Θα ρισκάρει το Ισραήλ γενικευμένο πόλεμο με το Ιράν;
Η πυραυλική επίθεση του Ιράν εναντίον του Ισραήλ σχεδιάστηκε κατά τρόπο που να υπηρετήσει δύο αντιφατικές πολιτικές ανάγκες: Η πρώτη αφορά το κύρος της Τεχεράνης, δηλαδή να απαντήσει –όπως είχε προαναγγείλει– στη δολοφονία του Χανίγια στην ιρανική πρωτεύουσα και στη δολοφονία στελεχών των Φρουρών της Επανάστασης στον Λίβανο και στη Συρία. Η δεύτερη ανάγκη είναι να μην πλήξει καίρια το Ισραήλ για να μην υποχρεώσει τους Αμερικανούς να εμπλακούν στη σύγκρουση, βομβαρδίζοντας μαζικά το Ιράν.
Πράγματι, η Τεχεράνη τήρησε με προσοχή αυτή τη λεπτή ισορροπία. Την ίδια ισορροπία είχε τηρήσει και τον περασμένο Απρίλιο, όταν είχε εκτοξεύσει ένα πλήθος drones και πυραύλων δεύτερης κατηγορίας εναντίον του Ισραήλ, σε αντίποινα για τον βομβαρδισμό της ιρανικής πρεσβείας στη Δαμασκό και τη δολοφονία ανώτατου αξιωματούχου των Φρουρών της Επανάστασης. Όπως είναι γνωστό, τότε είχε ανακοινώσει την επίθεση και ενημερώσει τους Αμερικανούς με σκοπό και να κάνει κάτι, αλλά και να μην προκαλέσει αξιόλογο πλήγμα στο Ισραήλ, όπως και συνέβη.
Αυτή τη φορά, δεν μπορούσε να στηθεί η ίδια ακριβώς σκηνοθεσία. Οι Ισραηλινοί, άλλωστε, δεν σταμάτησαν να επιτίθενται και να δολοφονούν Ιρανούς αξιωματούχους. Έτσι, η Τεχεράνη αποφάσισε να στείλει ένα πιο σαφές μήνυμα σε όλους. Ναι μεν ενημέρωσε τους Αμερικανούς και για τον χρόνο της πυραυλικής επίθεσης και για τους στόχους της. Η ειδοποιός διαφορά σε σύγκριση με τον περασμένο Απρίλιο είναι ότι χρησιμοποίησε κυρίως υπερηχητικούς πυραύλους, οι οποίοι δύσκολα αναχαιτίζονται.
Η Τεχεράνη ανακοίνωσε ότι το 80% των πυραύλων της “τρύπησε” την ισραηλινή αεράμυνα. Ακόμα κι αν το ποσοστό αυτό είναι υπερβολικό, είναι προφανές από τα βίντεο ότι ένα μεγάλο ποσοστό έπληξε τους επιλεγμένους στόχους. Οι ειδοποιημένοι Ισραηλινοί εκκένωσαν τις στοχοποιημένες αεροπορικές βάσεις και άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και απομάκρυναν τα εκεί σταθμευμένα μαχητικά, με αποτέλεσμα να μην έχουν απώλειες.
Το μήνυμα, ωστόσο, ήταν εξαιρετικά ανησυχητικό: Το Ιράν απέδειξε ότι μπορεί να προκαλέσει βαρύτατα πλήγματα στο Ισραήλ, το οποίο έχει το μειονέκτημα πως είναι μικρό σε έκταση και πυκνοκατοικημένο. Ναι μεν το ισλαμικό καθεστώς ξεκαθάρισε ότι δεν θα δώσει συνέχεια, αλλά ξεκαθάρισε επίσης πως αν δεχθεί νέα επίθεση θα απαντήσει εκ νέου, αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτή τη φορά δεν πρόκειται να προειδοποιήσει για τον χρόνο και τους στόχους.
Μήνυμα σε ΗΠΑ-Ισραήλ
Πρόκειται για ένα μήνυμα που απευθύνεται και στο Ισραήλ, αλλά και στην Ουάσινγκτον. Γι’ αυτό και πιέζουν το εβραϊκό κράτος να περιοριστεί σ’ ένα συμβολικό πλήγμα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ιρανική πυραυλική επίθεση σχεδιάστηκε κατά τρόπο που να μην προκαλέσει απώλειες. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν ο Νετανιάχου θα περιοριστεί σ’ ένα μετρημένο και περισσότερο συμβολικό πλήγμα, ή θα αδράξει την ευκαιρία για να προκαλέσει κλιμάκωση και γενίκευση της σύγκρουσης, συμπαρασύροντας και τους Αμερικανούς; Το μόνο αντικίνητρό του είναι η αποδεδειγμένη πλέον ικανότητα του Ιράν να πλήξει καίρια το Ισραήλ.
Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν γενίκευση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, όχι μόνο λόγω της δεδομένης εμπλοκής τους στον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και επειδή σωστά εκτιμούν ότι μία τέτοια εξέλιξη θα βλάψει τα σφαιρικά συμφέροντά τους. Η μετεξέλιξη της σημερινής σύγκρουσης σε πόλεμο θα έκλεινε τα Στενά του Ορμούζ, τα οποία οι Ιρανοί μπορούν με ευκολία να ναρκοθετήσουν. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα κλείσει η δίοδος από την οποία διακινείται το 20-25% του πετρελαίου παγκοσμίως.
Το κλείσιμο των Στενών θα συρρίκνωνε σε βαθμό ασφυξίας την διεθνή προσφορά (λόγω και των κυρώσεων σε Ρωσία, Βενεζουέλα και Ιράν) και κατ’ επέκταση θα εκτόξευε σε πρωτοφανή ύψη την τιμή του βαρελιού, γεγονός που αναπόφευκτα θα προκαλούσε διεθνή ενεργειακή και οικονομική κρίση. Εάν, μάλιστα, οι Ισραηλινοί βομβαρδίσουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν, ειδικά το νησί από όπου εξάγεται σχεδόν το 90% του ιρανικού πετρελαίου, η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο. Σε μία τέτοια περίπτωση η μεγάλη ωφελημένη θα είναι η Ρωσία, η οποία είναι μεγάλος εξαγωγέας υδρογονανθράκων και μάλιστα σε μία περίοδο που οι Αμερικανοί επιδιώκουν να την αποδυναμώσουν και στρατιωτικά και οικονομικά.
Υπάρχει και ένα ακόμα ζήτημα: Ακόμα κι αν ο Νετανιάχου αποδεχθεί τη λογική ενός μετρημένου πλήγματος κατά του Ιράν, το ερώτημα είναι εάν η Τεχεράνη θα το θεωρήσει “μετρημένο” ώστε να μην αντιδράσει με μία νέα πυραυλική επίθεση. Για παράδειγμα, ένα βαρύ πλήγμα εναντίον των ιρανικών πετρελαϊκών εγκαταστάσεων προφανώς δεν θα θεωρηθεί “μετρημένο”. Αντιθέτως, εάν βομβαρδιστεί κάποια υπόγεια στρατιωτική εγκατάσταση, χωρίς αυτή να υποστεί σοβαρές ζημιές, ενδεχομένως η Τεχεράνη δεν θα αντιδράσει.
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί προς το παρόν. Το Ισραήλ, παρότι δεν συνορεύει με το Ιράν, το θεωρεί μείζονα απειλή: Πρώτον, επειδή εξοπλίζει και καθοδηγεί τη Χεζμπολάχ και τους Χούθι και λιγότερο τη Χαμάς. Δεύτερον, επειδή φοβάται μήπως η Τεχεράνη αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Το πυρηνικό πρόγραμμά της είναι παγωμένο, αλλά εάν το Ιράν δεχθεί ισραηλινή επίθεση κατά πάσα πιθανότητα, οι Ιρανοί θα το ξεπαγώσουν και επιταχύνουν με σκοπό να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα.
Η ισραηλινή εμμονή με το Ιράν
Η εμμονή των Ισραηλινών με το Ιράν πηγάζει από μία απολύτως ακραία αντίληψη για το τι απειλεί την εθνική ασφάλεια της χώρας τους. Πάσχουν από το σύνδρομο ότι απειλείται η ύπαρξή τους και ως εκ τούτου ότι πρέπει να καταστρέφουν κάθε αντίπαλο κράτος της Μέσης Ανατολής, το οποίο είναι αρκούντως ισχυρό. Είναι αληθές ότι τις πρώτες δεκαετίες μετά την ίδρυσή του, το Ισραήλ δέχθηκε επανειλημμένες στρατιωτικές επιθέσεις από τα γειτονικά αραβικά κράτη. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, ειδικά μετά τη συμφωνία με την Αίγυπτο, η υπαρκτή εκείνη απειλή έπαψε να υφίσταται. Και να ήθελαν, ούτε η Συρία, ούτε η Ιορδανία μπορούν να απειλήσουν κατ’ ελάχιστο το Ισραήλ.
Το Τελ Αβίβ διαχρονικά εκμεταλλεύεται στο έπακρο την ακραία ρητορική παλαιότερα του Ιράκ επί Σαντάμ και την τελευταία 20ετία του Ιράν ότι επιδιώκουν τον αφανισμό του εβραϊκού κράτους. Παραβλέπει, όμως, πως ειδικά το Ιράν δεν έχει κάνει οτιδήποτε προς αυτή την κατεύθυνση. Όλες αυτές τις δεκαετίες, όμως, η εν λόγω αντι-Ισραήλ ρητορική λειτουργεί σαν επιχείρημα του Τελ Αβίβ για να δικαιολογεί τις δικές του επιθετικές ενέργειες.
Ακόμα όμως και η πιο επιτυχής ισραηλινή αεροπορική και πυραυλική επίθεση εναντίον του Ιράν δεν πρόκειται να του προκαλέσει καταλυτικά πλήγματα. Και βεβαίως, η απάντηση της Τεχεράνης θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική από την πρόσφατη. Το ιρανικό πυραυλικό οπλοστάσιο είναι και αριθμητικά μεγάλο και προηγμένης τεχνολογίας. Όπως αποδείχθηκε στην πράξη, η εξελιγμένη ισραηλινή αεράμυνα δεν μπορεί να αντέξει μία μαζική πυραυλική επίθεση κορεσμού.
Μία μαζική ισραηλινή επίθεση στο Ιράν θα είχε βαρύτατες πολιτικές παρενέργειες. Αν και οι μοναρχίες του Κόλπου δεν έχουν τις καλύτερες σχέσεις με την Τεχεράνη, θα εξωθούνταν να καταγγείλουν το Ισραήλ και να ακυρώσουν τις Συμφωνίες του Αβραάμ. Και βεβαίως θα τροφοδοτούσαν ένα νέο κύμα αντιαμερικανισμού στον ισλαμικό κόσμο. Το σημαντικότερο είναι ότι μία μαζική ισραηλινή επίθεση όχι μόνο δεν είναι σε θέση να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, αλλά θα το εξωθούσε να ξεπαγώσει και επιταχύνει την κατασκευή πυρηνικών όπλων, αφού θα έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι αυτός είναι ο δρόμος της αποτελεσματικής αποτροπής. Το παράδειγμα της Βόρειας Κορέας το αποδεικνύει.
Σύμφωνα με ειδικούς, ακόμα και οι πιο ισχυροί ισραηλινοί βομβαρδισμοί το μέγιστο που μπορούν να προκαλέσουν είναι κάποια καθυστέρηση στην υλοποίηση του πυρηνικού προγράμματος. Όχι, όμως, σε βαθμό που να το ακυρώσουν ή να το καθυστερήσουν πολύ. Το είχε ομολογήσει ο πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες (Απρίλιος 2009). Το είχε ομολογήσει και ο τότε αρχηγός των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων ναύαρχος Μάϊκ Μούλεν, δηλώνοντας για την αποτελεσματικότητα αμερικανικών βομβαρδισμών: «Η στρατιωτική επιλογή πρέπει να παραμείνει στο τραπέζι. Αλλά τα αποτελέσματα αυτής θα είναι περιορισμένα. Πιστεύω ότι τα πολιτικά μέσα είναι το καλύτερο εργαλείο για την εξασφάλιση της περιφερειακής ασφάλειας» (Δεκέμβριος 2009). Ο δε τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Γκέϊτς είχε αναγνωρίσει δημοσίως ότι ακόμα και ο πιο επιτυχής αμερικανικός βομβαρδισμός θα καθυστερήσει την κατασκευή ιρανικών πυρηνικών όπλων το πολύ για τρία χρόνια.
Το πλήγμα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις
Με άλλα λόγια, ένας μαζικός βομβαρδισμός θα οδηγήσει με χρονική καθυστέρηση σ’ αυτό που η Δύση και το Ισραήλ θέλει να αποτρέψει: τη μετατροπή του Ιράν σε πυρηνική δύναμη. Ακόμα και στην μάλλον απίθανη που το Ισραήλ κατάφερνε να βομβαρδίσει επιτυχώς τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα προέκυπταν τρομακτικές παρενέργειες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, εάν βομβαρδισθεί ο πυρηνικός σταθμός στο Μπουσέρ, κατά πάσα πιθανότητα θα εκλυθούν μεγάλες ποσότητες ραδιενεργών υλικών, με καταστροφικές συνέπειες για την ευρύτερη περιοχή.
Σε μία μεγάλη περίμετρο γύρω από τον πυρηνικό σταθμό θα πεθάνουν πολλοί άμαχοι, λόγω της ραδιενέργειας. Το έδαφος θα δηλητηριασθεί για εκατοντάδες χρόνια. Εκτός αυτών, λόγω των ανέμων και αναλόγως της φοράς τους, το ραδιενεργό νέφος θα πλήξει με καταστροφικό τρόπο τις γειτονικές χώρες. Με άλλα λόγια, ο ισλαμικός κόσμος θα έχει ισχυρό λόγο να υπερβεί τις εσωτερικές αντιθέσεις του και να στραφεί με μίσος εναντίον του Ισραήλ, αλλά και των ΗΠΑ.
Η μόνη ίσως αποτελεσματική στρατιωτική λύση στο πρόβλημα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος είναι το ακραίο σενάριο οι Ισραηλινοί να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα. Τέτοιου είδους κλιμάκωση, όμως, είναι πολιτικά απαγορευτική. Θα προσέδιδε μία ποιοτικά διαφορετική διάσταση στην όλη κρίση με απρόβλεπτες παρενέργειες στις διεθνείς ισορροπίες. Είναι προφανές ότι εάν το Ισραήλ περνούσε το πυρηνικό κατώφλι, το γεωπολιτικό τοπίο θα άλλαζε ριζικά και συνολικά με απρόβλεπτες συνέπειες. Τότε ναι, θα ετίθετο σε αμφισβήτηση η ίδια η ύπαρξη του Ισραήλ. Και βεβαίως θα ήταν ένα προηγούμενο και για την Ουκρανία.
Ακόμα, όμως, κι αν οι Ιρανοί αποκτήσουν πυρηνικά δεν έχουν περιθώριο να τα χρησιμοποιήσουν για να επιτεθούν στο Ισραήλ, αν δεν απειληθεί η ύπαρξή τους. Ξέρουν ότι μία τέτοια επίθεση θα ισοδυναμούσε αυτομάτως με πλήρη καταστροφή της πατρίδας τους. Στην μη ορατή περίπτωση, λοιπόν, που η Τεχεράνη αποκτούσε πυρηνικά όπλα θα τα αποκτούσε για λόγους αποτροπής κι όχι για επιθετικό σκοπό. Οι Ισραηλινοί, οι οποίοι παρανόμως έχουν δικά τους πυρηνικά, επιδιώκουν να καταστρέψουν όχι απλώς τις όποιες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, αλλά ευρύτερα τις στρατιωτικές υποδομές του, ώστε να πάψει να αποτελεί περιφερειακή δύναμη.