Blog

Η Συνεργασία ΕΕ – ΝΑΤΟ στη Διαχείριση Κρίσεων – Ιωάννης Παρίσης

Η Συνεργασία ΕΕ – ΝΑΤΟ στη Διαχείριση Κρίσεων

Ιωάννης Παρίσης

 

Η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) αποτελεί το πλαίσιο που θα επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ανταποκριθεί στις ελπίδες που γέννησε το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και στις νέες προκλήσεις που ανέδειξαν οι ανατροπές που σημειώθηκαν στο  διεθνές περιβάλλον, με τη συνακόλουθη αστάθεια σε περιοχές που γειτονεύουν με την Ένωση.

Ο στόχος της ΚΕΠΠΑ είναι, να καταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση ικανή να παρουσιάσει μια ισχυρή και ενιαία θέση στην εξωτερική πολιτική της και αυτήν της ασφάλειας και να δράσει αποτελεσματικά για τα συμφέροντά της και, γενικά, για τα συμφέροντα της διεθνούς κοινότητας. Η ΚΕΠΠΑ αλλά και η Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ) που αποτελεί τμήμα της, ευνοούν την προαγωγή της διεθνούς ασφάλειας βάσει πολυμερών λύσεων και του διεθνούς δικαίου.

Οι Δι-ατλαντικές Σχέσεις

 Καθώς η νέα πραγματικότητα για την Ευρώπη καθιστά αναγκαία την ανάπτυξη μιας κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας, με όλους τους απαραίτητους θεσμούς και στρατιωτικές δυνατότητες, ώστε να είναι δυνατόν να μεταφράζεται η πολιτική σε πράξη, δεν θα πρέπει να αγνοείται ο παραδοσιακός διατλαντικός δεσμός, η σχέση δηλαδή με τη μεγάλη σύμμαχο στην αντίπερα ακτή του Ατλαντικού.

Τέσσερις λόγοι επιβάλλουν τη διατήρηση αυτού του δεσμού:

§           Ο πρώτος αναφέρεται στις εσωτερικές πολιτικές και τη συνοχή της ίδιας της ΕΕ. Ενώ όλα τα μέλη της ΕΕ συμφωνούν ότι η ΚΕΠΠΑ θα πρέπει να γίνει πραγματικότητα, παράλληλα, στην πλειοψηφία τους συνεχίζουν να έχουν την πεποίθηση ότι είναι σημαντική η συνέχιση της ισχυρής αμυντικής σχέσης μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών.

§           Ο δεύτερος λόγος αναφέρεται στη στρατηγική και βασίζεται στα μακροπρόθεσμα ευρωπαϊκά συμφέροντα και στο γεγονός ότι η Ευρώπη συνεχίζει να εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε δύο ζωτικούς στρατηγικούς τομείς: αφενός στην αποτροπή ή την άμυνα έναντι άμεσων πυρηνικών ή μεγάλης κλίμακας στρατιωτικών απειλών, αφετέρου στη διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας και υψηλής έντασης πολεμικών επιχειρήσεων σε απομακρυσμένες, αλλά σημαντικές από στρατηγικής και οικονομικής άποψης, περιοχές, όπως για παράδειγμα είναι η Μέση Ανατολή.

§           Ένας τρίτος λόγος έχει σχέση με όλο το ιστορικό των κρίσεων στην περιοχή των Βαλκανίων από το 1992, που έχει καταδείξει την χρησιμότητα της αμερικανικής συμμετοχής για το χειρισμό τους.

§           Τέλος, η ειδική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες που ο διατλαντικός δεσμός έχει δημιουργήσει. Στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον ασφάλειας οι ΗΠΑ παραμένουν η μόνη υπερδύναμη και το ενδεχόμενο να χαθεί αυτός ο ειδικός δεσμός θα πρέπει να θεωρηθεί όχι απλή απώλεια αλλά μάλλον επικίνδυνη κατάσταση για την Ευρώπη.

Θα ήταν μάλλον υπερβολή, η διαδικασία για την υλοποίηση της απόφασης σχετικά με τη δυνατότητα ανάληψης αυτόνομης στρατιωτικής δράσης από την ΕΕ, να οδηγήσει στην εντύπωση ότι πρόκειται περί πραγματικής ευρωπαϊκής άμυνας. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθεί ότι, μετά τη ανάληψη των αρμοδιοτήτων της ΔΕΕ από την ΕΕ, δεν θα ήταν ρεαλιστικό να αναμένεται η επαναδιατύπωση του άρθρου V της ΔΕΕ, περί αυτομάτου αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των εταίρων σε περίπτωση επιθέσεως εναντίον ενός εξ αυτών.

Κατά συνέπεια η μοναδική εγγύηση για την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας των χωρών της ΕΕ θα παραμείνει αυτή που έχει συνομολογηθεί στο άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου. Η από το ΝΑΤΟ εξάρτηση των Ευρωπαίων για την άμυνά τους, όχι μόνο δεν θα αποδυναμωθεί αλλά τουναντίον θα ενισχυθεί.

Από την άλλη, η ανάπτυξη μιας ισχυρότερης ευρωπαϊκής δυνατότητας για αυτόνομη δράση θα ωφελούσε σημαντικά την Ατλαντική Συμμαχία στο σύνολό της. Η στρατηγική σύμπραξη της Ευρώπης με τις ΗΠΑ αποτελεί θεμέλιο της παγκόσμιας σταθερότητας και ασφάλειας και στηρίζεται στις κοινές αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτό, η πολιτική ασφάλειας και άμυνας της ΕΕ πρέπει να αναπτυχθεί συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς τις ΗΠΑ, χωρίς αυτό να σημαίνει «υποταγή» της στα κελεύσματα της Υπερδύναμης.

Berlin plus

Κατά τη συνάντησή τους στο Βερολίνο, τον Ιούνιο του 1996, οι υπουργοί εξωτερικών του ΝΑΤΟ αποφάσισαν ότι η Ευρωπαϊκή Ταυτότητα Ασφάλειας και Άμυνας (ESDI) θα πρέπει να δομηθεί μέσα στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Αυτό θα επέτρεπε στους Ευρωπαίους συμμάχους στο ΝΑΤΟ τη συνεκτικότερη και αποτελεσματικότερη συνεισφορά τους στις αποστολές και τις δραστηριότητες της Συμμαχίας. Στη συνάντηση αυτή λήφθηκαν αποφάσεις σχετικά με τη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ και ειδικώς οι αναφερόμενες στη διάθεση των μέσων της Ατλαντικής Συμμαχίας στην Ένωση, για επιχειρήσεις που διεξάγονται από την τελευταία.

Οι ρυθμίσεις του Βερολίνου  περιλαμβάνουν τέσσερα στοιχεία:

§         Την εξασφαλισμένη πρόσβαση της ΕΕ στις δυνατότητες σχεδιασμού του ΝΑΤΟ οι οποίες μπορούν να συνεισφέρουν στο στρατιωτικό σχεδιασμό επιχειρήσεων υπό τη διοίκηση της ΕΕ.

§         Την προϋπόθεση ότι θα παρασχεθούν στην ΕΕ προκαθορισμένες Νατοϊκές δυνατότητες καθώς και κοινό υλικό για χρήση στις επιχειρήσεις υπό τη διοίκησή της.

§         Τον προσδιορισμό μιας σειράς ευρωπαϊκών επιλογών διοίκησης, για επιχειρήσεις υπό τη διοίκηση της ΕΕ, αναπτύσσοντας περαιτέρω το ρόλο του DSACEUR, ούτως ώστε να δοθεί σε αυτόν η δυνατότητα να ασκήσει πλήρως και αποτελεσματικά τα ευρωπαϊκά του καθήκοντα.

§         Την περαιτέρω προσαρμογή του συστήματος αμυντικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ, ούτως ώστε να ενσωματώνει πληρέστερα τη δυνατότητα εκχώρησης δυνάμεων για επιχειρήσεις υπό τη διοίκηση τη ΕΕ. 

Στη διακήρυξη του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον, τον Απρίλιο του 1999, έγινε ειδική μνεία των αποφάσεων του Βερολίνου, γνωστών πλέον ως Berlin plus«…οικοδομώντας τις αποφάσεις του Βερολίνου, είμαστε συνεπώς έτοιμοι να προσδιορίσουμε και να υιοθετήσουμε τις απαραίτητες διευθετήσεις για τη γρήγορη πρόσβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο συλλογικό υλικό και δυνατότητες της Συμμαχίας, για επιχειρήσεις στις οποίες η Συμμαχία στο σύνολο της δε συμμετέχει στρατιωτικά ως Συμμαχία».

Προϋποθέσεις και διαδικασίες συνεργασίας ΕΕ – ΝΑΤΟ

Στη διάρκεια των ετών από το 1999 μέχρι σήμερα, οι σχέσεις NATO-EΕ αναπτύχθηκαν περαιτέρω μέσω αποφάσεων που λήφθηκαν από τους δύο οργανισμούς. Στη διακήρυξη της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στη Νίκαια περιελήφθησαν λεπτομέρειες που αφορούν σε μόνιμες ρυθμίσεις για διαβούλευση και συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ: Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει εγγυημένη και μόνιμη πρόσβαση στο δυναμικό σχεδιασμού του ΝΑΤΟ, όταν αυτή εξετάζει τις δυνατότητες για την ανάληψη επιχείρησης, καθώς και για την πραγματοποίηση του επιχειρησιακού σχεδιασμού μιας επιχείρησης κατά την οποία χρησιμοποιούνται τα μέσα και το δυναμικό του ΝΑΤΟ.

Στη Σύνοδο Νίκαιας καθορίσθηκαν λεπτομερώς οι περιπτώσεις διαβουλεύσεων και συνεργασίας ΕΕ-ΝΑΤΟ, εκτός περιόδων κρίσης και σε περίοδο κρίσης:

  • Η διαβούλευση εκτός περιόδων κρίσης.

Καθιερώνεται τακτικός διάλογος μεταξύ των δύο οργανισμών προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαβούλευση, η συνεργασία και η διαφάνεια, ιδίως μέσω συνεδριάσεων μεταξύ της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας (ΕΠΑ) της ΕΕ και του Βορειο-Ατλαντικού Συμβουλίου (ΒΑΣ) καθώς επίσης και σε υπουργικό επίπεδο, με συχνότητα τουλάχιστον μιας συνεδρίασης ανά Προεδρία της ΕΕ.

Στο πλαίσιο αυτό προβλέπονται επαφές μεταξύ των Γενικών Γραμματέων ή μεταξύ του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ για τις πολιτικές υποθέσεις και του αρμοδίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα ΚΕΠΑΑ, μεταξύ της διεθνούς γραμματείας του ΝΑΤΟ και των υπηρεσιών της Γραμματείας του Συμβουλίου οι οποίες ασχολούνται με την ΚΕΠΑΑ καθώς και μεταξύ των εμπειρογνωμόνων του Στρατιωτικού Επιτελείου της ΕΕ και των ομολόγων τους στα επιτελεία του ΝΑΤΟ.

  • Οι σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ σε περίοδο κρίσης

Κατά την αρχική φάση μιας κρίσης, θα εντείνονται οι επαφές και οι συνεδριάσεις, ενδεχομένως και σε υπουργικό επίπεδο.

Το Στρατιωτικό Επιτελείο της ΕΕ έχει επιφορτισθεί από τη Στρατιωτική Επιτροπή της ΕΕ, κατόπιν αιτήσεως της ΕΠΑ, να αναπτύξει και να οργανώσει  τις στρατιωτικές στρατηγικές δυνατότητες. Σε περίπτωση που η Ένωση εξετάζει το ενδεχόμενο της διεξοδικής μελέτης μιας δυνατότητας, η οποία απαιτεί τη χρήση των προ-εντοπισμένων μέσων και δυναμικού του ΝΑΤΟ, η ΕΠΑ ενημερώνει σχετικά το ΒΑΣ.

Στην περίπτωση επιχείρησης για την οποία απαιτείται η προσφυγή στα μέσα και το δυναμικό του ΝΑΤΟ, η ΕΠΑ, με βάση τις γνώμες και τις συστάσεις της Στρατιωτικής Επιτροπής, απευθύνει μέσω αυτής στον διοικητή της επιχείρησης, τις στρατηγικές οδηγίες που θα του επιτρέψουν να εκπονήσει τα απαιτούμενα για την επιχείρηση έγγραφα σχεδιασμού, κάνοντας χρήση της εγγυημένης πρόσβασης στο δυναμικό σχεδιασμού του ΝΑΤΟ. Τα εν λόγω έγγραφα σχεδιασμού υποβάλλονται στην ΕΠΑ προς έγκριση.

Εμπειρογνώμονες των δύο οργανισμών, σε διασύνδεση με τον DSACEUR, θα συνεδριάζουν για να προσδιορίσουν τα προ-εντοπισμένα μέσα και το δυναμικό του ΝΑΤΟ. Μόλις αυτά προσδιορισθούν, η ΕΕ θα διαβιβάζει σχετικό αίτημα στο ΝΑΤΟ. Η εκχώρηση των μέσων και του δυναμικού που θα χρησιμοποιηθούν στην επιχείρηση της ΕΕ, καθώς και οι λεπτομέρειες της διάθεσής τους, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχομένων όρων ανάκλησης, καθορίζονται κατά τη διάρκεια συνεδρίασης των ΕΠΑ και ΒΑΣ.

Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, η χρησιμοποίηση των μέσων και του δυναμικού του ΝΑΤΟ θα αποτελεί αντικείμενο ενημέρωσης της Συμμαχίας.

Σε περίπτωση επιχείρησης της Ευρωπαϊκή Ένωσης η οποία διεξάγεται χωρίς τα μέσα του ΝΑΤΟ ή σε περίπτωση κατά την οποία το ΝΑΤΟ διεξάγει επιχείρηση διαχείρισης κρίσης, καθένας από τους δύο οργανισμούς ενημερώνει τον άλλο σχετικά με τη γενική διεξαγωγή της επιχείρησης.

Πρόσφατες εξελίξεις

Μετά την αποδοχή από την ΕΕ, του καλουμένου «Κειμένου των Βρυξελών» στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου 2002 (πρόκειται για το κείμενο που προήλθε από το γνωστό «Κείμενο της Άγκυρας») μετά την απόσυρση των ελληνικών αντιρρήσεων, και τις αποφάσεις που λήφθηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, προχώρησαν με γοργό ρυθμό οι διαβουλεύσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ, για τον σαφή καθορισμό των προϋποθέσεων και των διαδικασιών συνεργασίας τους. Στο πλαίσιο αυτό εκδόθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2002, η κοινή διακήρυξη ΕΕ-ΝΑΤΟ για την ΕΠΑΑ (Declaration on the European Security and Defence Policy), που υπεγράφη από τους Γενικούς Γραμματείς των δύο Οργανισμών, Σολάνα και Ρόμπερτσον. Η διακήρυξη αυτή καλύπτει τις γνωστές ρυθμίσεις Berlin Plus.

Εν τω μεταξύ, στις 14 Μαρτίου 2003, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ και ο Έλληνας ΥΠΕΞ – ως προεδρεύων του Συμβουλίου της ΕΕ – υπέγραψαν στην Αθήνα, τη συμφωνία μεταξύ ΕΕ-ΝΑΤΟ, που αφορά στην ασφάλεια της πληροφόρησης (NATO-EU Agreement on Security of Information). Η συμφωνία αναφέρεται στον τρόπο και τους μηχανισμούς για τη διαφύλαξη των απορρήτων πληροφοριών που θα διακινούνται μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ. Μαζί με τις υπόλοιπες συμφωνίες, η τελευταία συνεισφέρει στη συνολική ανάπτυξη της στρατηγικής σύμπραξης ΝΑΤΟ-ΕΕ.

Επισημαίνεται ότι σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, διατυπώνεται η εκτίμηση ότι, όσον αφορά τη συλλογική άμυνα, το ΝΑΤΟ παραμένει ο απαραίτητος δεσμός που συνδέει τις ΗΠΑ με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα στον τομέα της ασφάλειας. Επίσης, ότι εξακολουθεί να αποδίδει μεγάλη σημασία στη διατήρηση καλών δι-ατλαντικών σχέσεων.

Αφήστε μια απάντηση