Γιαλή ‘Όλγα- Πηγή* ΣΥΝΟΨΗ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΑΣ ΕΛΙΣΜΕ: «ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ»
Στις 19 Φεβρουαρίου του 2019 πραγματοποιήθηκε από το Ελληνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ) Εσπερίδα με θέμα «Μετά την Συμφωνία των Πρεσπών» στο Απολλώνιο Πολιτιστικό Κέντρο. Ομιλητές ήταν ο Πρέσβης ε.τ. Αλέξανδρος Μαλλιάς, ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Πέτρος Λιάκουρας, καθώς και ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος ενώ Συντονιστής ήταν ο Γεώργιος Δουδούμης, Μέλος του ΔΣ του ΕΛΙΣΜΕ.
«Πρέσβης Αλέξανδρος Μαλλιάς»
Πρώτος εισηγητής ήταν ο Πρέσβης Αλέξανδρος Μαλλιάς παλαίμαχος διπλωμάτης με πολύχρονη υπηρεσιακή εμπλοκή και στη διαμάχη Ελλάδος-Π.Γ.Δ.Μ. Ο Πρέσβης ξεκίνησε την ομιλία του διατυπώνοντας ένα σχόλιο αναφορικά με την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Όπως τόνισε, ανέκαθεν η χώρα μας βασιζόταν στην αίσθηση του μέτρου («παν μέτρον άριστον»), κάτι που όμως δυστυχώς απουσιάζει στην εποχή μας και αυτό διαγράφεται αναλόγως και στην εξωτερική μας πολιτική.
Αναφερόμενος στα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών στα Βαλκάνια, εξέφρασε το συμπέρασμα πως πλέον η Ευρώπη και ιδίως τα κράτη των Βαλκανίων έχουν εισέλθει σε μια νέα φάση αναθεωρητισμού, όπου τίποτα δε μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Χαρακτηριστικά έκανε λόγο για τη «Χάρτα των Παρισίων για μια Νέα Ευρώπη» το 1990, η οποία, όπως παρατήρησε λόγω άλλων προτεραιοτήτων που είχαν τεθεί τότε (π.χ. απελευθέρωση Κουβέιτ) έδωσε έμφαση σε ένα νέο ξεκίνημα με χαρακτηριστικά την ειρήνη, την ελευθερία και την αρμονική συνύπαρξη. Ακολούθησε όμως η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το 1991 μέσα από γενοκτονίες και πολέμους και αργότερα το 2008 η κήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου από τη Σερβία. Δίνοντας αυτό το παράδειγμα, ο κύριος Μαλλιάς επεσήμανε ότι μείζον ζήτημα στη περιοχή των Βαλκανίων σήμερα δεν αποτελεί η Συμφωνία των Πρεσπών αλλά μια Συμφωνία μεταξύ της «Δημοκρατίας του Κοσόβου» και της Σερβίας για ανταλλαγή εδαφών και επαναχάραξη συνόρων. Επομένως, διανύουμε μια περίοδο κατά την οποία είναι αδύνατο να προβούμε σε μακροχρόνιες προβλέψεις εφ’ όσων τα όσα συμφωνούμε δεν είναι μακρόβια.
Εκτίμησε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που η ελληνική πλευρά είχε θέσει και δημοσίως υπό την εντολή των Ηνωμένων Εθνών για τη διευθέτηση του ζητήματος της ονομασίας. Από την άλλη, όμως προσθέτει δυο σημαντικές δεσμεύσεις στις οποίες δεν υπήρχε λόγος να προχωρήσει η ελληνική πλευρά όπως είναι το ζήτημα της μακεδονικής γλώσσας και της μακεδονικής ιθαγένειας.
Ο κύριος Πρέσβης έκλεισε την ομιλία του καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη πως αρκετά συχνά, συμφωνίες, ακόμα και αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δεν κρατάνε για παραπάνω από μερικά χρόνια.
«Καθηγητής Πέτρος Λιάκουρας»
Ακολούθησε η ομιλία του κύριου καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιά, Πέτρου Λιάκουρα. Ο καθηγητής ξεκίνησε κάνοντας μια σύντομη αναδρομή ως προς τη στάση της Ελλάδος τα τελευταία χρόνια απέναντι στη Π.Γ.Δ.Μ. Αναφέρθηκε στην Ενδιάμεση Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Π.Γ.Δ.Μ. το 1995, η οποία όπως τονίστηκε δεν κυρώθηκε ποτέ και στην οποία το Άρθρο 11 υποχρέωνε την Ελλάδα να μην αντιταχθεί σε αίτημα εισδοχής της Π.Γ.Δ.Μ. σε Διεθνείς Οργανισμούς. Η αλλαγή της ελληνικής στρατηγικής το 2008 στο Βουκουρέστι με την επικρεμάμενη απειλή άσκησης βέτο εκ μέρους της , αν δεν διευθετηθεί το ζήτημα της ονομασίας θεωρήθηκε παραβίαση του Άρθρου 11 με αποτέλεσμα την καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο της Χάγης μετά τη προσφυγή της γειτονικής χώρας. Παρ’ όλα αυτά η απόφαση αυτή δεν ευνόησε το κράτος των Σκοπίων. Η αλλαγή της ελληνικής στρατηγικής, όμως, έθεσε μια νέα βάση πάνω στη γραμμή διευθέτησης του ζητήματος αποδεχόμενη μια σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Ο κύριος Λιάκουρας εκτίμησε πως η παρούσα Συμφωνία έγινε υπό ευνοϊκές συνθήκες από δυο κυβερνήσεις που διέθεταν καλή θέληση για διευθέτηση του ζητήματος και σαφώς σε μια χρονική στιγμή στην οποία το διεθνές πολιτικό σκηνικό ήταν ευνοϊκό προς μια τέτοια κατεύθυνση. Τόνισε, ακόμα ότι από τη Συμφωνία δε συνεπάγεται παραχώρηση ούτε εκχώρηση κυριαρχικού δικαιώματος της Ελλάδας.
Ένα θέμα που έθιξε ο κύριος καθηγητής είναι αυτό της σύγχυσης μεταξύ των όρων εθνότητα και ιθαγένεια. Ως προς τον αγγλικό όρο, nationality και ως προς τα αν αυτός θα χρησιμοποιηθεί από την απέναντι πλευρά με τον όρο της εθνότητας και όχι της ιθαγένειας, επεσήμανε ότι τα Σκόπια προχώρησαν σε ρηματική διακοίνωση που διαβεβαιώνει τη μετάφραση του όρου μέσα στο κείμενο, ως ιθαγένεια. Όπως ανέφερε, η εθνότητα αποτελεί ζήτημα αυτοπροσδιορισμού και δεν ορίζεται από το κράτος. Ακόμα, διαχώρισε την έννοια του αυτοπροσδιορισμού από το μειονοτικό δικαίωμα προσπαθώντας να διαλύσει δικαιολογημένες ανησυχίες. Ως προς την διαδικασία επικύρωσης της Συμφωνίας, παρατηρεί ως υπέρβαση το γεγονός ότι οι συνταγματικές αλλαγές έπρεπε να είχαν τεθεί σε ισχύ από την απέναντι πλευρά πριν από την επικύρωση της Σύμβασης και όχι κατόπιν.
Υποστήριξε, , ότι η Συμφωνία πρέπει να τηρηθεί (pacta sunt servanda) , επιδεικνύοντας καλή πίστη και από τις δύο πλευρές ενώ θα πρέπει να αποφευχθεί οποιουδήποτε είδος υπονόμευση ή δαιμονοποίηση της. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να ελέγχει τη διασφάλιση και τήρηση των συμφωνηθέντων και ειδικά επί των προβλέψεων εκείνων βάσει των οποίων το κράτος της Βορείου Μακεδονίας παραιτείται από οποιοδήποτε μειονοτικό δικαίωμα και υποχρεούται να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην υπάρχουν αλυτρωτικές διαθέσεις.
Ως προς τις απόψεις περί ακύρωσης της Συμφωνίας, κατέληξε πως η Συμφωνία δεν μπορεί να ακυρωθεί ή να καταγγελθεί και δε μπορεί να τροποποιηθεί ως προς τα άρθρα 1 και 2. Κλείνοντας, είπε πως δε μπορούμε ακόμα να προβλέψουμε αν η Συμφωνία θα είναι βιώσιμη ή όχι, θα πρέπει όμως οπωσδήποτε να τηρηθεί διαφορετικά επισύρεται ευθύνη του ίδιου του κράτους.
« Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος»
Τελευταίος ομιλητής ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος, άρχισε την εισήγηση του εκφράζοντας την άποψη πως δε θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι ουσιαστικά διαφορετικό ως προς τη διευθέτηση του ονόματος. Θεωρεί, όμως τη Συμφωνία επιζήμια για τη χώρα μας, καθώς αποτελεί συμφωνία πακέτο περιλαμβάνοντας ζητήματα εθνικότητας και γλώσσας πέρα από μια απλή διευθέτηση της ονομασίας. Υποστήριξε πως το μη ισχυρό erga omnes, καθώς και η μεγάλη διαδικασία προσαρμογής θα δυσκολέψουν την εφαρμογή της. Θεωρεί βέβαια, πως η Συμφωνία είναι αδύνατον να ακυρωθεί .
Εν συνεχεία εξέφρασε τους προβληματισμούς του για την ονομασία των Ελλήνων Μακεδόνων, οι οποίοι πλέον θα πρέπει να προσθέτουν τον χαρακτηρισμό «Έλληνες» πριν απ’ το Μακεδόνες. «Θα εξαφανιστεί άραγε στο μέλλον η ικανότητα των Ελλήνων Μακεδόνων να λέγονται Μακεδόνες με αποτέλεσμα την άρνηση της μακεδονικότητας που συνεπάγεται και άρνηση ελληνικότητας», ανησυχεί, αναφέροντας πως στο κείμενο η Μακεδονία αναφέρεται απλά ως Βόρεια Περιοχή του Πρώτου Μέρους, δηλαδή της Ελλάδας. Ο στρατηγός Λουκόπουλος δήλωσε πως η ονομασία της εθνότητας είναι κάτι που οι γείτονες μας θα εκμεταλλευτούν στο έπακρο, αναφέροντας ως παράδειγμα την συνέντευξη που πρόσφατα έδωσε ο πρωθυπουργός Zoran Zaev στο γερμανικό κανάλι Deutsche Welle δηλώνοντας, μεταξύ άλλων, στη “μακεδονική γλώσσα” «Είμαι Μακεδόνας». Μίλησε ακόμα για την προειδοποίηση του Γερμανού Υπουργού Εξωτερικών για συνέπειες ελληνικής υπαναχώρησης λόγω της μη γενικότερης αποδοχής της Συμφωνίας από τον ελληνικό λαό.
Για το ενδεχόμενο μιας απειλής από το κράτος της Βορείου Μακεδονίας, πιστεύει πως μια κυβέρνηση του γείτονα κράτους, ίσως χειραγωγούμενη από μια άλλη σαφώς ισχυρότερη δύναμη, ενδεχομένως θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή στο μέλλον για την Ελλάδα.
Τέλος, έκλεισε την ομιλία του συμφωνώντας με την πρόταση του κύριου Πρέσβη για σύσταση από το Υπουργείο Εξωτερικών μιας ομάδας αρμόδιας για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της τήρησης της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ακολούθησαν ερωτήσεις με την πλειονότητα του ακροατηρίου να εκφράζει τις ανησυχίες και αμφιβολίες της για τη βιωσιμότητα της Συμφωνίας και κυρίως για την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων μας.
*Ασκούμενη Ερευνήτρια του ΕΛΙΣΜΕ
Προπτυχιακή Φοιτήτρια του Τμήματος Διεθνών,
Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο