Χρήστος Ζιώγας*: Η ιδεολογική (κατα)χρήση της ιστορίας.
Η πολιτικά σκοπούμενη ή η ιδεολογική προσέγγιση της ιστορίας συνιστούν σύνηθες φαινόμενο ακόμη και στην εποχή μας, όπου η συντελεσθείσα πρόοδος και στις λεγόμενες θεωρητικές επιστήμες δεν δύναται να υπερκεράσει πάντα τις εκάστοτε πολιτικές σκοπιμότητες. Αποτελεί κοινό τόπο για όλους όσοι παρακολουθούν τη διεθνή πραγματικότητα πως η ιστορική αποτίμηση γεγονότων ακολουθεί πλειοψηφικά τις αναγκαιότητες της διεθνούς πολιτικής. Η γενοκτονία των Αρμενίων άρχισε να αναγνωρίζεται από σημαντικό αριθμό κρατών της Δύσης αφ’ ότου τη διακυβέρνηση της Τουρκίας ανέλαβε ο Ταγίπ Ερντογάν αλλάζοντας σταδιακά τη φιλοδυτική εξωτερική πολιτική και πορεία της χώρας, την οποία είχε δρομολογήσει ο Μουσταφά Κεμάλ 80 έτη πριν. Η αξίωση αναστοχασμού και αναδιατύπωσης της πρόσφατης ιστορίας της χώρας μας εξ αρχής σκόπευε εκτός από την «αντικειμενική» αποτύπωση των γεγονότων, στον «κατευνασμό» των εθνικιστικών παθών που αναπαρήγαγε, κατά τη γνώμη ορισμένων, η κυρίαρχη ιστοριογραφία. Η πρόσφατη δήλωση του νυν υπουργού παιδείας σχετικά με την γενοκτονία των 353 χιλιάδων Ποντίων της Μικράς Ασίας, εκτός από τον έκδηλη και δικαιολογημένη αγανάκτηση για την διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας και την προσβολή των θυμάτων -μέσω της συστηματικής εξόντωσής τους εξ ου και η αποτίμησή της ως γενοκτονικής πράξης- επαναφέρει στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα του προαναφερθέντος αναστοχασμού.
Είναι γεγονός πως προς την αναγκαιότητα επαναδιατύπωσης του ιστορικού μας παρελθόντος συστρατεύθηκαν ετερόκλητοι πολιτικά και ιδεολογικά κύκλοι αποτελούμενοι από φιλοευρωπαϊκές έως και αριστερές διεθνιστικές δυνάμεις. Η καθεμία έχει προφανώς διαφορετική τελική στόχευση, συναινούσαν όμως σε αρχικό στάδιο στην αποδόμηση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Η δύσκολη συγκυρία στην οποία βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως τα πεπραγμένα κατά την τελευταία πενταετία έχουν αποδυναμώσει τις άλλοτε πληθύνουσες φωνές για την χρεία της υπερεθνικής ολοκλήρωσης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αντιθέτως ενισχυμένη από τις εκλογικές της επιτυχίες και ούσα η πρώτη εν Ελλάδι αριστερή κυβέρνηση η οποία αξιώνει να επεκτείνει την ιδεολογική της κυριαρχία και στον τομέα της ιστοριογραφίας, προσπαθώντας ονομαστικά να αποδώσει την ιστορική πραγματικότητα αντικειμενικά, αλλά επί της ουσίας επιδιώκει μέσω της αναψηλάφησης του παρελθόντος να διαιωνίσει την πολιτική κυριαρχία της στο παρόν και το μέλλον.
Ο Παναγιώτης Κονδύλης στο λιγότερο γνωστό του έργο, «Επιστήμη, Ισχύς και Απόφαση» αποφαίνεται ακριβώς για τον αγώνα κυριαρχίας μεταξύ ανταγωνιστικών ερμηνευτικών σχημάτων επί ιστορικο-κοινωνικών γεγονότων: «όποιος θέλει να εγείρει αξιώσεις ισχύος μέσα σε μια καινούργια κατάσταση πρέπει να προτείνει και να επιβάλλει είτε μια καινούργια ερμηνεία των κυρίαρχων βασικών εννοιών είτε μια καινούργια εννοιολογία, δηλαδή μια καινούργια θεωρητική τοποθέτηση» (σελ. 51). Ο τρόπος που επιχειρείται να προσεγγιστεί από την αναθεωρητική ιστοριογραφία, η ελληνική επανάσταση του 1821 συνιστά αποτύπωση της εν λόγω αξίωσης. Πολλοί αναφέρουν πως μετά την Απελευθέρωση της Τρίπολης (23 Σεπτεμβρίου 1821), τα στρατεύματα των επαναστατημένων Ελλήνων προέβησαν σε σφαγές, εστιάζοντας σε αυτό καθ’ αυτό το γεγονός παραβλέποντας το τι βίωναν οι Ρωμιοί τα τετρακόσια χρόνια οθωμανικής κατοχής. Ο καθηγητής πολιτικής επιστήμης του ΜΙΤ Steven Van Evera αναφέρει πως οι εθνικιστικοί μύθοι εμπεριέχουν και στοιχεία: αυτο-δοξαστικά, αυτο-αθωωτικά και ετερο-συκοφαντικά. Η περίπτωση της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού στην Μικρά Ασία επ’ ουδενί δεν εμπίπτει σ’ αυτή την κατηγορία, αντιθέτως η αναθεωρητική ιστοριογραφία βρίθει ετερο-δοξαστικών, ετερο-αθωωτικών και αυτό-συκοφαντικών χαρακτηριστικών.
Το ζήτημα όπως τίθεται είναι πρωτίστως πολιτικό και δευτερευόντως μεθοδολογικό. Διατύπωνε ο Καρλ Μαρξ πως «η βία είναι η μαμή της ιστορίας» και έκτοτε αναπαράγουν τη φράση μαρξιστές όλων των αποχρώσεων. Οι «ανάδοχοι» όμως του προσήμου της ιστορικής αποτύπωσης της βίας είναι πολλοί, ετερόκλητοι και εξουσιομανείς.
*Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων
Η Νέα Πολιτική
2015