Ιπποκράτης Δασκαλάκης: Καλό σας ταξίδι κύριε Πρόεδρε
Επειδή δεν ανήκω στην κατηγορία των Ελλήνων που πίσω από κάθε ενέργεια της οποιοδήποτε ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, βλέπουν συνομωσίες, δολοπλοκίες, ηττοπάθειες και εθνικές προδοσίες, προσπαθώ ειλικρινά να εντοπίσω τους λόγους της διοργάνωσης της πρόσφατης επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου.
Αν πίσω από την πρόσκληση κρύβονταν μια επιθυμία ισχυρών δυτικών κύκλων και ανάλογα παρότρυναν την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει, παρέχοντας εγγυήσεις και καλύψεις, ορθώς η Αθήνα έπραξε. Αν πάλι μόνη της απεφάσισε ότι είχε την άνεση να διακινδυνεύσει την επίδειξη θράσους και όξυνσης που ενδεχομένως (όπερ και εγένετο) θα προκαλούσε ο Ερντογκάν, τότε ο χρόνος και μόνο θα δείξει την επιτυχία ή αποτυχία της πολιτικής των Αθηνών.
Ενίοτε στο παρελθόν, αρκετές ελληνικές ηγεσίες καλοπροαίρετα πίστεψαν ότι με τη χρήση μιας πειστικής διπλωματίας, την επίκληση του διεθνούς δικαίου και τον ειλικρινή διάλογο θα επετύγχαναν μια ανάλογη θετική ανταπόκριση της Άγκυρας και μια δρομολόγηση της επώδυνης πορείας ορισμένων αμοιβαίων συμβιβαστικών υποχωρήσεων. Ουδέποτε όμως αυτές οι προσδοκίες επαληθεύτηκαν και συνήθως οδήγησαν σε μια οδυνηρή διολίσθηση από τις πάγιες ελληνικές θέσεις άνευ ουδενός θετικού ανταλλάγματος.
Ο Τούρκος λοιπόν Πρόεδρος την πρώτη ημέρα της επίσκεψης, μετά την ολομέτωπη αρχική παράθεση όλων σχεδόν των τουρκικών αιτιάσεων, έχοντας εκπληρώσει τους στόχους του και έχοντας ικανοποιήσει το πολιτικό του εσωτερικό ακροατήριο, χαμήλωσε τους τόνους. Μάλιστα ανακοινώθηκε η επανέναρξη συνομιλιών για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, για τις διερευνητικές επαφές για θέματα της υφαλοκρηπίδος (και ελπίζουμε μόνο για αυτά) και για την επίλυση ζητημάτων που σχετίζονται με το μεταναστευτικό-προσφυγικό πρόβλημα. Η διεξαγωγή συνομιλιών και επαφών, από μόνη της, δεν είναι απορριπτέα.
Το απόγευμα της Παρασκευής ο Ερντογκάν αναχώρησε επιστρέφοντας για τη χώρα του προφανώς μειδιώντας όχι τόσο για την απρόκλητη και εκτός των διπλωματικών κανόνων παράθεση των τουρκικών αξιώσεων, όσο για την ανούσια πολιτική αντιπαράθεση που έχει ήδη ξεκινήσει στο ελληνικό πολιτικό πεδίο. Χρήσιμη οπωσδήποτε η κριτική κατά των κυβερνητικών ενεργειών αλλά επί του προκειμένου θέματος και προ της αναχώρησης του Τούρκου Προέδρου έπρεπε να είχε υπάρξει μια κοινή θέση απόρριψης όλων των τουρκικών αιτιάσεων και καταδίκης της τουρκικής προκλητικότητας με κοινή δήλωση όλων των κομμάτων (κυβέρνησης και αντιπολίτευσης).
Ίσως και η ματαίωση της παρουσίας ορισμένων μη πολιτειακών παραγόντων στο επίσημο δείπνο να αποτελούσε ένα έμπρακτο ισχυρό μήνυμα της ενόχλησης. Σε τελευταία δε ανάλυση, η χάραξη μιας κοινής και σταθερής πορείας εκ μέρους όλων των κομμάτων είναι το ζητούμενο καθώς πράγματι τα θέματα των ελληνοτουρκικών τριβών είναι πολύπλοκα, υπόκεινται σε εξωτερικές πιέσεις, ο αντίπαλος είναι συνήθως καλύτερα προετοιμασμένος, πιο ευφάνταστος και διαθέτει την πρωτοβουλία.
Η επίσκεψη όμως ολοκληρώθηκε και η Ελλάδα -επί τη ουσίας- δεν υπέστη καμία απώλεια. Τα προβλήματα φυσικά δεν επιλύθηκαν και οι καθημερινές τριβές δεν πρόκειται να σταματήσουν. Ούτε όμως οι αιτιάσεις της Τουρκίας ενισχύθηκαν από το γεγονός ότι ετέθησαν από τα πλέον επίσημα χείλη και υπό το φως των τηλεοπτικών προβολέων. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η τουρκική προκλητικότητα και η αδυναμία μιας συμβατικής συμπεριφοράς καταδείχθηκε σε διεθνές κλίμακα όπως μαρτυρούν και οι ανταποκρίσεις των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Ορθά, αλλά το μέγεθος και η σημασία της Τουρκίας επαρκούν ώστε σε κλάσματα δευτερολέπτων να ξεχαστούν ανάλογες συμπεριφορές που σε τελευταία ανάλυση χαρακτηρίζουν αρκετές φορές και ορισμένες αλαζονικές δυτικές ηγεσίες. Αυτό κατέδειξε και η ασθενική υποστήριξη της Συνθήκης της Λωζάννης, ιδιαίτερα από την σφόδρα ενοχλημένη από την Άγκυρα, Ουάσιγκτον.
Έλληνες έγκριτες αναλυτές, συνήθως εκατέρωθεν στρατευμένοι, θα αρχίσουν από αύριο να καταμετρούν τις εκφράσεις που χρησιμοποίησε ο Ερντογκάν στις διάφορες δηλώσεις τους για ομοεθνείς, μουσουλμάνους, μειονοτικούς με βασικό στόχο να υποστηρίξουν την κυβερνητική ή αντικυβερνητική ανάγνωση των γεγονότων. Ανεξάρτητα λοιπόν του λεξιλογίου που κατά περίπτωση χρησιμοποίησε ο Τούρκος Πρόεδρος, η ουσία και οι επιδιώξεις της πολιτικής της Άγκυρας, κεμαλικής, μετακεμαλικής, οθωμανικής, νεοθωμανικής, παραμένουν οι ίδιες. Και παραμένουν οι ίδιες λόγω όχι κάποιας γενετικής ανωμαλίας του τουρκικού λαού αλλά ως αποτέλεσμα της αναπόφευκτης πορείας και συμπεριφοράς ενός ταχέως αναπτυσσόμενου έθνους που βλέπει τους συντελεστές ισχύος τους να βρίσκονται σε ανοδική πορεία.
Με αυτές τις σκέψεις δεν έχω παρά να ευχαριστήσω και να κατευοδώσω τον Τούρκο Πρόεδρο που φρόντισε να μας θυμίσει την «ωμή και ψυχρή» πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων, των διαχρονικών προθέσεων της Άγκυρας και του ρόλου της ισχύος. Είμαι βέβαιος ότι η αλαζονική του συμπεριφορά ενόχλησε τον ψυχισμό του μέσου Έλληνα και ευελπιστώ ότι έθεσε σε αμφιβολίες τις σκέψεις καλοπροαίρετων οπαδών μιας επιθυμητής αλλά μη ρεαλιστικής ειρηνικής συνύπαρξης που δεν θα βασίζεται στις αρχές της ισορροπίας ισχύος και της αξιόπιστης αμυντικής αποτροπής με ότι αυτά συνεπάγονται. Και πάλι καλό σας ταξίδι κύριε Πρόεδρε.
ΥΓ: Παρεμπιπτόντως κύριε Πρόεδρε να προσέχετε επιστρέφοντας γιατί ο μακρινός σας προκάτοχος στο αξίωμα του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, Τζελάλ Μπαγιάρ, που μας επισκέφθηκε πριν 65 χρόνια, ανατράπηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο το 1961 (πήρε όμως χάρη από τους στρατιωτικούς πραξικοπηματίες και έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα πεθαίνοντας 103 ετών).