ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΞΟΔΕΥΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΟΠΛΑ;

ΜΗΠΩΣ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΞΟΔΕΥΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΟΠΛΑ;

του Παντελή Σαββίδη

Είναι τρομακτική, σε βάρος μας, η σύγκριση σε διεθνές επίπεδο σε ό,τι αφορά την προάσπιση της κυριαρχίας της χώρας και, συνεπώς, της ύπαρξής της ως κράτους.

Ο Δανός υπουργός εξωτερικών κάλεσε για σήμερα, τον ρώσο πρέσβη για να διαμαρτυρηθεί για παραβίαση, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Δανού επισήμου, του εναέριου χώρου της χώρας του απο ρωσικό αναγνωριστικό, για μερικά δευτερόλεπτα, όπως ο ίδιος έγραψε σε τουίτερ του.

Δηλαδή ένα ρωσικό αναγνωριστικό αεροπλάνο, προφανώς χωρίς οπλισμό, παραβιάζει τον δανικό εναέριο χώρο για μερικά δευτερόλεπτα και γίνεται χαμός.

Περιμένω να δω και την αντίδραση του ΝΑΤΟ δεδομένου ότι η Δανία είναι μέλος της Συμμαχίας.

Η σύγκριση με τα καθ ημάς, είναι συντριπτική σε βάρος μας.

Είναι γνωστά, δεν θα επιμείνω.

Παρόλο που θεωρώ παρακμιακό το πολιτικό κατεστημένο δεν αποδέχομαι την θέση πως είναι προδοτικό. Είναι ανίκανο, φοβισμένο και συμφεροντολογικό. Με λίγα λόγια άνθρωποι κατέχουν θέσεις που δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος τους.

Και μια διαπλοκή που ξεκινά απο την κορυφή και καταλήγει στην λαϊκή βάση εφευρίσκει τρόπους και λόγους για να δικαιολογήσει μια παθητικότητα στην προάσπιση όχι, πια, δικαιωμάτων αλλά κυριαρχίας.

Θα γνωρίζετε το ανέκδοτο με τον τροχονόμο που σταματά έναν οδηγό που στην προσπέραση πατά την διαχωριστική γραμμή. Ο οδηγός του απαντά: και τι έγινε που την πάτησα; Της έβγαλα τα έντερα;

Ίσως, μέρα που είναι, θα αναρωτηθείτε και εσείς: και τι έγινε που η Τουρκία παραβιάζει τον εναέριο χώρο της Ελλάδας; Χάσαμε τίποτε;

Ναι, χάνουμε.

Το πρώτο που χάνουμε είναι η αίσθηση που έχει η διεθνής κοινότητα για την χώρα. Την θεωρεί ότι δεν μπορεί να προασπίσει την κυριαρχία της. Και αυτό έχει συνέπειες στο πως την αντιμετωπίζει και σε μια σειρά άλλων ζητημάτων. Την θεωρεί μειωμένης κυριαρχίας.

Το δεύτερο είναι πως με τις συνεχείς υποχωρήσεις της Ελλάδας η Τουρκία διαμορφώνει ντε φάκτο καταστάσεις τις οποίες αύριο θα διεκδικήσει και θα ασκήσει δικαιώματα σ αυτές.

Το τρίτο είναι πως δεν μπορούμε να ασκήσουμε δικαιώματα που απορρέουν απο όσα δικαιούμαστε και θα μπορούσαν να βοηθήσουν την ανάπτυξη της χώρας.

Το τέταρτο είναι πως με τις συνεχείς υποχωρήσεις ο “άλλος” θεωρεί πως μπορεί να σε δορυφοροποιήσει, αν όχι να σε καταλάβει.

Το πέμπτο είναι ότι σε λίγο αν όχι ο πρωθυπουργός, ο ΥΠΕΞ ή ο υπουργός άμυνας της χώρας (εννοώ της Ελλάδας) θα χρειάζεται την έγκριση της Τουρκίας για να αναλάβει τα καθήκοντά του.

Ορισμένοι που δεν γνωρίζουν το παρασκήνιο πιστεύουν πως αυτά είναι υπερβολές. Ακόμη και σήμερα ορισμένες απο τις επιλογές της Αθήνας λαμβάνουν υπόψη τις αντιδράσεις της Άγκυρας. Να σας πληροφορήσω πως υπάρχουν ευαίσθητοι τομείς στην ελληνική κρατική συγκρότηση που η πλήρωση της θέσης του επικεφαλής απαιτεί την έγκριση όχι, απλώς, Βρυξελλών και Ουάσιγκτον αλλά και μιας άλλης χώρα. Και εδώ δεν εννοώ την Τουρκία.

Υπάρχει, λοιπόν, ένα πρόβλημα. Αν η Ελλάδα είναι κυρίαρχη χώρα.

Το ερώτημα υπογραμμίζεται ακόμη περισσότερο απο το γεγονός ότι ολόκληρη η χώρα έγινε βάση των ΗΠΑ χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Απολύτως κανένα. Τα περί θέσεων εργασίας κλπ όταν πρόκειται για ζητήματα ασφάλειας είναι αστειότητες.

Ποιός αμφισβητεί την κυριαρχία της χώρας; Η Τουρκία. (ΗΠΑ και Ε. Ε. την έχουν δεδομένη αλλά σε ό,τι αφορά την Ε.Ε. αυτό μπορεί να θεωρηθεί λογικό αφού η συμμετοχή της χώρας σε διεθνείς ενώσεις προϋποθέτει και εκχώρηση μέρους της κυριαρχίας).

Με την Τουρκία, λοιπόν, που απο το 1974 μέχρι σήμερα κλιμακώνει μια πολιτική αμφισβήτησης της ύπαρξης της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους, (1974 απαγόρευση ερευνών στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, 1996 Γκρίζες ζώνες, 2017 Γαλάζια Πατρίδα) υπάρχει ένα σοβαρό θέμα.

Όταν το ζήτημα τίθεται, η απάντηση όσων διολισθαίνουν για να μην γίνει αντιληπτή η υποχώρησή τους είναι: και τι θέλετε, να κάνουμε πόλεμο;

Όμως, η Τουρκία με τον χρόνο καταφέρνει και πετυχαίνει τους στόχους της. Απώτερος στόχος της είναι η δορυφοροποίηση της Ελλάδας όπως περιγράφηκε παραπάνω.

Αντιστρέφω, λοιπόν, το ερώτημα: όχι, πόλεμο δεν θέλουμε. Εσείς μέχρι ποίου σημείου είστε διατεθειμένοι να φθάσετε σε ό,τι αφορά τις υποχωρήσεις της Ελλάδας;

Η απάντηση, εδώ, είναι ασαφής. Οι κόκκινες γραμμές θεωρούνται επικίνδυνες αλλά προτείνεται μια πολιτική αποτροπής.

Πάμε, λοιπόν, τώρα στην αποτροπή.

Διάφοροι πολιτικοί, στρατιωτικοί, διπλωμάτες, διεθνολόγοι μας έχουν ζαλίσει με θεωρίες αποτροπής. Είναι καλές για τα πανεπιστήμια. Αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με την ύπαρξη και τα δικαιώματα της χώρας.

Αποτροπή, λοιπόν, στην πράξη, είναι να μην αμφισβητει καθημερινά η Τουρκία την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.

Αυτού του είδους η αποτροπή, στην οποία πολλοί θα συμφωνήσουν ως ορισμό, δεν επιτυγχάνεται.

Αντιθέτως, δεν υπάρχει. Και αμφισβητείται καθημερινά.

Άρα, υπάρχει ένα ζήτημα δυνατότητας αποτροπής.

Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα δημοσίως και η απάντηση είναι πως δεν επαρκούν τα μέσα που διαθέτει η χώρα.

Μάλιστα. Και τι χρειάζεται η χώρα; Αεροπλάνα, πλοία και εξοπλισμό στον στρατό ξηράς, μας λένε.

Ταυτόχρονα, μας λένε, πως η αεροπορία της Τουρκίας στερείται αυτήν την στιγμή ικανών στελεχών λόγω των διώξεων απο το καθεστώς Ερντογάν και πως η ισορροπία αεροπορικής ισχύος είναι υπέρ της Ελλάδας. Πήρε, μάλιστα, η Ελλάδα και δύο Ραφάλ (δεν θυμάμαι αν πήρε, ήδη, δύο ή τέσσερα) τα οποία θεωρούνται σημαντικά στρατηγικά όπλα. Ένα απο αυτά να σηκωθεί στο ύψος του αεροδρομίου που είναι η βάση τους μπορεί να στοχεύσει και να απειλήσει απέναντι. Δεν χρειάζεται, δηλαδή, καν να πετάξει.

Όμως, και πάλι, αποτροπή δεν επιτυχγάνεται. Θα κάνουν τα 18 Ραφάλ την δουλειά που  δεν κάνουν τα δύο, προς το παρόν;

Έτσι μας λένε.

Έχουν, όμως, η ελληνική αεροπορία και το ελληνικό ναυτικό και άλλα πλεονεκτήματα τα οποία δεν δρουν αποτρεπτικά.

Για παράδειγμα η Ελλάδα έχει Πάτριοτ η ενεργοποίηση, απο καιρού εις καιρόν και για μερικά λεπτά, των οποίων θα μπορούσε να δώσει ένα αποτρεπτικό μήνυμα στην Τουρκία. Ότι απειλείται. Όμως η ενεργοποίηση των Πατριοτ θεωρείται υψηλού βαθμού απειλή και αν συμβεί η Τουρκία διαμαρτύρεται.

Η Τουρκία, δηλαδή, θέλει να μην ενεργοποιούνται τα ελληνικά αμυντικά συστήματα, για να μπορεί να υπερίπταται χωρίς κανέναν κίνδυνο πάνω απο ελληνικά νησιά, καταφεύγει στο ΝΑΤΟ και, ίσως, και στους αμερικανούς διαμαρτυρόμενη και η Ελλάδα συμμορφώνεται. Δηλαδή η Τουρκία και παρανομεί και μας απειλεί και μας υπαγορεύει πως θα την αντιμετωπίσουμε!

Το εύλογο ερώτημα είναι αν δεν θα χρησιμοποιήσουμε τα οπλικά συστήματα τότε γιατί τα αγοράζουμε;

Αν εξαιρέσουμε την απάντηση ότι τα αγοράζουμε για να πωλούν οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες και να παίρνουν την μίζα τους οι Έλληνες που διαμεσολαβούν στην αγορά, τότε μας λένε πως τα αγοράζουμε για την περίπτωση πολέμου.

Μα, υποτίθεται το ελληνικό δόγμα είναι αποτρεπτικό. Δηλαδή, έχω τέτοια οπλικά συστήματα που δεν σου επιτρέπουν να αμφισβητείς την ύπαρξή μου. Και τα ενεργοποιώ για να αποφύγω την κλιμάκωση σε πόλεμο.

Και στην ερώτηση καλά δεν επιτρέπεται με τα Πάτριοτ να αποτρέψουμε την αμφισβήτηση της ύπαρξής μας απο τους Τούρκους, με τι θα την αποτρέψουμε;

Με τις αναχαιτήσεις, μας λένε. Μας υποδεικνύουν, δηλαδή, και πως θα ενεργήσουμε.

Οι αναχαιτήσεις εχουν τεράστια έξοδα και μεγάλη διακινδύνευση σε ανθρώπινες ζωές.

Και με τα Ραφάλ; Τα Ραφάλ θα μπορούν-στο πλαίσιο της κατά νουν αποτροπής- να σηκωθούν οπλισμένα όχι για να κάνουν πόλεμο αλλά για να νοιώσει απειλή ο αντίπαλος; Ή, θα υπάρξει κάποιο ΜΟΕ που θα το απαγορεύει; Μήπως κάποιο άλλο ΜΟΕ θα απαγορεύει και την ενεργοποίηση συστημάτων απο τις νέες φρεγάτες;

Τότε, τίθεται το ερώτημα: γιατί να ξοδευόμαστε αν πρόκειται να αγοράσουμε όπλα τα οποία η χώρα δεν θα προβάλλει αποτρεπτικά;

Η αποτροπή, δηλαδή, εκτός απο τα όπλα θέλει και αποφασιστικότητα να την επιδιώξεις.

Αυτή, η αποφασιστικότητα δεν υπαρχει στο κατεστημένο της Αθήνας.

Αν συνεχίσει να μην υπάρχει με την εξαγγελία κόκκινων γραμμών, ΤΟΤΕ ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΟΠΛΩΝ.

Παρελάσεις μπορούμε να κάνουμε και με αυτά που έχουμε.

Ο κόσμος πεινάει. Είναι αποφασισμένος να κάνει και άλλες θυσίες αλλά να βρίσκουν απήχηση.

Στο παρελθόν, υπήρξαν πολιτικές που προσπάθησαν να βγάλουν την Ελλάδα απο το καθεστώς του δεδομένου.

Μήπως ήρθε η ώρα να σκεφθούμε μερικές απο αυτές;

Οι εξελίξεις είναι επικίνδυνες για την ακεραιότητα της χώρας.

Υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν μια κυρίαρχη χώρα; Ή, το δόγμα της ευελιξίας έχει καταλάβει όλους τους θεσμούς;