Πως οι Ταλιμπάν έπληξαν και το… αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό
Πως οι Ταλιμπάν έπληξαν και το… αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό
Εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα κυριαρχεί μια μεταφυσική πίστη στην ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αντίληψη αυτή είναι τόσο επίπονη και ανθεκτική στην επαφή της με την πραγματικότητα, που ακόμη και οι πλέον εμφανείς αποτυχίες της αμερικανικής πολιτικής γίνονται αντιληπτές από πολλούς σαν κρυφές “επιτυχίες”, τις οποίες εμείς οι κοινοί θνητοί «δεν μπορούμε να αντιληφθούμε» γιατί βλέπουμε, υποτίθεται, μόνο την επιφάνεια των πραγμάτων, ενώ πίσω υπάρχουν πτυχές που δεν γίνονται κατανοητές στους αμύητους.
Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα με την μνημειωδών διαστάσεων ταπείνωση της αμερικανικής ισχύος στο Αφγανιστάν. Οι θεωρίες για το ότι «οι Αμερικανοί δεν έχασαν» και «άφησαν τους Ταλιμπάν να νικήσουν» για λόγους που εμείς απλά δεν μπορούμε να καταλάβουμε είναι πολλές. Εδώ θα περιοριστούμε να εξετάσουμε μια από τις πιο απλές αντιλήψεις περί των κερδών, που υποτίθεται ότι αποκόμισαν οι ΗΠΑ από την εικοσαετή εμπλοκή σε αυτόν τον αδιέξοδο πόλεμο.
Είναι η άποψη που επιμένει ότι το Αφγανιστάν αποτέλεσε χρυσωρυχείο για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία. Έτσι, θεωρείται πως οι πολεμικές βιομηχανίες των ΗΠΑ πλημμύρισαν χρήματα και το αμερικανικό στράτευμα ενίσχυσε τις μαχητικές του ικανότητες, αποκτώντας νέα οπλικά συστήματα. Όμως, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική.
Σε πλήρη αντίθεση με τον πόλεμο του Βιετνάμ, το Αφγανιστάν, όπως και το Ιράκ, απείλησαν με καταστροφή την αμερικανική πολεμική βιομηχανία. Επιβράδυναν την εξέλιξη προηγμένων οπλικών συστημάτων και προσέφεραν στην Κίνα και τη Ρωσία είκοσι χρόνια, ώστε να μπορέσουν να φθάσουν και να ξεπεράσουν τις ΗΠΑ σε πολλούς κρίσιμους τομείς πολεμικών ικανοτήτων.
Στροφή στις αντι-αντάρτικες επιχειρήσεις
Αυτή δεν είναι μια υποκειμενική αντίληψη του γράφοντος, αλλά μια αντικειμενική πραγματικότητα, την οποία διακηρύσσει –πρώτο και καλύτερο– το ίδιο το αμερικανικό στράτευμα. Όπως ο γράφων έχει αναφέρει σε προηγούμενο άρθρο του στο SLpress, η εμπλοκή των ΗΠΑ σε πολέμους μεγάλης διάρκειας, χαμηλής έντασης και εναντίον αντιπάλων χαμηλής τεχνολογίας, οδήγησε σε απαξίωση των “παραδοσιακών” μαχητικών ικανοτήτων που βασίζονται σε προηγμένα οπλικά συστήματα.
Ο αντιστράτηγος Bruce Crawford, επικεφαλής αξιωματικός πληροφοριών του στρατού των ΗΠΑ (US Army Chief Information Officer / G6) έθεσε παραστατικότατα το ζήτημα το 2018. Αναφερόμενος στο κενό ικανοτήτων των ΗΠΑ σχετικά με την αντιμετώπιση ομόλογων αντιπάλων, λόγω της μονομανίας με τις αντι-αντάρτικες επιχειρήσεις, δήλωσε: «Έχουμε ένα πρόβλημα 16 ετών και χρειαζόμαστε λύση μέσα σε έναν χρόνο».
Ίσως το σημαντικότερο πλήγμα στις “παραδοσιακές” πολεμικές ικανότητες των ΗΠΑ, που εν πολλοίς προέκυψε από τις αδηφάγες εμπλοκές στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, είναι η παραμέληση του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού (USN), δηλαδή του θεμελίου της αμερικανικής γεωπολιτικής ισχύος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι, άλλωστε, η αρχετυπική ναυτική δύναμη του πλανήτη.
Μπροστά οι Κινέζοι στο Πολεμικό Ναυτικό
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δήλωσε στις 17 Ιουνίου 2021 η Elaine Luria, αντιπρόεδρος της Επιτροπής του Κογκρέσου για τις Ένοπλες Δυνάμεις (HASC), κατά τη διάρκεια συνεδρίασης για το μέλλον του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και τον σχετικό προϋπολογισμό για το διαχειριστικό έτος 2022. Είπε, λοιπόν, ότι στις αρχές του 21ου αιώνα το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό είχε πλεόνασμα 75 πλοίων έναντι του κινεζικού, ενώ σήμερα παρουσιάζει έλλειμα 37 πλοίων. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα το Πολεμικό Ναυτικό της Κίνας να είναι το μεγαλύτερο στον πλανήτη, έχοντας αφήσει το αμερικανικό στη δεύτερη θέση.
Βέβαια, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ παραμένει το πιο ισχυρό. Όπως, όμως, έχει επισημάνει ο καθηγητής Γιώργος Μαργαρίτης σε σχετικό άρθρο του στο SLpress, η παραγωγική ικανότητα της κινεζικής ναυπηγικής βιομηχανίας είναι τέτοια που αναμένεται να διευρύνει το ποσοτικό χάσμα. Παράλληλα, οι πρόοδοι των Κινέζων σε άλλους τεχνολογικούς τομείς θα μειώσουν μέχρι εξαλείψεως το όποιο ποιοτικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ.
Όπως επισήμανε η προαναφερθείσα αντιπρόεδρος της Επιτροπής του Κογκρέσου για τις Ένοπλες Δυνάμεις, Elaine Luria, τα τελευταία 15 χρόνια, περίπου οι μισές από τις οκτώ νέες κλάσεις πολεμικών πλοίων που πρότεινε το Πολεμικό Ναυτικό «είτε απέτυχαν είτε εγκαταλείφθηκαν» με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των πλοίων LCS, που, ας σημειωθεί, οι Αμερικανοί θέλουν να πουλήσουν στην Ελλάδα. Έτσι, σήμερα το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ στερείται φρεγατών που θα αντικαταστήσουν αυτές που έχει αποσύρει.