης και έχει παρεμβληθεί μέχρι σήμερα ένας Παγκόσμιος Πόλεμος, η ψυχροπολεμική και η τρέχουσα μετα-ψυχροπολεμική εποχή, που έχουν αλλάξει δραματικά το διεθνές περιβάλλον, τις ιδεοληψίες , τους φόβους και τις αμφιρρέπουσες ισορροπίες που επικρατούσαν την εποχή της υπογραφής και πρώιμης εφαρμογής της. Είναι, κατά συνέπεια αναμενόμενο, το καθεστώς επιβολής της Συνθήκης να αντιμετωπίζεται ως αναχρονιστικό από την Διεθνή Κοινότητα, να παρουσιάζει προβλήματα προσαρμοστικότητας στα σύγχρονα διεθνή δεδομένα και δρώμενα και να προμηνύει ότι, αργά ή γρήγορα, ολόκληρη η Συνθήκη θα πέσει σε αχρησία και θα αντικατασταθεί με νέα, συνάδουσα απολύτως με την εκδηλωθείσα δια της UNCLOS βούληση των κρατών για πλήρη ελευθερία διελεύσεως από τα διεθνή Στενά. Και όλα αυτά, βέβαια, μόνο για τον καιρό της ειρήνης διότι κατά τον πόλεμο «interarma silent leges».