Blog

28/11/2016. Το φάντασμα της Βαϊμάρης πλανιέται πάνω από τις ΗΠΑ

28/11/2016. Το φάντασμα της Βαϊμάρης πλανιέται πάνω από τις ΗΠΑ

by Mark Mazower*

Η σημερινή κρίση των πολιτικών θεσμών εμφανίζει ανησυχητικούς παραλληλισμούς με τον μεσοπόλεμο. Επικίνδυνη η παρακμή του δημόσιου λόγου και η εξάπλωση θεωριών συνωμοσίας. Ποιο είναι το λάθος των ιστορικών στην κατανόηση του φασισμού.
Ο ιστορικός Φριτς Στερν γλίτωσε από τους ναζί και βοήθησε να ανοίξει ο δρόμος για τη μελέτη της γερμανικής ιστορίας στις ΗΠΑ. Πριν από τον θάνατό του αυτή τη χρονιά, προειδοποιούσε εδώ και καιρό για τα σημάδια ενός επανεμφανιζόμενου φασισμού. Δεν μιλούσε μόνο για τη γενέτειρά του.
Φασισμός στις ΗΠΑ; Ο φόβος μοιάζει σίγουρα υπερβολικός. Αλλά πριν τον ξεγράψουμε, μπορούμε να αναλογιστούμε τι έχουμε μάθει για τον φασισμό γενικά, χάρη στη δουλειά του Στερν και άλλων.
Εκ πρώτης όψεως, είναι δύσκολο να δει κανείς οποιονδήποτε παραλληλισμό ανάμεσα στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ή την Ιταλία του Μουσολίνι και στον κόσμο που ζούμε. Κανείς δεν ζητάει ένα μοναδικό εθνικό κόμμα. Δεν υπάρχουν τάγματα μελανοχιτώνων ή φαιοχιτώνων να παρελαύνουν στους δρόμους. Δεν υπάρχουν βασιλικοί που να προτιμούν να στηρίξουν οποιονδήποτε αντί να πέσουν στην άβυσσο του μπολσεβικισμού.
Αν υπήρχε κάτι πίσω από την άνοδο της άκρας δεξιάς τη δεκαετία του 1920 ήταν η σκιά της ρωσικής επανάστασης και ο φόβος ότι θα εξαπλωθεί. Η σκιά του Βλαντιμίρ Πούτιν μπορεί να είναι μεγάλη, αλλά όχι σε αυτόν τον βαθμό. Η Ρωσία είναι μέλος της διεθνούς κοινότητας, κατά τρόπο που δεν ήταν ποτέ η Σοβιετική Ένωση του Λένιν.
Οπότε, είναι τελικά τα πράγματα διαφορετικά; Ας μην προτρέχουμε.
Ο Στερν ανησυχούσε για την εξαχρείωση του δημόσιου λόγου και για έναν κόσμο στον οποίο τα πάντα έχουν μετατραπεί σε γνώμη. Θα ήταν δύο φορές πιο ανήσυχος από τον αντίκτυπο του Twitter και τη διάδοση στα μέσα ενημέρωσης θεωριών συνωμοσίας που κάποτε βρίσκονταν στο περιθώριο.
Έχουμε την τάση να αντιμετωπίζουμε τον φασισμό ως παθολογικό φαινόμενο και αυτό κάνει πιο δύσκολη την κατανόησή του. Αντιμέτωποι με τον θρίαμβο της δεξιάς στην Ευρώπη τον μεσοπόλεμο, όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο από την Ισπανία ως τη Λιθουανία, οι ιστορικοί μιλούν για μαζικό ανορθολογισμό, για το μυστηριώδες χάρισμα του δικτάτορα, ακόμα και για τύπους προσωπικότητας που εξηγούν γιατί μεγάλες ομάδες του πληθυσμού ήθελαν έναν καθοδηγητή.
Aυτό που είναι κοινό σε όλες αυτές τις ερμηνείες είναι το ότι δίνουν έμφαση στο πόσο διαφορετικοί ήταν αυτοί οι άνθρωποι από «εμάς». Ίσως «αυτοί» να είχαν τραύματα από τις εμπειρίες στην πρώτη γραμμή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ίσως να είχαν χάσει όλα τα χρήματά τους στη μεγάλη κρίση του 1929. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, οι ερμηνείες αυτές μας λένε πως υπήρχε κάτι το μοναδικό πίσω από τη στροφή προς τα δεξιά. Λειτουργούν, σιωπηρά, σαν ένα καθησυχαστικό μήνυμα. Από την στιγμή που ηττήθηκε ο ναζισμός, δεν υπάρχει λόγος να αναδυθεί ποτέ ξανά ο φασισμός.
Το τέρας σίγησε για πάντα.
Και πιθανότατα ο φασισμός δεν θα επιστρέψει γιατί ήταν ένα προϊόν της εποχής του. Αλλά ο ρατσισμός και το αντι-μεταναστευτικό αίσθημα που βρίσκονταν στην καρδιά του δεν έφυγαν ποτέ πραγματικά. Για κάποιο καιρό ήταν λιγότερο αποδεκτό να εκφράζονται ανοιχτά, μια τάση που τώρα μπορεί να έχει αντιστραφεί.
Υπάρχει τουλάχιστον ένα ακόμα κρίσιμο χαρακτηριστικό στο οποίο τα χρόνια του μεσοπολέμου και τα δικά μας μοιάζουν ανησυχητικά μεταξύ τους. Αυτό που θα έπρεπε να σκεφτόμαστε δεν είναι τόσο ποιος έγινε φασίστας, αλλά ποιος έχασε την πίστη του στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, στα θεσμικά της αντίβαρα και στις βασικές της ελευθερίες.
Πίσω από την άνοδο του φασισμού βρισκόταν μια πρωτοφανής κρίση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Το πραγματικό μάθημα που δεν έχουμε ακόμα διδαχθεί αφορά αυτή την κρίση των δημοκρατικών θεσμών στον μεσοπόλεμο.
Πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι λαοί έδωσαν σκληρούς αγώνες για να επεκτείνουν τις εξουσίες των κοινοβουλίων και να θεσπίσουν συντάγματα. Στη συνέχεια, με τρομακτική ταχύτητα, οι κατακτήσεις αυτές έχασαν τη λάμψη τους.
Σε όλη την Ευρώπη, πολλοί κατηγόρησαν τη δύναμη του νομοθετικού σώματος για τα προβλήματα της κοινωνίας και ήθελαν να δουν περισσότερη εξουσία στα χέρια ενός ηγέτη. Τα μέλη του κοινοβουλίου απαξιώθηκαν ως απλές μαριονέτες που ενέκριναν ό,τι απαιτούσαν τα ασύδοτα λόμπι και οι ελίτ.
Ο πιο προφανής παραλληλισμός είναι ότι τα πολιτικά κόμματα μετακινήθηκαν στα άκρα και άρχισαν να μιλούν το ένα για το άλλο σαν να ήταν εκτός νομιμότητας. Το δικαστικό σώμα και η αστυνομία πολιτικοποιήθηκαν.  Είναι αυτή η κρίση των θεσμών που προσφέρει τον πιο προφανή παραλληλισμό ανάμεσα στη Βαϊμάρη και στις σημερινές ΗΠΑ.
Η δικτατορία δεν εξαφανίστηκε ποτέ και μπορεί ακόμα και να επανέρχεται. Το τελευταίο παράδειγμα είναι στην Τουρκία, όπου η επίθεση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα μέσα ενημέρωσης και στα πανεπιστήμια σηματοδοτεί ένα νέο αρνητικό ρεκόρ όσον αφορά τον σεβασμό των βασικών ελευθεριών στη χώρα του.
Αλλά ο φασισμός ήταν πάντα κάτι περισσότερο από την άνοδο ενός δικτάτορα. Όπως έγραψε πριν από δεκαετίες ο συντηρητικός στοχαστής Μάικλ Όουκσοτ, η εστίαση στη φιγούρα του δικτάτορα είναι ένα είδος φιλελεύθερης ψευδαίσθησης, σαν το πρόβλημα να ήταν μόνο ένα πρόσωπο.
Τα πραγματικά προβλήματα βρίσκονται στη σκιά του δικτάτορα, στις συνθήκες που επέτρεψαν την άνοδο του ηγέτη.
Η υποβάθμιση αυτών των βασικών θεσμών, χωρίς τους οποίους κανένα σύγχρονο κράτος ή κοινωνία δεν μπορεί να κυβερνηθεί, ο ακραίος πολιτικός λόγος -τα πράγματα αυτά βρίσκονται ήδη μαζί μας.
Και φαίνεται πως θα εξακολουθήσουν να υφίστανται στις ΗΠΑ.
*Καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Κολούμπια.

Αφήστε μια απάντηση