2014-05-27. Ποια «Νέα Στρατηγική Σχέση» ΗΠΑ – Κύπρου;
Από την επίσκεψη του αμερικανού Αντιπροέδρου στην Κύπρο και τις δηλώσεις που ακολούθησαν, εκτός από την τόνωση του καλού κλίματος στις σχέσεις Κύπρου – ΗΠΑ και την επανάληψη της πρόθεσης να συμβάλει στις προσπάθειες εξεύρεσης λύσης στο Κυπριακό, δεν μπορεί να εντοπισθεί κάτι το ουσιαστικά καινούργιο ή χειροπιαστό όσον αφορά τη διακήρυξη περί νέας σημαντικής στρατηγικής σχέσης μεταξύ των δύο χωρών.
Ούτε είναι η πρώτη φορά που οι σχέσεις ΗΠΑ – Κύπρου χαρακτηρίζονται “στρατηγικές” – αν αυτό ενδιαφέρει για τις εντυπώσεις. Εδώ και κάποια χρόνια, ιδίως από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η κυπριακή διπλωματία χαρακτήριζε την Κύπρο ως «από μακρού στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ» που «συνεχίζει να είναι τέτοιος…» Οι Αμερικανοί τόνιζαν ότι «κομβική θέση σ’αυτή τη σχέση κατέχουν οι ενωμένες προσπάθειες μας να καταπολεμήσουμε τις απειλές κατά της παγκόσμιας ασφάλειας». Η Κύπρος «είναι ένας εταίρος κλειδί σε ουσιώδη ζητήματα όπως η ασφάλειας και η αντιτρομοκρατία» και ότι «εντασσόμενη στην Ε.Ε έχει επίσης ενταχθεί στον υπερατλαντικό συνεταιρισμό».
Μέσα από αυτό το πλέγμα των «στρατηγικών σχέσεων» έχουν υπογραφεί συμφωνίες και μνημόνια, καθώς και ρηματική διακοίνωση δίνοντας σάρκα και οστά σε στρατιωτικές και άλλες διευκολύνσεις προς τις ΗΠΑ. Μία τέτοια συμφωνία υπό μορφή «Ρηματικής Διακοίνωσης», που εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 3 Δεκεμβρίου του 2002 και κρατήθηκε μυστική είναι η αρ. PD-MA/A/4.1.05., που δεν έχει κατατεθεί ούτε στον Ο.Η.Ε αλλά ούτε και έχει γνώση η Κυπριακή Βουλή. Η συμφωνία επιτρέπει στο αμερικανικό στρατιωτικό προσωπικό να εισέρχεται και εξέρχεται στην Κύπρο με ή χωρίς στολές και οπλισμό. Οχήματα, σκάφη και αεροσκάφη των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ απαλλάσσονται από τέλη προσγείωσης, πλοήγησης, ελλιμενισμού, υπερπτήσεων, χερσαίας διαμετακόμισης ή στάθμευσης ενόσω βρίσκονται στην Κυπριακή Δημοκρατία (Κ.Δ.). Οι ΗΠΑ δύνανται να εισαγάγουν ή εξάγουν από την Κύπρο οποιαδήποτε προσωπική περιουσία, εξοπλισμό, τεχνολογία, εκπαιδευτικό και άλλο υλικό ή υπηρεσία που απαιτείται για την εφαρμογή της συμφωνίας – χωρίς να υπόκεινται σε έλεγχο, έρευνα, εξασφάλιση άδειας ή περιορισμούς από την Κ.Δ. Οι ΗΠΑ μπορούν να λειτουργούν τα δικά τους τηλεπικοινωνιακά συστήματα και να χρησιμοποιούν όλα τα αναγκαία ραδιοπεδία χωρίς κόστος. Τυχόν διεκδικήσεις από τρίτα μέρη θα τις χειρίζεται η αμερικανική κυβέρνηση βάση των Νόμων των ΗΠΑ.
Σημειώνεται ότι από την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής έχει παραχωρηθεί σε πέραν των 850 περιπτώσεων δικαίωμα για υπερπτήσεις, προσγειώσεις κ.λπ. σε αμερικανικά αεροσκάφη, καθώς και προσβάσεις σε κυπριακά λιμάνια, για μεταφορά στρατευμάτων σε αποστολές ή επιχειρήσεις σε διάφορες περιοχές. Πέραν τούτων η συμβολή της Κύπρου στην εκκένωση Αμερικανών πολιτών στο Λίβανο το 2006 και τελευταίως στη διευκόλυνση στις διαδικασίες για την καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας, όπως και η σύμπλευση της Λευκωσίας με τις ΗΠΑ μέσω της Ε.Ε. στη λήψη μέτρων κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, είναι οι πιο πρόσφατες περιπτώσεις τέτοιας «στρατηγικής» συνεργασίας με τις ΗΠΑ.
Όμως, οι αναφορές του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ και του Κυπρίου Προέδρου στην Κ.Δ. ως «σημαντικής στρατηγικής εταίρου» ή «εταίρου κλειδί» έχουν και στο παρελθόν σε διάφορες περιπτώσεις ειπωθεί. Τι αποτελεί καινούργιο στοιχείο σ’ αυτή τη «νέα εταιρική σχέση» είναι ότι η Κύπρος – όπως υποδεικνύει και ο Μπάιντεν – ταυτίζεται ανοικτά με την Ουάσιγκτον κατά της Ρωσίας στο θέμα της Ουκρανίας επιβάλλοντας κυρώσεις κατά Μόσχας, γέρνοντας την πλάστιγγα των προτεραιοτήτων της εξωτερικής της πολιτικής υπέρ των ΗΠΑ. Δεδομένων όμως των ευθαρσώς διακηρυχθέντων φιλοαμερικανικών και φιλονατοϊκών προσαν- ατολισμών της κυβέρνησης της Κ.Δ. ίσως να κινδυνεύει να είναι λιγότερο πειστική έναντι της Μόσχας – όσο δίκαιο και να έχει – όταν εξηγεί πως ένεκα Ε.Ε δεν είχε άλλη επιλογή.