Blog

Η διολίσθηση της Ελλάδος στην παγίδα του τουρκικού αναθεωρητισμού.

Η διολίσθηση της Ελλάδος στην παγίδα του τουρκικού αναθεωρητισμού.

Η χωρίς προγραμματισμό και ξαφνική συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Ουάσιγκτον στις εκδηλώσεις για 75 χρόνια ίδρυσης του ΝΑΤΟ, δέκα μόλις ημέρες πριν από την μαύρη επέτειο των 50 ετών από την αιματοβαμμένη εισβολή του “Αττίλα” στη μαρτυρική Κύπρο προκαλεί δικαιολογημένα ερωτηματικά και ανησυχίες για την ύπαρξη στοιχειώδους ελληνικής στρατηγικής.

Και αυτό γιατί ο μοναδικός κερδισμένος στη συνάντηση αυτή είναι ο Τούρκος Πρόεδρος, που λίγες ώρες πριν έκανε δημόσια έκκληση στη διεθνή κοινότητα για αναγνώριση του κατεχόμενου παρανόμως τμήματος του νησιού ως ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ουδείς είναι κατά του διαλόγου και των καλών σχέσεων γειτονίας, κάτι που είναι προς το συμφέρον και των δύο χωρών εάν αυτός πραγματοποιείται εντός των πλαισίων του διεθνούς δικαίου και κυρίως υπάρχει ειλικρινής διάθεση για εξεύρεση λύσεων και όχι για ικανοποίηση βραχυπρόθεσμων συμφερόντων.

Και ενώ από την Ελλάδα διαχρονικά υπάρχει αυτή η διάθεση λύσεως των διαφορών με τη γείτονα, δεν ισχύει το ίδιο για την Τουρκία που έχει δείξει με καθαρό τρόπο ποιοι είναι οι μακροπρόθεσμοι στόχοι της (αποστρατικοποίηση των νησιών του Βορείου Αιγαίου, “Γαλάζια Πατρίδα” που σημαίνει επί της ουσίας μοίρασμα του Αιγαίου, τουρκολιβυκό μνημόνιο και αναγνώριση de jure του ψευδοκράτους στη μαρτυρική Μεγαλόνησο). Στόχοι που, αν υλοποιηθούν, αντικειμενικά θα οδηγήσουν στη φιλανδοποίηση της Ελλάδος και της Κύπρου μακροπρόθεσμα. Οι πραγματικοί στόχοι της Τουρκίας δεν μπορούν να αποκρυφτούν, όση προσπάθεια και αν επιχειρεί το φοβικό και συμπλεγματικό ελληνικό κατεστημένο, που επικαλείται για εσωτερική κατανάλωση τη βραχυπρόθεσμη νηνεμία των παραβιάσεων στο Αιγαίο.

Πέραν των σποραδικών δηλώσεων Ερντογάν και άλλων Τούρκων αξιωματούχων για τη “Γαλάζια Πατρίδα” και τη συνεχή υποβάθμιση του Κυπριακού, βοηθούσης σε αυτό από τους απεσταλμένους του ΟΗΕ, όπου ο μεν Καναδός ειδικός αντιπρόσωπος Κόλιν Στιούαρτ πρότεινε ως βάση μιας νέας προσέγγισης τη παροχή δώρων προς την Τουρκία (!), η, δε, απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Κολομβιανή Μαρία Κουεγιάρ διείδε καταπίεση των Τουρκοκυπρίων, απαλείφοντας ακόμα και την υπόνοια στρατιωτικής κατοχής της Τουρκίας στο νησί, τα πάντα συντείνουν στην κατάδειξη των πραγματικών στόχων του τουρκικού κατεστημένου για τη παγκόσμια μεγέθυνση της Τουρκίας που βασική προϋπόθεση είναι η φινλανδοποίηση της χώρας μας.

Ο Ελληνισμός σε κίνδυνο

Ανεξαρτήτως των πρόσκαιρων τακτικών αναδιπλώσεων της Τουρκίας όπως έχει πράξει την τελευταία περίοδο σε επίπεδο ρητορείας με την έλλειψη κυρίως παραβιάσεων προκειμένου να πετύχει τους βραχυπρόθεσμους στόχους της, που είναι η παραλαβή των F-16 από τις ΗΠΑ, αλλά και η ομαλή της οικονομική ανάκαμψη μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς στην Ανατολία, ο Ελληνισμός της ευρύτερης περιοχής βρίσκεται σε κίνδυνο απέναντι σε μία χώρα που μετατρέπεται στρατιωτικά, δημογραφικά και διπλωματικά σε αυτόνομη ισχυρή περιφερειακή δύναμη, εκμεταλλευόμενη την παγκόσμια γεωπολιτική ρευστότητα και τον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο.

Με βάση το ιδεολόγημα της “Γαλάζιας Πατρίδας” υποσκάπτει τα θεμέλια της εθνικής μας κυριαρχίας, αφού διεκδικεί με τον τρόπο αυτόν το μισό Αιγαίο, τεράστια τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, καθώς και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στα κατεχόμενα της μαρτυρικής μεγαλονήσου. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό δείγμα αυτών των μακροπρόθεσμων στοχεύσεων της Τουρκίας, καθόσον ο χρόνος δουλεύει υπέρ της λόγω της γιγάντωσης της εν σχέσει με τη χώρα μας που έχει οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα, χωρίς καμία πρόνοια από το εξαρτημένο και ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό, ότι συνεχίζεται αμείωτη η ενίσχυση και η άνοδος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, η οποία κατέχει την 7η θέση σε παγκόσμιο επίπεδο με εξαγωγές πολεμικού υλικού αξίας 5 δις δολαρίων.

Παράλληλα προμηθεύει μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού υλικού στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, ενισχύοντας έτσι και την αυτονομία τους. Ιδιαίτερα, πρέπει να επισημανθεί η γιγαντιαία ενίσχυση του τουρκικού ναυτικού με κατασκευή από τουρκικά ναυπηγεία πολλών φρεγατών και κορβετών, υποβρυχίων, αλλά και επιθετικών drones και κατευθυνόμενων πλοίων, προκειμένου στο άμεσο μέλλον να είναι σε θέση να διεκδικήσει με αξιώσεις τις παράνομες απαιτήσεις της στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τέλος, αποκαλυπτικά στοιχεία αποτελούν οι τεράστιες παραγγελίες πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, καθώς και το συστηματικό πρόγραμμα παραγωγής βαλλιστικών πυραύλων, που αντικειμενικά μόνο τη χώρα μας έχει ως στόχο, δεδομένου ότι καμία άλλη γειτονική της χώρα δεν αποτελεί στρατιωτικό κίνδυνο για αυτήν εν σχέσει με τις βλέψεις και αναθεωρητικές επιδιώξεις της.

Αντίθετα, στην Ελλάδα έχουμε τη μείωση της αναγκαίας ενίσχυσης του ελληνικού ναυτικού με πρόσχημα την προσωρινή νηνεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις με συνέπεια να πάει στις καλένδες η προμήθεια τεσσάρων κορβετών και να μην παραγγελθεί η τέταρτη Belharra όπως είχε δικαίωμα η χώρα. Μάλιστα η τελευταία αν υπήρχε η στοιχειώδης σοβαρή ελληνική στρατηγική από τις ελληνικές ελίτ, θα έπρεπε να γίνει από κοινού με την Κύπρο για να τεθεί στην ευρύτερη υποστήριξη της άμυνας της Μεγαλονήσου, η οποία υστερεί δραματικά έναντι του τεράστιου κατοχικού τουρκικού στρατού στη Μεγαλόνησο, που παραμένει εξοπλισμένος ως αστακός.

Στην παγίδα του τουρκικού αναθεωρητισμού…

Απέναντι σε αυτή την ξεκάθαρη και διαχρονική πραγματικότητα, η Ελλάδα, η οποία βρέθηκε τα προηγούμενα έτη και πριν τους καταστρεπτικούς σεισμούς και τη σοβαρή κρίση της τουρκικής οικονομίας να απειλείται ευθέως με πολεμική σύρραξη από το επιθετικό τουρκικό καθεστώς, συμμετέχει ανακουφισμένη σε αυτήν την τακτική μεταμορφισμού του τουρκικού καθεστώτος, παρέχοντας ανέξοδα πιστοποιητικά “προβειάς προβάτου” στον Ερντογάν.

Και ενώ η Τουρκία έχει μόνο οφέλη από τα δώρα της Δύσης, χωρίς αυτή να δίνει το παραμικρό οι κίνδυνοι για την Ελλάδα είναι σημαντικοί αφού η πραγματοποιηθείσα ήδη δημοσιοποίηση σε όλα τα διεθνή φόρα και στον ΟΗΕ των παράνομων τουρκικών διεκδικήσεων (αποστρατιωτικοποίηση νησιών, τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, casus beli σε περίπτωση επέκτασης στα 12 ναυτικά μίλια) παρέχουν το νομιμοποιητικό πλαίσιο στο τουρκικό καθεστώς στην επόμενη στροφή που θα αισθανθεί ισχυρό να επανέλθει στην γνώριμη επιθετική του πολιτική.

Συνακόλουθα η μη εξάσκηση των νομίμων κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, όπως για παράδειγμα η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια αρχικώς νοτίως της Κρήτης λειτουργεί υπέρ της παγίωσης των στρατηγικών επιδιώξεων της Άγκυρας περί ειδικού καθεστώτος του Αιγαίου. Τυχόν, δε, παραπομπή της οριοθέτησης της ΑΟΖ στη Χάγη χωρίς την πρότερη επέκταση των χωρικών υδάτων της χώρας θα σημάνει αυτομάτως τη δια παντός παραίτηση μας από το μονομερές δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια. Τέλος ο παγιωμένος πλέον διαχωρισμός των ελληνοτουρκικών με το κυπριακό ωσάν η Κύπρος να μην αποτελεί ζωτικό τμήμα του Ελληνισμού και κύριο πρόταγμα στις ελληνοτουρκικές διαφορές, παρέχει τη δυνατότητα στην Τουρκία να πετύχει τη de jure αναγνώριση του ψευδοκράτους, είτε ευθέως με την αναγνώριση δύο κρατών, είτε εμμέσως με τη μορφή της συνομοσπονδίας.

Ακατανόητη η στάση της Αθήνας

Οι ενέργειες αυτές από την ελληνική πλευρά, το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι η καλλιέργεια πρόσκαιρων ψευδαισθήσεων περί δημιουργίας κλίματος πρόσκαιρου εφησυχασμού για εσωτερική κατανάλωση, κάτι όμως που λειτουργεί και ως βάση στο διεθνή χώρο υπέρ του ταραξία που λειτουργεί στην παρούσα φάση τακτικά ως καλός γείτονας. Επαναφέρουν, δε, στο προσκήνιο για μια ακόμα φορά τη διαχρονική ελληνική τακτική, που είναι ο κατευνασμός και η “εξημέρωση του θηρίου”, ως απότοκος του φοβικού συνδρόμου από το οποίο διαπνέεται το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα επί δεκαετίες. Είναι προφανές ότι το τουρκικό πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο δεν πρόκειται να παραιτηθεί στο ελάχιστο από τις στρατηγικές διεκδικήσεις του στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο.

Ήδη η ακατανόητη κυβερνητική επιχειρηματολογία ότι μπαίνοντας στην πρώτη γραμμή κατά της Ρωσίας θα υποχρεώναμε στο μέλλον το ΝΑΤΟ και τις ευρωπαϊκές χώρες να μας συνδράμουν σε περίπτωση τουρκικής απειλής έχει πλήρως συντριβεί αφού, ήδη ο επιτήδειος γείτονας εισπράττει δημόσια τις ευχαριστίες των δυτικών μας συμμάχων και προορίζεται να συμμετάσχει ως μια από τις εγγυήτριες δυνάμεις για την ασφάλεια της Ουκρανίας, την ώρα που αποτελεί κατοχική δύναμη στην Κύπρο!

Έτσι, η Ελλάδα απώλεσε τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την ευκαιρία αυτή και να εκθέσει τον τουρκικό ρόλο στο ΝΑΤΟ προβάλλοντας τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και να αναβαθμίσει τον γεωπολιτικό της ρόλο, θέτοντας μετ’ επιτάσεως την ομοιότητα της ρωσικής εισβολής και πιθανόν της μελλοντικής κατοχής ουκρανικού τμήματος με την τουρκική κατοχή στη Κύπρο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά φρόντισε να παράσχει και διεθνή νομιμοποίηση στην Τουρκία μέσω των συναντήσεων Μητσοτάκη-Ερντογάν και του χωρίς βαρύτητα Συμφώνου Φιλίας των Εθνών επισφραγίζοντας έτσι με τον τρόπο της τον “εικονικό φιλειρηνικό ρόλο” που επιχειρεί ο επιτήδειος γείτονας μας που έχει εν τω μεταξύ εισβάλει πέραν της Κύπρου και στις περισσότερες γειτονικές του χώρες, εξοντώνοντας καθημερινά και αθόρυβα τον κουρδικό λαό.

Η απειλή του τουρκικού αναθεωρητισμού

Είναι προφανές ότι ανάλογα με την πορεία της οικονομίας, την εκμετάλλευση των “δώρων της Δύσης”, η οποία επιτρέπει τα ανατολικά παζάρια σε βάρος μακροπρόθεσμων ελληνικών συμφερόντων, θα επανέλθει δριμύτερη για υλοποίηση των στρατηγικών της στόχων κατά της χώρας μας. Θα πρέπει μάλιστα να ληφθεί υπόψη ότι αυτοί οι στρατηγικοί στόχοι της Τουρκίας δεν αποτελούν μόνο κτήμα και συνείδηση των τουρκικών ελίτ, αλλά έχουν εμβολιαστεί στο θυμικό της πλειοψηφίας του τουρκικού λαού μέσω της προηγηθείσας τουρκικής επιθετικότητας με αποκορύφωμα την αναγραφή της “Γαλάζιας Πατρίδας” στα τουρκικά μαθητικά βιβλία, με συνέπεια τη συνέχιση του αέναου τουρκικού υπερεθνικισμού, αφού οι νέες γενεές θα θεωρούν ότι η Ελλάδα κατέχει παράνομα τουρκικές περιοχές στο Αιγαίο.

Έναν αιώνα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, ο Ελληνισμός αντιμετωπίζει ζήτημα επιβίωσης από τον τουρκικό επεκτατισμό, ανεξαρτήτως των βραχυπρόθεσμων επιθέσεων φιλίας της Τουρκίας προκειμένου να ικανοποιήσει τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα της. Οι ψευδαισθήσεις, τα κακοχωνεμένα ιδεολογήματα και οι εικονικές πλάνες των κατευναστικών ελληνικών ελίτ διαχρονικά έχουν επανειλημμένα συντριβεί μπροστά στον τουρκικό επεκτατισμό.

Σήμερα απαιτείται συνδυαστικώς παράλληλα με την αναθέρμανση των σχέσεων η διεθνής ανάδειξη του τουρκικού αναθεωρητισμού, που περιλαμβάνει την τουρκική κατοχή στην Κύπρο και την παραμονή 40.000 στρατιωτών, την βίαιη καταστρατήγιση των όρων της Συνθήκης της Λωζάνης ως προς την Ίμβρο και τη Τένεδο και την εξαφάνιση της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη και όλη την επιθετική της ρητορεία περί γαλάζιας θάλασσας, αποστρατιωτικοποίησης των νησιών κλπ.

Περαιτέρω, απαιτείται η ενίσχυση των διεθνών συμμαχιών, η ουσιαστική και έξυπνη ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, αλλά και η ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα (παλλαϊκή άμυνα) σε συνδυασμό με την άμεση ενίσχυση και λειτουργία της αμυντικής βιομηχανίας, θέματα για τα οποία υστερεί δραματικά η σημερινή κυβέρνηση. Υφίσταται δηλαδή η ανάγκη μιας οραματικής εθνικής στρατηγικής της Ελλάδος σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, που δυστυχώς παραμένει μετέωρη λόγω της ανεπάρκειας του πολιτικού προσωπικού της χώρας.

Η διολίσθηση της Ελλάδος στην παγίδα του τουρκικού αναθεωρητισμού