Blog

«ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ – ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ»

8ο ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ
1η ΣΤΡΑΤΙΑ – Α.Τ.Α.
11-13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2008

«ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ – ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ»

«Δυναμική Μειονοτήτων και Προϋποθέσεις Ανάδειξής των
σε Αιτία Σύγκρουσης μεταξύ των Κρατών»

 

Ομιλητής : Ταξίαρχος ε.α. Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος

 

Προσφωνήσεις

Τι είναι Μειονότητα

Κατά Μπαμπινιώτη, μειονότητα είναι ομάδα ανθρώπων, που συνδέονται μεταξύ τους, ως προς την καταγωγή, τα πιστεύω ή την συμπεριφορά, αλλά διαφοροποιούνται, ως προς τα ίδια χαρακτηριστικά από το ευρύτερο σύνολο στο οποίο ανήκουν: εθνική/γλωσσική/θρη­σκευτική/κοινωνική/αναφομείωτη.
Κατά το λεξικό του Παπύρου, μειονότητα είναι:
α. Πλήθος μικρότερο από το μισό ενός συνόλου
β. Πολιτιστικά, εθνολογικά ή φυλετικά ευδιάκριτη ομάδα, που ζει στους κόλπους μιας ευρύτερης κοινωνίας.
γ. «Εθνική μειονότητα», είναι σύνολο ατόμων ξένης εθνικότητος, που αποτελούν μικρό ποσοστό του πληθυσμού μιας χώρας ή επικράτειας.

Τι σημαίνει Δυναμική

Στην επιστήμη της Φυσικής είναι ο κλάδος, ο οποίος μελετά τις δυνάμεις και τις κινήσεις που αυτές προκαλούν.
Στην Κοινωνιολογία είναι ο αλληλοπροσδιορισμός ή η σύγκρουση των στοιχείων ενός κοινωνικού όλου (δηλαδή τάξεων, θεσμών, προτύπων κλπ) που εξηγούν τον εξελικτικό μετασχηματισμό του: ή του κοινωνικού συστήματος ή των κοινωνικών ομάδων.
Γενικώτερα θα λέγαμε, ότι δυναμική είναι η εξελικτική πορεία ενός φαινομένου.

Ας αφήσουμε τώρα την σκέψη μας να ρυμουλκηθεί από τον ορισμό του λεξικού, που αναφέρεται στην «ευδιάκριτη ομάδα, που ζει στους κόλπους μιας ευρύτερης κοινωνίας» και ας φανταστούμε, έχοντας πάντοτε κατά νού αυτά, που αντιλαμβανόμαστε σαν όντα με λογική και που έχουν σχέση με αυτά που τα φαινόμενα μας τροφοδοτούν και η κριτική μας σκέψη τα κατατάσσει στους μαθησιακούς μας απολογισμούς ή με άλλα λόγια στις εμπειρίες μας.
Ευδιάκριτες λοιπόν ομάδες είναι κατά βάση οι φυλετικές, οι εθνοτικές, οι θρησκευτικές. Υπάρχουν όμως και άλλες μικρότερες ομάδες, οι οποίες δημιουρ­γούν­ται με αυξανόμενους ρυθμούς μετά την ισχυροποίηση των όρων περί προστασίας των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.
Εμφανίζεται λοιπόν ένας αριθμός ατόμων, τα οποία συνειδητά αποσύρονται, χωρίς δυσάρεστες συνέπειες, από τις δεσμεύσεις των οικογενειακών αρχών και σφυρηλατούν ένα καινούργιο εαυτό, ο οποίος πλέον δεν αναπαράγει αυτό που του κληροδότησαν οι γονείς του. Πρόκειται δηλαδή για ένα δικαίωμα τού να υπάρχουν σαν πρόσωπα ιδιωτικά. Να γίνουν κάποιοι άλλοι, που δεν προσδιορίζονται από τις ρίζες τους αλλά που προσπαθούν να δώσουν στην ζωή τους το νόημα, που εκείνοι θέλουν να της δώσουν.
Σε μία καλόβολη χώρα -όπως είναι και η δική μας- παρατηρούμε γεωμετρική ανάπτυξη στην δημο­κρατική χειραφέτηση. Και ενώ οι φιλελεύθεροι αντιπαρατάσσουν στην ομοιογένεια των ελληνικών στοιχείων το ατομικό, έρχονται οι μεταμοντερνιστές, ορισμένοι από τους οποίους αμφισβητούν την ίδια την πραγματικότητα του ατομικού και αντιπαραθέ­τουν στην ομοιογένεια περιθώρια και μειονότητες. Είμαστε σε μία εποχή, όπου πλέον πισ­τεύε­ται, ότι αυτό που είναι παράταιρο με την κοινωνία, ως σύνολο, δηλαδή το περιθωριακό, το τρελλό, το αποκλίνον, το διεστραμμένο, το παράνομο, είναι περισσότερο γόνιμο πολιτικά. Και με τον όρο μεταμοντέρνο επιχειρούμε να εννοήσουμε ένα σύγχρονο σύστημα σκέψεως, που απορρίπτει τις ολότητες, τις παγκόσμιες αξίες, τις μεγάλες ιστορικές καταθέσεις, τα υιο­θετηθέντα στο παρελθόν θεμέλια στην ανθρώπινη ύπαρξη και την δυνατότητα προσλήψεως γνώσεων μέσω διυλισμένων αρχών. Ο μεταμοντερνισμός ίσταται απέναντι στην γενική πίστη και τους ορθολογισμένους κανόνες, όπως επίσης εναντιώνεται στις έννοιες «ενότης» και -συμβατή με την ομοιογενή διάρθρωση- «πρόοδος». Ακόμη, αντιτίθεται σε αυτό, που θεωρεί ελιτισμό στην κουλτούρα και τείνει προς τον πολιτισμικό σχετικισμό και υμνεί τον πλου­ραλισμό, την ασυνέχεια και την ετερογένεια. Σαν ένα μερικό συμπέρασμα λοιπόν μπορούμε να προτάξουμε, ότι οι βιολογικοί και οι πολιτισμικοί ντε­τερμινισμοί οδεύουν προς την λήθη. Η κοινωνική προώθηση και προβολή δια­δέχονται την ατμόσφαιρα των προκα­ταλήψεων. Δημιουργούνται νέες ομάδες, οι οποίες διεκδικούν τα αυτά και ίσως και περισσότερα προνόμια.
Το να είσαι άθρησκος, αντιρρησίας συνειδήσεως, ομοφυλόφιλος και εν πάση περι­πτώσει διαφορετικός, ως προς το όλον, όπως έχει επιβληθεί σήμερα με την απρόθυμο συναί­νεση της πλειοψηφίας, δεν συνιστά αδίκημα. Απ’ εναντίας μάλιστα, θα λέγαμε, ότι τα προ­νόμια έχουν μετατεθεί εκεί όπου παλαιότερα αυτά τα χαρα­κτηριστικά εθεωρούντο ιδιώνυμα. Οδηγός ζωής για τα υπό διαμόρφωση κοινωνικά πρόσωπα-συντελεστές είναι μία διαφαι­νομένη νέα σύνθεση αρχών, η οποία πρεσβεύει την υπηρέτηση μιας αυθεντικής και διαρκούς ικανοποιήσεως. Και από ό,τι είμαστε σε θέση να αντιλαμβανόμεθα, καταγράφουμε, ότι σήμε­ρα δεν σημειώνεται οιαδήποτε επίκληση των ευγενών δυνάμεων της ψυχής, αλλά οι ορατές και πιστοποιημένες διακρίσεις και προσόντα για την πρακτική οργάνωση της γήινης ζωής των εξ ημών επιδεξιωτέρων. Ας συνεχίσουμε, ωστόσο με μερικά εγκυκλοπαιδικά, επά­νω στις ανεγνω­ρισμένες μειονότητες. Χρήσιμο είναι να γνωρίζουμε την πορεία των ιστορικών πραγμάτων.
Το πρόβλημα των μειονοτήτων είναι πολύ παλιό. Από τότε που πρωτοεμφα­νίστηκαν οργανωμένες πολιτικές κοινότητες. Στον δυτικό κόσμο, μειονότητες και η συνεπαγομένη καταπίεσή τους, συνέπεσαν με την γένεση των συγχρόνων κρατών. Αρχικά για λόγους θρησκευτικούς.
Η αναγόρευση της αρχής των εθνοτήτων σε κυρίαρχη έκφραση εθνικών διεκ­δικήσεων έτεινε βαθμιαία να ταυτίσει το κράτος με μία ομοιογενή εθνικά, πολιτι­στικά και θρησκευτικά ομάδα. Με βάση την αρχή αυτή, αποικοδομήθηκε η Αυστρο-ουγγρική Αυτοκρατορία το 1919. Ωστόσο η ομοιογένεια των διαφόρων κρατών, που προέκυψαν από το Α’ΠΠ ήταν κάτι περισσότερο από σχετική. Ιδιαίτερα στην Βαλκανική χερσόνησο. Η πολλαπλότητα και η κατανομή των εθνικών ομάδων είναι τέτοια, ώστε να είναι αδύνατη η προοπτική κάθε μία ομάδα να αποκτήσει το κράτος της. Π.χ., στην χώρα των Σκοπίων υπάρχουν 45% Σλαβόφωνοι, 29% Αλβανόφωνοι, 10% Αθίγγανοι και ένα 16% άλλες ομάδες, οι οποίες προσδιορίζονται σαν τουρκόφωνοι, Σέρβοι, Βόσνιοι κλπ. Και για την ιστορία, θα πρέπει να αναφερθεί, ότι οι Αλβανόφωνοι και οι Αθίγγανοι αυξάνονται σε ρυθμούς πολλαπλάσιους από ό,τι οι λοιποί.
Ένα παράδειγμα δυναμικής μιας εθνικής μειονότητος, η οποία προεκάλεσε την αντιπαράθεση μεταξύ κρατών είναι αυτό των Σουδητών της Βοημίας. Ο ιστορικός όρος Sudeten, που χρησιμοποίησαν οι Γερμανοί της Βοημίας για να ξεχωρίζουν από τους λοιπούς κατοίκους της Τσεχοσλοβακίας και η εθνικιστική, αντιτσεχική, αντισημιτική προπαγάνδα του ναζιστικού κόμματος της μειονότητος αυτών προεκάλεσε την διένεξη μεταξύ δύο ομό­ρων κρατών. Της Γερμανίας και της Τσεχοσλοβακίας. Για να μη προχωρή­σουμε σε λεπτο­μέρειες της υποθέσεως των Σουδητών θα αναφέρουμε μόνον, ότι η Σουδητία τελικά παρε­χωρήθη στην Γερμανία. Όμως η ηττημένη Γερμανία το 1945 αναγκάστηκε να επιστρέψει την Σουδητία στην Τσεχοσλοβακία και εκείνη με την σειρά της απέλασε τον Γερμανικό πληθυσμό της και στην περιοχή εγκατέστησε Τσέχους.
Ο καθένας από εμάς είναι σε θέση να σκεφθεί, ότι η πράξη της απε­λάσεως είναι ένα είδος μαθήματος προς κάθε κατεύθυνση ή μπορεί να συνιστά ένα άτυπο προηγούμενο ή μία αναγκαιότητα ή –τέλος πάντων- μία συγκυριακή εκμετάλλευση.
Εν πάση περιπτώσει, οι όποιες ριζικές ενέργειες του παρελθόντος δεν μπόρεσαν να ρυθμίσουν το πρόβλημα των μειονοτήτων εξ αιτίας τών -κατά περίπτωση- ιδιαιτεροτήτων. Οι νικητές του Β’ΠΠ, θέλοντας να ρυθμίσουν ορισμένα προβλήματα μειονοτήτων, δημιούρ­γησαν άλλα. Μερικές φορές σημαντικώτερα.
Η σύγχρονη αναζωπύρωση και πολλές φορές βιαιότητα των προβλημάτων των μειονοτήτων είναι το αποτέλεσμα εντάσεων, που είχαν επί πολύ αποσιωπηθεί και τεχνητά συγκρατηθεί.
Το 1950, μία υποεπιτροπή των Ηνωμένων Εθνών, που είχε επιφορτισθεί με το πρό­βλημα της προστασίας των μειονοτήτων, εξετίμησε, ότι ένας ορισμός θα έπρεπε να στη­ρίζεται στις βάσεις, που θα ιδούμε παρακάτω. Δηλαδή:
> ο όρος «μειονότητα» περιλαμβάνει μόνον τις μη κυρίαρχες ομάδες ενός πληθυ­σμού, που έχουν και επιθυμούν να διατηρήσουν εθνικές, θρησκευτικές ή γλωσσικές παρα­δόσεις ή χαρακτηριστικά σαφώς διαφορετικά από αυτά του υπολοίπου πληθυσμού.
> οι μειονότητες αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν αριθμό ατόμων αρκετά μεγάλο, ώστε να μπορέσουν να αναπτύξουν τέτοια χαρακτηριστικά.
>  τα μέλη των μειονοτήτων αυτών πρέπει να επιδεικνύουν σεβασμό στο κράτος, του οποίου είναι πολίτες.
Ωστόσο, παρά την προσπάθεια ενός νομικού προσδιορισμού, η ασάφεια δεν έπαψε να υπάρχει. Και τούτο, διότι ο όρος «μειονότητα» δεν είναι στενά νομικός αλλά ευρύτερα κοι­νω­νικοπολιτικός. Στο πλαίσιο αυτό έγινε προσπάθεια να αναζητηθούν τα κύρια στοιχεία της μειονότητος. Αυτά φαίνεται ότι είναι τέσσερα.
● Το στοιχείο της κοινότητας. Για να υπάρχει μειονότητα πρέπει τα μέλη νιας ομάδας να διαθέτουν ορισμένα σαφή χαρακτηριστικά, που τα ενοποιούν σε ομάδα, ενώ συγχρόνως τα διαχωρίζουν από την υπόλοιπη εθνική κοινότητα.
● Το ποσοτικό στοιχείο. Το αναφέραμε, γιατί πράγμα πρόκειται.
● Η συνείδηση της μειονότητος. Μία στατιστικώς μειοψηφούσα κοινότητα δεν θεωρείται μειονότητα με την αυστηρή έννοια του όρου, εκτός εάν έχει συνείδηση, ότι αποτελεί μειονότητα.
● Η καταπίεση, στοιχείο, που δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει, αλλά, το οποίο είναι συνηθέστατα ενδεικτικό. Η μειονότητα δεν υπάρχει, ως τέτοια, παρά μόνον αν καταπιέζεται. Ελλείψει καταπιέσεως τότε αναφερόμεθα σε αυτόνομες ομάδες και όχι σε μειονότητα.
Η κοινωνιολογία κάνει αναφορά για μία κοινωνική ομάδα, οποιουδήποτε τύπου, που αποτελεί την συνάθροιση ατόμων με προσδιορισμένους στόχους και κανόνες συμμετοχής των μελών της, με τους δικούς της υποχρεωτικούς κανόνες συμπεριφοράς και έναν υποτιτλισμό που την διαχωρίζει από την υπόλοιπη κοινωνία.

Η θέση των μειονοτήτων

Ο ρόλος των μειονοτικών ομάδων ποικίλλει αναλόγως δομής του επικρατούντος συστήματος και περιβάλλοντος. Η πλειοψηφούσα κοινωνία έχει δύο επιλογές. Να εξαλείψει την μειονότητα ή να την ανεχθεί. Μία μειονότητα μπορεί να εξαλειφθεί με διαφόρους τρόπους. Να εκδιωχθεί ή να καταπνιγεί. Πολλά είναι τα παραδείγματα στην Ιστορία. Ακραίο παράδειγμα, αυτό των Ναζί εναντίον των Εβραίων. Ένα πρόσφατο είναι και η περίπτωση του Γεωρ­γιανού Σαακασβίλι εναντίων των Οσετίων.
Η ήπια εξάλειψη είναι η αφομοίωση. Με την διαδικασία αυτή η μειονότητα υιοθετεί τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της πλειοψηφίας, που κυριαρχεί. Κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνος, παρατηρήθηκε εισροή Ευρωπαίων μεταναστών στις ΗΠΑ. Αντί να τους επιτρέψει να διατηρήσουν τα αρχικά πολιτισμικά χαρα­κτηριστικά τους, η κυρίαρχη αγγλόφωνη, προτεσταντική πλειοψηφία, προτίμησε να εμποτίσει τους μετανάστες με τον επικρατούντα πολιτισμό. Έτσι οι μεταναστευτικές ομάδες δεν συνέστησαν αυτόνομες κοινωνικές ομάδες, αλλά μάλλον αφομοιώθηκαν στην αμερικανική κοινωνία και η οποία και βαπτίσθηκε αμερικανικόν έθνος.
Βέβαια, αυτό το βορειαμερικανικόν έθνος παρουσιάζει ιδιότητες εντελώς ξεχωριστές. Έθνος μεταναστών, χωρίς καμμία παράδοση Ιακωβινισμού (πρώτη διακήρυξη περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων), άρα πρόθυμο να αναγνωρίζει την πολι­τισμική αυτονομία των διαφόρων εθνοτήτων, που το απαρτίζουν. Συγκροτήθηκε εν τούτοις επάνω σε ένα αγγλο­σα­ξο­νικό πουριτανικό αρχικό καλούπι, από όπου κληρονόμησε την ενοχλητική ψευδαίσθηση, ότι κατέχει τα πρωτεία της ηθικής στον κόσμο και κατά συνέπειαν είναι φορέας ενός «ξεχωριστού πεπρωμένου». Όποιος μελετά την Ιστορία, μπορεί να συναντηθεί με το ότι αυτή η ψευδαίσθηση της ανω­τερότητας έχει τις ρίζες της σε μία συγκεκριμένη αγγλική πουρι­τανική ιδεολογία του 17ου αιώνος, η οποία όμως στερείται κάθε εγκυρότητας, δεδομένου, ότι η γένεση μια ιδέας αποκτά εγκυρότητα μόνον και εφόσον είναι λογικά και οντολογικά καθο­λικεύσιμη. Κάτι, που εδώ ασφαλώς δεν ισχύει.
Αυτή η ενοχλητική αξίωση του ξεχωριστού πεπρωμένου ενσαρκώθηκε τον 19ο αιώνα σε ένα υποτιθέμενο δικαίωμα καθυποτάξεως των Ινδιάνων της Αμερικής και προσαρτήσεως τών επί δύο και πλέον αιώνες μεξικανικών και ισπανοφώνων εδαφών, ενώ στον 20ο αιώνα σε ένα καθαρά επεκτατικό ρόλο μεταμφιεσμένο σε θρησκευτική και πολιτική ηθικότητα.
Δεν υπάρχει βέβαια αμφιβολία ότι παράλληλα με αυτά τα επικίνδυνα στοιχεία, το αμερικανικόν έθνος έχει παραγάγει και πλείστα θετικά. Κυρίως σε επιστημονικό, τεχνο­λογικό, λογοτεχνικό, μουσικό και γενικά πολιτιστικό επίπεδο. Στοιχεία, τα οποία ασυζητητί δεν πρέπει να απορρίψουμε μέσα από μία γενικευμένη και a priori αντιαμερικανική ιδεολογία, η οποία τελευταίως μας έχει κατακαλύψει και την οποία εντόνως απευχόμαστε.
Εδώ θα χρειαστεί να σταθούμε για λίγο. Εννοώ στους Αμερικανούς. Οι ΗΠΑ, κατά τον Βορρά συνορεύουν με τους Καναδούς. Ο Καναδάς είναι χώρα συνώνυμη με την ευη­μερία, την ασφάλεια, την αξιόπιστη κοινωνική πορεία και την καλή γειτονία.
Οι νότιοι γείτονες, οι Μεξικανοί, για τους Αμερικανούς συνιστούν μείζον πρόβλημα. Η είσοδος Μεξικανών λαθρομεταναστών στο έδαφος των ΗΠΑ προκαλεί τους μηχανισμούς του συναγερμού, όπως επίσης και το σύνδρομο της αβεβαιότητος περί της ισορροπία της ξεχω­ριστής αμερικανικής οντότητας∙ της πεπρωμένης να μεγαλουργήσει και η οποία, όπως διατείνονται είναι εκ Θεού εκπορευομένη.
Για την εξασφάλιση λοιπόν από την λαθραία είσοδο Μεξικανών στο αμε­ρικανικόν έδαφος, έχει προβλεφθεί και λειτουργεί εκτεταμένη ηλεκτροφόρος φραγή, η οποία μάλιστα και όταν απαιτείται καλύπτεται και δια πυρών από συνοριοφύλακες. Από ό,τι τουλάχιστον γνωρίζουμε οι Μεξικανοί δεν έχουν πλέον βλέψεις στην επικράτεια των ΗΠΑ. Εκτός εάν σκέπτονται σε περιβάλλον επιμεμηκυσμένων χρονικών οριζόντων.
Ας πάμε τώρα να φανταστούμε, ότι οι ΗΠΑ περιεβάλλοντο από -καθ’ υπό­θεσιν ή κατ’ ένδειξιν- μη φιλικές χώρες. Ας πούμε από την Κίνα, την Β. Κορέα κ.α. Γνωρίζουμε από τα στατιστικά δεδομένα, ότι στις ΗΠΑ παρεπιδημούν περίπου 4 εκατομμύρια Κινέζοι μετανάστες. Εάν δεν παρενεβάλλετο μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ ο Ειρηνικός Ωκεανός, παρά μόνον χωράφια, δάση και χαράδρες, τότε αυτά τα 4 εκατομμύρια θα ήταν τουλάχιστον δεκαπλάσια εάν ληφθούν υπ’όψιν τα στοιχεία του δυσθεωρήτου πληθυσμού της Κίνας και της αβυσσαλέας οικονομικής ανισότητας των δύο αυτών χωρών. Διερωτώμαι, εάν όλα αυτά περί αφομοιώσεως, πολιτισμένης αντιμετωπίσεως, συντηρήσεως του αισθήματος εθνικής ασφαλείας, ασφαλείας συνό­ρων και τα παρόμοια θα είχαν κάποια αθώα θέση στον νού της αμερικανικής κυβερνήσεως. Και βέβαια η Αμερική δεν κινδυνεύει από τα εκατομμύρια των Ιταλών, των Πολωνών, των Ελλήνων και των λοιπών μεταναστών, που προέρχονται από τα υπόλοιπα 200 κράτη του πλανήτη Γη. Δεν κινδυνεύει, διότι την χωρίζουν ωκεανοί από τον υπόλοιπο κόσμο.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με την δική μας χώρα.
Όταν εισέρχονται μετανάστες ανεξέλεγκτα, σε ανατρεπτικά ποσοστά, σε σχέση με τον γηγενή πληθυσμό και μάλιστα από όμορες χώρες, τούτο σημαίνει καταλυτική αλλοίωση των γνωστών ελληνικών παραμέτρων. Αργά ή γρήγορα θα δημιουργηθούν μειονότητες και αργότερα επικρατούσες κοινότητες∙ δεδομένης και της υπογεννητικότητος του ελληνικού στοιχείου. Αυτές λοιπόν οι μειονότητες ογκούμενες σε αριθμό ατόμων και σε επιβολές οικο­νομικού χαρακτήρα, κάποια στιγμή, θα προβάλλουν κοινωνικές και πολιτικές διεκδικήσεις. Με άλλα λόγια θα έχουν πρωτεύοντα και ουσιαστικό λόγο στο αύριον της Ελλάδος. Εάν μάλιστα οι συγκυρίες το επιτρέψουν, αυτές οι μειονότητες θα παίξουν τον ρόλο του στρα­τη­γικού μοχλού των ομόρων χωρών σε ένα παιγνίδι εις βάρος της εδαφικής ακεραιότητος της Ελλάδος, αφού θα έχουν προηγηθεί απροκάλυπτοι αλυτρωτισμοί στους κόλπους των μειο­νοτήτων. Και εδώ επιβάλλεται να κάνουμε μία παύση και να ευχηθούμε ώστε να γονιμο­ποιηθεί η ελληνική σκέψη, τουλάχιστον σε θέματα, που αφορούν στην ασφάλεια και που αποκρίνονται στις υπό διαμόρφωση πολυπλοκότητες, που οι ελληνικοί μας προσανατολισμοί ανέχονται.
Η αφομοίωση των μεταναστών και λαθρομεταναστών στην προκειμένη περί­πτωση της Ελλάδος και όχι της Αμερικής δεν είναι εφικτή, σε αντίθεση με εκείνους που πιστεύουν τα σχετικά φθέγματα περί «Ελληνικής παιδείας». Ο Αλβανός θα παρα­μείνει Αλβανός εις τους αιώνας των αιώνων. Το ίδιο και ο Βούλγαρος. Και ο Τούρ­κος θα είναι Τούρκος και μάλιστα κάθε πρωϊ θα θυμιατίζει το εικόνισμα του Κεμάλ και θα ορκίζεται σ’αυτόν, ότι είναι υπερήφανος που είναι Τούρκος.
Για τον Σκοπιανό, αδυνατώ να αποφανθώ. Εάν δεν σημειώνονταν έλλειψη διορατικότητος από την ελληνική πλευρά ή εάν έστω και από σήμερα παρατηρηθεί αποφασιστικότητα και εύστοχες εκτιμήσεις που θα οδηγήσουν στην ορθή επιλογή μιας εθνικής στρατηγικής, τότε ο Σκοπιανός θα μπορούσε να αποτελέσει ένα απάρτιο του σώματος των Ελλήνων μια και με δυσκολία παλαίβει να πιστέψει, στο υγρό, το οποίον ενίεται στον εγκέφαλό του και που του δημιουργεί την παραίσθηση, ότι αποτελεί μέρος ενός μακεδονικού έθνους. 
Εν πάση περιπτώσει, η αφομοίωση σπανίως συνιστά διαδικασία ολοσχερούς εξαλείψεως μειονοτήτων. Κατά την πορεία της αφομοιώσεως η κυρίαρχη ομάδα, παράλληλα με την επιβολή τού δικού της πολιτισμού, υιοθετεί συνήθως ορισμένα στοιχεία του πολιτισμού της μειονότητος.
Όταν επιτρέπεται σε μία μειονότητα να υπάρχει μέσα στο πλαίσιο μιας ευρυ­τέρας κοινωνίας, το κοινωνικό σύστημα που προκύπτει χαρακτηρίζεται πλουρα­λιστι­κό. Οι κυρίαρχες δυνάμεις σε μία πλουραλιστική κοινωνία επιλέγουν την ανοχή απέναντι στις μειονότητες για δύο λόγους. Η κυρίαρχη πλειοψηφία μπορεί να μη βλέπει τον λόγο γιατί να απαλλαγεί από την μειονότητα. Από την άλλη μεριά, ακόμη και εάν η μειονότητα αντιμετωπίζεται με απέχθεια, μπορεί να υπάρχουν πολιτικά, ιδεολογικά ή ηθικά εμπόδια σε μία διαδικασία εξαλείψεώς της. Π.χ, το είδος της απασχολήσεως των ατόμων της μειονότητας είναι τέτοιο, που το κέρδος από την ύπαρξή τους είναι μεγαλύτερο από την ζημία της εκδιώξεώς των. Αυτό βέβαια συμβαδίζει με την θεωρία του χρησίμου εχθρού ή επί το ηπιώτερον με την ανεκτική συμβίωση των ανισοτήτων. Υπόθεση φυσικά, που δεν θα υποστηρίζεται ούτε θα συμβαίνει αγαστώς εις το διηνεκές.
Η δομή της κοινωνίας, ως συνόλου επηρεάζει τον ρόλο, που παίζουν σε αυτήν οι μειονοτικές ομάδες, οι οποίες εξ ορισμού ταξινομούνται κάπου χαμηλώτερα από την κορυφαία βαθμίδα της κοινωνικής ιεραρχίας. Ο βαθμός κοινωνικής κινητικό­τη­τας ενός μέλους μιας μειονοτικής ομάδος εξαρτάται από το εάν η κοινωνία στην οποία ζει είναι κλειστή ή ανοικτή.
Κλειστή κοινωνία είναι εκείνη στην οποία ο ρόλος και η λειτουργία του ενός ατόμου θεωρητικά δεν μπορεί να αλλάξει ποτέ. Αντιθέτως, η ανοικτή κοινωνία επιτρέπει στο άτομο να μεταβάλλει τον ρόλο του, με αντίστοιχες αλλαγές στην κοι­νωνική του θέση. Η ανοικτή κοινωνία επιτρέπει σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες να αμιλλώνται για τους ίδιους οικονομικούς πόρους, με αποτέλεσμα οι σχέσεις τους να είναι ανταγωνιστικές. Σε μία ανοικτή κοινωνία η ταξινόμηση ενός ατόμου σύμ­φωνα με την κοινωνική του ομάδα δεν έχει την ίδια βαρύτητα με την ταξινόμηση, που το άτομο αποκτά για τον εαυτό του.
Στην Ελλάδα το πρόβλημα τέθηκε οξύτατο κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και μετά από αυτούς. Και επιδιώχθηκε η ριζική του λύση με την υποχρεωτική αν­ταλλαγή των πληθυσμών. Σήμερα αναγνωρίζεται μόνο μία μειονότητα. Η μου­σουλ­μανική, η οποία διέπεται από το καθεστώς, που θεσπίστηκε με την Συνθήκη της Λωζάνης και τώρα, η μειονότητα αυτή ζει υπό συνθήκες πλήρους θρησκευτικής ελευ­θερίας και ισότητος δικαιωμάτων, τα οποία προστατεύονται συνταγματικά.
Παρ’όλα όμως αυτά τα συνταγματικά και τα περί μειονοτήτων νόμιμα, όλοι αντιλαμβανόμεθα, ότι στην ελληνική ατμόσφαιρα υπάρχει μία μόλυνση και της οποίας η διάγνωση διερμηνεύει μία τουρκική διεκδικητικότητα. Αυτή η επιθετική πολιτική της Τουρκίας διατυπώθηκε πριν μερικά χρόνια με εντυπωσιακή σαφήνεια, όταν ο τότε Τούρκος πρωθυπουργός εδήλωνε κατηγορηματικά, ότι «ο 21ος αιώνας θα είναι αιώνας των Τούρκων, καθώς ο Τουρκικός κόσμος θα ελέγχει τον τεράστιο γεωπολιτικό χώρο από την Αδριατική μέχρι το Σινικόν Τείχος». Εννοούσε λοιπόν ο Οζάλ το γνωστό πλέον Ισλαμικό τόξο, το οποίον θα περιείχε από ανατολάς προς δυσμάς, εδάφη των Αλταϊων, Καζακστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκίας, Ανατολικής Ρωμυλίας, Δυτικής Θράκης, Σκοπίων, Διάδρομο Σατζάκ Μαυροβουνίου και Βοσνίας.
Και ναί μεν για τα αχανή εδάφη της ανατολής, θα λέγαμε, ότι αυτός ο ευσεβής πόθος θα παραμείνει πόθος, παρ’όλον ότι με τις χώρες αυτές υπάρχει συγγένεια μέσω μιας τουρκογενούς γλώσ­σας. Αλλά δεν είναι καθόλου ευσεβής πόθος και μπορεί να καταστεί πραγματικότητα, μέσω μιας εφικτής συγκυριακής εκμεταλλεύσεως των προϋποθέσεων, που αναπτύσσονται σε φιλάσθενες, στα δυτικά της Τουρκίας δημοκρατίες.
Όταν ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών προσφάτως επισκεφθείς την μουσουλ­μανική μειονότητα της Θράκης την προσεφώνησε «Τουρκική μειονότητα», τούτο σημαίνει, ότι αδιαφορεί για οποιαδήποτε προηγηθείσα Συνθήκη, εφ’όσον το έχει εμπεδώσει, ότι δεν θα υπάρξει αντίδραση από μία γειτονική χώρα, η οποία στην αποδεδειγμένη της αδυναμία εκφράζεται με ευχές που βασίζονται σε δημοκρατική συναντίληψη και υποδειγματική ψυχραιμία και αμοιβαία κατανόηση και καλή γειτονία και μέτρα οικοδομήσεως εμπιστοσύνης, και στρατιωτική ανοχή και χριστιανική αγάπη και όλες τις αρετές της οικουμένης.
Σ’αυτή λοιπόν την μουσουλμανική μειονότητα παρατηρούμε μία κατευ­θυνόμενη έξωθεν πορεία, της οποίας οι συντελεστές, σαφώς μας προσανατολίζουν σε σκέψεις, που αποκαλύπτουν την στρατηγική της χρησιμοποίηση από την Τουρκία.
Η κοινωνική της συγκρότηση με θρησκευτική ύφανση δεν θεωρείται πλέον παράγων καθησυχαστικός.
Μία πιθανή έκβαση και αναλόγως συγκυριών θα είναι η ανάρτηση στην επικαιρότητα του δικαιώματος αυτοδιαθέσεως  των ‘Τούρκων’ της Δυτικής Θράκης. Οι οποίοι και όσοι από αυτούς τους μειονοτικούς έχουν ή αποκτούν τουρκική συνείδηση θα αποτελέσουν μοχλό αποσταθεροποιήσεως και αναταραχής στην περιοχή.
Πιθανή είναι και η διαμόρφωση ευνοϊκού υπέρ της μειονότητος κλίματος στην διεθνή κοινή γνώμη. Σ’αυτόν λοιπόν τον μουσουλμανικό πληθυσμό με μέριμνα της Τουρκίας και θεατή την Ελλάδα μπορεί να καλλιεργηθεί στην συνείδησή του η πεποίθηση, ότι η επιβίωσή του και η ευημερία του εξαρτώνται αποκλειστικά και μόνον από το άσβεστο ενδιαφέρον της αποκαλουμένης «μητέρας πατρίδας».
Μία προσεκτική παρατήρηση θα μας φανερώσει μία ενδοστρέφεια της μειονότητος. Αυτή η κοινωνική διαμόρφωση είναι μία συμφέρουσα συνθήκη για την Τουρκία, όπως επίσης και η αναγωγή τής μουσουλμανικής θρησκείας και της τουρκικής γλώσσας σε στοιχεία εθνοφυλετικής καθαρότητος. Ομοίως παρατηρείται μία επιδίωξη εμπεδώσεως ιδιαιτέρας ψυχολογίας στους κόλπους της μουσουλμανικής μειονότητος, ότι είναι ένας λαός υπό ξενική κατοχή, που οφείλει να ζει, να ονειρεύεται και να αγωνίζεται για την «απελευθέρωσή» του και την «επιστροφή» του στην μητρική αγκαλιά της Τουρκίας. Αυτή η ιδεολογικοπολιτική στρατηγική απαντά σε μία δυναμική της μειονότητας, η οποία χρήζει ιδιαιτάτης προσοχής.
Ένα κραυγαλέο παράδειγμα συγκρούσεως μεταξύ λαών είναι και η περίπτωση της Κύπρου, η έκβαση της ιστορίας της οποίας είναι ιδιαίτερο προς εξέταση αντικείμενο, λόγω του όγκου των περιεχομένων συστατικών μερών επάνω στην ανθρωπολογική του μελέτη, την ποιοτική δυναμική των αντιπαραβεβλημένων μειονοτήτων/κοινοτήτων και την συμφέ­ρου­σα αντιμε­τώπιση εκ μέρους των  όχι αποκλειστικά συγγενών πολιτικών δυνάμεων και κρατικών οντοτήτων.  Το ερώτημα είναι εάν κάτι ανάλογο είναι το σκοπούμενον στην Θράκη.
Ας αφήσουμε τώρα τους μουσουλμάνους της Θράκης και ας πάμε στα ενδεχόμενα να συμβούν στο λίαν εγγύς μέλλον.
Είναι η δυναμική των ήδη ευρισκομένων μεταναστών και λαθρομεταναστών στην χώρα μας.
Ο αριθμός τους είναι ανεξακρίβωτος λόγω αδυναμίας του ελεγκτικού μας μηχανι­σμού. Πιστεύεται, ότι εγγίζει το 20% του διανυκτερεύοντος στην Ελλάδα πληθυσμού. Υπάρ­χουν αυξητικές τάσεις σ’αυτό το ποσοστό. Πληροφορίες μας λένε, ότι υπάρχουν τη στιγμή αυτή 200.000 λαθρομετανάστες στην μικρασιατική ακτή και οι οποίοι διαπεραιώ­νονται καθ’ ομάδες στα Ελληνικά νησιά με την διευκόλυνση των Τούρκων και ίσως με την συνδρομή μερικών «στραβών ματιών» από την πλευρά της ημεδαπής. Με το αζημίωτο βέβαια.

Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να συμπεράνουμε, ότι θα υπάρξει ημέρα, όπου θα έλθη η αλβανική γλώσσα στα ελληνικά δελτία ειδήσεων, στις ελληνικές εφημερίδες, στους ελληνικούς δρόμους, στις επιγραφές ιδιωτικών και δημοσίων καταστημάτων. Οπουδήποτε! Όταν μάλιστα αρχίσει η πολιτογράφηση των Αλβανών μεταναστών, τότε θα υπάρξει και πολιτική εκπροσώπηση, της οποίας τα ποσοστά θα είναι διαρκώς αυξανόμενα λόγω της υπεργεννητικότητος των Αλβανών και αντι­στοίχου αρνητικής επιδόσεως των γηγενών.
Αρκεί να θυμηθούμε το ιστορικό παράδειγμα του Κοσσόβου για να καταλά­βουμε το μέγεθος της επερχομένης ανατροπής. Δηλαδή, έτσι ξεκίνησε και η είσο­δος των Αλβανών στο Σερβικό Κοσσυφοπέδιο και τελικά η αύξηση και η πλήθυνση των γόνων των ευκάρπων Αλβανίδων μητέρων ανέτρεψε δραματικά την σύνθεση του πληθυσμού τού ήδη προστατευομένου από την ομάδα των ισχυρών δυνάμεων «ανε­ξαρτήτου» αλβανοφώνου κράτους.
Λέγεται, ότι η γλώσσα είναι πατρίδα. Τι λέτε λοιπόν, όταν απ’άκρου σ’άκρον της αυριανής Ελλάδος ακούγεται η αλβανική; Πώς θα ονομάζεται αύριο αυτή η περιοχή, όταν οι ελληνόφωνοι θα αποτελούν ισχνή μειοψηφία;
Πώς θα μοιάζει οπτικά η ελληνική περιοχή του αύριον, όταν εδώ μέσα θα υπάρχουν σε κάθε πόλη και χωριό μουσουλμανικά τεμένη, όπου ο Παρθενώνας πλέον θα βρίσκεται κάτω από την σκιά τους; Διότι, όπως καταλαβαίνετε, όλοι αυτοί οι Πακιστανοί, οι ευρωτούρκοι και ο υπόλοιπος αντιχριστιανικός κόσμος θα απαιτήσουν κατά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τους χώρους λατρείας των. Οι δε μειονοτικοί Έλληνες και όσοι εξ αυτών θα διαθέτουν κάποια απομείνασα πίστη, θα καταφεύγουν κρυφίως σε ναούς, όχι για τον φόβο των αλλοπίστων, αλλά για να αποφύγουν τον χλευασμό εκ μέρους εκείνων των Ελλήνων, οι οποίοι έχουν εισέλθει πλέον στην ατμόσφαιρα της αυξούσης αθεϊστικής ροπής, η οποία επιτάσσεται από τον αριστε­ρίστικο συρμό της καθολικής αμφισβήτησης.
Γράφει ο Arnold Toynbee, ο μεγαλύτερος Άγγλος ιστορικός στην Σπουδή της Παγκοσμίου Ιστορίας, σε μία παράγραφο: «Δια ποίον λόγον οι βάρβαροι τελικώς διέσπασαν τα σύνορα και εισέβαλαν στον Ρωμαϊκόν κόσμον; Διότι, όταν τα σύνορα μιας κοινωνίας ανωτέρου πολιτισμού και μιας άλλης κατωτέρου τοιούτου, παύσουν να προχωρούν, η πλάστιγξ δεν καταλήγει εις μίαν σταθεράν ισορροπίαν, αλλά με την πάροδο του χρόνου, κλείνει υπέρ της καθυστερημένης κοινωνίας κλπ, κλπ».
Ιδού ένα από τα άπειρα μαθήματα της Ιστορίας.
Βέβαια δεν λέμε να πάρουμε τα ντουφέκια και να βγούμε στα βουνά και τα λαγκάδια για να ευρύνουμε τα σύνορα της Ελλάδος, αλλά η πολιτική μας θέση εν προκειμένω που εκφράζεται με το «δεν διεκδικούμε τίποτε», σημαίνει παραίτηση από την προσπάθεια διατηρήσεως της σφριγηλότητος του ελληνικού έθνους.
Και εάν είναι έτσι, τί μένει;
Να αρχίσουμε να μελετάμε αρχές και κανόνες αποτροπής; Και τί είναι ανατροπή, όταν ο εχθρός βρίσκεται ήδη μέσα; Και πρώτος από όλους τους εχθρούς, ο μηδενιστής εαυτός μας!
Μετά ασφαλώς, είναι οι άλλοι. Οι Αλβανοί, οι Βαρδαραίοι, οι Βούλγαροι, οι Τούρκοι. Όλοι αυτοί οι όμοροι διεκδικούν. Όταν λοιπόν ωριμάσει η στιγμή, ακόμη και οι Βαρδαραίοι με την εμφυτευμένη στην συνείδησή τους πίστη, ότι έχουν μεταλλαχθεί σε Μακεδόνες θα έλθουν σαν άλλοι Δαβίδ να χτυπήσουν τον σαπρο­κοίλιον Έλληνα Γολιάθ, ο οποίος ανίκανος πλέον για αντίσταση θα υποταχθεί στο μέλλον, που αυτός επέλεξε, ότι του ταιριάζει. Δηλαδή του υποτεταγμένου ή στην καλύτερη περίπτωση του δυσμοίρου ευρωραγιά.
Στην προκειμένη περίπτωση απαιτείται να εκβιασθεί το στρατιωτικό μας αισθητήριο το οποίο οφείλει να διαισθάνεται και τα πλέον δυσμενή σενάρια.
Ένας στρατιωτικός δεν πρέπει να εφησυχάζει. Ούτε και με τις πιο αισιόδοξες πολιτικές διαβεβαιώσεις. Δεν πρέπει να ακούει τις σειρήνες, τις άδουσες τραγούδια αγάπης του τύπου make love, not war. Κανείς δεν μπορεί να μας διαβεβαιώσει, ότι δεν θα γίνει πόλεμος. Ούτε ο εκλεγμένος πλανητάρχης Μπαράκ Ομπάμα. Αν ήταν έτσι θα είχαν καταργηθεί οι στρατοί. Και πρώτα από όλους εδώ στην Ελλάδα όπου δυστυχώς η στρατιωτική ιδέα προσβάλλεται από τους μικρονοήμονες των οποίων ο αριθμός δυστυχώς αυξάνει. Ευτυχώς όμως, που οι υπεύθυνοι κατανοούν την ευθύνη τους για ένα ισχυρό Ελληνικό στρατό. Συνεπώς, ας έχουμε τον νού μας στο λατινικό si vis pacem para bellum.
Εμείς οι στρατιωτικοί δεν πρέπει να αγόμεθα από την μιζέρια του χρήματος, όπως έχει αυτή τούτη η ιδέα απλωθεί στο παγκοσμιοποιημένο γίγνεσθαι και έχει επιδράσει στην ανασύνταξη του επικουρείου διαμερίσματος του υποσυνειδήτου μας. Δεν πρέπει να συγκατα­λεχθούμε στην χορεία  των πιστευόντων στην μείωση του ενδιαφέροντος για τον στοχασμό και την πνευματική δημιουργία. Είμαστε σε θέση να κατηγοριοποιήσουμε τους καθ’οιονδή­ποτε τρόπο νεμομένους τα υλικά αγαθά. Αυτοί δεν πιστεύουν στην έννοια της ισχύος της ελληνικής συλλογικότητος, αλλά στην επέκταση του δικαιώματός των να χρησιμοποιούν εργατικά χέρια ανεξαρτήτου προελεύσεως, αδιαφορώντας για ό,τι δήποτε έχει αρνητική επίδραση σε θέματα ασφαλείας των προσώπων του ιδίου με αυτούς γένους. Δεν πρέπει λοιπόν να αφήσουμε τον εαυτόν μας να τυφλωθεί από την λάμψη των αγαθών, αναγκάζοντάς μας να βλέπουμε μονάχα αυτά. Διότι αυτό έχουν πάθει εκόντες άκοντες, οι περισσότεροι σημερινοί Έλληνες. Η νεοελληνική σκέψη περιστρέφεται γύρω από το χρήμα. Το κέρδος.
Το φαινόμενο της αθρόας εισόδου μεταναστών στην Ελλάδα και η παραμονή τους εδώ, σε ποσοστά παγκοσμίου ρεκόρ έχει την εξήγησή του. Ο σημερινός Έλληνας πιστεύει στο δωδεκάθεο και πιο πολύ στον κερδώον Ερμή. Και η εφαρμογή της θεωρίας του κέρδους άρχεται από την ανοχή έναντι των εισαγομένων φθηνών δούλων. Μετά είναι οι άδηλες πηγές της παραλλήλου αγοράς. Και μεταξύ μια πλειάδος άλλων πηγών που προσδιορίζουν τα ταμιεύματα των Ελλήνων είναι και ο δεξιοτεχνικός χειρισμός σε θέματα οφειλών του προς την εφορία.
Σήμερα ακόμη και οι λαϊκές μάζες, ακόμη και ο αγροτόκοσμος υιοθετούν την αριστοκρατική περιφρόνηση για την εργασία. Η εργασία είναι αντικείμενο των μεταναστών, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, μισούν τους εργοδότες και περιμένουν την ώρα για το «πότε θα κάνει ξαστεριά… και μετά…».
Εμείς οι στρατιωτικοί είμαστε θεατές σ’αυτή την επιχειρούμενη υπερτροφοδότηση αλλοτροπιών  με σκοπό την πολυσύνθεση της  κοινωνίας μας. Μάλιστα έχουμε την ικανότητα να διαβλέπουμε την απομείωση της δυνάμεως των ελληνικών παραδόσεων και την κάλυψή τους από μία τάξη που κυριαρχείται από τον ελεγχόμενο λόγο.  Ίσως θα θέλαμε να είναι αλλοιώς, αλλά προς το παρόν δεν μπορούμε να καταλάβουμε τί ακριβώς επιτελείται στην ελληνική συλλογική συνεί­δηση. Αυτή η διογκούμενη φιλελευθεροποίηση διέπεται από άναρχους μηχανισμούς, όπου ακόμη και οι θαυμαστές της βρίσκονται σε σύγχυση. Ποιές άραγε να είναι οι νέες αξίες;
Το ερώτημα μπορεί να προέρχεται και από όλους όσους καταγγέλλουν τους έχοντες και κατέχοντες και που στο τέλος αποδεικνύεται, ότι οι καταγγέλλοντες θα ήθελαν να συμπεριληφθούν στην κατηγορία των καταγγελλομένων. Με άλλα λόγια ο σημερινός Έλληνας ανέχεται την ύπαρξη των ξένων σαν υπομόχλιο για αυτή του την ψυχολογική λύτρωση δια μέσου του κέρδους, αποβάλλοντας κάθε εθνική ή ηθική αναστολή.

Ο νέος Έλληνας διοχετεύει τις επιθετικές του ορμές, όχι εναντίον αλλοφύλ­λων και πάντων μη Ελλήνων βαρβάρων, αλλά στους χώρους των super market και των πολυκαταστημάτων. Το όποιο νομιζόμενο κέρδος, του προκαλεί ανοψία, η οποία του περιορίζει την ανθρώπινη ζωή στην καθαγιασμένη πράξη του shopping therapy. Τα ξέφρενα ψώνια, που είναι αποτέλεσμα της διαφημιστικής καθολικής διαχύσεως, του προσδίδουν το υψηλόφρον αίσθημα της πολιτισμικής του τελειώσεως…
Έξαρση, ανανέωση, μιμητισμός: Ω..! Νόες ασθενείς… πρέπει διαρκώς να ανυψώνουμε τις ιδιοτροπίες ορισμένων σε ανάγκες για όλους!
Ισοπέδωση προς τα κάτω. Τα παιδιά μας αιχμάλωτα των κατωτέρων σχολικών προγραμμάτων για να συμβαδίζουν με την μαθησιακή προσληψιμότητα των τέκνων των μεταναστών. Και, όπως οσημέραι διαπιστώνεται, το σύμπαν των ανωτέρων ιδεών του παρελθόντος έχει αρχίσει να συρρικνώνεται εμπρός στις πράξεις των πολιτισμικά ελασσόνων συντελεστών. Ο μεγάλος ελληνικός πολιτισμός σιγά-σιγά αντικαθίσταται από την νέα φιλοσοφία, που περιστρέφεται γύρω από το Mc Donald’s, την Coca Cola, το MTV, τα reality shows. Αυτή είναι η πανομοιοτυπία του παγκοσμιοποιημένου ανθρώπου.
Τί νομίζουμε, ότι συνιστά για μας απειλή άραγε;
Μήπως η αποκτήνωση από την απάλειψη συναισθημάτων;
Μήπως η υπαγωγή μας στο παγκόσμιο φιλελεύθερο λόμπυ; Αυτή την απρόσωπη μεγαμηχανή, που εξηγεί την έκπτωση του πατριωτισμού μας, την κρίση της πολιτικής, τις ασύμμετρες προσβολές και την κατάθλιψή μας. Εκεί όπου αγχωνόμαστε με την δουλειά μας, ή με την εφορία, που κι αυτή με την σειρά της δεν συμπεριφέρεται έντιμα σύμφωνα με την αρχή του φαύλου κύκλου. Ή μήπως έχουμε αποβλακωθεί από την υπέρμετρη τηλοψία;
Τί έχουμε κατορθώσει εμείς οι σημερινοί; Προσπαθούμε εναγωνίως να συσσωρεύσουμε χρήμα.
Έτσι διδάσκεται, ότι είναι ο σημερινός ύπατος σκοπός της ζωής. Υποταγή στο χρήμα. Αυτό το χρήμα, που αποστεγνώνει το χρώμα των λοιπών μας συναισθημάτων. Που μας καθιστά υπηρέτες μιας καταψυκτικής θεότητας, η οποία, όπως τα σημεία των καιρών μας έχουν μεταλλάξει, κατά τον τρόπο εκτι­μήσεως των αξιών, θα μας βοηθήσει να κατεβούμε στους τάφους μας, φορτωμένοι με πλούτη. Για να έχουμε επέκεινα την χρυσή ζωή, που δεν προλάβαμε να βιώσουμε, όσο χρόνο με άγχος επί Γης προσπαθούσαμε να απογράφουμε τα χαρτονομίσματα, που θα μαλάκωναν τον φόβο μας για τον επερχόμενο θάνατο.
Έχουμε αναρωτηθεί άραγε, γιατί η ζωή μας έχει λάβει την απόχρωση του φαιού; Έχουμε σκεφθεί, γιατί η ζωή μας φτωχαίνει;
Ας υποθέσουμε, ότι το αίτιο του κακού είναι, ότι έχουμε πάψει να σκεπτόμαστε. Διότι αν κάνουμε τον κόπο να σκεφθούμε, οπωσδήποτε κάτι καλό θα προκύψει.

Αφήστε μια απάντηση