Ο επικείμενος ελληνοτουρκικός πόλεμος και οι αθηναϊκές ελίτ
Ο επικείμενος ελληνοτουρκικός πόλεμος και οι αθηναϊκές ελίτ
(Αντιγραφή από το άρθρο της εφημερίδας “Καθημερινή”:
https://www.kathimerini.gr/1082699/opinion/epikairothta/politikh/ka8ara-mhnymata-me-a8oryvo-tropo
του Κώστα Κουτσουρέλη*
Όταν ο Αλέξης Παπαχελάς διαπιστώνει αίφνης ότι απέναντι στην Τουρκία έφτασε η «στιγμή της αλήθειας», καταλαβαίνει κανείς πλέον ότι τους ανθρώπους που μας κυβερνούν τούς λούζει κρύος ιδρώτας.
Όταν ο διευθυντής της Καθημερινής γράφει: «Ίσως έχει επίσης έλθει η στιγμή να αποδείξουμε ότι είμαστε μια χώρα που παίρνει στα σοβαρά την εθνική της ασφάλεια: με υποχρεωτική θητεία στα 18, έμφαση στην αμυντική βιομηχανία, δημιουργία πραγματικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, κατάργηση των βλακωδών διαδικασιών για την αγορά εξοπλισμών σε επείγουσα βάση, αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων χωρίς να λογαριάζει κανείς το πολιτικό κόστος», λέει ουσιαστικά το εξής: Οι άνθρωποι που μας κυβερνούν τις τελευταίες δεκαετίες, περιλαμβανομένων των τωρινών που ο ίδιος και η εφημερίδα του ζηλωτικά στηρίζουν, δεν παίρνουν στα σοβαρά την εθνική μας ασφάλεια.
Το γράφει άλλωστε και ευθέως όταν μιλάει για το μήνυμα που εκπέμπεται από τα κυβερνητικά μικρόφωνα: «Η κυβέρνηση μοιάζει ενίοτε με ξεκούρδιστη μπάντα στα ελληνοτουρκικά. Ίσως μάλιστα να μη σηκώνει άλλη θεραπεία πλην ενός σιωπητηρίου…»
Κατά τ’ άλλα, ο Παπαχελάς μένει πιστός στον εαυτό του και γι’ αυτό είναι αξιόπιστος μάρτυρας των όσων διαλαμβάνονται στους κόλπους της ελληνικής ιθύνουσας τάξης, σ’ αυτόν τον στενό κύκλο δηλαδή των αθηναϊκών ελίτ που έχουν στα χέρια τους τις τύχες του τόπου, εκφραστής όλων των χρόνιων και μοιραίων ψευδαισθήσεών τους. Έτσι, λ.χ.:
α) Εξακολουθεί να πιστεύει ότι σκοπός της Τουρκίας «είναι μια εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση, είτε πριν από μια κρίση είτε μετά». Ακόμη και τώρα δεν καταλαβαίνει δηλαδή ότι ο σκοπός της Άγκυρας στο σημείο που φτάσαμε είναι η επιδεικτική ταπείνωση και καθυπόταξη της Αθήνας, εξ ου και η καταιγιστική και σχεδιασμένη καταλεπτώς κλιμάκωση των προκλήσεων. Ο Ερντογάν θέλει να τελειώνει μαζί μας, να μας κάμψει ολοσχερώς, και κρίνει ότι τώρα (και με αυτούς που έχει απέναντι…) έχει την καταλληλότερη ευκαιρία.
β) Εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι ξένοι θέλουν και μπορούν να μας «σώσουν». Το Βερολίνο λέει και οι Βρυξέλλες ανησυχούν, στην Ουάσιγκτον το «βαθύ κράτος» επίσης, αν δεν ήταν κι εκείνος ο ανεύθυνος ο Τραμπ… Κι όμως ο ίδιος ο αρθρογράφος παραδέχεται ότι την Τουρκία «Δεν την ενδιαφέρουν εμπιστευτικά παράπλευρα κανάλια, κανείς δεν σηκώνει το τηλέφωνο από την άλλη πλευρά»! Δεν βλέπει δηλαδή ότι η προθυμία των πιθανών μεσολαβητών είναι αντιστρόφως ανάλογη των δυνατοτήτων τους, και δηλώνεται τόσο εμφαντικότερα όσο λιγότερο πιθανό είναι να δοκιμαστεί εμπράκτως. Στην πραγματικότητα όλοι οι πιθανοί «σωτήρες» μας έχουν τόσα μέτωπα ανοιχτά απέναντι στην Άγκυρα ώστε την κρίσιμη στιγμή είναι περίπου βέβαιο ότι σε μας είναι που θα ασκήσουν πιέσεις και όχι στους Τούρκους. Αμειβόμενοι βεβαίως για τις καλές τους υπηρεσίες…
γ) Και, βεβαίως, εξακολουθεί να πιστεύει ότι η «λύση» θα είναι «ένα προσωρινό μορατόριουμ σε ορισμένους τομείς. Για να συμβεί αυτό, Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να μιλήσουν με ανοικτά χαρτιά και να καταστρώσουν μία κοινή γραμμή». Με άλλα λόγια, Ελλάδα και Κύπρος καλούνται να υποταχθούν στις αξιώσεις της Άγκυρας, να θάψουν το ενεργειακό τους πρόγραμμα και να παραιτηθούν επισήμως και οικειοθελώς από όλα τα δικαιώματά τους στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο! Διότι αυτό σημαίνει «μορατόριουμ» στη γλώσσα εκείνων που ξεχνούν βολικά ότι εξαρχής οι προθέσεις των ελληνικών κυβερνήσεων να διαβούν αυτόν τον δρόμο (και τέτοιες προθέσεις ανέκαθεν υπήρξαν) σκόνταψαν σε απαιτήσεις της άλλης πλευράς που ήταν αδύνατο να ικανοποιηθούν. Σε απαιτήσεις μάλιστα που η δική μας υποχωρητικότητα όχι μόνο δεν τις μετρίασε και δεν τις κατεύνασε αλλά, το αντίθετο, τις εξέθρεψε και τις γιγάντωσε.
Το χειρότερο όμως δεν είναι αυτό. Ο Παπαχελάς, όπως είπα ήδη, είναι πιστός εκφραστής των ηγετικών μας ελίτ, άρα και ηχείο των ξένων συμφερόντων που τους ποδηγετούν. Ποια είναι η έγνοια αυτών των συμφερόντων, ποια είναι η «συμβουλή» τους; Με τα δικά του λόγια: «Μας ζητούν να μην είμαστε πρώτοι εμείς που θα “πατήσουμε το κουμπί”, να μη βιαστούμε δηλαδή να στρατιωτικοποιήσουμε την κρίση». Μας ζητούν δηλαδή να μην αμυνθούμε καθόλου! Γιατί αυτό σημαίνει δεν αντιδρώ στρατιωτικά πρώτος: αφήνω τους Τούρκους να δημιουργήσουν τετελεσμένα, κι εγώ κοιτάω το σαβουάρ βιβρ, μήπως με κακοχαρακτηρίσουν οι Γερμανοί και η Αμερικανοί, μήπως η ΕΕ και οι Βρυξέλλες αναγκαστούν να επιβάλλουν καμιά «κύρωση» στους Τούρκους για το θεαθήναι, και δυσκολευτούν οι μπίζνες των δισ. που έχουν με τον σατράπη της Άγκυρας!
Όμως, αν έχει μια δυνατότητα αποτροπής σήμερα η Ελλάδα είναι ακριβώς αυτή: η αταλάντευτη και δεδηλωμένη απόφασή της ότι δεν θα διστάσει να χτυπήσει πρώτη και να κλιμακώσει την σύγκρουση, αν οι Τούρκοι διαβούν τον Ρουβίκωνα, αν «ανοίξουν την πόρτα του φρενοκομείου».
Θα είναι ολέθριο λάθος αν η Αθήνα διασπείρει τις δυνάμεις μας σε όλο το τεράστιο δίκλωνο τόξο που ξεκινά από το Τριεθνές του Έβρου και καταλήγει αφενός μεν στο Καστελόριζο και την Κύπρο, αφετέρου δε στην Κρήτη και το Λιβυκό. Όταν δέχεσαι τέτοιου είδους ολική επίθεση, μόνο η αντεπίθεση μπορεί να σε προστατεύσει, το στοχευμένο, στρατηγικό χτύπημα δηλαδή στην καρδιά της τουρκικής άμυνας, με κάθε κόστος. Ακόμη κι αν χρειαστεί να αφήσουμε τα πλευρά μας γυμνά, όπως προειδοποιούσε από το 1995 ο Κονδύλης.
Αυτό που θα κριθεί στον επικείμενο πόλεμο, ας το δούμε επιτέλους, δεν είναι η άμεση επιτυχία ή αποτυχία στο πεδίο της μάχης και τα πιθανά εδαφικά κέρδη ή απώλειες. Αυτό που θα κριθεί είναι αν έχουμε καν τη βούληση και τα κότσια να αμυνθούμε της κρατικής μας κυριαρχίας και υπόστασης. Αν το κάνουμε, ακόμη και αν έχουμε απώλειες, θα διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια και την ανεξαρτησία της χώρας, άρα και την ελπίδα ότι θα επανέλθουμε. Και το κυριότερο, οι Τούρκοι θα ξέρουν ότι ο ιμπεριαλισμός τους έχει τεράστιο κόστος, ότι η Ελλάδα όταν λέει ότι θα πολεμήσει το εννοεί.
Αν, αντίθετα, για μια ακόμη φορά μετά το όνειδος του 1974, μετά τον εξευτελισμό του 1996, μετά την ντροπή της παράδοσης του Οτσαλάν, μετά τη νίλα των S-300 κ.ο.κ., κ.ο.κ., αν λοιπόν και πάλι υποστείλουμε τη σημαία και σηκώσουμε τα χέρια ψηλά, το αποτέλεσμα δεν θα είναι ένας «συμβιβασμός». Αλλά η επιστροφή της χώρας στο status της οθωμανικής επαρχίας. Η απώλεια όλων αυτών για τα οποία αγωνιστήκαμε από το 1821 έως σήμερα.
Ο Αλέξης Παπαχελάς ζητά με το άρθρο του η Ελλάδα να στείλει στην αντίπερα ακτή του Αιγαίου «καθαρά μηνύματα». Και δεν καταλαβαίνει ότι αυτό γίνεται ήδη! Όλα τα μηνύματα που αυτός και οι ομοϊδεάτες του δεκαετίες τώρα εκπέμπουν, και δη διόλου αθόρυβα, αλλά στη διαπασών, όλοι οι ευσεβείς πόθοι τους, όλες αυτές οι αυταπάτες τους ότι η Τουρκία κατευναζόμενη θα εξευρωπαϊστεί, θα εκδυτικιστεί, θα εκπολιτιστεί, θα εξημερωθεί κτλ., κτλ., είναι, ήταν ανέκαθεν πεντακάθαρα. Ανέκαθεν δήλωναν την στρατηγική τυφλότητα και την πολιτική μικρόνοια των αθηναϊκών ελίτ που μας κυβερνούν. Ανέκαθεν μετέφεραν το μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να υπερασπιστεί τον εαυτό της, ότι αρκεί να τη στριμώξεις λίγο για να αρχίσει να επαιτεί βοήθεια στις ξένες πρωτεύουσες και να τάζει στους Τούρκους μορατόρια και άλλες υποχωρήσεις.
Τι ισχύει αλήθεια; Η τωρινή διαβεβαίωση του Παπαχελά ότι «Η Τουρκία εννοεί συνήθως αυτά που διακηρύσσει δημοσίως». Ή τα απειράριθμα εκείνα άρθρα, σχόλια και αναλύσεις του ελληνικού τύπου (και της «Καθημερινής» πρώτης πρώτης μεταξύ τους) που τόσες δεκαετίες, ακόμη και τώρα ενίοτε, μας καθησυχάζουν ότι οι προκλήσεις της Άγκυρας είναι μόνο για «εσωτερική κατανάλωση»; Διότι δεν μπορεί να ισχύουν και τα δύο ταυτοχρόνως.
Δεν είναι το περιεχόμενο του μηνύματος λοιπόν το ζήτημα. Το ζήτημα είναι η πλήρης αναξιοπιστία, η πλήρης ανεπάρκεια, η πλήρης αποτυχία του πομπού – και των φερεφώνων του.
*Ο Κώστας Κουτσουρέλης γεννήθηκε το 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στην Ελλάδα και τη Γερμανία. Είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Διευθύνει την επιθεώρηση λόγου και ιδεών “Νέο Πλανόδιον” (www.neoplanodion.gr).